Κάθε Αμερικανός υποψήφιος που… σέβεται τον εαυτό του επιλέγει μια σειρά τραγουδιών -συνήθως αυτά που μπορούν να ξεσηκώσουν τα πλήθη- για τις προεκλογικές του ομιλίες.

Ο Ντόναλντ Τραμπ, δισεκατομμυριούχος, προσωπικότητα της ριάλιτι τηλεόρασης, «βασιλιάς» των καλλιστείων και επίδοξος υποψήφιος του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος για τις προεδρικές εκλογές του 2016, κατά τη διάρκεια της συγκέντρωσης που πραγματοποίησε στον ουρανοξύστη Τραμπ Τάουερ στη Νέα Υόρκη, για να ανακοινώσει την υποψηφιότητά του, εμφανίστηκε υπό τους ήχους του «Rockin’ in the free world».

Πρόκειται για ένα από τα πιο γνωστά τραγούδια του Καναδού τραγουδιστή και συνθέτη Νιλ Γιανγκ, η επιλογή ωστόσο ήταν ατυχέστατη. Και ήταν ατυχέστατη γιατί ο Γιανγκ τον κατηγόρησε ότι χρησιμοποίησε τη μουσική του χωρίς να έχει λάβει την άδειά του και με ανακοίνωση του τόνισε «ότι αν και Καναδός, υποστηρίζει τον Μπέρνι Σάντερς (υποψήφιος του Δημοκρατικού Κόμματος) για την προεδρία των ΗΠΑ».

Ηταν, όμως, ατυχέστατη και γιατί το τραγούδι μάλλον δεν απηχεί τις απόψεις του κόμματος, καθώς είναι ένα ειρωνικό κομμάτι για τη διακυβέρνηση του Τζορτζ Μπους πατρός, που είχε οδηγήσει τη χώρα σε αύξηση των ανέργων και των αστέγων.

Ο Τραμπ δεν είναι, όμως, ο πρώτος Ρεπουμπλικάνος που «τρώει πόρτα» από μουσικούς. Δεδομένου ότι μεταξύ της καλλιτεχνικής κοινότητας (μουσικής, κινηματογραφικής και τηλεοπτικής) η πλειοψηφία υποστηρίζει το Δημοκρατικό Κόμμα -στις ενδιάμεσες εκλογές του 2014 το 74% των πολιτικών δωρεών από τους ανθρώπους του θεάματος πήγε στους υποψηφίους των Δημοκρατικών-, περισσότεροι από 30 καλλιτέχνες έχουν απαγορεύσει ή φέρει αντιρρήσεις για τη χρήση της μουσικής τους από τους Ρεπουμπλικάνους.

Ο Μπρους Σπρίνγκστιν έχει εναντιωθεί δύο φορές σε υποψηφίους να παίξουν το τραγούδι-σύμβολο «Born in the USA», τη μία το 1984 στην προεκλογική εκστρατεία του Ρόναλντ Ρέιγκαν και την άλλη το 1996 στην προεκλογική εκστρατεία του Μπομπ Ντόουλ. Το τραγούδι μοιάζει πατριωτικό -το είδος που θα λάτρευε κάθε Ρεπουμπλικάνος-, στην πραγματικότητα, όμως, είναι βαθύτατα επικριτικό.

Ο Ρέιγκαν προκάλεσε και την απαγόρευση από τον Τζον Κούγκαρ Μέλενκαμπ για το τραγούδι «Pink houses», το οποίο χρησιμοποιούσε το 1984. Ο ίδιος καλλιτέχνης απαγόρευσε τη χρήση του τραγουδιού του «R.O.C.K. in the USA» στον Τζορτζ Μπους για την εκστρατεία του το 2000, ενώ ο πατέρας του είχε δεχτεί τη… μήνιν του Μπόμπι ΜακΦέριν για το τραγούδι «Don’t worry, be happy» το 1988. Ο Μέλενκαμπ, πάντως, έβαλε στο στόχαστρό του και τον Τζον ΜακΚέιν το 2008, φέρνοντας αντιρρήσεις τόσο για τη χρήση του «Pink houses» όσο και του «Our country».

Τον ΜακΚέιν μπλόκαραν και οι Bon Jovi και Van Hallen το 2008, ενώ ο Στινγκ το 2000 είχε αντιρρήσεις που ο Μπους χρησιμοποιούσε το «Brand new day».

ΥΠΟΨΗΦΙΟΙ
Ρεκόρ στις απαγορεύσεις για ΜακΚέιν

Ο πιο… ταλαιπωρημένος πολιτικός από τις αντιρρήσεις και τις απαγορεύσεις είναι ο Τζον ΜακΚέιν, Ρεπουμπλικάνος προεδρικός υποψήφιος στις εκλογές του 2008. Καλλιτέχνες έφεραν αντιρρήσεις για εννιά τραγούδια που είχε επιλέξει για την προεκλογική του καμπάνια, μεταξύ και των οποίων οι ABBA για το τραγούδι τους «Take a chance on me». Αυτή η αντίδραση είναι και η πιο περίεργη, δεδομένου ότι το τραγούδι δεν είναι πολιτικό, ενώ και ο ΜακΚέιν είχε δηλώσει ανοιχτά πως είναι μεγάλος θαυμαστής του σουηδικού συγκροτήματος. Ο Μιτ Ρόμνεϊ, που διεκδίκησε την προεδρία το 2012, ακολουθεί τον ΜακΚέιν με τέσσερις απαγορεύσεις από τους Twisted Sister για το τραγούδι «We’re not gonna take it», τους Silversun Pickups για το «Panic switch», τον K’Naan για το «Wavin’ flag» και τους Survivor Οbjected για το «Eye of the tiger».

Πηγή: Το Έθνος – Χ. Κατσαρού