Του Γιώργου Καπόπουλου

 

 Μια εύστοχη ανάλυση στη χθεσινή International Herald Tribune και ένα τηλεγράφημα του Reuters μάς βοηθούν να δώσουμε τις πραγματικές διαστάσεις στην εν εξελίξει επαναπροσέγγιση Ισραήλ – Τουρκίας: Επί της ουσίας και για το ορατό μέλλον, προνομιακό αν όχι μοναδικό πεδίο της προσέγγισης είναι η Συρία, με κοινό παρονομαστή ζωτικών συμφερόντων των δύο πλευρών τη σταθερότητα μετά την πτώση του Ασαντ. Αυτό προκύπτει από την ανάλυση της IHT, ενώ το τηλεγράφημα του Reuters επιτρέπει να διαπιστώσουμε ότι τα ενεργειακά συμφέροντα του Τελ Αβίβ ταυτίζονται με αυτά της Λευκωσίας.

Επιστροφή στο παρελθόν του ειδυλλίου των δύο χωρών είναι αδύνατη: Οταν η στρατιωτική ηγεσία της Τουρκίας διαπραγματεύθηκε και διαμόρφωσε τη διμερή στρατιωτική συνεργασία με το Ισραήλ στις αρχές του 1996 και οι δύο πλευρές πίστευαν ότι είναι τα δύο προπύργια της Δύσης σε ένα εχθρικό αραβομουσουλμανικό περιβάλλον με το κεφαλικό κατεστημένο – βαθύ κράτος να βλέπει στη στενή συνεργασία με το εβραϊκό κράτος μια διεθνή περιφερειακή εγγύηση του εσωτερικού καθεστωτικού status quo.

Σήμερα η επένδυση στην επιρροή στον Αραβομουσουλμανικό Κόσμο είναι βασική παράμετρος της στρατηγικής των Ερντογάν- Νταβούτογλου, ενώ την ίδια στιγμή οι εσωτερικοί πολιτικοί συσχετισμοί στο Ισραήλ έχουν βραχυκυκλώσει κάθε δυνατότητα αναζήτησης συνολικής λύσης στο Μεσανατολικό.

Ετσι, ακόμη και ο κοινός παρονομαστής ζωτικών συμφερόντων των δύο χωρών ακόμη και στη Συρία προβάλλει οροθετημένος: Το Τελ Αβίβ επιθυμεί ανάμειξη και ρόλο της Αγκυρας μέχρι του σημείου που να αποτρέπεται ο έλεγχος της χώρας από Φονταμενταλιστές Ισλαμιστές, αλλά σε καμιά περίπτωση δεν θέλει την επόμενη κυβέρνηση στη Δαμασκό δορυφόρο της Τουρκίας, με την τελευταία να υποκαθιστά το Ιράν ως άτυπο αλλά βαρύνοντα παράγοντα που δεν μπορεί να αγνοηθεί ή να παρακαμφθεί σε μια συνολική διαπραγμάτευση.

Ο,τι ισχύει για τη Συρία, ισχύει κατά μείζονα λόγο για το Ιράν: Το Ισραήλ θέλει να ψαλιδιστεί το περιφερειακό κύρος και ο ρόλος της Τεχεράνης και να αποτραπεί με κάθε μέσο η απόκτηση πυρηνικών όπλων, ενώ η Άγκυρα φιλοδοξεί να είναι ο ενδιάμεσος ανάμεσα στο Ιράν και στις ΗΠΑ με στρατηγική στόχευση ακριβά αντισταθμιστικά οφέλη και από τις δυο πλευρές.

Σε καμιά λοιπόν περίπτωση επιστροφή στο ειδύλλιο του παρελθόντος και ούτε καν γάμος συμφέροντος. Η πιο ακριβής αποτύπωση της εικόνας είναι αυτή δύο προσώπων που μετά το διαζύγιο συναντώνται για να διευθετήσουν και να διαχειρισθούν από κοινού συγκεκριμένα κοινά συμφέροντα.

Στις ΗΠΑ, όταν οι αναλυτές αναφέρονται στις σχέσεις της Ουάσιγκτον με το μετριοπαθές Πολιτικό Ισλάμ χρησιμοποιούν -και ειδικότερα σε ό,τι αφορά την Αίγυπτο του Μόρσι- τη διατύπωση «Engagement without illusions» (Εμπλοκή χωρίς αυταπάτες) μια αποτίμηση που αποδίδει επακριβώς τις σημερινές προσδοκίες τόσο της Αγκυρας όσο και του Τελ Αβίβ.

Τα παραπάνω είναι αυτονόητα, αλλά δυστυχώς τείνουν να υποτιμηθούν στην Ελλάδα, όπου κυριαρχεί πότε η φαντασίωση της εμπλοκής του Ισραήλ ακόμη και στο Αιγαίο υπέρ της Ελλάδας και πότε το φοβικό σύνδρομο της ολικής επαναφοράς στο ειδύλλιο Αγκυρας-Τελ Αβίβ, μια κατάσταση πραγμάτων την οποία δεν επιθυμεί καμιά από τις δύο εμπλεκόμενες πλευρές.

Αν θέλουμε ένα παράδειγμα που να μας βοηθά να δούμε τη δυναμική της σχέσης Ισραήλ-Τουρκίας, το καταλληλότερο είναι μάλλον αυτό της αποκατάστασης σχέσεων ΕΣΣΔ-Γιουγκοσλαβίας στα μέσα της δεκαετίας του '50, όπου τερματίσθηκε μια σκληρή αντιπαράθεση, αλλά ουδέποτε υπήρξε επιστροφή στο status quo ante που υπήρχε πριν από τη σύγκρουση Τίτο-Στάλιν το 1948.

Χωρίς αυταπάτες
Στις ΗΠΑ όταν οι αναλυτές αναφέρονται στις σχέσεις της Ουάσιγκτον με το μετριοπαθές Πολιτικό Ισλάμ χρησιμοποιούν -και ειδικότερα σε ό,τι αφορά την Αίγυπτο του Μόρσι- τη διατύπωση «Engagement without illusions» (Εμπλοκή χωρίς αυταπάτες), μια αποτίμηση που αποδίδει επακριβώς τις σημερινές προσδοκίες τόσο της Αγκυρας όσο και του Τελ Αβίβ.