Το ενδεχόμενο να επαναλειτουργήσει η Θεολογική Σχολή στη Χάλκη, υπό τη μορφή ιδωτικού-βακουφικού ή ξένου πανεπιστημίου, εξετάζει το πρωθυπουργικό γραφείο στην Τουρκία, σύμφωνα με το σημερινό πρωτοσέλιδο της τουρκικής εφημερίδας «Χουριέτ».
Το συγκεκριμένο θέμα (που αποτελεί πάγιο ελληνικό αίτημα) υπενθυμίζεται ότι επανέρχεται κατά διαστήματα την τελευταία 10ετία στα τουρκικά ΜΜΕ, χωρίς ωστόσο τα αποτελέσματα να επιβεβαιώνουν τις σχετικές πληροφορίες.
Σύμφωνα πάντως με το χτεσινό δημοσίευμα, η αναζήτηση λύσης άρχισε ύστερα από οδηγία του Τούρκου πρωθυπουργού, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Το ζητούμενο των εργασιών είναι να βρεθεί φόρμουλα για να επαναλειτουργήσει η σχολή ως ανώτερη, αναφέρει η «Χουριέτ» και κάνει λόγο για δύο εκδοχές.
Η πρώτη, αφορά το πανεπιστήμιο ευαγούς ιδρύματος (βακούφι). Έτσι, θα επιτραπεί να ιδρυθεί εκ νέου η σχολή ως βακουφική ανώτερη σχολή. Βακουφικά πανεπιστήμια και ανώτερες σχολές υπάρχουν στην Τουρκία και υπάγονται στο Συμβούλιο Ανώτατης Παιδείας, αλλά έχοντας διοικητική αυτονομία.
Η εφημερίδα τονίζει ότι η τουρκική κυβέρνηση δεν επιθυμεί να ιδρυθεί η σχολή και να υπάγεται στο Συμβούλιο Ανώτατης Παιδείας, πράγμα που, με βάση το δημοσίευμα, καθιστά πιο πιθανή τη δεύτερη εκδοχή, η οποία είναι να επαναλειτουργήσει η σχολή, με υπαγωγή σε ξένο πανεπιστήμιο.
Στην περίπτωση αυτή το πανεπιστήμιο θα υπάγεται στη νομοθεσία της ξένης χώρας. Έτσι, η εφημερίδα αναφέρει ότι «μπορεί να λειτουργήσει η σχολή μέσω πανεπιστημίου της Ελλάδας ή άλλης χώρας».
Με βάση το υπάρχον νομικό πλαίσιο, ξένο πανεπιστήμιο μπορεί να ιδρυθεί στην Τουρκία μόνο μετά την υπογραφή διμερούς συμφωνίας μεταξύ της Τουρκίας και της ενδιαφερόμενης χώρας. Για παράδειγμα, το «Πανεπιστήμιο Γκαλατάσαραϊ» λειτουργεί με βάση σχετική τουρκογαλλική συμφωνία. Ανάλογη προοπτική υπογραφής διμερών συμφωνιών υπάρχει και με χώρες όπως η Αγγλία και η Γερμανία.
Ωστόσο, η εφημερίδα κάνει λόγο για αλλαγή στον νόμο περί Συμβουλίου Ανώτατης Παιδείας. Σύμφωνα με το δημοσίευμα, η αλλαγή μπορεί να επιτρέψει την ίδρυση ξένου πανεπιστημίου μέσω εταιρείας.
Η «Χουριέτ» αναφέρει ότι μια τρίτη εκδοχή είναι να υπάρξει συνταγματική αναθεώρηση έτσι ώστε η Θεολογική Σχολή να επαναλειτουργήσει με το καθεστώς που είχε το 1971, όταν είχε κλείσει με απόφαση του τουρκικού Συνταγματικού Δικαστηρίου. Η απόφαση αυτή αφορούσε όλες τις ιδιωτικές ανώτερες σχολές στην Τουρκία, οι οποίες και έκλεισαν. Με τη διαφορά όμως υπήρξε νομοθεσία για να μπορέσουν να συνεχίσουν τις σπουδές τους οι σπουδαστές σε δημόσια πανεπιστήμια. Η μόνη από τις σχολές που έκλεισαν το 1971, δίχως να παρασχεθεί στους σπουδαστές της η δυνατότητα να συνεχίσουν τις σπουδές τους, ήταν το ανώτερο τμήμα της Θεολογικής Σχολής.
Στην τρίτη εκδοχή όμως, αναφέρει η εφημερίδα, θα πρέπει να αναγνωριστεί το ίδιο δικαίωμα σε όλες τις μουσουλμανικές και μη ομάδες της Τουρκίας. Πράγμα που πρακτικά σημαίνει ίδρυση ιδιωτικών σχολών για τους Αρμένιους, τους Εβραίους, τους ορθόδοξους Άραβες, τους καθολικούς Άραβες, τους σουνίτες μουσουλμάνους, τους σιίτες (αλεβίδες) μουσουλμάνους κλπ.
Η εφημερίδα αναφέρει, επίσης, ότι η Άγκυρα μελετά όλες αυτές τις εκδοχές και σημειώνει ότι οι σχετικές αποφάσεις θα ληφθούν λαμβανομένων υπόψη των «δικαιωμάτων της τουρκικής μειονότητας στη Δυτική Θράκη».
Στην προκειμένη περίπτωση το πρόβλημα ανακύπτει λόγω του επιλεκτικού και προβληματικού ορισμού του νομικού πλαισίου. Για παράδειγμα η Συνθήκη της Λωζάννης που έχει ισχύ στην Τουρκία, υπερισχύει -θεωρητικά- της όποιας εθνικής νομοθεσίας, ακόμη και του συντάγματος. Η Συνθήκη παρέχει στις λεγόμενες μη μουσουλμανικές μειονότητες στην Τουρκία το δικαίωμα να διατηρούν, να χρηματοδοτούν και να διοικούν εκπαιδευτικά ιδρύματα, συμπεριλαμβανομένων των θρησκευτικών. Ωστόσο το Σύνταγμα και οι νόμοι, ως προς το ζήτημα της θρησκευτικής παιδείας, αναφέρουν ότι αυτή μπορεί να είναι μόνο δημόσια
ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ