Η οικονομία της Ευρωζώνης επανήλθε σε τροχιά ανάκαμψης το δεύτερο τρίμηνο, ωστόσο συνολικά φέτος το ΑΕΠ θα υποχωρήσει, ενώ θα αυξηθεί με επιταχυνόμενο ρυθμό το 2014 και 2015, επισημαίνει στη Φθινοπωρινή έκθεσή της η Κομισιόν, η οποία μιλάει για ενθαρρυντικά σημάδια οικονομικής ανάκαμψης στην Ευρώπη.

Σύμφωνα με την Κομισιόν, το 2013 το ΑΕΠ θα υποχωρήσει φέτος 0,4% στην Ευρωζώνη, ενώ η ανάπτυξη θα είναι μηδενική στο σύνολο της ΕΕ. Ωστόσο η ανάπτυξη θα επιταχυνθεί σταδιακά φθάνοντας το 2014 στο 1,4% στην ΕΕ και στο 1,1% στην Ευρωζώνη, και το 2015 στο 1,9% και στο 1,7%, αντιστοίχως.

Όπως επισημαίνει η έκθεση, η εσωτερική και εξωτερική προσαρμογή στην Ευρώπη συνεχίζεται, υποβοηθούμενη σε πολλές περιπτώσεις από τις σημαντικές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και τη δημοσιονομική εξυγίανση που εφαρμόστηκαν κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών. Αυτό έχει βελτιώσει τις συνθήκες ώστε η εγχώρια ζήτηση να καταστεί σταδιακά βασικός μοχλός της ανάπτυξης στην Ευρώπη. Ωστόσο, λαμβανομένων υπόψη των δυσμενέστερων προοπτικών για τις αναδυόμενες οικονομίες αγοράς, η επιστροφή σε σταθερή ανάπτυξη θα είναι μια βαθμιαία διαδικασία.

«Υπάρχουν όλο και περισσότερες ενδείξεις ότι η ευρωπαϊκή οικονομία έχει φθάσει σ` ένα σημείο καμπής», δήλωσε ο Αντιπρόεδρος της Επιτροπής για τις οικονομικές και νομισματικές υποθέσεις, Όλι Ρεν, προσθέτοντας ότι η δημοσιονομική εξυγίανση και οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που έγιναν στην Ευρώπη έχουν θέσει τα θεμέλια της ανάκαμψης. Ωστόσο, συνέχισε, είναι νωρίς να διακηρύξουμε τη νίκη μας γιατί η ανεργία παραμένει σε απαράδεκτα υψηλά επίπεδα και για το λόγο αυτό πρέπει να συνεχίσουμε να εργαζόμαστε για τον εκσυγχρονισμό της ευρωπαϊκής οικονομίας, τη βιώσιμη ανάπτυξη και τη δημιουργία θέσεων εργασίας.

Η έκθεση υπογραμμίζει ότι οι συσσωρευμένες μακροοικονομικές ανισορροπίες μειώνονται και αναμένεται συγκρατημένη αύξηση του ρυθμού ανάπτυξης. Ωστόσο, η υπό εξέλιξη δημοσιονομική προσαρμογή σε ορισμένες χώρες εξακολουθεί να επηρεάζει τις επενδύσεις και την κατανάλωση. Ενώ η κατάσταση των χρηματοπιστωτικών αγορών έχει βελτιωθεί σημαντικά και τα επιτόκια για τις ευάλωτες χώρες έχουν μειωθεί, η θετική αυτή εξέλιξη δεν έχει ακόμα γίνει αισθητή στην πραγματική οικονομία, καθώς εξακολουθεί να υπάρχει κατακερματισμός των χρηματοπιστωτικών αγορών, με σημαντικές διαφορές μεταξύ των κρατών μελών και μεταξύ επιχειρήσεων διαφορετικού μεγέθους, επισημαίνει.

Η Κομισιόν εκτιμά ότι η σημερινή κατάσταση παρουσιάζει παρόμοια χαρακτηριστικά με προηγούμενες ανακάμψεις μετά από οικονομικές κρίσεις. Καθώς υποχωρεί η ανάγκη απομόχλευσης, η εγχώρια ζήτηση αναμένεται να αυξηθεί με αργό ρυθμό, χάρη στην εκ νέου αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης και την ανάκαμψη των ακαθάριστων επενδύσεων παγίου κεφαλαίου ως αποτέλεσμα της βελτίωσης των γενικών όρων χρηματοδότησης και του οικονομικού κλίματος. Δεδομένης της προόδου που σημειώθηκε τα τελευταία χρόνια, ο ρυθμός της δημοσιονομικής εξυγίανσης αναμένεται να επιβραδυνθεί κατά την περίοδο που αφορούν οι προβλέψεις. Για το 2014 και το 2015, αναμένεται ότι η εγχώρια ζήτηση θα είναι ο κυριότερος μοχλός ανάπτυξης, ενώ αναμένεται μείωση των ευρωπαϊκών εξαγωγών σε χώρες εκτός ΕΕ.

Δεδομένου ότι οι εξελίξεις στην αγορά εργασίας παρουσιάζουν κατά κανόνα υστέρηση σε σχέση με τις εξελίξεις στο ΑΕΠ κατά ένα εξάμηνο ή περισσότερο, η ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας αναμένεται να οδηγήσει μόνον σταδιακά σε δημιουργία θέσεων εργασίας. Φέτος, η ανεργία παρέμεινε σε πολύ υψηλά επίπεδα σε ορισμένες χώρες και η απασχόληση εξακολούθησε να μειώνεται. Ωστόσο, κατά τους τελευταίους μήνες οι συνθήκες στην αγορά εργασίας άρχισαν να σταθεροποιούνται και έως το 2015 προβλέπεται συγκρατημένη μείωση της ανεργίας περίπου στο 10,7% στην ΕΕ και στο 11,8% στην Ευρωζώνη, αν και θα εξακολουθήσουν να υπάρχουν σημαντικές αποκλίσεις μεταξύ των χωρών.

Ο πληθωρισμός αναμένεται να παραμείνει χαμηλός τόσο στην ΕΕ όσο και την Ευρωζώνη κατά την περίοδο που αφορούν οι προβλέψεις, με τα ποσοστά να βρίσκονται κοντά στο 1,5%.

Τα ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών στα ευάλωτα κράτη μέλη παρουσιάζουν σημαντική και σταθερή βελτίωση τα τελευταία έτη. Μετά τη συνεχή βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των τιμών και την ενίσχυση των εξαγωγικών τους τομέων, ορισμένα ευάλωτα κράτη μέλη αναμένεται να καταγράψουν πλεονάσματα τρεχουσών συναλλαγών φέτος.

Σύμφωνα με την έκθεση, η μείωση των ελλειμμάτων της γενικής κυβέρνησης αναμένεται να συνεχιστεί. Το 2013, τα ονομαστικά δημοσιονομικά ελλείμματα προβλέπεται να μειωθούν στο 3,5% του ΑΕΠ στην ΕΕ και στο 3% στην Ευρωζώνη, ενώ τα ποσοστά χρέους σε σχέση με το ΑΕΠ θα φθάσουν σχεδόν το 90% στην ΕΕ και το 96% στην Ευρωζώνη.

Το διαρθρωτικό δημοσιονομικό έλλειμμα, δηλαδή το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης, διορθωμένο κατά τρόπο ώστε να λαμβάνονται υπόψη κυκλικοί παράγοντες, καθώς και έκτακτα και λοιπά προσωρινά μέτρα, προβλέπεται ότι θα μειωθεί σημαντικά το 2013 κατά ποσοστό ανώτερο του 0,5% του ΑΕΠ τόσο στην ΕΕ όσο και στην Ευρωζώνη, κατόπιν των μέτρων εξυγίανσης που εφαρμόζονται σε αρκετά κράτη μέλη. Σύμφωνα με τα σχέδια προϋπολογισμού για το 2014 που ήταν διαθέσιμα πριν από την προθεσμία για την κατάρτιση των προβλέψεων, η βελτίωση αυτή αναμένεται να συνεχιστεί το 2014, αλλά με πιο αργό ρυθμό. Αυτό εξηγείται εν μέρει από το γεγονός ότι ορισμένα κράτη μέλη έχουν ήδη επιτύχει τους μεσοπρόθεσμους στόχους τους όσον αφορά τα διαρθρωτικά δημοσιονομικά αποτελέσματα, πράγμα που θα μπορούσε να συμβάλει στη μείωση του δημόσιου χρέους.

Η πρόβλεψη αυτή στηρίζεται στην προϋπόθεση της αυστηρής εφαρμογής των συμφωνηθέντων μέτρων σε επίπεδο ΕΕ και κρατών μελών, η οποία θα στηρίξει την εν εξελίξει, αναγκαία διαδικασία προσαρμογής και θα ενισχύσει τόσο το αίσθημα εμπιστοσύνης όσο και τις οικονομικές συνθήκες.

Η Επιτροπή θεωρεί ότι λόγω της εφαρμογής μιας αποφασιστικής πολιτικής, οι κίνδυνοι για την ακεραιότητα του ευρώ που σχετίζονται με την κρίση δημόσιου χρέους έχουν εξαλειφθεί. Μάλιστα τονίζει ότι είμαστε πιο κοντά στην πιθανότητα οι μεταρρυθμίσεις που υλοποιήθηκαν κατά τα τελευταία έτη να αποδώσουν περαιτέρω θετικά αποτελέσματα ταχύτερα από ό,τι αναμενόταν. Ωστόσο, παρόλο που η αβεβαιότητα έχει μειωθεί, εξακολουθεί να είναι υψηλή και υπάρχει κίνδυνος να εξακολουθήσει να αποτελεί τροχοπέδη για την ανάπτυξη, ενώ παραμένει ο κίνδυνος ότι τυχόν διολίσθηση της πολιτικής θα μπορούσε να δημιουργήσει αβεβαιότητα και να αναζωπυρώσει τις οικονομικές πιέσεις, ενώ οι κίνδυνοι αρνητικών εξελίξεων στο εξωτερικό περιβάλλον έχουν αυξηθεί, καταλήγει η Κομισιόν.