Της Δέσποινας Συριοπούλου/ Τύπος της Κυριακής

Παρά τις μικρές αναταράξεις που προκάλεσε το μερικό "λουκέτο" της αμερικανικής κυβέρνησης για πρώτη φορά μετά από 17 χρόνια, και με χρονικό ορίζοντα την 17η Οκτωβρίου, τελευταία ημέρα για την αύξηση του ορίου του χρέους, οι εντάσεις και η ανησυχία (;) που διακατέχει την πολιτική ελίτ, δεν φαίνεται -ακόμα τουλάχιστον- να έχουν φτάσει στην αμερικανική κοινωνία, η οποία συνεχίζει στους συνηθισμένους ρυθμούς της να βιώνει την καθημερινότητά της.

 "Είναι λίγο νωρίς ακόμα για να πούμε ότι οι κατάσταση τείνει να ξεφύγει από το έλεγχο, δημιουργώντας ουσιαστικό πρόβλημα στην πορεία της οικονομίας" αναφέρει στον ΤτΚ ο Ανδρέας Ακαράς, δικηγόρος στην Ουάσινγκτον και πολιτικός σύμβουλος του βουλευτή Τζον Σαρμπάνη, ο οποίος διαχωρίζει την αίσθηση που επικρατεί στην αμερικανική πρωτεύουσα, από αυτή που έχει ο μέσος αμερικανός πολίτης που ζει και εργάζεται στα μεγάλα αστικά κέντρα των Ηνωμένων Πολιτειών. "Η εικόνα που αντικρίζει κάποιος στην Ουάσινγκτον δεν είναι η ίδια που θα είχε αντικρίζοντας τον μέσο αμερικανό πολίτη. Εδώ (σ.σ. στην Ουάσινγκτον) οι περισσότεροι παρακολουθούν τα πολιτικά τεκταινόμενα, έχοντας μια πιο εξειδικευμένη άποψη, συγκριτικά με άλλους, γνωρίζοντας όλοι λίγο-πολύ ότι το ζήτημα θα ξεπεραστεί, και φυσικά έχοντας ο καθένας την άποψή του που ξεκινά από τα πολιτικά του πιστεύω", αναφέρει ο κ. Ακαράς, υπογραμμίζοντας το γεγονός ότι "οι εργαζόμενοι στις κυβερνητικές υπηρεσίες γνωρίζουν ότι δεν πρόκειται να χαθούν τα χρήματά τους, γεγονός που δημιουργεί το αίσθημα σιγουριάς, έστω και αν σημειώνεται αυτή η καθυστέρηση και υπάρχουν και αντίστοιχα προβλήματα στην κάλυψη των αναγκών τους". Ωστόσο αυτό δεν σημαίνει ότι δεν αντιμετωπίζουν προβλήματα στην καθημερινότητα τους, έχοντας διανύσει την δεύτερη πλέον εβδομάδα χωρίς να υπάρχει η δυνατότητα για κάλυψη των εξόδων και με τους λογαριασμούς να τρέχουν κανονικά. Μια ακτινογραφία των αμερικανικών ΜΜΕ σημειώνει ότι το έμφραγμα που προκλήθηκε από το λουκέτο της αμερικανικής κυβέρνησης έχει προκαλέσει ασφυξία σε οικογένειες που εργάζονται στις ομοσπονδιακές υπηρεσίες, οδηγώντας τους στην χρήση των τραπεζικών αποθεμάτων τους (όπου υπάρχουν) ή στις συνταξιοδοτικές τους αποταμιεύσεις, περιορίζοντας πολύ ταυτόχρονα τα έξοδα σε καταναλωτικά αγαθά, σε εξόδους, σε διασκέδαση ή διακοπές. Σε πολλές περιπτώσεις δεν είναι λίγοι αυτοί που αναζητούν μια δεύτερη δουλειά -έστω και περιστασιακή- για την κάλυψη των τρεχουσών αναγκών.. Όσο και αν η ανακούφιση που προκάλεσε η ανακοίνωση ότι δεν πρόκειται να χαθούν οι μισθοί, εντούτοις η ανησυχία πλέον για το πόσο θα κρατήσει χρονικά το λουκέτο είναι αισθητή.             

Εκτός Ουάσινγκτον δεν φαίνεται να είναι έντονη η ανησυχία -πάντα με τα υπάρχοντα δεδομένα και τις διαπραγματεύσεις μεταξύ δημοκρατικών και ρεπουμπλικάνων να βρίσκονται σε εξέλιξη- για τον αντίκτυπο, τις επιπτώσεις αλλά και την συνέχεια  που μπορεί να έχει η όλη κατάσταση στην αμερικανική κοινωνία. Σε ποιο χαλαρούς τόνους και με μια ακόμη πιο χαλαρή διάθεση και αρκετοί επιχειρηματίες που δραστηριοποιούνται στην πολιτεία της Νέας Υόρκης αναφέρουν στον ΤτΚ ότι τα πράγματα συνεχίζουν κανονικά, οι συναλλαγές δεν έχουν πρόβλημα, οι δουλειές συνεχίζονται, καταλήγοντας ότι "στο τέλος θα βρεθεί η πολιτική λύση και θα κλείσει το θέμα, όπως και τις προηγούμενες φορές". 

Από καθαρά οικονομική άποψη,  "το όλο ζήτημα  θα μπορούσε να δημιουργήσει μια ανησυχία και πρόβλημα στην οικονομία, αλλά όχι ακόμα. Είναι νωρίς. Άλλωστε η κυβέρνηση δεν έχει κλείσει ολοκληρωτικά. Υπήρχαν στα ταμεία τους χρήματα για τις επείγουσες ανάγκες και από αυτά πληρώνονται ειδικές κατηγορίες ομοσπονδιακών υπαλλήλων, όπως πχ ο στρατός. Η κατάσταση απέχει αρκετά από το να χαρακτηριστεί ότι είναι τραγική" σημειώνει ο Ανδρέας Ακαράς, εκφράζοντας ωστόσο την άποψη ότι "αν συνεχίσει έτσι, τότε τα πράγματα θα είναι δύσκολα, και θα επηρεάσει συνολικά την οικονομία, υποθηκεύοντας το μέλλον της". Και εξηγεί: "Ο κάθε επιχειρηματίας και ο κάθε επενδυτής θέλει να ξέρει ότι υπάρχει ασφάλεια προκειμένου να προχωρήσει στην επένδυσή του. Επί παραδείγματι, αν ένα εργοστάσιο που κατασκευάζει πολεμικό υλικό και τροφοδοτεί το υπουργείο Άμυνας, περίμενε ότι φέτος ότι θα γινόταν αγορά 100 πολεμικών οχημάτων, στην παρούσα φάση με τα όσα συμβαίνουν και αν η κατάσταση δεν εξομαλυνθεί και τα πράγματα δεν επανέλθουν στην πρότερη τους κατάσταση, είναι σίγουρο ότι θα πει ότι "δεν πάμε καλά. Ας απολύσουμε κάποια άτομα, ας μην επενδύσουμε σε υλικό γιατί φαίνεται ότι δεν θα πουλήσουμε αυτά που έχουμε συμφωνήσει. Αν επίσης, φτάσουμε χωρίς λύση στην 17 Οκτωβρίου όπου είναι η ημερομηνία που λήγει το όριο του χρέους, αυτό και μόνο ως γεγονός θα δημιουργήσει μια κάποια αβεβαιότητα, αφού πλέον το μεγάλο ερώτημα που τίθεται είναι αν η Αμερική θα εξακολουθεί να πληρώνει τα χρέη της, τα ομόλογά της κλπ, , κάτι που δεν έχει γίνει ποτέ ως τώρα, στέλνοντας, όπως είναι φυσικό, ένα αρνητικό μήνυμα σε ολόκληρο τον κόσμο, και δίνοντας την αίσθηση ότι η επένδυση στην Αμερική δεν είναι ασφαλής 100%".

Εκείνο όμως που σημειώνεται με έμφαση μέσα από την συζήτηση με τον κ. Ακαρά, είναι οι επιπτώσεις που είναι πλέον εμφανείς στην πολιτική συνείδηση του μέσου αμερικανού πολίτη. "Μια σημαντική παράμετρο που δεν πρέπει να περνά απαρατήρητη σε όσα παρακολουθούμε να συμβαίνουν στην Ουάσινγκτον έχουν να κάνουν με την απώλεια εμπιστοσύνης των πολιτών στο πολιτικό σύστημα. Διότι μπορεί οι δημοκρατικοί από την μια να ρίχνουν τις ευθύνες στους ρεπουμπλικάνους, αντίστοιχα οι ρεπουμπλικάνοι στους δημοκρατικούς, αλλά μια πολύ μεγάλη μερίδα που δεν πρόσκειται σε κανέναν, οδηγείται στην πλήρη απαξίωση της πολιτικής, θεωρώντας τους οι ηγέτες της Ουάσινγκτον είναι ανίκανοι να επιλύσουν τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα".