Συνεργασία της εταιρίας αναλύσεων Stratfor με τον Επενδυτή

Αυτό που ήταν αδιανόητο για πολλούς και για πάρα πολλά χρόνια συνέβη τις πρώτες πρωινές ώρες της 24ης Νοεμβρίου στην Γενεύη. Οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Ιράν σύναψαν συμφωνία. Μετά από έναν αγώνα δεκαετίας, οι δύο χώρες κατέληξαν σε συμφωνία που επιδιώκει να διασφαλίσει ότι το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν παραμένει πολιτικό. Πρόκειται για μια προκαταρτική συμφωνία και οι δύο πλευρές έχουν μπροστά τους μήνες δουλειάς να διαχειριστούν την εσωτερική αντιπολίτευση, να δημιουργήσουν πειστικούς μηχανισμούς για να διασφαλίσουν την συμμόρφωση και να αποσύρουν τις περίπλοκες παγκόσμιες κυρώσεις. Αυτό είναι το εύκολο κομμάτι. Πιο δύσκολη θα είναι η διαδικασία της αναδιαμόρφωσης των διμερών σχέσεων, την ώρα που σχεδόν κάθε περιφερειακός παίκτης στην Μέση Ανατολή ζητά τρόπους να αντιμετωπίσει ένα Ιράν που πλέον δεν είναι γεωπολιτικά περιορισμένο.

Ανάλυση

Οι υπουργοί των Εξωτερικών του Ιράν και οι έξι δυτικές δυνάμεις που αποτελούν την επονομαζόμενη ομάδα 5+1 κατέληξαν σε συμφωνία εξάμηνης διάρκειας, με την οποία μεξινά ο περιορισμός του πυρηνικού προγράμματος, ενώ χαλαρώνει τις κυρώσεις ύψους 6 δις δολαρίων, -βασικά εκείνες τις απαγορεύσεις που δεν απαιτούν από τον αμερικανό πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα να εξασφαλίσει την έγκριση του Κογκρέσου. Επιτρέποντας στο Ιράν τον εμπλουτισμό του ουρανίου σε "πολιτικά" επίπεδα, ενώ θα διασφαλίζεται ότι η τεχνογνωσία δεν θα χρησιμοποιηθεί σε για στρατιωτικούς σκοπούς, θα είναι περίπλοκο.    

Στην πορεία θα υπάρξουν διασπαστικά γεγονότα, ωστόσο είναι απίθανο να εκτροχιαστεί η διαδικασία εξομάλυνσης. Και οι δύο πλευρές το χρειάζονται. Το πραγματικό διακύβευμα είναι η ισορροπία δυνάμεων στην Μέση Ανατολή.

Το Ιράν ανησυχεί πολύ περισσότερο από την ενίσχυση της γεωπολιτικής του ισχύος μέσω των συμβατικών μέσων. Στο μεταξύ, οι Ηνωμένες Πολιτείες θέλουν να αξιοποιήσουν τις σχέσεις με το Ιράν προκειμένου να διαχειριστούν καλύτερα την περιοχή σε μια εποχή αναταραχών. Σε αντίθεση με μεγάλο μέρος του δημοσίου διαλόγου, η Διοίκηση Ομπάμα δεν διευκολύνει ένα πυρηνικό Ιράν.

Η Washington και η ΜέσηΑνατολή

Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι διατεθειμένες να αποδεχτούν ότι το Ιράν θα εδραιώσει μεγάλη από την επιρροή που έχει συσσωρεύσει τα τελευταία 12 χρόνια, μετά από τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου.  Από την άποψη των Ιρανών, είχαν φτάσει τα όρια για το μέχρι πού μπορούν να προχωρήσουν στην ενίσχυση του γεωπολιτικού τους στίγματος στον αμερικανικό πόλεμο εναντίον του σουνίτικου ισλαμικού φανατισμού. Οι σκληρές κυρώσεις απειλούσαν να υπονομεύσουν το όσα είχε κερδίσει η Ισλαμική Δημοκρατία. Συνεπώς είχε έρθει η ώρα για το Ιράν να πετύχει μέσω μιας γεωπολιτικής μετριοπάθειας αυτό που δεν ήταν πλέον δυνατό (να πετύχει) μέσω μιας ριζοσπαστικής εξωτερικής πολιτικής.

Αν και οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι διατεθειμένες να αποδεχτούν ένα διεθνώς βελτιωμένο Ιράν, ως έναν μεγάλο παίκτη στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής, εύχονται η Τεχεράνη να μην εκμεταλλευτεί την ευκαιρία να αποκτήσει δυσανάλογη ισχύ. Το στρατηγικό κέντρο βάρος πρέπει να μετατοπιστεί από την πυρηνική πολιτική στην επιτακτική ανάγκη οι Ηνωμένες Πολιτείες να κρατήσουν την ισορροπία μεταξύ του Ιράν και των άλλων περιφερειακών δυνάμεων, ιδιαίτερα με τα Αραβικά Σουνίτικα κράτη

Η αναταραχή μετά την αραβική Άνοιξη στην περιοχή έχει βυθίσει τις αμερικανο-αραβικές σχέσεις σε μια κατάσταση αβεβαιότητας για δυο λόγους. Πρώτον, τα αυταρχικά καθεστώτα έχουν γίνει αναξιόπιστοι εταίροι και δεύτερον, η περιοχή βλέπει την άνοδο των ριζοσπαστικών δυνάμεων των Σουνιτών Ισλαμιστών.

Ένα βελτιωμένο Ιράν, παράλληλα με την σιίτικη ριζοσπαστική του ατζέντα χρησιμεύει ως αντιστάθμισμα στον αυξανόμενο σουνίτικο ριζοσπαστισμό. Όλεςοιστρατηγικέςέχουνανεπιθύμητεςσυνέπειες. Ένα γεωπολιτικά  απελευθερωμένο Ιράν, σε διάφορους βαθμούς, υπονομεύει την θέση των εδώ και δεκαετίες αμερικανικών συμμάχων στην περιοχή. Οι σύμμαχοι συμπεριλαμβάνουν την Τουρκία, το Ισραήλ και τα αραβικά κράτη (αυτά που έχουν επιβιώσει από το περιφερειακό χάος, που καθορίζεται από αντι-αυταρχική λαϊκή αναταραχή, όπως είναι η Σαουδική Αραβία, η Αίγυπτος και άλλες).

Η Ουάσινγκτον δεν είναι ο μόνος παίκτης που προσδοκά μια μετατόπιση στις περιφερειακές του φιλοδοξίες. Η Γαλλία αρχικά είχε αμφισβητήσει τις προηγούμενες προσπάθειες για μια αμερικανο-ιρανική συμφωνία, ασκώντας μεγαλύτερη πίεση στους Ιρανούς -προς ικανοποίηση (απόλαυση) των περιφερειακών κρατών, όπως του Ισραήλ και της Σαουδικής Αραβίας. Αν και το Παρίσι παρακολουθεί την Μέση Ανατολή -ειδικά τις σουνίτικες μοναρχίες του Περσικού Κόλπου- ως μια μεγάλη εν δυνάμει αγορά για τις εταιρείες ενέργειας και τους αμυντικούς εξαγωγείς, η Γαλλία δεν έχει να κερδίσει από μια μονομερή αντίθεση στην αμερικανο-ιρανική συμφωνία. Αντίθετα, προσπάθησε να διαμορφώσει τις συνομιλίες και τις περιφερειακές αντιδράσεις προς όφελος της εσωτερικής βιομηχανίας της. Η Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο, οι άλλες ευρωπαϊκές δυνάμεις, παρούσες στις συνομιλίες, ελπίζουν να προωθήσουν τις εταιρείες ενέργειας και τις εξαγωγές στην μεγάλη εσωτερική καταναλωτική βάση του Ιράν. Ειδικά η Γερμανία, διατηρεί μια από τις μεγαλύτερες -όχι ενεργειακή- εμπορικές σχέσεις με το Ιράν, πριν τεθούν σε ισχύ το πιο πρόσφατο πρόγραμμα κυρώσεων.       

Περιφερειακός Απόηχος

Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η υπόλοιπη ομάδα των 5+1 δεν είναι οι μόνες που προσπάθησαν να επανεκκινήσουν  τις σχέσεις τους με το Ιράν. Η Άγκυρα, αν και αρχικά ήταν αντίθετη στις ιρανικές φιλοδοξίες στην Συρία και βρισκόταν σε ανταγωνισμό για την επιρροή στο Ιράκ, είχε επιδοθεί τους τελευταίους μήνες σε μια αναθέρμανση των σχέσεων με την Τεχεράνη. Η Τουρκία είναι από μόνη της μια ανερχόμενη περιφερειακή δύναμη, ωστόσο οι εσωτερικές διαμάχες εντός του κόμματος της Δικαιοσύνης και της Ανάπτυξης συμπίπτουν με την ύφεση της εθνικής οικονομίας.

Στο μεταξύ η Άγκυρα αγωνίζεται να βρει μια ειρηνική πολιτική λύση για το κουρδικό ζήτημα. Η Τουρκία αντιμετωπίζει μια δύσκολη πρόκληση προκειμένου να ξεπεράσει το δαχτυλίδι της ιρανικής επιρροής στα σύνορά της, ωστόσο η πιθανή εξομάλυνση των σχέσεων μεταξύ της Ουάσινγκτον και του Ιράν προσφέρει κάποιες ευκαιρίες στην Άγκυρα, έστω και με τον κίνδυνο της ενδυνάμωσης των περιφερειακών φιλοδοξιών του Ιράν. Και οι δύο χώρες αντιμετωπίζουν παρόμοιες προκλήσεις από τις κουρδικές αποσχιστικές τάσεις στην περιοχή καθώς επίσης η Ιρανική αγορά και οι δυνατότητες εξαγωγών ενέργειας μπορεί να συμβάλουν στον περιορισμό της αυξανόμενης εξάρτησης της Τουρκίας από τις ρωσικές εξαγωγές ενέργειας και ενδεχομένως να ενισχύσουν την σε επιβράδυνση οικονομία της.

Για όλα όσα η ρητορική του αντιτίθεται στην συμφωνία, το Ισραήλ δεν πρέπει να ανησυχεί για το άμεσο διάστημα. Πρέπει να προσαρμοστεί ώστε να λειτουργεί σε ένα περιβάλλον, όπου το Ιράν δεν είναι πλέον περιορισμένο εξαιτίας της θέσης του, αλλά παραμένει ανίκανο να απειλήσει το Ισραήλ για το προσεχές μέλλον. Το Ιράν, περιορισμένο από την ανάγκη του να αποτελεί κυρίαρχο παίκτη, θα επιδιώξει να ανασυγκροτήσει την οικονομία του και θα αποστασιοποιηθεί από οποιαδήποτε επιθετική κίνηση εναντίον του Ισραήλ. Επιπλέον, το Ιράν ενδιαφέρεται περισσότερο να κερδίσει έδαφος έναντι των αραβικών κρατών -κάτι που το Ισραήλ μπορεί να κερδίσει προς όφελός του. Η έκθεση για το ισραηλινό κατεστημένο ασφαλείας που βλέπει την συμφωνία ως μια θετική εξέλιξη (σε αντίθεση με την κυβέρνηση του πρωθυπουργού Νετανιάχου) λέει πολλά για την πραγματική έκταση των ισραηλινών φόβων.

Αυτό αφορά τα αραβικά κράτη, ιδιαίτερα την Σαουδική Αραβία και τους συμμάχους της στον Κόλπο, για τα οποία η αμερικανο-ιρανική προσέγγιση αποτελεί ένα εφιαλτικό σενάριο. Το Ριάντ και οι γειτονικές μοναρχίες "πιάστηκαν" στο μέσο της αραβικής άνοιξης, που τους δημιουργεί δυσκολίες εκ των έσω, ανησυχώντας από καιρό για την άνοδο του Ιράν. Αλλά τώρα που ο μεγαλύτερος σύμμαχός τους έχει στραφεί προς την εξομάλυνση των σχέσεων με τον μεγαλύτερο εχθρό τους, οι χώρες αυτές στερούνται καλών επιλογών, με τις οποίες θα διαχειριστούν ένα Ιράν που θα κερδίσει περισσότερα από μια απλή εξομάλυνση σχέσεων με τις Ηνωμένες Πολιτείες, από ό,τι κέρδισε από την αμερικανική απάντηση στις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου.    

 Το Ιράν έχει παίξει ένα μεγάλο και ευδιάκριτο ρόλο στην ενίσχυση του πολιορκούμενου καθεστώτος του Άσαντ κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου στη Συρία. Η δυνατότητα επανεκκίνησης των σχέσεων του Ιράν δεν θα φέρει καμία εύκολη ή γρήγορη λύση στην Δαμασκό. Το καθεστώς της Συρίας θα εξακολουθήσει να αντιμετωπίζει το δύσκολο έργο της καταστολής των ανταρτών και της διασφάλισης μεγάλων τμημάτων του συριακού εδάφους, ένα δύσκολο έργο, ακόμη και στο απίθανο σενάριο μιας απότομης πτώσης των σουνιτών αράβων,  στήριξη για τους αντάρτες μετά από μια πιο συνολική συμφωνία της Τεχεράνης με την Δύση. Πράγματι, η συριακή σύγκρουση, η στήριξη του Ιράν στην  Χεζμπολάχ και το μέλλον της ιρανικής επιρροής στο Ιράκ θα διαμορφώσουν στο εξής τις πιο αμφιλεγόμενες και δύσκολες φάσεις των αμερικανο-ιρανικών διαπραγματεύσεων.

Οι Σαουδάραβες, ευρισκόμενοι εσωτερικά σε ένα ιστορικό σταυροδρόμι, προσπαθούν να διεκδικήσουν μια ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική, δεδομένης της μετατόπισης των αμερικανο- ιρανικών σχέσεων. Ωστόσο γνωρίζουν ότι μια τέτοια κίνηση προσφέρει περιορισμένα μερίσματα. Το Ριάντ θα προσπαθήσει να δείξει ότι δεν είναι προς το συμφέρον της Ουάσιγκτον να επιτρέψει στην Τεχεράνη να λειτουργεί (κινείται) τόσο ελεύθερα στην περιοχή.

Ομοίως, το Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας θα προσπαθήσει να συνεργαστεί με την Τουρκία για την εξουδετέρωση του Ιράν. Αλλά και πάλι, αυτό δεν αποτελεί ένα αξιόπιστο εργαλείο, δεδομένου ότι τα τουρκικά συμφέροντα συγκλίνουν με εκείνα του Ιράν περισσότερο από ό, τι με τη Σαουδική Αραβία. Η σιωπηρή συνεργασία με το Ισραήλ αποτελεί μια επιλογή, αλλά υπάρχουν όρια σε αυτό, λόγω της αραβο-ισραηλινής διένεξης και το γεγονός ότι το Ιράν μπορεί να εκμεταλλευτεί οποιαδήποτε τέτοια σχέση. Στο τέλος, οι Σαουδάραβες και τα αραβικά κράτη θα πρέπει να προσαρμοστούν περισσότερο στην πραγματικότητα, στην οποία η αμερικανο-Ιρανική εχθρότητα αρχίζει να μαραίνεται.