Του Κώστα Ράπτη

Με απόφαση του Τούρκου πρωθυπουργού Tayyip Erdogan ο φυλακισμένος στη νήσο Ιμραλί Κούρδος ηγέτης Abdullah Ocalan θα διαθέτει πλέον στο κελί του τηλεοπτική συσκευή LCD . Λογικό: αν η πρόθεση της τουρκικής κυβέρνησης είναι η μεταμόρφωση του Ocalan από “βαρίδι” σε “κεφάλαιο”, με την αξιοποίηση του συμβολικού του κύρους για τον αφοπλισμό του ΡΚΚ, τότε και η απομόνωσή του θα πρέπει να χαλαρώσει. 

Ήδη ο Κούρδος ηγέτης δέχθηκε για πρώτη φορά την επίσκεψη του αδελφού του Mehmet, ο οποίος μετέφερε στον έξω κόσμο την χαρακτηριστική του αντίδραση για την δολοφονία τριών γυναικών στελεχών του ΡΚΚ στο Παρίσι: ο Ocalan ζητεί “διαλεύκανση” του εγκλήματος, αλλά δεν “δείχνει” τους πιθανούς αυτουργούς του, ούτε αφήνει να διαφανεί ότι το παρισινό φονικό διαταράσσει με οποιονδήποτε τρόπο τις συνομιλίες που εγκαινίασαν οι τουρκικές μυστικές υπηρεσίες και έχουν τον ίδιο ως πρωταγωνιστή.

Από τουρκικής πλευράς, τα βλέμματα στρέφονται στο Ντιγιάρμπακιρ, όπου  θα πραγματοποιηθεί η (πάνδημη, όπως προεξοφλείται) κηδεία των τριών δολοφονημένων: αν το ΡΚΚ “χειρισθεί σωστά” την περίσταση, διαμηνύει η τουρκική κυβέρνηση, τότε η “διαδικασία του Ιμραλί” δεν θα κινδυνεύσει.

Ούτως ή άλλως, το παρισινό φονικό δείχνει μάλλον να ενισχύει παρά να αποδυναμώνει την θετική στάση της τουρκικής κοινής γνώμης απέναντι στην προοπτική πολιτικής επίλυσης του Κουρδικού ζητήματος . Η τουρκική κοινωνία βιώνει συμπτώματα πρωτοφανή: όπως λ.χ. όταν ο επικεφαλής της Ένωσης Βετεράνων και Μαρτύρων των Αδάνων παροτρύνει τις αρχές να “κάνουν ό,τι μπορούν για να σταματήσει η αιματοχυσία”. Οι Ενώσεις αυτού του είδους (που συμπεριλαμβάνουν συγγενείς των Τούρκων ενστόλων οι οποίοι έχουν πέσει θύματα της δράσης του ΡΚΚ)αποτελούσαν μέχρι πρότινος τη “βιτρίνα” εθνικιστών οι οποίοι αντιτάσσονται σφοδρά στην πολιτική επίλυση του Κουρδικού.

Ωστόσο, είναι ακριβώς το τουρκικό “εθνικό αίσθημα” που μοιάζει να τροφοδοτεί (πέρα από την αυτονόητη “κόπωση” από μία σύγκρουση που έχει στοιχίσει 40.000 ζωές από το 1984) την επιθυμία της ειρήνευσης στα νοτιοανατολικά.

Η κλιμάκωση των συγκρούσεων με το ΡΚΚ καθ’ όλο το 2012 (παράλληλα προς την όλο και εντονότερη και όλο και πιο αδιέξοδη εμπλοκή της Τουρκίας στην συριακή κρίση) τροφοδότησε την καχυποψία της κοινής γνώμης ότι η χώρα κινδυνεύει να “εισαγάγει” προβλήματα που δεν της αντιστοιχούν και να αποτελέσει τμήμα σχεδιασμών τρίτων.

Η υποχώρηση της πρόθεσης ψήφου υπέρ του κυβερνώντος κόμματος στο 40,3% (έναντι ποσοστού 51% στις εκλογές του 2011) και η κάμψη των δημοσκοπικών δεικτών εμπιστοσύνης προς όλους τους θεσμούς αποτυπώνει και αυτό το στοιχείο.

Αντιθέτως, όταν ο Ocalan γνωστοποιεί ότι το ΡΚΚ έχει παραιτηθεί από τον στόχο τόσο της ανεξαρτησίας όσο και της “δημοκρατικής αυτονομίας” των κουρδικών περιοχών, επενδύει στον κατευνασμό αυτών των φόβων. Άλλωστε η “αποεδαφοποίηση” του Κουρδικού είναι αντικειμενικό αποτέλεσμα των (οικειοθελών ή επιβεβλημένων)μετακινήσεων πληθυσμών κατά τις τρεις δεκαετίες της σύγκρουσης, οι οποίες έχουν μετατρέψει την Κωνσταντινούπολη στην μεγαλύτερη κουρδική πόλη του κόσμου.