Η ωμή βία ενάντια στην ιατρική και ανθρωπιστική βοήθεια έχει οδηγήσει το σύστημα υγειονομικής περίθαλψης στα πρόθυρα της κατάρρευσης.

Καθώς ο πόλεμος στη Συρία εισέρχεται στον πέμπτο χρόνο, στο ανατολικό Χαλέπι επικρατεί μια τρομερή ανθρωπιστική κατάσταση, όπου η αδιάκριτη χρήση των βομβιστικών επιθέσεων με βόμβες – βαρέλια από τον Δεκέμβριο του 2013, έχει προκαλέσει μεγάλο αριθμό θανάτων και τραυματιών, πολλοί από τους οποίους αφορούν γυναίκες και παιδιά, ανακοίνωσε σήμερα η διεθνής ανθρωπιστική οργάνωση Γιατροί Χωρίς Σύνορα/Médecins Sans Frontières (MSF).

Η πρόσβαση σε βασική ιατρική θεραπεία είναι πλέον σχεδόν αδύνατη, είτε λόγω έλλειψης προμηθειών και ειδικευμένου ιατρικού προσωπικού ή εξαιτίας στοχευμένων επιθέσεων εναντίον ιατρικών δομών. Δεδομένων των δυσκολιών οι ασθενείς λαμβάνουν πρόωρα εξιτήριο και η απουσία μετεγχειρητικής φροντίδας, σε συνδυασμό με τις ελλείψεις αντιβιοτικών, οδηγεί σε υψηλά ποσοστά νοσηρότητας και θνησιμότητας που σχετίζονται με χειρουργικές επιπλοκές, όπως μολύνσεις ή αιμορραγία.

Οι ομάδες των Γιατρών Χωρίς Σύνορα έχουν επίσης παρατηρήσει μια αύξηση των επιπλοκών τοκετού που οφείλονται στην έκθεση των εγκύων γυναικών σε συνθήκες έντονου άγχους, καθώς και στην έλλειψη προγεννητικής φροντίδας για την πρόληψη και τη θεραπεία των επιπλοκών, όπως η είναι η προεκλαμψία η οποία με τη σειρά της αυξάνει τον κίνδυνο πρόωρου τοκετού, αποβολής και χαμηλού βάρους νεογέννητων.

Η εξαιρετικά σοβαρή ανθρωπιστική κατάσταση έχει επιδεινωθεί από την ωμή βία εναντίον της ιατρικής αποστολής οδηγώντας στα πρόθυρα της κατάρρευσης το σύστημα υγειονομικής περίθαλψης στο Χαλέπι. Από τους περίπου 2.500 γιατρούς που εργάζονταν στο Χαλέπι κατά την έναρξη των συγκρούσεων, λιγότεροι από εκατό παραμένουν στα νοσοκομεία που εξακολουθούν να λειτουργούν στην πόλη. Οι υπόλοιποι εγκατέλειψαν την χώρα, εκτοπίστηκαν μέσα στην πόλη,  έπεσαν θύματα απαγωγής ή σκοτώθηκαν.

Από τα πρώτα στάδια της εξέγερσης, έχουν αναφερθεί απειλές, φυλακίσεις και βασανισμοί εναντίων γιατρών και ιατρικού προσωπικού από τις δυνάμεις ασφαλείας της κυβέρνησης και των συμμαχικών πολιτοφυλακών για παροχή ιατρικής περίθαλψης σε τραυματίες και για στάση φιλική προς την αντιπολίτευση. Πολλές μονάδες υγείας σε περιοχές που ελέγχονται από την αντιπολίτευση έγιναν στόχος επαναλαμβανόμενων βομβαρδισμών από τις κυβερνητικές δυνάμεις, με συνέπεια τη μερική ή ολική καταστροφή τους, καθώς και τους θανάτους και τραυματισμούς ιατρικού  προσωπικού και ασθενών.

Σε περιοχές που βρίσκονται υπό τον έλεγχο ενόπλων αντιπολιτευτικών ομάδων, η πρόσβαση της ανθρωπιστικής βοήθειας τίθεται σε κίνδυνο εξαιτίας της διαρκούς μετακίνησης του μετώπου των συγκρούσεων, των δυναμικών μεταξύ των ενόπλων ομάδων αλλά και της ανάδειξης πολλών, μη συντονισμένων, παρατάξεων. Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα έγιναν μάρτυρες πολλών παραβιάσεων, διαφόρων μορφών και βαθμού επικινδυνότητας, που κυμαίνονται από τη γενική αδιαφορία για τις υγειονομικές εγκαταστάσεις και το προσωπικό τους, μέχρι και στοχευμένες παραβιάσεις εναντίων των εργαζομένων με καταγωγή από τη Συρία εξαιτίας των ενδεχόμενων πολιτικών πεποιθήσεών τους. Πολλοί επαγγελματίες υγείας και ασθενείς βρέθηκαν αντιμέτωποι με παρενοχλήσεις, φυλακίσεις, βασανιστήρια και εκτελέσεις που διαπράχθηκαν εκτός οποιασδήποτε δικαστικής ή νόμιμης δομής. Η πιο τραγική περίπτωση για τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα ήταν αυτή του θανάτου ενός Σύρου χειρουργού της οργάνωσης.

«Σε ένα περιβάλλον μαζικών παραβιάσεων της ιατρικής αποστολής, οι ομάδες των Γιατρών Χωρίς Σύνορα έχουν κρατήσει αδιαπραγμάτευτες τις ανθρωπιστικές αρχές ως τον μόνο δυνατό τρόπο να διαφυλάξουν τον ανθρωπιστικό χώρο», εξηγεί η Raquel Ayora, Διευθύντρια Προγραμμάτων των Γιατρών Χωρίς Σύνορα. «Αυτή την, βασισμένη σε αρχές, προσέγγιση ενστερνίζονται όλο και περισσότερο και άλλες ιατρικές δομές και δίκτυα με τους οποίους συνεργάζονται οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα. Η ελπίδα μας είναι οι ένοπλες ομάδες να κατανοήσουν την κρίσιμη ανάγκη για σεβασμό της ιατρικής αποστολής, ώστε να διασφαλιστεί η καλύτερη δυνατή ιατρική φροντίδα και η θεραπεία όλων των ασθενών και των τραυματισμένων ανθρώπων, μηδενός εξαιρουμένου».

Η δυνατότητα όμως να παρέχουμε βοήθεια μέσα στη Συρία μειώθηκε όλο και περισσότερο τον τελευταίο χρόνο λόγω της στοχοποίησης των εργαζομένων στον ανθρωπιστικό τομέα από το «Ισλαμικό Κράτος» (Islamic State/IS). Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα, όπως και άλλες ανθρωπιστικές οργανώσεις, βίωσαν τις συγκεκριμένες πρακτικές από πρώτο χέρι όταν 13  μέλη τους απήχθησαν τον Ιανουάριο του 2014 και πέντε από αυτά κρατήθηκαν για σχεδόν πέντε μήνες. Ως απόρροια αυτού, τέσσερα νοσοκομεία που λειτουργούσαν στη βόρεια Συρία έκλεισαν και η ποσότητα των ιατρικών προμηθειών σε εκατοντάδες ιατρικές εγκαταστάσεις σε όλη τη Συρία μειώθηκε σημαντικά, ενώ σταμάτησε εξολοκλήρου στις περιοχές που ελέγχονται από το IS.

Τον Αύγουστο του 2014 οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα αποφάσισαν να αναστείλουν την παρουσία του διεθνούς προσωπικού μέσα στη Συρία μέχρις ότου η οργάνωση λάβει αξιόπιστες εγγυήσεις ασφάλειας από τις ένοπλες δυνάμεις, ιδιαίτερα από εκείνες που επιδεικνύουν καχυποψία και αδιαλλαξία απέναντι στην “ξένη” βοήθεια. Ωστόσο, η αλλαγή του τρόπου λειτουργίας διαθέτοντας μόνο ντόπιο προσωπικό μέσα στη χώρα, έδωσε τη δυνατότητα στην οργάνωση να συνεχίζει να παρέχει κρίσιμη ιατρική φροντίδα στο Χαλέπι, μέχρι σήμερα.

Επιπλέον, η συνεχής και αυξανόμενη υποστήριξη των τοπικών ιατρικών ομάδων και δομών είναι επίσης μία σημαντική συμβολή των Γιατρών Χωρίς Σύνορα.

Ακόμα όμως, δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι παραμένουν απομονωμένοι από κάθε είδους βοήθεια και οι ασθενείς και οι τραυματίες στερούνται ασφαλούς πρόσβασης σε ιατρική φροντίδα, ενώ μαζικά κύματα κατοίκων εγκαταλείπουν το Χαλέπι. Από τους 97.000 Σύριους πρόσφυγες στην τούρκικη συνοριακή πόλη Κίλις, το 20%, δηλαδή 19.400 άνθρωποι,  έφτασαν μέσα στους τελευταίους 6 μήνες. Η έξοδος των Σύρων από τη χώρα συνεχίζεται και ο συνολικός αριθμός των Σύρων προσφύγων πρόκειται να ξεπεράσει τα 4 εκατομμύρια, όμως ο υπόλοιπος κόσμος δεν μπορεί να αντιμετωπίσει ακόμα αυτή την ανθρωπιστική κρίση.

Πηγή: Γιατροί Χωρίς Σύνορα/Médecins Sans Frontières (MSF).