Δύσκολη, περίπλοκη η κατάσταση και ίσως να γίνει και πολύ επικίνδυνη

Γράφει ο Σωτήρης Σιδέρης 

Παγιδευμένη στον δογματισμό και την έπαρση που διακατέχει το δίδυμο Ερντογάν – Νταβούτογλου, η Τουρκία παίζει με τη φωτιά, απειλώντας τους πάντες, ενώ από τις αποφάσεις που θα λάβει το αμέσως επόμενο διάστημα θα εξαρτηθούν η ειρήνη και η σταθερότητα στην περιοχή μας.

Η Τουρκία μπορεί να μην είναι τόσο ισχυρή για να πραγματοποιήσει τις απειλές της, είναι, ωστόσο, αρκετά ισχυρή για να τις διατυπώνει, γι αυτό κάθε της κίνηση προκαλεί κρίση, φόβους αλλά και αντιδράσεις κι είναι θέμα χρόνου η ένταση να γίνει ορατή και στις διμερείς ελληνοτουρκικές σχέσεις. Αυτός είναι ο λόγος που το υπουργείο Εξωτερικών προσπαθεί να κρατήσει ανοιχτούς διαύλους με την Άγκυρα και σε αυτό ακριβώς το πλαίσιο αποφασίστηκε η πραγματοποίηση του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας Ελλάδας – Τουρκίας, στις 5-6 Δεκεμβρίου, με πλήθος ερωτημάτων να συνοδεύουν την απόφαση αυτή, όπως θα δούμε στην πορεία.

Την ίδια στιγμή, στην Ελλάδα μόνο… εντελώς εκτός διπλωματικού κλίματος μπορούν να χαρακτηριστούν οι πανηγυρισμοί του κυβερνητικού στρατοπέδου –κυρίως του Μεγάρου Μαξίμου- που δίνουν την εντύπωση ότι επίκειται συμφωνία με την Αίγυπτο για την ΑΟΖ, που θα λαμβάνει υπόψη το Καστελλόριζο. Ούτε συμφωνία πρόκειται να υπάρξει στο ορατό μέλλον ούτε κάποια εξέλιξη θα σημειωθεί άμεσα στο θέμα αυτό, αναφέρει συνδυασμός πληροφοριών και εκτιμήσεων διπλωματικών και πανεπιστημιακών πηγών που έχουν γνώση των διεργασιών.
Όλα αυτά επιβεβαιώνουν την εικόνα μίας κυβέρνησης η οποία κινείται στο επίπεδο του εντυπωσιασμού, υποβαθμίζοντας τη στρατηγική της έντασης που ακολουθεί η Τουρκία στη βάση συγκεκριμένου σχεδίου, γνωστού στην Αθήνα από το 2011.

Οι οριοθετήσεις, εξάλλου, στη Μεσόγειο απαιτούν συνεργασίας με πολιτική βούληση και δεν είναι δυνατόν να υπάρξουν λύσεις εν μέσω εντάσεων, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, που υπογραμμίζουν, ωστόσο, την ανάγκη να κλονιστεί η αλαζονεία της γείτονος πριν καταστεί ανεξέλεγκτη.

Από έμπειρη διπλωματική πηγή επισημαίνεται ακόμη ότι η τριμερής συνεργασία Ελλάδας – Κυπριακής Δημοκρατίας – Αιγύπτου δεν μπορεί να «αφυδατώσει» την τουρκική απειλή έναντι της χώρας μας σε διμερές επίπεδο. Με απλά λόγια, η κατάσταση είναι δύσκολη, σύνθετη και υπερβαίνει τις όποιες «κορώνες» εσωτερικής κατανάλωσης του Μεγάρου Μαξίμου.

Οι λεπτές γραμμές
Παρά τη διακήρυξή τους, που είναι βαρυσήμαντη από κάθε άποψη και θέτει την Άγκυρα προ των ευθυνών της, τόσο η Αθήνα όσο και το Κάιρο θα κάνουν ιδιαίτερα προσεκτικές κινήσεις. Σημειώνεται ότι η κοινή δήλωση Σαμαρά – Αναστασιάδη – Σίσι κάνει λόγο για θαλάσσιες ζώνες γενικότερα και όχι ειδικά για την ΑΟΖ, που περιλαμβάνεται στις θαλάσσιες ζώνες.

Μείζονος πολιτικής σημασίας, είναι, πάντως, η προσήλωση των τριών χωρών στη Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας, που ουσιαστικά καλούν την Τουρκία να την κυρώσει και να προσέλθει σε διάλογο, υπογραμμίζοντας ότι κάθε λύση στην περιοχή δεν μπορεί να γίνεται εκτός του πλαισίου του διεθνούς δικαίου. Αυτό σημαίνει ότι η σχέση της γείτονος με το ψευδοκράτος και οι μεταξύ τους συμφωνίες δεν παράγουν έννομα αποτελέσματα, γι αυτό και η Άγκυρα καταφεύγει στην απειλή για βία προκειμένου να έχει στη συνέχεια πολιτικά αποτελέσματα. Με βάση τη δήλωση του Καΐρου, η Αίγυπτος αναγνωρίζει την επήρεια του Καστελλόριζου στην οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών –πολύ θετική εξέλιξη για τις μελλοντικές διαπραγματεύσεις-, αλλά απέχουμε πολύ από την οριοθέτηση και από την αποσόβηση των τριβών με την Τουρκία, που, ως γνωστόν, δεν αναγνωρίζει την επήρεια του ακριτικού μας νησιού.

Η Τουρκία θα αντιδράσει και η Αίγυπτος δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι α εργαστεί στο μέλλον για την οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών με τον δυναμισμό που εμφάνισε στη Διακήρυξη του Καΐρου. Γι αυτό τον λόγο στο υπουργείο Εξωτερικών επικρατεί κλίμα αναμονής ενόψει της αντίδρασης της Τουρκίας, ίσως και κοντά στο Καστελλόριζο, που είναι το σημείο εκκίνησης των συνομιλιών Ελλάδας – Αιγύπτου με βάση τη Διακήρυξη του Καΐρου. Έχει ιδιαίτερη αξία, πάντως, το στοιχείο ότι όσο στην ευρύτερη Μέση Ανατολή υπάρχουν οι τζιχαντιστές που ψάχνουν δίκτυα και στην Αίγυπτο πλέον και όσο στην Τουρκία υπάρχει ο Ερντογάν, οι σχέσεις Άγκυρας – Καΐρου δύσκολα θα αποκατασταθούν. Ας μην ξεχνάμε ότι η Τουρκία επιχείρησε επί Μόρσι να ακυρώσει τη συμφωνία Αιγύπτου – Κυπριακής Δημοκρατίας για την ΟΑΖ και ίσως τα πράγματα να είχαν πάρει αρνητική τροπή αν ο ηγέτης των Αδελφών Μουσουλμάνων δεν είχε ανατραπεί.

Επιχείρηση κατευνασμού
Σημειώνεται ότι το προσεχές διάστημα η ελληνική διπλωματία θα εργαστεί ώστε να παραμείνουν ανοιχτοί οι δίαυλοι επικοινωνίας με την Τουρκία, καθώς προβλέπεται αύξηση της έντασης στον εναέριο και θαλάσσιο χώρο του Αιγαίου και στη μεσόγειο, αλλά μάλλον με δειλό τρόπο. Η κατάσταση στην Κύπρο και η ένταση στο Αιγαίο συνετέλεσαν στο να μην μιλά κανείς για την πραγματοποίηση του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας Ελλάδας – Τουρκίας που είχε προγραμματιστεί γι αυτό το μήνα στην Αθήνα. Μετά τις αντιδράσεις της Τουρκίας όμως η ελληνική κυβέρνηση αποφάσισε εσπευσμένα να ανακοινώσει την πραγματοποίηση του Συμβουλίου τον Δεκέμβριο, εν μέσω έντονων ερωτημάτων.

Διπλωματικοί κύκλοι έκαναν λόγο για φοβισμένη κίνηση που στόχο έχει να κατευνάσει την Τουρκία και όχι να συζητηθεί κάποιο φλέγον θέμα. Η Αθήνα προχωρά σε μία τέτοια κίνηση τη στιγμή που η Άγκυρα απειλεί την Ελλάδα, εκβιάζει την Κυπριακή Δημοκρατία, περιφρονεί το διεθνές δίκαιο και αρνείται να συμμορφωθεί με τη διεθνή νομιμότητα. Παρ’ όλα αυτά, η κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου προβαίνει σε άτακτες κινήσεις χωρίς αντίκρυσμα και χωρίς περιεχόμενο. Γιατί, σημειωτέον, από την ατζέντα του Συμβουλίου έχουν εξαιρεθεί τα μεγάλα πολιτικά και διπλωματικά προβλήματα, κατά συνέπεια απορεί κανείς τι θα συζητήσουν εντέλει οι δυο κυβερνήσεις.

Εκστρατεία ενημέρωσης
Από την άλλη, λόγω του μεγάλου ενδιαφέροντος που δείχνουν πολλές κυβερνήσεις, σύμφωνα με έγκυρες πληροφορίες, Ελλάδα, Αίγυπτος και Κυπριακή Δημοκρατία θα ενημερώσουν σχεδόν όλες τις χώρες του κόσμου για τα αποτελέσματα της Τριμερούς και θα τους επιδώσουν την διακήρυξη του Καΐρου. Κύρια στόχευση είναι η κατανόηση, κυρίως από πλευράς των μεγάλων δυνάμεων, των προθέσεων των τριών χωρών, ότι, δηλαδή, δεν επιδιώκουν να συγκροτήσουν αντιτουρκικό άξονα, αλλά εργάζονται για την δημιουργία ενός νέου μοντέλου συνεργασίας σε μία ιδιαίτερα ταραγμένη περιοχή του πλανήτη, που κατά κοινή ομολογία εμφανίζει κενά ασφαλείας.
Αυτονόητος στόχος της ελληνικής διπλωματίας, με βάση τις ίδιες πηγές, είναι να υποστηριχθεί επίσημα πλέον, η τριμερής συνεργασία Ελλάδας – Κυπριακής Δημοκρατίας – Αιγύπτου από τις μεγάλες χώρες και την Ε.Ε., ώστε να πιεστεί ακόμη περισσότερο η Τουρκία να αναθεωρήσει την στάση της. Ιδιαίτερα η Αθήνα και η Λευκωσία θέλουν να υπογραμμίσουν την ανάγκη να αποφευχθεί η κλιμάκωση της έντασης εκ μέρους της γείτονος και είναι αρμοδιότητα των μεγάλων χωρών να απευθύνουν τις σχετικές συστάσεις.

Η αντίδραση
Παρά την ανοχή που επέδειξαν ΗΠΑ, ΝΑΤΟ, ΟΗΕ και ΕΕ, η Τουρκία δείχνει σημάδια έντονου εκνευρισμού μετά τη Σύνοδο Ελλάδας – Κυπριακής Δημοκρατίας – Αιγύπτου. Τώρα, λοιπόν, επιχειρεί τον απεγκλωβισμό της από την Κυπριακή ΑΟΖ, υπό τον όρο ότι θα αποσπάσει πολιτικά οφέλη, να συμφωνηθεί, δηλαδή, κατά κάποιον τρόπο η συνεκμετάλλευση του φυσικού αερίου, ακόμη και χωρίς συμφωνία στο πολιτικό πρόβλημα. Η πρώτη πρόταση, παρά την άθλια απόπειρα του ΟΗΕ να δημιουργηθεί κοινή επιτροπή Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, απορρίφθηκε, αλλά ήδη αναζητούνται πλάγιοι δρόμοι που οδηγούν στο ίδιο αποτέλεσμα, δηλαδή στην ομηρία της Λευκωσίας στο θέμα των υδρογονανθράκων. Σαν να ζητούσε η Κυπριακή Δημοκρατία να υπάρξει από τώρα συμφωνία για επιστροφή εδαφών από την Τουρκία, χωρίς προηγούμενη λύση του πολιτικού προβλήματος.

Αποτελεί μέγα ολίσθημα για τον ΟΗΕ ουσιαστικά να αναγνωρίζει τον ρόλο της Τουρκίας στην Κυπριακή ΑΟΖ και να τον εντάσσει στο διαπραγματευτικό πλαίσιο, ενώ η λογική και η νομιμότητα απαιτούν την άνευ όρων αποχώρηση των τουρκικών πλοίων από την περιοχή.
Ευθύνες έχει και η Ελληνική κυβέρνηση, που δεν προετοιμάστηκε όλο αυτό το διάστημα, παρότι ήταν φανερή η πολιτική της γείτονος.

Στο ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών, ιδιαίτερα στην υπηρεσιακή ιεραρχία, επικρατεί κινητικότητα, με την έννοια ότι δρομολογούνται ιστορικές εξελίξεις και η Ελλάδα έχει μία ακόμη ευκαιρία να αναβαθμιστεί στην περιοχή, αλλά και να προστατεύσει τα εθνικά της συμφέροντα, αρκεί να υπάρξει συνολικό σχέδιο αντιμετώπισης της Τουρκίας, όσο και συνεργασίας με το Ιράν και το Ισραήλ, που είναι οι μεγάλοι παίκτες της ευρύτερης περιοχής.
Ουδείς, ωστόσο, στο ΥΠΕΞ συμμερίζεται τις διαρροές για εσωτερική κατανάλωση που έκανε τις τελευταίες ημέρες το Μέγαρο Μαξίμου σχετικά με την ΑΟΖ, υπογραμμίζοντας την ανάγκη να γίνονται στέρεα βήματα.

Σύμφωνα με καλά ενημερωμένες πηγές, ήδη υπάρχει προεργασία, που θα εντατικοποιηθεί, η οποία αποβλέπει στην ενεργό συμμετοχή της Τεχεράνης στον υπό διαμόρφωση «Συνεταιρισμό της Μεσογείου». Το Ιράν είναι ενήμερο για τη συνεργασία με την Αίγυπτο και θα ενημερωθεί πληρέστερα κατά την επίσκεψη του Ιρανού υπουργού Εξωτερικών στην Αθήνα το προσεχές διάστημα. Σημειώνεται ότι το Ιράν είναι έντονα δυσαρεστημένο από τη στήριξη που παρέχει η Τουρκία στους τζιχαντιστές και αναζητεί τρόπους περιορισμού της επιρροής της Άγκυρας στην περιοχή.
Η συνεργασία όλων αυτών των χωρών είναι ικανή να προσφέρει σε βάθος χρόνου σημαντικό κεφάλαιο ασφάλειας, ανάπτυξης και πολύπλευρης συνεργασίας και στην Ελλάδα και στην Κυπριακή Δημοκρατία. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι η Γερμανία έχει εντείνει την προσοχή της στις κινήσεις της Αθήνας, της Λευκωσίας και του Καΐρου και ζητά πρόσθετα στοιχεία.

Εν αναμονή του Συμβουλίου Υπουργών Εξωτερικών της Ε.Ε.
Υπό το πρίσμα αυτό, οι διαβουλεύσεις που αναμένονται στο πλαίσιο της Ε.Ε. κρίνονται εξαιρετικά σημαντικές. Στις 17 Νοεμβρίου (χθες) πραγματοποιήθηκε το Συμβούλιο Υπουργών Εξωτερικών της Ένωσης, όπου ο Ευάγγελος Βενιζέλος ενημέρωσε τους ομολόγους του εφ’ όλης της ύλης. Η Ελληνική πλευρά θέλει να ενισχύσει το ασθενές μήνυμα των Βρυξελλών, όπως διατυπώθηκε στα Συμπεράσματα της Συνόδου Κορυφής της 24ης Οκτωβρίου, με στόχο να πιεστεί η Τουρκία να αναδιπλωθεί άνευ όρων. Είναι η στιγμή που θα αποκαλυφθεί τι ακριβώς επιδιώκει η Ε.Ε. με το να τηρεί στάση ανοχής έναντι της γείτονος. Καλά ενημερωμένες διπλωματικές πηγές, πάντως, θεωρούν βέβαιο ότι στην πρόταση του ΟΗΕ για τη συγκρότηση κοινής επιτροπής Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων έχει βάλει το… χέρι της και η Ε.Ε. Άρα ευθύνη του κ. Βενιζέλου είναι να καταστήσει σαφές στο Συμβούλιο υπουργών ότι η στάση της Ένωσης είναι λανθασμένη και όσο δείχνει ανοχή στην Άγκυρα τόσο πιο επιθετική θα γίνεται.

Το Συμβούλιο αυτό κρίνεται πολύ σημαντικό και γιατί κάποια στιγμή η Αθήνα και η Λευκωσία, όπως και συνολικά η Ε.Ε., θα πρέπει να αποσαφηνίσουν τι θα κάνουν με την ενταξιακή πορεία της Τουρκίας, δεδομένου ότι ο Πρόεδρος Αναστασιάδης έχει δεσμευτεί να μπλοκάρει τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις.

Στην πορεία, πάντως, προς τη Σύνοδο Κορυφής του Δεκεμβρίου βρίσκονται πολλά και σημαντικά θέματα για την ελληνική πλευρά.
Επιγραμματικά η ατζέντα οφείλει να περιέχει:
1. Την άνευ όρων αποστρατιωτικοποίηση της Κυπριακής ΑΟΖ ώστε να συνεχιστούν οι έρευνες χωρίς πιέσεις και να αποσυνδεθούν από τις διαπραγματεύσεις για το πολιτικό πρόβλημα. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να απομακρυνθούν από την περιοχή εντός και γύρω από την ΑΟΖ όλοι οι ξένοι στόλοι, του ΝΑΤΟ και των διαφόρων χωρών.
2. Η ΕΕ οφείλει να τοποθετηθεί με σαφήνεια, καθώς η Κυπριακή ΑΟΖ είναι ευρωπαϊκή ΑΟΖ, είναι νομίμως οριοθετημένη και έχει κατατεθεί στον ΟΗΕ. Προκαλεί εύλογα ερωτήματα το γεγονός ότι η Ελλάδα, ενώ ψήφισε πανηγυρικά την Κοινή Πολιτική Άμυνας και Ασφάλειας, δεν την έχει επικαλεστεί ακόμη στην περίπτωση της ΑΟΖ, ώστε να προκαλέσει αν μη τι άλλο διλήμματα στην Ε.Ε. Σημειώνεται ότι με απόφαση της ΕΕ στρατεύματα έχουν μεταβεί στην Κεντρο-αφρικανική Δημοκρατία, αλλά στην περίπτωση της Κύπρου δεν υπάρχει ούτε μία δήλωση. Μάλιστα, εντύπωση προκαλεί η σιωπή της Μογκερίνι, της νέας υπερ-επιτρόπου Εξωτερικών της ΕΕ, όπως και το γεγονός ότι η Ελληνική κυβέρνηση δεν πιέζει προς αυτή την κατεύθυνση.
3. Τη διακοπή των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Τουρκίας αν συνεχίσει να απειλεί είτε στην Κύπρο είτε στο Αιγαίο, επικαλούμενη, μάλιστα, δεκάδες αποφάσεις Συνόδων Κορυφής και τα κριτήρια Κοπεγχάγης, που απορρίπτουν κατηγορηματικά τη χρήση ή την απειλή για χρήση βίας.
4. Τη σαφή δήλωση του Συμβουλίου Υπουργών και μετά της Συνόδου Κορυφής ότι η Ε.Ε. τάσσεται ανεπιφύλακτα υπέρ της Διακήρυξης του Καΐρου και υποστηρίζει την οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών στη Μεσόγειο με βάση το Δίκαιο της Θάλασσας.
5. Την απαίτηση της Ε.Ε. η Τουρκία να κυρώσει τη Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας.
6. Την κατηγορηματική δήλωση εκ μέρους της ΕΕ –προφανώς και του ΟΗΕ- ότι δεν αναγνωρίζει ως έγκυρες συμφωνίες που συνάπτει η Τουρκία με το ψευδοκράτος, κατά συνέπεια η τουρκική παρουσία στην Κυπριακή ΑΟΖ είναι απολύτως εκτός του πλαισίου της διεθνούς νομιμότητας.

Αν έστω και μέρος αυτής της ατζέντας υιοθετηθεί και οδεύσει προς έγκριση από τη Σύνοδο Κορυφής του Δεκεμβρίου, το πλαίσιο διαλόγου και συνεννόησης θα επηρεαστεί προς θετική κατεύθυνση και η Τουρκία θα υποχρεωθεί να καταλάβει ότι είναι προς το συμφέρον της να αλλάξει τακτική.
Η κατάσταση προφανώς είναι και δύσκολη και περίπλοκη. Και ίσως να γίνει και πολύ επικίνδυνη, αν η προληπτική διπλωματία των διεθνών οργανισμών δεν ενεργοποιηθεί για να διαφυλάξει την σταθερότητα στην περιοχή.

Πηγή περιοδικό «Επίκαιρα», τεύχος 263