Με δύο από τις μεγαλύτερες τράπεζες του κόσμου, την HSBC και την Deutsche Bank, να αντιμετωπίζουν το ενδεχόμενο υψηλών προστίμων λόγω διαφόρων σκανδάλων, η προσοχή των αγορών είναι επικεντρωμένη στο τι πρόκειται να κάνουν με τους βραχίονες λιανικής τραπεζικής. 

Αυτό είναι παράδοξο, δεδομένου ότι, εάν απαλλαγούν από αυτές τους τις δραστηριότητες, θα έχουν επιλέξει τη λιγότερο ορθολογική ή εμπνευσμένη λύση στα προβλήματά τους. Στις αρχές της εβδομάδας η τιμή της μετοχής της HSBC είχε σημειώσει άνοδο, αφότου στην εφημερίδα Sunday Times υπήρξε δημοσίευμα ότι η τράπεζα αυτή εξετάζει το ενδεχόμενο να αυτονομήσει τον βραχίονα λιανικής τραπεζικής της Αγγλίας. Από τη δική της πλευρά, η Deutsche Bank ανακοίνωσε πρόγραμμα αναδιοργάνωσης, το οποίο προβλέπει την πώληση του πλειοψηφικού της μεριδίου στην Postbank, το ταμιευτήριο, το οποίο αγοράστηκε από την DΒ το 2010. Η Deutsche, συν τοις άλλοις, επιδιώκει να περιορίσει τις δικές της δραστηριότητες στη λιανική τραπεζική κατά 200 υποκαταστήματα έως το 2017.

Οι ειδήσεις αυτές έρχονται αμέσως μετά τα σοβαρότατα σκάνδαλα, τα οποία αφορούν άλλες δραστηριότητες αμφοτέρων των πιστωτικών ιδρυμάτων. Η HSBC κλήθηκε να καταβάλει σε εξωδικαστικό διακανονισμό 1 δισ. ευρώ στις γαλλικές αρχές, αφότου κατηγορήθηκε πως χρησιμοποίησε την ελβετική της θυγατρική να βοηθήσει πλούσιους να αποφύγουν τη φορολογία. Στη δε Deutsche, μόλις επιβλήθηκε πρόστιμο 2,5 δισ. ευρώ λόγω της ανάμειξής της στο σκάνδαλο χειραγώγησης του διατραπεζικού επιτοκίου Libor. Κατά κάποιον τρόπο, η πρωτοβουλία τους έχει λογική. Μειώνοντας τις δαπάνες και περιορίζοντας τους λόγους, που στρέφουν σε αυτές την προσοχή των ρυθμιστικών αρχών, είναι ιδιαίτερα επείγον για τράπεζες με πληγείσα φήμη και εικόνα. Η αυτονόμηση των δραστηριοτήτων λιανικής τραπεζικής είναι ένας τρόπος να το κάνουν. Με τις σημερινές συνθήκες στην Ευρώπη η λιανική τραπεζική κοστίζει και τα χαμηλά επιτόκια απομυζούν τα περιθώρια κέρδους. Στην HSBC το μερίδιο της λιανικής τραπεζικής στα συνολικά λειτουργικά έσοδα βαίνει μειούμενο με πολύ πιο γρήγορο ρυθμό από ό,τι το μερίδιο των δαπανών εκτός τόκων. Σε μία εκτενή αναφορά της πριν από ένα μήνα η JP Morgan αποκάλεσε τη λιανική τραπεζική της DB ως ένα «προβληματικό παιδί» και απηύθυνε έκκληση στη γερμανική τράπεζα να πωλήσει την Postbank και τις δραστηριότητές της στη λιανική τραπεζική εκτός Γερμανίας, να μειώσει τα κόστη και να βελτιώσει την κερδοφορία της.

Παρά ταύτα, η απόσυρση από τη λιανική τραπεζική θα αποδειχθεί κοντόθωρη. Τα επιτόκια δε θα παραμείνουν αιωνίως σε σχεδόν μηδενικά επίπεδα. Ακόμα και σε αυτές τις σκληρές εποχές, οι νεοφυείς εταιρείες στον χρηματοπιστωτικό κλάδο αποδεικνύουν πως οι υπηρεσίες λιανικής τραπεζικής δύνανται να διεκπεραιωθούν αποδοτικότερα. Λόγου χάριν, η νεοφυής Number26, εξασφάλισε σε χρηματοδότηση από τον επενδυτή της Σίλικον Βάλεϊ, Πίτερ Θίελ, 10 εκατ. ευρώ, αν και μέχρι πρόσφατα εκείνος απέφευγε τις ευρωπαϊκές σταρτάπς. Οι πελάτες της διαχειρίζονται τους λογαριασμούς τους μέσω μιας εφαρμογής κινητού τηλεφώνου ή του Διαδικτύου και η ταυτότητά τους πιστοποιείται μέσα από διαδικτυακή κάμερα. Λοιπόν, θα ήταν πολύ πιο ορθολογικό οι κολοσσοί του χρηματοπιστωτικού κλάδου, όπως η Deutsche Bank, να μετατοπισθούν προς αυτήν την πλήρως ψηφιακή κατεύθυνση και όχι να πωλήσουν τις υπηρεσίες λιανικής τραπεζικής. Πάντοτε οι άνθρωποι θα αποταμιεύουν, θα δανείζονται και θα κάνουν πληρωμές, οπότε το να τους βοηθάς να κάνουν αυτά τα απλά πράγματα, σου προσφέρει σίγουρη δουλειά, όπως το να πουλάς τρόφιμα: απλώς πρέπει το σύστημα διαχείρισης να είναι ορθό. Τέλος, ένας ακόμα τρόπος να μειώσει τα κόστη της η Deutsche Bank είναι να σταματήσει να παραβιάζει τους νόμους και να πληρώνει δικηγόρους και πρόστιμα.

Πηγή: Η Καθημερινή – LEONID BERSHIDSKY/ BLOOMBERG