Του Σωτήρη Χιωτάκη / energypress.gr Ο φετινός χειμώνας διαφαίνεται ήδη σαφώς πιο παγερός από τον περσινό, σε μία εξέλιξη που εκ των πραγμάτων δοκιμάζει περισσότερο τις αντοχές των Ελλήνων καταναλωτών ως προς τις δαπάνες θέρμανσης, κυρίως εάν μιλάμε για πετρέλαιο και ηλεκτρισμό, καθώς το φυσικό αέριο αποδεδειγμένα παραμένει συνδυαστικά φτηνότερο, φιλικότερο προς το περιβάλλον αλλά και αποτελεσματικότερο για ένα νοικοκυριό, εφόσον φυσικά υπάρχει η απαραίτητη υποδομή.

Για το κόστος του πετρελαίου θέρμανσης, εντοπίζονται κάποιοι προφανείς λόγοι, με κυριότερους τους φόρους που το βαρύνουν αλλά και το ότι πρόκειται για ένα εισαγόμενο προϊόν. Για το ηλεκτρικό, πραγματικά οι νόμοι προσφοράς και ζήτησης …καταργούνται στην ελληνική περίπτωση, αφού ουδέποτε άλλοτε στην ιστορία της χώρας μας πρέπει να υπήρξε τέτοια υπερεπάρκεια προσφοράς: η εγκατεστημένη ισχύς φτάνει τα 17.500 μεγαβάτ, όταν η ζήτηση στη διάρκεια του 2013 δεν έχει ξεπεράσει τα 9.200 μεγαβάτ, αλλά το ρεύμα, για ποικίλους λόγους, μία ακόμη ακριβή υπόθεση. Και, φυσικά, αρκετά αναποτελεσματική, υπό την έννοια ότι ένα κλιματιστικό ή άλλα ηλεκτρικά σώματα δεν θα μπορέσουν να καλύψουν ποτέ επαρκώς έναν θερμαινόμενο χώρο, εκτός πια κι αν λειτουργούν ασταμάτητα και κοστίζουν μια περιουσία!

Αν, λοιπόν, το φυσικό αέριο είναι η προσφορότερη λύση για τη θέρμανση αλλά και για την βιομηχανία – ειδικά εάν, μετά τη μείωση στα τέλη χρήσης που έχει εφαρμόσει από τον Φεβρουάριο ο ΔΕΣΦΑ, επιτευχθεί και χαμηλότερη εμπορική τιμή στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων της ΔΕΠΑ με την Gazprom – θα ήθελα με αυτό το άρθρο να αναλογιστούμε την σημασία που έχουν για το κοινωνικό σύνολο οι υποδομές που έχουν δημιουργηθεί ή και που πρέπει να δημιουργηθούν. Θέμα μη δημοφιλές και συχνά αντιμετωπιζόμενο με προχειρότητα από τα ΜΜΕ – το γράφω με άνεση, καθώς έχω διαπράξει και εγώ στο παρελθόν στο ίδιο παράπτωμα – μα τόσο ουσιαστικό για την καθημερινότητά μας.

Η τρέχουσα συγκυρία χαρακτηρίζεται από εξελίξεις σε πολλά και αλληλοσχετιζόμενα επίπεδα. Οι διαπραγματεύσεις της ΔΕΠΑ με την Gazprom για την τιμή του φυσικού αερίου έχουν ουσιαστικά ολοκληρωθεί και φαίνεται ότι κρίνονται σε πολιτικό επίπεδο. Οι μέτοχοι του Σαχ Ντενίζ έλαβαν και τυπικά την απόφαση για την υλοποίηση του αγωγού TAP για την μεταφορά φυσικού αερίου από την Κασπία στην Ευρώπη. Την ίδια ώρα, υπογράφεται η συμφωνία πώλησης του ΔΕΣΦΑ ανάμεσα στο ΤΑΙΠΕΔ και την Socar, η οποία μετέχει, ως γνωστόν, στον TAP. Η κινητικότητα είναι έντονη και για την υλοποίηση του αγωγού East Med που θα μεταφέρει αέριο από τα κοιτάσματα του Ισραήλ και της Κύπρου, όταν αυτά βγουν προς αξιοποίηση. Ο ΔΕΣΦΑ υλοποιεί το σχέδιο της κατασκευής τρίτης δεξαμενής υγροποιημένου φυσικού αερίου στη Ρεβυθούσα. Το ΤΑΙΠΕΔ φέρεται, καθώς δεν υπάρχει επίσημη ενημέρωση, να δρομολογεί μελέτη για την υπόγεια αποθήκη φυσικού αερίου στην Καβάλα. Και η τουρκική BOTAS διακόπτει τη ροή φυσικού αερίου προς την χώρα μας ή, στην καλύτερη περίπτωση, το παρέχει σε χαμηλή πίεση.

Πώς συνδέονται όλα αυτά;

Ξεκινώντας από το τελευταίο, με κατανάλωση 15 εκατ. κυβικά μέτρα φυσικού αερίου την ημέρα, καθίσταται σαφές ότι χωρίς την δυνατότητα των δεξαμενών της Ρεβυθούσας να δώσουν περί τα 12 εκατ. κυβικά μέτρα φυσικού αερίου ημερησίως στο σύστημα, η χώρα θα είχε αντιμετωπίσει πρόβλημα στην ασφάλεια του εφοδιασμού και ενδεχομένως να αναγκαζόταν είτε να πάει σε περικοπές είτε να ακριβοπληρώσει αγορές φυσικού αερίου της τελευταίας στιγμής με κόστος, φυσικά, υψηλότερο. Η δυνατότητα αυτή της Ρεβυθούσας έχει προκύψει έπειτα από  αναβαθμίσεις, ενώ έως το 2016, με την κατασκευή της τρίτης δεξαμενής στο νησί, η συγκεκριμένη υποδομή θα μπορεί να δίνει περί τα 20 εκατ. κυβικά μέτρα ημερησίως. Παράλληλα, ευνοϊκότερες τιμές φυσικού αερίου από τον κύριο προμηθευτή, που είναι οι Ρώσοι, θα ήταν δυνατό να δρομολογήσουν αύξηση της ζήτησης, έστω και σε συγκρατημένα, λόγω κρίσης, επίπεδα. Άρα, οι ελληνικές υποδομές ενισχύονται για να μπορούν να καλύπτουν, χωρίς να γίνεται αντιληπτό στον καταναλωτή, περιόδους αυξημένης ζήτησης ή και περιόδους με προβλήματα παροχής από τους αγωγούς, όπως η τρέχουσα, αλλά και για να μπορούν να υποδεχθούν αυξημένες ποσότητες αερίου από πηγές και οδούς μεγάλης γεωπολιτικής σημασίας που αναζητούν τον πλησιέστερο και πλέον αξιόπιστο ενεργειακό κόμβο για να “συνδεθούν”. Η Socar, που αγοράζει τον ΔΕΣΦΑ, είχε υποστηριχθεί από ορισμένους ότι …“ενοχλείται” από το ότι είχε αποφασιστεί η 3η αποθήκη, τη στιγμή που μετέχει στον TAP, o οποίος φέρνει περισσότερο αέριο και ανοίγει κι άλλο την αγορά! Η δε χώρα μας δείχνει να μην έχει αντιληφθεί την έννοια της απώλειας χρόνου στη διεθνή γεωπολιτική σκακιέρα, κρατώντας ως ουσιαστικά αδρανές για 2,5 χρόνια το σχέδιο της αποθήκης της Καβάλας, όταν αφενός μεν οι Βούλγαροι, όπως έχουμε ξαναγράψει, έχουν δρομολογήσει επενδύσεις για την αύξηση της χωρητικότητας των δικών τους αποθηκών, αφετέρου δε, με αφορμή τον TAP, σχέδιο για αποθήκη φυσικού αερίου έχει δρομολογηθεί και στην Αλβανία.

Όλα αυτά που παρατέθηκαν, μπορεί και να μην απασχολούν καθόλου τον μέσο συμπολίτη μας και να ακούγονται τεχνικά, σύνθετα, ακατανόητα. Όμως, σε τελική ανάλυση -και εφόσον, βεβαίως, δεν …βγάλουμε τα μάτια μας και στην αναπτυσσόμενη αγορά φυσικού αερίου, όπως έχουμε πράξει με την αγορά ηλεκτρισμού- θα πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι περισσότερο αέριο σε περισσότερες υποδομές που διασφαλίζουν περισσότερες πηγές τροφοδοσίας και αντιμετωπίζουν περισσότερα τεχνικά προβλήματα σημαίνει και ακόμη φθηνότερο αέριο!

Και αυτό δεν χρειάζεται να είσαι σοφός για να το καταλάβεις, πιστεύω…