Την ίδια στιγμή, δεν είναι τυχαίο ότι στη Δύση «φουσκώνουν» οι διαμαρτυρίες για τα δικαιώματα των ομοφυλόφιλων στη Ρωσία. Ο νόμος για τους «γκέι» που ψηφίστηκε πρόσφατα από το Κοινοβούλιο, είναι η δεύτερη επίσημη αιτία που επικαλείται ο Ομπάμα για να μην πάει στη συνάντηση κορυφής. Η σημαντικότερη αιτία όμως είναι ότι μεταξύ των δύο προέδρων δεν υπάρχει κάποιο ιδιαίτερο θέμα συζήτησης, αφού η ατζέντα των ρωσο-αμερικανικών σχέσεων είναι άδεια ή δεν υπάρχει σύμπτωση απόψεων.

Μεγάλες διαφορές
 

Στο θέμα της Συρίας συμφωνία δεν υπάρχει ούτε και πρόκειται να υπάρξει, παρ’ ότι οι ρωσικές απόψεις, δικαιώνονται, κατά την άποψή μας. Στο θέμα της αντιπυραυλικής άμυνας στην Ευρώπη, οι Αμερικάνοι δεν θα προβούν ποτέ στις υποχωρήσεις, τις οποίες η Μόσχα θεωρεί απαραίτητες. Πολύ περισσότερο, οι διαφωνίες πάνω σε αυτό το θέμα, θα πάρουν δραματικές διαστάσεις μετά από 10-15 χρόνια, όταν το ΝΑΤΟ -κυρίως λόγω του ενεργού ρόλου των ΗΠΑ- θα φτάσει σε ένα νέο ποιοτικά τεχνολογικό επίπεδο, που θα του δίνει τη δυνατότητα να αποκρούει πυραυλικές επιθέσεις, υπονομεύοντας έτσι σε σημαντικό βαθμό τα ρωσικά πυρηνικά όπλα. Από εδώ πιθανόν πηγάζει και η πρωτοβουλία του Ομπάμα για ακόμη μεγαλύτερη (πάνω από το ένα τρίτο) μείωση των πυρηνικών οπλοστασίων της Ρωσίας και των ΗΠΑ, στην οποία η απάντηση της Μόσχας ήταν η απόλυτη σιωπή. Το γιατί, είναι σαφές.
Όσον αφορά το Ιράν, η Ρωσία δεν πρόκειται πλέον να προβεί σε καμία υποχώρηση. Ωστόσο, οι ΗΠΑ θα αναζητήσουν την προσέγγιση με τη νέα ιρανική ηγεσία, δεδομένου ότι η οικονομία του Ιράν υποφέρει αρκετά εξαιτίας των κυρώσεων. Στο Αφγανιστάν, ύστερα από τη δραστική μείωση της αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας, αρχής γενομένης το 2014, οι ρωσικές διευκολύνσεις για τη μεταφορά αμερικανικού στρατιωτικού υλικού, δυνάμεων και εξοπλισμού, μέσα από εδάφη της πρώην ΕΣΣΔ, θα είναι πλέον αχρείαστες.
Ακόμα, στην παγκόσμια ενεργειακή αγορά πραγματοποιούνται σήμερα τέτοιες αλλαγές, οι οποίες θα καταστήσουν οριστικά άνευ σημασίας τις συζητήσεις που είχαν ξεκινήσει στις αρχές της δεκαετίας του 2000 για ρωσο-αμερικανική στρατηγική συνεργασία. Όσον αφορά το εμπόριο και την οικονομία συνολικά, το εμπορικό ισοζύγιο μεταξύ των δύο χωρών είναι δεκάδες φορές μικρότερο από εκείνο μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας.

Προνομιακές σχέσεις Ουάσιγκτον-Πεκίνου

Κοινός παρονομαστής σε όλα τα παραπάνω, είναι το γεγονός ότι η Αμερική δεν εκλαμβάνει τη Ρωσία ως ισότιμο εταίρο. Οι λόγοι είναι οικονομικοί και ιδεολογικοί. Ωστόσο, οι τεράστιες ιδεολογικές διαφορές με την Κίνα, δεν εμποδίζουν παρόλα αυτά τις ΗΠΑ να οικοδομούν με αυτή ισότιμες (αν και σε σημαντικό βαθμό συγκρουσιακές) σχέσεις. Αυτές βασίζονται στα δεκάδες και εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια της οικονομικής αλληλεξάρτησης.
Ένα επιμέρους πρόβλημα αποτελεί η κακή προσωπική επαφή μεταξύ Πούτιν και Ομπάμα. Ο προκάτοχος του Ομπάμα, Μπους ο νεότερος, παρά τις όσες διαφωνίες, ήταν από άποψη ανθρώπινης επαφής εγγύτερος στον Πούτιν. Όσο Ομπάμα και Πούτιν θα βρίσκονται στο τιμόνι της ηγεσίας, οι σχέσεις ανάμεσα στις δυο χώρες δεν θα βελτιωθούν σημαντικά. Οι σχέσεις αυτές ιστορικά εξαρτούνταν πάρα πολύ από τις προσωπικές σχέσεις των ηγετών των δύο κρατών.
Για να είμαστε δίκαιοι, θα πρέπει να πούμε ότι «Ψυχρός Πόλεμος» μεταξύ των δύο χωρών δεν υφίσταται. Πιθανότατα, στη σημερινή πολιτική της Αμερικής απέναντι στη Ρωσία ξεκινά μια νέα μακρά περίοδος, κατά την οποία η Ουάσιγκτον θα προσπαθεί να «αγνοεί» συστηματικά τη Μόσχα.

Το πρωτότυπο άρθρο βρίσκεται στην ηλεκτρονική διεύθυνση: http://www.gazeta.ru.
Η ΡΩΣΙΑ ΤΩΡΑ