Από το Stratfor-Συνεργασία με τον Τύπο της Κυριακής
Στις 6 Αυγούστου η ιταλική στατιστική υπηρεσία ανακοίνωσε ότιη χώρα επέστρεψε στην ύφεση, μετά από δύο συνεχόμενα τρίμηνα συρρίκνωσης του ΑΕΠ (-0,1% στο πρώτο τρίμηνο και -0,2% στο δεύτερο). Στο τελευταίο τρίμηνο του 2013, η Ιταλία βγήκε για λίγο από μια διετή ύφεση, αλλά μόνο με την τεχνική έννοια του όρου. Το ΑΕΠ της αυξήθηκε κατά 0,1%, κάτι που σημαίνει ότι η ιταλική οικονομία δεν έχει σημειώσει ανάπτυξη για τουλάχιστον τρία χρόνια.
Είναι σαφές ότι το 2014 δεν θα είναι το έτος οικονομικής ανάκαμψης στην Ιταλία. Όταν ο πρωθυπουργός Matteo Renzi ανέλαβε τον Φεβρουάριο, υποσχέθηκε να εισαγάγει μία μεταρρύθμιση κάθε μήνα, προκειμένου να επανενεργοποιήσει την στάσιμη οικονομία της Ιταλίας. Αλλά σύντομα ανακάλυψε αυτό που είχαν επίσης βρει οι προκάτοχοί του: το πολιτικό σύστημα της Ιταλίας είναι τόσο κατακερματισμένο, και τα κεκτημένα συμφέροντα των διαφόρων ομάδων (από πολιτικά κόμματα μέχρι συνδικαλιστικές οργανώσεις και επιχειρηματικά lobbies) είναι τόσο ισχυρά, ώστε είναι αδύνατο να εφαρμοστεί ένα τέτοιο τολμηρό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων. Όπως και οι πρώην πρωθυπουργοί Enrico Letta και Mario Monti,ο Renzi είδε τις καλές προθέσεις του να πέφτουν θύμα μιας ατέρμονης μάχης στο ιταλικό κοινοβούλιο, ακόμη και με ορισμένα μέλη του κόμματός του να καταψηφίζουν τις προτάσεις του.
Ούτε και για την Γαλλία, θα είναι έτος σημαντικής οικονομικής ανάπτυξης. Ο πρόεδρος Francois Hollande πλησιάζει περίπου στα μισά της πενταετούς θητείας του και έχει καταφέρει να εφαρμόσει μόνο λίγες μεταρρυθμίσεις. Το πρώτον ενάμιση χρόνο στην εξουσία, ο Ολάντ βάσισε την πολιτική του στις αυξήσεις φόρων και στις περιορισμένες περικοπές δαπανών, επιδιώκοντας να αποφύγει σημαντικές επιπτώσεις στο γενναιόδωρο κράτος πρόνοιας και τον υπερμεγέθη δημόσιο τομέα της Γαλλίας. Στα τέλη του 2013, συνειδητοποίησε ότι αυτή η στρατηγική δεν λειτουργεί, και τον Ιανουάριο ανακοίνωσε σχέδια για μείωση των φόρων στις εταιρείες που προσλαμβάνουν νέους εργαζομένους, εφαρμόζοντας παράλληλα περικοπές δαπανών για την μείωση του ελλείμματος. Όπως Renzi στην Ιταλία, ο Ολάντ αντιμετώπισε σημαντικές αντιδράσεις στις προτάσεις του, ακόμη και από βουλευτές του κυβερνώντος Σοσιαλιστικού Κόμματος. Η Ευρωπαϊκή Ένωση αναμένει φέτος ανάπτυξη της γαλλικής οικονομίας κατά 1%, αλλά η πρόβλεψη αυτή φαίνεται υπερβολικά αισιόδοξη.
Καθόλου οικονομική ανάπτυξη για την Γαλλία και την Ιταλία σημαίνει περισσότερα προβλήματα στη μείωση του ελλείμματος και του χρέους τους και περισσότερες δυσκολίες στην επίτευξη πολιτικής και κοινωνικής συναίνεσης. Σημαίνει, επίσης, λιγότερες πιθανότητες για τη μείωση της ανεργίας και την άμβλυνση της κοινωνικής αναταραχής. Σε μια περίοδο που η ανεργία μειώνεται αργά στην Ισπανία, την Ιρλανδία και την Πορτογαλία, σύμφωνα με την Eurostat, το ποσοστό στην Γαλλία είναι 10,2% και 12,3% στην Ιταλία,. Υψηλή ανεργία σημαίνει ασθενέστερη εγχώρια κατανάλωση, μικρότερη προσφορά και ζήτηση πίστωσης και λιγότερα φορολογικά έσοδα για το κράτος. Με άλλα λόγια, η Γαλλία και η Ιταλία είναι παγιδευμένες σε έναν φαύλο κύκλο από αδύναμες κυβερνήσεις, αυξανόμενη κοινωνική αναταραχή και ανεπαρκή οικονομική δραστηριότητα. Αυτό, με τη σειρά του, σημαίνει μια συνεχή απειλή για τον τραπεζικό τομέα τους, καθώς οι εταιρείες και τα νοικοκυριά δυσκολεύονται να αποπληρώσουν τα δάνειά τους.
Ηπολιτικήφύσητηςκρίσης
Από τα τέλη του 2011, τα πράγματα έχουν αλλάξεισημαντικά στην Ευρώπη, όταν οι αποδόσεις των ομολόγων στην Ιταλία έφτασαν σε επίπεδα ρεκόρ, με τις αγορές και τους πολιτικούς να διερωτώνται αν η ευρωζώνη θα καταρρεύσει. Σημαντική ηρεμία στις χρηματοπιστωτικές αγορές έφερε η υπόσχεση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για παρέμβαση στις αγορές χρέους, καθώς τα περισσότερα μέλη της ευρωζώνης διαχειρίζονται την έκδοση χρέους σε ανεκτές τιμές. Ωστόσο, όπως είχε αναφέρει το Stratfor στις αρχές της ευρωπαϊκής κρίσης, τα προβλήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν είναι μόνο οικονομικά. Είναι κατ 'εξοχήν πολιτικά, καθώς μειώνεται η λαϊκή στήριξη στις άρχουσες ελίτ και τα μέλη της ΕΕ αδυνατούν να καταλήξουν σε συμφωνία για το τι πρέπει να κάνουν με το ηπειρωτικό μπλοκ. Γαλλία και Ιταλία έχουν παρόμοιες απόψεις για το πώς πρέπει να είναι η διαδικασία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Το Παρίσι και η Ρώμη υπερασπίζονται μια Ευρωπαϊκή Ένωση στην οποία επιτρέπονται χαλαρότεροι στόχοι για το έλλειμμα, το ευρώ είναι αποδυναμωμένο, και οι Βρυξέλλες χρηματοδοτούν σημαντικά προγράμματα ανάπτυξης για τη δημιουργία θέσεων εργασίας στην ευρωπαϊκή περιφέρεια. Η συζήτηση γι' αυτά τα μέτρα θα κυριαρχήσει στο μπλοκ στους τελευταίους μήνες του 2014 και κατά τη διάρκεια του 2015, χωρίς να αναμένεται μεγάλη πρόοδος.
Η Γερμανία είναιπρόθυμη να επιτρέψει ορισμένες από αυτές τις προτάσεις, αλλά ως ένα βαθμό. Τα τελευταία χρόνια, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει κάνει τα στραβά μάτια για υπερβολικά ελλείμματα και έχει δώσει περισσότερο χρόνο στις χώρες προκειμένου να επιτύχουν τους στόχους τους. Το πρόβλημα έγκειται στο ότι τώρα η Γαλλία και η Ιταλία ζητούν αναμόρφωση των κανόνων ώστε να καταστούν σαφείς, κάτι που η Γερμανία δεν μπορεί να δεχθεί.
Η Γερμανίαέχει επίσης χαλαρώσει τη στάση της στην πρόταση της Γαλλίας και της Ιταλίας να επιτρέψει στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να εφαρμόσει ποσοτική χαλάρωση, μια απόφαση που θα μπορούσε κυριολεκτικά να αποδυναμώσει το ευρώ και να δημιουργήσει πληθωρισμό. Ωστόσο, το Βερολίνο αντιλαμβάνεται ότι το μέτρο αυτό θα ήταν αμφιλεγόμενο στο εσωτερικό, τόσο πολιτικά (οι ψηφοφόροι θα αντιδρούσαν) όσο και θεσμικά (το Συνταγματικό Δικαστήριο θα μπορούσε να το κηρύξει παράνομο). Συνεπώς, θα προσπαθήσει να το καθυστερήσει όσο το δυνατόν περισσότερο.
Τέλος, στα τέλη του 2012, η Γερμανία, μαζί με το Ηνωμένο Βασίλειο, πίεσαν πράγματι για την μείωση του προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τα τελευταία χρόνια, τα χρηματοδοτούμενα από την ΕΕ προγράμματα για τη δημιουργία θέσεων εργασίας, ιδίως για τους νέους, έχουν αποτύχει. Στους επόμενους μήνες, το μπλοκ πιθανώς θα συζητήσει ένα μεγαλύτερο πρόγραμμα, με επιπλέον κονδύλια της ΕΕ.
Αυτά ταπαραδείγματα δείχνουν τη διακύμανση των απόψεων των τριών μεγαλύτερων οικονομιών της ευρωζώνης για το ποιο θα έπρεπε να είναι το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μπορούμε να περιμένουμε κάποια ευελιξία από τη Γερμανία για ορισμένες από τις γαλλικές και τις ιταλικές προτάσεις, ωστόσο, δεδομένου του σημερινού πολιτικού κατακερματισμού, φαίνεται απίθανη μια πλήρης αναμόρφωσης του θεσμικού πλαισίου και των πολιτικών του μπλοκ.
Αύξηση των εσωτερικών προβλημάτων για το Παρίσι και τη Ρώμη
Ως εκ τούτου, ο Hollandeκαι ο Renzi θα αντιμετωπίσουν μεγαλύτερες δυσκολίες στο εσωτερικό. Το γαλλικό πολιτικό σύστημα έχει σχεδιαστεί με τέτοιο τρόπο ώστε να υπάρχει σταθερότητα, και ενώ η κυβέρνησης Ολάντ δεν κινδυνεύει, η λαϊκή όμως υποστήριξη στον πρόεδρο παραμένει εξαιρετικά μικρή. Μετά τις διακοπές του καλοκαιριού, η Γαλλία θα δει κατά πάσα πιθανότητα ένα νέο κύμα διαδηλώσεων και απεργιών, καθώς και μια αύξησης της στήριξης για την Marine Le Pen του αντισυστημικού Εθνικού Μετώπου. Η αύξηση της δημοτικότητας του Εθνικού θα αποτελέσει ένα σημαντικό παράγοντα, που θα αποθαρρύνει τον Hollande να κάνει πρόωρες βουλευτικές εκλογές. Παρόλα αυτά, οι εκλογές δεν μπορεί να αποκλειστούν πριν από την λήξη της προεδρικής θητείας του το 2017.
Παρόμοια είναι και η κατάστασηστην Ιταλία, αλλά με μία βασική διαφορά: Το ιταλικό πολιτικό σύστημα δεν είναι τόσο σταθερό όσο το γαλλικό. Τον Μάιο, οι επιδόσεις στις ευρωεκλογές του κυβερνώντος Δημοκρατικού Κόμματος σημείωσαν ρεκόρ. Από τότε όμως, δεν βελτιώθηκαν οι οικονομικές συνθήκες, και σταμάτησαν τα τολμηρά σχέδια μεταρρυθμίσεων του Renzi. Όπως και στη Γαλλία, σχεδόν κανείς στην ιταλική κυβέρνηση δεν θέλει εκλογές τώρα, αλλά αν εξακολουθήσει να επιδεινώνεται η κατάσταση, η κυβέρνηση είναι δυνατόν να αποφασίσει να τις κάνει, πριν δει περαιτέρω πτώση της δημοτικότητάς της. Σε κάθε περίπτωση, η Ιταλία, όπως και η Γαλλία, θα αντιμετωπίσει πιθανώς διαδηλώσεις και απεργίες μετά τις θερινές διακοπές.
Η Γαλλίακαι η Ιταλία δεν θα φύγουν από την ευρωζώνη σύντομα. Ο φόβος από τις άγνωστες συνέπειες μιας τέτοιας κίνησης, σε συνδυασμό με μια βαθιά ιδεολογική πεποίθηση στις κεντροαριστερές κυβερνήσεις τους, σχετικά με την ανάγκη να διατηρηθεί το ηπειρωτικό μπλοκ, θα αποτρέψει μια τέτοια απόφαση. Όμως, ο πολιτικός και ο ιδεολογικός κατακερματισμός στην ΕΕ θα εμβαθύνει, καθιστώντας ολοένα και πιο δύσκολη την συναίνεση στο εσωτερικό του μπλοκ. Ο κίνδυνος για τη Γαλλία και την Ιταλία είναι ότι οι κοινωνικές αναταραχές θα είναι τόσο έντονες ώστε το Παρίσι και η Ρώμη θα προβούν σε δραστικές αποφάσεις, οι οποίες, σε αυτό το σημείο της κρίσης, εξακολουθούν να φαίνονται απίθανες.