Την ανάγκη να επιταχυνθούν, πλέον, οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και η συρρίκνωση του δημόσιου τομέα στην Ελλάδα, τόνισε σήμερα ανώτατος αξιωματούχος του Εurogroup, προσθέτοντας ότι η πολιτική σταθερότητα στη χώρα είναι ουσιαστική για την ομαλή εφαρμογή του προγράμματος προσαρμογής.

Όπως δήλωσε ο αξιωματούχος, η δημοσιονομική προσαρμογή στην Ελλάδα συνεχίζεται με εξαιρετικό ρυθμό, αλλά στο θέμα των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων υπάρχουν καθυστερήσεις και χρειάζονται μεγαλύτερες προσπάθειες. Για την εφαρμογή του προγράμματος προσαρμογής θα ενημερώσουν αύριο το Eurogroup, στο Λουξεμβούργο, τόσο η τρόικα, όσο και ο υπουργός Οικονομικών, Γιάννης Στουρνάρας.

Συγκεκριμένα, ο κ. Στουρνάρας θα ενημερώσει τους υπουργούς Οικονομικών της ευρωζώνης για την πορεία των ιδιωτικοποιήσεων, των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, καθώς και για τις τελευταίες εξελίξεις σχετικά με την ΕΡΤ.

Ειδικότερα, αναφερόμενος στο ζήτημα της ΕΡΤ, ο ίδιος αξιωματούχος σημείωσε ότι ελήφθη απόφαση για την επαναλειτουργία της με ομαλότερο και αποτελεσματικότερο τρόπο, εκφράζοντας, ωστόσο, την απογοήτευσή του για το γεγονός ότι «η μικροπολιτική και τα πολιτικά παιχνίδια υπερίσχυσαν, την τελευταία εβδομάδα, έναντι της εφαρμογής του προγράμματος σταθερότητας».

Εξάλλου, ερωτηθείς για το ενδεχόμενο πρόωρων εκλογών στην Ελλάδα, απάντησε ότι «το ενδεχόμενο πρόωρων εκλογών είναι το πλέον απίθανο σενάριο» και πρόσθεσε: «Πιστεύουμε στη συνέχιση της σταθερότητας της ελληνικής κυβέρνησης. Η συνέχιση της πολιτικής σταθερότητας είναι ουσιαστική για την ομαλή εφαρμογή του προγράμματος».

Όταν ρωτήθηκε κατά πόσον το Eurogroup στήριξε την απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης να κλείσει την ΕΡΤ, ο αξιωματούχος είπε ότι πρόκειται για «ρητορικό ερώτημα» υπενθυμίζοντας ότι το μνημόνιο προβλέπει τη συρρίκνωση του δημόσιου τομέα τα επόμενα χρόνια, με συγκεκριμένο αριθμό απολύσεων. «Η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να δρα αυτόνομα και να κάνει αυτό που χρειάζεται», τόνισε, σημειώνοντας, ωστόσο, ότι «το κλείσιμο της ΕΡΤ εξέπληξε όλους τους υπουργούς Οικονομικών της ευρωζώνης».

Επίσης, ανέφερε ότι το ζήτημα της ΕΡΤ ανέδειξε τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η ελληνική κυβέρνηση με την αναδιάρθρωση του δημόσιου τομέα. Τόνισε, δε, ότι ο πλέον αξιόπιστος τρόπος για τη μείωση του ελληνικού δημόσιου χρέους και ελλείμματος είναι η μείωση των απασχολουμένων στον δημόσιο τομέα, ο οποίος, όπως είπε χαρακτηριστικά «τα τελευταία 20 χρόνια όχι απλά γιγαντώθηκε, αλλά έκανε μεταστάσεις». Ως χαρακτηριστικό παράδειγμα, ο αξιωματούχος του Eurogroup ανέφερε τους ελληνικούς σιδηροδρόμους, όπου, όπως είπε, οι δημόσιοι υπάλληλοι που απασχολούνται αυξήθηκαν τα τελευταία 20 χρόνια από 1.000 σε 7.000.

Όσον αφορά το θέμα τής εν εξελίξει αναδιάρθρωσης της φορολογικής μεταρρύθμισης, σημείωσε ότι «η αποτελεσματικότητα στη συλλογή των φόρων είναι ο καλύτερος τρόπος παρά η αύξηση των φόρων» και πρόσθεσε ότι η δόση του Ιουνίου, ύψους 3,3 δισ. ευρώ, έχει εγκριθεί.

Αύριο, το Eurogroup θα εξετάσει την πορεία της κυπριακής οικονομίας και ειδικότερα την αναδιάρθρωση του τραπεζικού τομέα, τις προοπτικές για άρση των περιορισμών της κίνησης κεφαλαίων και τις εξελίξεις σε ό,τι αφορά την αντιμετώπιση για το «ξέπλυμα» μαύρου χρήματος. Όπως είπε ο αξιωματούχος του Eurogroup, οι υπουργοί Οικονομικών θα συζητήσουν το αίτημα του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας, Νίκου Αναστασιάδη, για επαναδιαπραγμάτευση του κυπριακού μνημονίου, όπως αυτό διατυπώνεται στην επιστολή που έστειλε ο κ. Αναστασιάδης στους αξιωματούχους της τρόικας. Ωστόσο, ο ίδιος αξιωματούχος δεν άφησε πολλά περιθώρια για αλλαγές στο κυπριακό μνημόνιο.

Ένα άλλο σημαντικό ζήτημα που θα εξετάσει αύριο το Eurogroup είναι η δυνατότητα απευθείας ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ΕΜΣ). Οι υπουργοί Οικονομικών θα εξετάσουν το ενδεχόμενο να ισχύσει αναδρομικά το εργαλείο αυτό, δηλαδή για τις χώρες που βρίσκονται σε πρόγραμμα. Σύμφωνα με τον Ευρωπαίο αξιωματούχο, οι υπουργοί Οικονομικών αναμένεται να αποφασίσουν ποια κριτήρια θα διέπουν την αναδρομικότητα του μέτρου, προσθέτοντας ότι είναι πιθανό η αναδρομικότητα να ισχύσει «κατά περίπτωση».

Πρόσθεσε, δε, ότι τα σημεία που παραμένουν ακόμη ανοιχτά στο θέμα της απευθείας ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, είναι το ύψος του ποσού που θα μπορούσε να δεσμευτεί για δανειοδοτικούς σκοπούς, το οποίο εκτιμάται στα 50 ως 70 δισ. και η συνεισφορά των κρατών μελών που μπορεί να φτάσει το 10% έως 20%. Από την αυριανή συζήτηση αναμένεται να υπάρξει καταρχήν πολιτική συμφωνία για την εφαρμογή του μέτρου από το φθινόπωρο του 2014, δήλωσε ο ίδιος αξιωματούχος.

Τέλος, το Eurogroup αναμένεται να ανάψει το «πράσινο φως» για την ένταξη της Λετονίας στην ευρωζώνη από την 1η Ιανουαρίου του 2014.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ