Γράφει ο Μαραθώνος, Φώτιος, της Εκκλησίας των Παραδοσιακών Ορθοδόξων Χριστιανών

Ἀργότερον ἐπί τοῦ φιλοδόξου Βασιλέως τῶν Σέρβων Στεφάνου Δου­σάν προκειμένου οὗτος νὰ ἀνακηρυχθῇ «Αὐτοκράτωρ Σέρβων καί Ρωμαίων»[1] ἐθεώρη ὅτι ἐχρειάζετο Πατριάρχην διὰ νὰ τὸν στέψῃ (Γόνης, 2001, σ. 200)[2]. Προεχώρησεν εἰς τὴν αὐθαίρετον ἀνακήρυξιν τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Σερβίας ὡς Πατριάρχου (στὰ Σκόπια τὸ 1346) προκει­μέ­νου νὰ ἐπιτύχῃ τοῦ σκοποῦ του καί ἡ Ἐκκλησία τῆς Σερβίας ἀνεθεματίσθη Συνοδικῶς (1353)[3], ὁ Δουσάν, ὁ Σέρβος «Πατριάρχης» καί ὁ κλῆρος καί ὁ λαός οἱ ἔχοντες μετ’ αὐτοῦ κοινωνίαν (ἔ.ἀ. σ. 201)[4]

Ἡ ἄρσις τοῦ ἀναθέματος ἐγένετο μετά 20 ἔτη καί ἀφοῦ τὸ Πατριαρχεῖον Κων­σταντι­νουπόλεως (Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης Φιλόθεος Κόκκινος) παρεχώρησε νομίμως τόν τίτλον τοῦ Πατριάρχου[5], χάριν τοῦ Σερβικοῦ λαοῦ. Διὰ τὴν ἄρσιν τοῦ ἀναθέματος πολύ συνέβαλον οἱ Ἁγιορεῖται Σέρβοι, μάλιστα δέ, ὄπως ὁ Γόνης (2001, σ. 208) ἀναφέρει: «ὁ Μοναχός Ἠσαΐας, γνωστὸς ἡσυχαστής καὶ λόγιος ὁ ὁποῖος δὲν μποροῦσε νὰ βλέπει τὸ ἔθνος του ἐκτὸς τὴς Ἐκκλησίας (σε κατάσταση ἀναθέματος)».

          Τό πρὸς ἀποφυγήν παράδειγμα τοῦτο ἐπεκαλοῦντο δυστυχῶς τινές ἐν Σερβίᾳ (ὡς αὐτήκοος μάρτυς ἐγενόμην), ὡς ὅτι πολλάκις εἰς τὸ παρελθόν προνόμια (ὡς ἐν προκειμένῳ ὁ τῖτλος τοῦ Πατριάρχου) ἀπεκτήθησαν οὐχί διὰ ὀμαλοῦ τρόπου καὶ ἐκ τῶν ὑστέρων ἡ κατάστασις ὀμαλοποιήθη, τῶν προνομίων διατηρουμένων.

          Λησμονοῦν ὅτι παρά τὴν ἐκ τῶν ὑστέρων ὁμαλοποίησιν, αἱ ἀνταρσίαι ἐπέφερον πάντοτε δεινά, καὶ οἱ πρωταγωνισταί τῶν ἀνταρσιῶν, ἀκόμη καὶ ἐὰν συνεχωρήθησαν καὶ ἀπεκαταστάθησαν τυπικῶς ἀπό τάς ἐκκλησιαστικάς ἀρχάς χάριν εἰρηνεύσεως τῆς Ἐκκλησίας, δὲν εἶναι βέβαιον ὅτι συνεχωρήθησαν καὶ ὑπό τοῦ Θεοῦ ἐάν δὲν μετενόησαν εἰλικρινῶς πρό τοῦ θανάτου των.

          Ὁ ἀναθεματισμός τοῦ Δουσάν καὶ τὸν ἀκολουθησάντων αὐτόν κληρικούς καί λαϊκούς, ἤρθη μετά τόν θάνατον αὐτοῦ καὶ ἀνεγνώσθησαν συγχωρητικαὶ εὐχαὶ ἐπί τοῦ τάφου του, ἀλλ̉ αἱ συνέπειαι ὑπῆρξαν ὀλέθριαι τόσον διὰ τοὺς Σέρβους, ὅσον καὶ διὰ τοὺς Ρωμαίους (Ἕλληνας). Διότι ἐάν ἀντί διαιρέσεως καί ἀντιπαλότητος συνησπίζοντο καὶ συνεμάχουν κατά τῶν Τούρκων (οἱ ὁποῖοι τότε ἐνεφανίζοντο διὰ πρώτην φοράν ἐπί εὐρωπαϊκοῦ ἐδάφους), ἴσως ἡ ροή τῶν μετέπειτα γεγονότων νὰ ἦτο πολύ διαφορετική. Καὶ ἀφοῦ ἀπεδυναμώθησαν Ἔλληνες καὶ Σέρβοι (καὶ Βούλγαροι) ἀπό τόν μεταξύ των πόλεμον, ὅταν εἰρήνευσαν ἦτο πλέον ἀργά καὶ οἱ Τοῦρκοι ἑδραιωμένοι ἐπί τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ ἐδάφους[6] μὲ κέντρον τῆν Ἀδριανούπολιν[7], ἐστράφησαν κατά τῶν Σέρβων[8] καί Βουλγάρων[9] καὶ τῶν Ἑλλήνων.


[1] «Ὁ Στέφανος Δουσάν ὀνειρεύτηκε νὰ κατακτήσει τὴν ἡγεμονία τῶν Βαλκανίων καὶ στἐφτηκε τὸ 1346 στὸ Οὐσκοὺμπ βασιλεύς καὶ αὐτοκράτωρ τῶν Σέρβων καὶ τῶν Ρωμαίων» (Diehl 2002, σ. 321).

[2] Ἀντίληψις εὐρέως διαδομένη παρά τοῖς Σλαυικοῖς λαοῖς, ἔχοντες ὡς ἀπόλυτον πρότυπον πρός μίμησιν τήν Ρωμαϊκήν («Βυζαντινήν») Ἀυτοκρατορίαν καὶ τὴν Αὐτοκρατορικήν αὐλήν καὶ τὰς ἐκεῖ τελετάς. Ἀφοῦ ὁ Αὐτοκράτωρ ἐστέφετο ἀπό Πατριάρχην, διὰ νὰ γίνῃ τις Αὐτοκράτωρ (ὅπως ἐπεθύμουν ἀείποτε οἱ Σλαῦοι Βασιλεῖς) ἔπρεπε νὰ ἀποκτήσῃ Πατριάρχην. Τοιουτρόπως ἅπαντες σχεδόν οἱ Σλαυϊκοί λαοί ἐπεδίωκον νὰ ἀποκτήσουν Πατριάρχας, θεωροῦντες τοῦτον οὐσιῶδες διὰ τὴν ἐθνικήν των ὁλοκλήρωσιν, ἀλλὰ καὶ διὰ τὴν ὁλοκλήρωσιν τοῦ αὐτοκεφάλου τῶν τοπικῶν των Ἐκκλησιῶν. Ἀντίληψις ξένη διὰ τούς Ἕλληνας καί Ρωμαίους, οἱ ὁποῖοι εἶχον αὐτοκεφάλους Ἐκκλησίας (Κύπρου, Καρχηδόνος, Ἀχρῖδος, Ἑλλάδος, κ.λπ.) μὲ ἐπικεφαλῆς Ἀρχιεπίσκοπον ἢ Μητροπολίτην καὶ ὄχι κατ’ ἀνάγκην Πατριάρχην.

[3] Ἐπτά ἔτη διήρκεσε ἡ μακροθυμία τοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως.

[4]  Ἐκτὸς ἀπὸ τὴν αὐθαίρετον ἀνακήρυξιν τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Σερβίας ὡς Πατριάρχου, μία ἀκόμη αἰτία τοῦ ἀναθἐματος ἦτο καὶ ἡ ἐπίσης αὐθαίρετος ἀπόσπασις ἐπαρχιῶν τοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως καὶ ὑπαγωγή των εἰς τὴν Ἀρχιεπισκοπήν Σερβίας.

[5] Τῖτλος «Ψιλῷ ὀνόματι», ὅπως εἰς τὸν Ἀρχιεπίσκοπον Τυρνόβου (Βουλγαρίας) καὶ ὄχι ἴσος μετὰ τῶν Πατριαρχῶν Κωνσταντινουπόλεως, Ἀλεξανδρείας, Ἀντιοχείας καί Ἱεροσολύμων καθώς ὁ τῖτλος ἀπενεμήθη μόνον ἀπό τήν Μητέρα Ἐκκλησίαν (Κωνσταντινούπολιν) ἄνευ πανορθοδόξου ἀποφάσεως, ὅπως ἐγένετο εἰς τὸν Μόσχας ἀργότερον.

[6] Ἀκριβῶς ὅταν ἀπέθνησκεν ὁ Τσάρος τῶν Σέρβων Στέφανος Δουσάν τὸ 1355, οἱ Τοῦρκοι κατελάμβανον τὴν πρώτην Εὐρωπαϊκὴν πόλιν, τήν Καλλίπολιν.

[7] Τὴν ὁποίαν κατέλαβον 1361.

[8] Ἡ μάχη τοῦ Κοσσυφοπεδίου (1389) ἦτο ἡ ἀρχή τῆς ὑποδουλώσεως τῶν Σέρβων, ἡ ὁποία ὡλοκληρώθη τὸ 1521 μὲ τὴν πτῶσιν τοῦ Βελιγραδίου. Κοσσυφοπέδιον (=πεδίον τῶν κοσσύφων) κατὰ παραφθοράν σήμερον λεγόμενον Κόσοβον.

[9] Πτώσις τῆς Σόφιας τὸ 1382, τοῦ Τυρνόβου τὸ 1393, τῆς Νικοπόλεως τὸ 1393, τοῦ Βιδυνίου τὸ 1396.