«Απαράδεκτο να είναι ο φάκελος απόρρητος ακόμη και για τη Δικαιοσύνη», δηλώνει ο κορυφαίος νομικός για τις έρευνες και τις παραλείψεις στην υπόθεση Γκιόλια
Νέα στοιχεία, ντοκουμέντα και τεκμήρια που αφορούν τη δολοφονία του δημοσιογράφου Σωκράτη Γκιόλια παραμένουν αναξιοποίητα. Νωθρότητα, απροθυμία, παλινωδίες, κενά και επιπολαιότητες στους χειρισμούς της έρευνας δημιουργούν πλήθος ερωτημάτων.
Με κορυφαίο όλων, αν άραγε επιδιώκεται να μπει ο φάκελος της υπόθεσης στο συρτάρι ώστε να μην αποκαλυφθούν ποτέ οι φυσικοί αλλά και ηθικοί αυτουργοί. Η δήλωση του δικηγόρου της οικογένειας του Σωκράτη Γκιόλια, κ. Νίκου Κωνσταντόπουλου, στο «ΘΕΜΑ», ότι «είναι αδιανόητο να είναι απόρρητος ο φάκελος της υπόθεσης» και ότι «τα πράγματα δείχνουν στάσιμα, απρόθυμα και διστακτικά», αφήνει πολλές αιχμές και δημιουργεί πλήθος ερωτημάτων που οι αρμόδιοι οφείλουν να απαντήσουν.
Στελέχη της ΕΛ.ΑΣ. και νομικοί επικεντρώνονται σε γεγονότα και στοιχεία τα οποία, αν συνδυαστούν, συνιστούν την πιο παράξενη υπόθεση δολοφονίας που έχει καταγραφεί ποτέ στα αστυνομικά χρονικά της χώρας. Κάποιοι που έχουν πολύ καλή γνώση του χειρισμού της υπόθεσης μιλούν για μια περίεργη στεγανοποίηση των ερευνών από πλευράς Αντιτρομοκρατικής, που φτάνει στο σημείο να αποκλείει ουσιαστικά από τον φάκελο των ερευνών ακόμα και τον εποπτεύοντα εισαγγελέα κ. Κωνσταντίνο Τζαβέλλα.
«Δεν εξετάζονται αυτά που γράφονταν…»
Η οικογένεια του δημοσιογράφου εντοπίζοντας τις αδικαιολόγητες αυτές καθυστερήσεις, από τις αρχές του περασμένου Ιουνίου, με επίσημο αίτημά της στον εισαγγελέα ζητά να φύγει ο φάκελος από την Αντιτρομοκρατική και οι δικαστικές αρχές να αναλάβουν εξ ολοκλήρου τις έρευνες, κάτι που μέχρι τώρα δεν έχει γίνει. Ωστόσο οι εξελίξεις των τελευταίων εβδομάδων επιταχύνουν τις διαδικασίες μεταφοράς του φακέλου στη Δικαιοσύνη. Μιλώντας στο «ΘΕΜΑ» ο κ. Κωνσταντόπουλος είναι κατηγορηματικός: «Η οικογένεια περιμένει σαφείς απαντήσεις σε συγκεκριμένα ερωτήματα, που δείχνουν προς ποιες κατευθύνσεις πρέπει να κινηθεί δραστικά η έρευνα. Δυστυχώς έχει περάσει πολύς καιρός και τα πράγματα δείχνουν στάσιμα, απρόθυμα και διστακτικά. Είναι αδιανόητο να θεωρείται απόρρητη η δικογραφία για την οικογένεια ή ακόμα και για τις δικαστικές αρχές, για τη Δικαιοσύνη, και να μην εξετάζονται αυτά που γράφονταν πριν και μετά τη δολοφονία, σαν να ήξεραν ή να ήθελαν αυτό που έγινε».
Ο κ. Κωνσταντόπουλος επιβεβαιώνει, δηλαδή, αυτό που κυκλοφορεί ευρέως στους υψηλούς ορόφους της ΓΑΔΑ, ότι κάποιοι «έχουν βγάλει εκτός παιχνιδιού» τον εποπτεύοντα εισαγγελέα, μπλοκάροντας την υπόθεση. Οταν μάλιστα η εμπειρία του παρελθόντος έχει δείξει πως στην περίπτωση της εξιχνίασης της «17 Νοέμβρη» ο τότε εισαγγελέας κ. Ιωάννης Διώτης όχι μόνο είχε άμεση γνώση κάθε πτυχής της υπόθεσης, αλλά διενεργούσε και ο ίδιος έρευνα καθώς, όπως λένε κάποιοι, είχε πάντα τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο. Μόνο τυχαίο δεν είναι αυτό που αναφέρει ο δικηγόρος, ότι δηλαδή τα πράγματα δείχνουν στάσιμα, απρόθυμα και διστακτικά. Οταν μάλιστα η οικογένεια του δολοφονηθέντος μπορεί, σύμφωνα με τον κ. Κωνσταντόπουλο, να δείξει τις κατευθύνσεις όπου πρέπει να κινηθεί η έρευνα, ειδικά σε ό,τι έχει να κάνει με την εξέταση των όσων έχουν γραφτεί πριν και μετά τον Ιούλιο του 2012.
Ενδεικτικό της κατάστασης στο πεδίο των ερευνών είναι ότι, τριάμισι ολόκληρα χρόνια μετά τη δολοφονία του Σωκράτη Γκιόλια στην είσοδο του σπιτιού του στην Ηλιούπολη, δεν έχει σχηματιστεί ακόμη δικογραφία και φυσικά δεν έχει αποσταλεί στον αρμόδιο εισαγγελέα προκειμένου να διεξαχθούν σε άλλο επίπεδο οι έρευνες. Η δικαιολογία της Αντιτρομοκρατικής για την υπερβολικά καθυστερημένη εξέλιξη εδράζεται στο επιχείρημα ότι η υπόθεση ερευνάται. Είναι απορίας άξιον πώς σε μια τόσο σοβαρή υπόθεση δεν έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία, με αποτέλεσμα να βρίσκεται ακόμη μετέωρη.
Η αποκάλυψη Τσεχιλίδη από τις Φυλακές της Κύπρου, ότι δηλαδή ο Δημήτρης Μαμαλικόπουλος του εξομολογήθηκε πως ήταν μέλος της «Σέχτας Επαναστατών» και αυτός δολοφόνησε τον δημοσιογράφο, είχε ως αποτέλεσμα να ξεκινήσει νέος κύκλος ερευνών και καταθέσεων. Συγγενείς, φίλοι, συνεργάτες, ακόμα και πρόσωπα που υποδεικνύονται από τον στενό κύκλο του θύματος στις Αρχές και σχετίζονται με τον ένα ή τον άλλο τρόπο με την υπόθεση έχουν περάσει από τον 12ο όροφο της Αντιτρομοκρατικής. Ξεχωρίζουν ανάμεσά τους οι καταθέσεις της χήρας του Σωκράτη Γκιόλια, Αδαμαντίας, αλλά και του αδελφού του, Περικλή.
Την ίδια ώρα το παρ’ ολίγον θύμα της δολοφονικής επίθεσης στην Αγία Νάπα, ο επιχειρηματίας Φάνος Καλοψιδιώτης, με υπόμνημα προς τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας καταγγέλλει, μεταξύ άλλων, ότι οι Αρχές σε Ελλάδα και Κύπρο επιδιώκουν στην ουσία να αφεθεί ελεύθερος ο Μαμαλικόπουλος. Ανάμεσα στα άλλα της πολυσέλιδης επιστολής του αναφέρει ότι «η απροθυμία και η καθυστέρηση της διαδικασίας μού εξήγειρε ανησυχίες όπως η πιθανότητα συγκάλυψης ή η επιθυμία κάποιων που έχουν τη δυνατότητα λήψης αποφάσεων, να καθυστερούν την έρευνα έως ότου ολοκληρωθεί το συμβόλαιο θανάτου κατά της ζωής μου». Ταυτόχρονα επισήμανε ότι «έχουμε τον Τάσο Τσεχιλίδη να καταθέτει σχετικά με εκείνους οι οποίοι έδωσαν την εντολή για το συμβόλαιο θανάτου, ωστόσο για άλλη μια φορά υπάρχει απροθυμία να προχωρήσουν στις συλλήψεις ή να δελεάσουν τον Μαμαλικόπουλο να συνεργαστεί με τις Αρχές και να δώσει τα ονόματα των ιθυνόντων νόων που διέταξαν το συμβόλαιο για τη ζωή μου».
Τα φονικά Glock αλλάζουν εύκολα χέρια
Τι δείχνει η διαδρομή του «ματωμένου» όπλου στο πενταπλό έγκλημα της Αγίας Νάπας από τον Μαμαλικόπουλο σε μικροαπατεώνες
Οταν η Αντιτρομοκρατική περνούσε χειροπέδες στον Δημήτρη Μαμαλικόπουλο και τον οδηγούσε στο ρετιρέ της ΓΑΔΑ δεν κατάφερε, παρά τις ενδελεχείς έρευνες, να εντοπίσει το Glock με το οποίο ο 31χρονος εκτέλεσε τους πέντε άνδρες στην Αγία Νάπα. Το όπλο του φονικού δεν υπήρχε πουθενά και οι αστυνομικοί θεώρησαν ότι ο «Μαμ» το εξαφάνισε για να καλύψει την ενοχή του… Χρειάστηκε να περάσουν δύο μήνες για να αποδειχθεί ότι τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά και ότι τα Glock με τα οποία έχουν γίνει δολοφονίες αλλάζουν πολύ εύκολα χέρια.
Η σύλληψη τριών ατόμων, τον Σεπτέμβριο του 2012 στην Κύπρο, στην κατοχή των οποίων βρέθηκε το Glock του Μαμαλικόπουλου, έφερε στην επιφάνεια τις υπόγειες διαδρομές μεταξύ εγκληματικών οργανώσεων και τον τρόπο με τον οποίο προσπαθούν να «καθαρίσουν» συγκεκριμένα άτομα, φορτώνοντας ειδεχθή εγκλήματα σε αναλώσιμα πρόσωπα. Και φυσικά αυτό βγήκε προς τα έξω γιατί έγινε το λάθος να δοθεί το «λερωμένο» όπλο σε άτομα που δεν είχαν την ικανότητα να χειριστούν τέτοιου επιχειρησιακού μεγέθους ιστορίες. Υπάρχουν δε, άλλες περιπτώσεις όπου αυτή η αλλαγή του οπλισμού δεν αποκαλύφθηκε. Αξίζει να τονιστεί ότι άφαντα παραμένουν και τα ίδιου τύπου πιστόλια με τα οποία η «Σέχτα Επαναστατών» δολοφόνησε τον δημοσιογράφο Σωκράτη Γκιόλια και τον αστυνομικό Νεκτάριο Σάββα, παρά το γεγονός ότι η οργάνωση δεν ξαναεμφανίστηκε…
Πώς έφυγε το όπλο
Το μυστήριο γύρω από το πρόσωπο του Δημήτρη Μαμαλικόπουλου περιπλέκεται ακόμη περισσότερο, με δεδομένο ότι τα όπλα που χρησιμοποίησε ο συγκεκριμένος στο σκηνικό της Αγίας Νάπας δεν τα κρατά για να τα εξαφανίσει, αλλά για άγνωστους λόγους τα επιστρέφει σε άλλα άγνωστα πρόσωπα. Στη συγκεκριμένη περίπτωση αποδεικνύεται ότι κάποιοι τα φύλαγαν και μέσω υπόγειας διαδρομής τα φόρτωσαν σε δύο Ελληνες και έναν Αλβανό, οι οποίοι χωρίς να το γνωρίζουν κουβαλούσαν πάνω τους το αποδεικτικό στοιχείο που θα τους έμπλεκε στο πενταπλό φονικό. Η περίεργη ιστορία διαδραματίστηκε στα μέσα Σεπτεμβρίου του 2012, δύο μήνες μετά την εν ψυχρώ δολοφονία των πέντε σωματοφυλάκων στην Αγία Νάπα.
Τότε, αστυνομικοί της Κύπρου εντόπισαν τους τρεις να παρακολουθούν το καφενείο που διατηρεί ο Φάνος Καλοψιδιώτης, ο επιχειρηματίας δηλαδή που σε βάρος του είχε σφραγιστεί το συμβόλαιο θανάτου και πήγε να εκτελέσει ο Μαμαλικόπουλος. Ο 29χρονος Αλβανός που φέρεται ως επικεφαλής των τριών στην κατάθεσή του υποστήριξε ότι είχαν μεταβεί στην Κύπρο μετά από εντολές που πήραν από έναν Αλβανό για τον οποίο δεν γνώριζαν περισσότερα στοιχεία με σκοπό να κάνουν διαρρήξεις και κλοπές. Για τους δύο Ελληνες είπε ότι τον έναν τον προσέλαβε ως βοηθό και τον άλλο ως οδηγό, ενώ για το Glock που βρέθηκε πάνω τους δεν έδωσε πειστικές απαντήσεις, υποστηρίζοντας ότι το παρέλαβε από σημείο που του είχαν υποδείξει και το κρατούσε για την προσωπική του ασφάλεια.
Το δικαστήριο ουσιαστικά αθώωσε τους τρεις περίεργους διαρρήκτες που κουβαλούσαν το πιστόλι του Μαμαλικόπουλου με το σκεπτικό ότι δεν προέκυψαν στοιχεία που να αιτιολογούν επαρκώς τη θεωρία ότι ταξίδεψαν στο νησί για να δολοφονήσουν τον Καλοψιδιώτη και έτσι έπεσαν στα μαλακά καθώς καταδικάστηκαν μόνο για οπλοκατοχή.
Και εδώ ξεκινάνε τα περίεργα… Γιατί τόσο οι ελληνικές όσο και οι κυπριακές αρχές δεν έψαξαν περαιτέρω να βρουν ποιοι ήταν αυτοί που άλλαζαν τα Glock και σφράγιζαν συμβόλαια θανάτου; Το βασικότερο, όμως, έχει να κάνει με τη βάσιμη υπόνοια ότι το σκηνικό με τους τρεις μισθωμένους «ποντικούς», που ταξίδεψαν από την Αθήνα για να κλέψουν σπίτια και να φορτωθούν εν αγνοία τους το «ματωμένο» όπλο, στήθηκε για να «καθαρίσει» ο Μαμαλικόπουλος.
Αν δε αναλογιστεί κανείς ότι ο ίδιος ο «Μαμ» υποστήριξε, μιλώντας στον συνεργό του Τάσο Τσεχλίδη, ότι είναι ο εκτελεστής της «Σέχτας Επαναστατών» που σκότωσε τον Σωκράτη Γκιόλια, χρησιμοποιώντας μάλιστα ίδιου τύπου πιστόλι, τότε τα ερωτήματα που ανακύπτουν είναι ακόμη περισσότερα. Μήπως τελικά τα Glock αλλάζουν πολύ εύκολα χέρια και, όπως μπορεί εύκολα κάποιος να παρατηρήσει, οι Αρχές αντιμετωπίζουν επιπόλαια αυτές τις υποθέσεις;