Γράφει ο Μενέλαος Τασιόπουλος
 
Αν η ευρωζώνη ήθελε πραγματικά να βάλει σε μια τάξη το τραπεζικό της σύστημα, σε μια διαδικασία επόμενης ενοποίησης ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε θα έβαζε στο τραπέζι μια απολύτως εποικοδομητική πρόταση: την υιοθέτηση ενός ανάλογου περιεχομένου νόμου με τον αμερικανικό Glass-Steagal του 1933, επί προεδρίας Ρούσβελτ στις ΗΠΑ.

Ο νόμος εκείνος προέκυψε ως αποτέλεσμα της καταστροφής που ακολούθησε το κραχ του 1929 και την ύφεση του 1930. Προβλεπόταν ο διαχωρισμός των τραπεζών σε επενδυτικές και καταθετικές, τα ταμιευτήρια της νεότερης εποχής. Οι επενδυτικές τράπεζες αναλάμβαναν πολύ μεγαλύτερα ρίσκα, απευθύνονταν σε επενδυτές και φυσικά είχαν μικρότερες διασφαλίσεις από τις καταθετικές – εμπορικές τράπεζες, που προσέφεραν μικρά επιτόκια, αλλά και ασφάλεια καταθέσεων.
 
Στη βάση του νόμου αυτού κινήθηκε η Δύση για δεκαετίες, έως το 1999, οπότε ο τότε πρόεδρος των ΗΠΑ Μπιλ Κλίντον, θέλοντας να ενθαρρύνει τη δυνατότητα των funds να έχουν μεγαλύτερη ρευστότητα, επέτρεψε την κατάργηση του διαχωρισμού. Είναι, από το 1996 ακόμη, η εποχή της παγκοσμιοποίησης του διεθνούς εμπορίου σε πλήρη εξέλιξη, με ενθάρρυνση της κίνησης κεφαλαίων και την κατάργηση των δασμών στην πρώτη ζήτηση. Παράλληλα με την κατάργηση του νόμου του 1933 εμπεδώθηκε η πρακτική των παραγώγων και την υπερβολικής, εκτός ελέγχου και λογικής, μόχλευσης.
 
Φθάσαμε σήμερα πλέον η έκθεση των 10 μεγαλύτερων τραπεζών στον κόσμο σε παράγωγα να φθάνει τα 230 τρισ. δολάρια. Τι σημαίνει αυτό; Οτι οποιοδήποτε «ατύχημα» στη διεθνή οικονομία δεν μπορεί να αναστραφεί και θα οδηγήσει σε πολύ μεγαλύτερη καταστροφή το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα από ό,τι συνέβη το 1929-1930 και τον Μεσοπόλεμο, με αποτέλεσμα τότε τον πλέον αιματηρό Παγκόσμιο Πόλεμο στην Ιστορία.
 
Σκιές «ατυχήματος» έγιναν όμως φανερές από το 2007-2008 στην αμερικανική αγορά χρήματος με τις περίφημες «φούσκες» και τον πειραματισμό με την κατάρρευση της Lehman Brothers. Η επέκταση της περιπλοκής στην Ευρώπη, στο επίπεδο του δημόσιου χρέους αλλά και των τοξικών παραγώγων στις τράπεζες, επιβεβαίωσε το βάθος του προβλήματος. Οι διαφορετικές λογικές, ως αντίμετρα στην κρίση και την αποτροπή ενός τελικού «ατυχήματος» μεταξύ FED και Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, οδήγησαν σε δύο αντίθετες κοινωνικές πραγματικότητες στη ζώνη της ύφεσης που προέκυψε εκ των πραγμάτων.
 
Στις ΗΠΑ η προσπάθεια Ομπάμα να ενισχυθεί το κοινωνικό κράτος.
 
Στην Ευρώπη του γερμανογαλλικού άξονα η προσπάθεια για πλήρη απαξίωση όχι μόνον του ενισχυμένου στην Ευρώπη κοινωνικού κράτους, αλλά και όλου πλαισίου των εργασιακών σχέσεων. Η πλήρης απορρύθμιση στη ζώνη του ευρώ συνδυάστηκε από το Βερολίνο από καθαρά αποικιοκρατικές παρεμβάσεις στο εσωτερικό των «17» ή και την επιρροή με κανονιστικές νόρμες στην ευρύτερη κοινότητα της ένωσης των «27», που οδηγούν τις εξελίξεις στην πλήρη απαξία της προσπάθειας για ενωμένη Ευρώπη.
 
Κορύφωση σε όλα αυτά, όσα άρχισαν από την Κύπρο και το «κούρεμα» των καταθέσεων.
 
Δηλώσεις από τον νέο επικεφαλής του Eurogroup αλλά και τον προέδρου της Κομισιόν Μπαρόζο δείχνουν ότι η πρακτική της «δήμευσης» καταθέσεων θα συνεχισθεί, χωρίς μάλιστα σαφή κριτήρια ως προς το εύρος, τις διαδικασίες αποφάσεων, τον χρόνο και τη χώρα όπου αυτές οι αποφάσεις θα επιβληθούν.
 
Από εδώ και πέρα, εκτός από τα κράτη-μέλη του ευρώ, που στην πλειονότητά τους δεν ανταποκρίνονται στις προδιαγραφές ως προς το χρέος και τα ελλείμματα, και οι τράπεζες του ευρώ δεν έχουν αξιοπιστία ούτε στο επίπεδο του Ταμιευτηρίου.
 
Τι μπορεί να γίνει;
 
Απλά είναι ζήτημα χρόνου η διάλυση της ευρωζώνης.
 
Ακόμη ένα πείραμα νομισματικής ένωσης στην Ευρώπη έχει αποτύχει.
 
Εχει ξανασυμβεί άλλωστε…