Γράφει ο Γεώργιος Ε. Σέκερης

Όλα δείχνουν ότι οι διαχρονικά υποβόσκουσες εθνικές μας ψευδαισθήσεις για τις ελληνορωσικές σχέσεις επανέρχονται στην επιφάνεια – αυτή τη φορά εξ αφορμής της ουκρανικής κρίσης.  Αντί να προσεγγίσουν τα διαδραματιζόμενα περί την Ουκρανία υπό το πρίσμα των ελληνικών εθνικών συμφερόντων, ουκ ολίγοι συμπατριώτες μας δείχνουν να κυριαρχούνται από ένα τυφλό, συναισθηματικό φιλορωσικό σύνδρομο – που σε τελευταία ανάλυση δεν είναι παρά η άλλη όψη ενός άκριτου αντιδυτικισμού.

Πρόκειται για ένα εθνικώς ανησυχητικό φαινόμενο – το οποίο κατά μέγα μέρος εξηγούν ιστορικά γεγονότα αναγόμενα στην προ της σύστασης του νεοελληνικού κράτους διαδρομή του ελληνισμού: το Σχίσμα των Εκκλησιών επί Βυζαντίου· και, επί τουρκοκρατίας, η ταύτιση γένους και θρησκευτικής πίστης, και η εναπόθεση από τον υπόδουλο ελληνισμό των ελπίδων του για την αποτίναξη του ζυγού στους ομόδοξους και αντιπάλους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας Ρώσους. Μολονότι δε η Επανάσταση διεσώθη πρωτίστως χάρις στην επέμβαση των μεγάλων δυτικοευρωπαϊκών δυνάμεων, οι οποίες εν συνεχεία υπήρξαν και το κύριο στήριγμα του νεότευκτου κράτους · και η τσαρική Ρωσία, τόσο κατά τον δέκατο ένατο αιώνα, όσο και κατά τον εικοστό, επανειλημμένως ετάχθη στο πλευρό βαλκάνιων αντιπάλων μας·  οι αυταπάτες για τον ρόλο του «ξανθού γένους» συνεχίσθηκαν. Και, χαρακτηριστικά, όχι μόνο επέζησαν της επικράτησης στη Ρωσία των ιδεολογικώς εχθρικών προς τον Χριστιανισμό μπολσεβίκων, καθώς και των δεινών που, με την ενεργό στήριξη της Μόσχας και των δορυφόρων της, μας επισώρευσε η κομμουνιστική ανταρσία· αλλά και εμπλουτίσθηκαν με μια τοξική όσο και παράλογη αντιαμερικανική και γενικότερα αντιδυτική διάσταση.

 

Οι συναισθηματικές όμως αυτές εμμονές  αντιφάσκουν ευθέως προς τα ελληνικά εθνικά συμφέροντα· τα κορυφαία των οποίων – η ασφάλεια της ελληνικής επικράτειας και του κυπριακού ελληνισμού, η εκλογίκευση των κρατικών μας δομών και λειτουργειών, και η οικονομική μας ανάκαμψη και ανάπτυξη – είναι στενά συνυφασμένα με τις δυτικές μας διασυνδέσεις· και όλως ιδιαίτερα με την αξιοποίηση της συμμετοχής μας στο ΝΑΤΟ και την Ευρωπαϊκή Ένωση.

 

Ενώ ούτε το προβαλλόμενο από ορισμένους κύκλους αντιδυτικό θρησκευτικό επιχείρημα αντέχει σε μια σοβαρή αξιολόγηση· με δεδομένες, αφενός τις συστηματικές προσπάθειες της ρωσικής εκκλησίας και πολιτείας να υποσκάψουν τη διεθνή θέση του Οικουμενικού Πατριαρχείου, και, αφετέρου, την εξ ίσου συνεπή στήριξη του τελευταίου αυτού από τους Δυτικούς, με προεξάρχουσα μάλιστα την Ουάσιγκτον. Κατά τα λοιπά δε, μολονότι η θρησκευτική συγγένεια συχνά επηρεάζει τις σχέσεις μεταξύ λαών, οι διεθνείς επιλογές των κρατών υπακούουν πρωτίστως σε εθνικούς υπολογισμούς και σκοπιμότητες – κυρίως εδαφικής, γεωπολιτικής, και οικονομικής τάξης. Εξ ου άλλωστε και, στη δική μας περίπτωση, οι αιματηρές συγκρούσεις με την ομόδοξη Βουλγαρία κατά το σχετικώς πρόσφατο ακόμη παρελθόν – και η παρούσα αντιπαράθεση με τους ομόδοξους Σλάβους των Σκοπίων.

 

Οι μάλλον κοινότοπες, αυτονόητες θα έλεγα, διαπιστώσεις που προηγούνται ασφαλώς δεν συνεπάγονται τον εγκλωβισμό μας σε ένα ασφυκτικό δυτικό θεσμικό και γεωπολιτικό σύστημα. Όπως ακριβώς οι Ευρωπαίοι εταίροι μας και οι νατοϊκοί μας σύμμαχοι, έχουμε και εμείς τη δυνατότητα να αναπτύσσουμε ευρύτατες, εθνικά επωφελείς σχέσεις και εκτός δυτικού πλαισίου – μια δυνατότητα που φυσικά οφείλουμε να αξιοποιούμε στον μέγιστο βαθμό. Προκειμένου όμως για θέματα κρίσιμης σημασίας για τη Δύση (και άρα και για τη χώρα μας), ως προς τα οποία επιβάλλεται η εναρμόνιση της δυτικής στάσης (και άρα και η δική μας σύμπραξη), η φρόνηση υπαγορεύει οι όποιες ιδιαίτερες εθνικές μας θέσεις να προωθούνται πρωτίστως εντός των μηχανισμών διαβούλευσης των δυτικών οργανισμών· και πάντως να αποφεύγεται η αντιπαραγωγική δημόσια – πόσω μάλλον θορυβώδης -διαφοροποίησή μας από την εκάστοτε κοινή δυτική γραμμή.

 

Στην κατηγορία αυτή εμπίπτει προφανώς και το Ουκρανικό. Η μέριμνα για τους ελληνικής καταγωγής ή και ελληνόφωνους κατοίκους της Ουκρανίας· η ανάπτυξη της οικονομικής και ενεργειακής συνεργασίας μας με τη Μόσχα· και η εξασφάλιση της ρωσικής κατανόησης και στο μέτρο του εφικτού υποστήριξης για τη γενικότερη πολιτική μας  – στα Βαλκάνια, έναντι της Τουρκίας, ή ως προς το Κυπριακό – συνιστούν αναμφίβολα σημαντικότατες εθνικές μας στοχεύσεις. Θα ήταν όμως αδιανόητο, με πρόφαση τις στοχεύσεις αυτές, αλλά στην πραγματικότητα υπό το κράτος ενός επιπόλαιου φιλορωσισμού και αντιδυτικισμού, να πληγούν οι ζωτικής σημασίας δεσμοί μας με τον δυτικό κόσμο. Ένα από τα κλειδιά μιας επιτυχούς εθνικής στρατηγικής είναι η σωστή ιεράρχηση των προτεραιοτήτων.