Επισκέψιμο για το κοινό μετά από δύο χρόνια και πάλι το σπήλαιο “Καταφύκι” στην Κύθνο – Από την Αφροδίτη Α. Καλομάρη 

 

Η λειτουργία-επισκεψιμότητα του Σπηλαίου εδώ και 2 χρόνια είχε ανασταλεί από τον αρμόδιο φορέα του Υπουργείου Πολιτισμού λόγω ζητημάτων που είχαν προκύψει σχετικά με την ασφάλεια των επισκεπτών.

Η νέα διοίκηση του Δήμου Κύθνου αναγνωρίζοντας τη σπουδαιότητα και τη σημαντικότητα του Σπηλαίου για την Κύθνο, έθεσε το θέμα σε πρώτη προτεραιότητα και κατά τη διάρκεια της χειμερινής περιόδου διενήργησε εργασίες στο εξωτερικό χώρο του, αλλά και στοχευμένες παρεμβάσεις στο εσωτερικό του, με γνώμονα την ασφάλεια των επισκεπτών και πάντα υπό την καθοδήγηση των αρμοδίων.

Μετά τον έλεγχο της τελικής φάσης των εργασιών που διενεργήθηκε, ο Δήμαρχος Κύθνου κ.Γαρδέρης έλαβε πριν μερικές ημέρες την επίσημη διαβεβαίωση από το Υπουργείο Πολιτισμού για την επαναλειτουργία του.

Το «Καταφύκι» αποτελεί σημείο αναφοράς της ιστορίας, του πολιτισμού και της λαογραφίας του νησιού, αλλά και βασικό άξονα του εναλλακτικού τουρισμού που επιθυμεί να αναπτύξει η Κύθνος.

Λίγα για λόγια για τη μοναδικότητα του Σπηλαίου «Καταφύκι:

“Το Σπήλαιο βρίσκεται στο νότιο άκρο της Δρυοπίδας Κύθνου, ενός από τους πιο όμορφους οικισμούς των Κυκλάδων, σε υψόμετρο περίπου 190 μέτρων. Το Σπήλαιο , κατά την περιηγητή J. Th. Bent οφείλει την ύπαρξη του στην έκπλυση του βουνού μέσω μιας δυνατής καταρροής νερού. Θεωρείται πιθανόν οι πρώτοι κάτοικοι του χωριού να διάλεξαν τη συγκεκριμένη περιοχή λόγω της παρουσίας του Σπηλαίου εκεί, καθώς τους εξασφάλιζε έναν πολύ μεγάλο και με σταθερή θερμοκρασία αποθηκευτικό χώρο για τη φύλαξη γεωργικών και κτηνοτροφικών προϊόντων, αλλά φαίνεται πως συνέβαλλε και στην υδροδότηση της Δρυοπίδας λόγω του νερού που υπήρχε εκεί .

 

Όπως καταδεικνύει και το όνομα του (Καταφύκι), το Σπήλαιο αποτέλεσε σε διάφορες ιστορικές στιγμές καταφύγιο για τους κατοίκους του νησιού προκειμένου να προφυλαχθούν από τις εκάστοτε εχθρικές επιθέσεις που δέχθηκαν από Φράγκους, Τούρκους και άλλους επιδρομείς. Υποστηρίζεται μάλιστα πως το σπήλαιο είχε συνδεθεί και με θρησκευτικές τελετουργίες του νησιού, καθώς σύμφωνα με γραπτές πηγές, μετά την Ανάσταση γλεντούσαν και χόρευαν στη “μεγάλη πλατεία” του Σπηλαίου οι κάτοικοι του χωριού. Αυτό όμως που το σημάδεψε ανεξίτηλα στις συνειδήσεις των κατοίκων του νησιού είναι πως για πολλά χρόνια χρησιμοποιήθηκε ως ορυχείο. Όπως αναφέρουν ιστορικές πηγές, το Καταφύκι απ’ την αρχαιότητα κιόλας, πολύ πιθανόν, να χρησιμοποιούνταν ως ορυχείο ,καθώς την ίδια εποχή υπήρχαν πολλά ορυχεία μετάλλου στην Κύθνο. Υπάρχουν αναφορές ότι ήδη από το 1835 είχε ξεκινήσει η εξόρυξη του σιδήρου, ενώ σε νεότερα χρόνια απ’ το 1910 ως το 1940 ξένες μεταλλευτικές εταιρείες το χρησιμοποιούσαν για την εξαγωγή του σιδήρου.

Το βασικότερο χαρακτηριστικό του Σπηλαίου είναι ότι αποτελεί ένα ιδιαίτερο και εντυπωσιακό συνονθύλευμα φυσικών στοών και τεχνητών ανοιγμάτων. Το φυσικό μέρος του Σπηλαίου δημιουργήθηκε από υπόγειο χείμαρρο (που εικάζεται ότι διέτρεχε το Σπήλαιο) ο οποίος έχει λαξεύσει τα υπόγεια τοιχώματα με απαράμιλλη καλλιτεχνική δεξιοτεχνία, ενώ το τεχνητό μέρος δημιουργήθηκε για τις ανάγκες εξόρυξης σιδήρου. Με αυτό τον τρόπο δικαιολογούνται και οι πολυάριθμες διακλαδώσεις, είτε φυσικές, είτε τεχνητές, που εμφανίζονται σε όλη την έκταση του Σπηλαίου. Οι διάδρομοι του σπηλαίου έχουν μήκος 600μ, η έκταση που καλύπτουν είναι περίπου 3.500 τ.μ, ενώ η θερμοκρασία του είναι μόνιμα στους 17 οC. Περίπου 10 μέτρα από την κεντρική είσοδο του, βρίσκεται η λεγόμενη “μικρή πλατεία” ή “μικρή πιάτσα” ενώ, λίγο παρακάτω είναι η “μεγάλη πλατεία” ή “μεγάλη πιάτσα”, σύμφωνα με τις ονομασίες που μας κληροδότησαν οι παλαιότεροι. Δεξιά από αυτά τα σημεία ορθώνονται επιβλητικά μια σειρά από φυσικούς διαδρόμους.

Αυτά τα ρήγματα είναι αποτέλεσμα γεωλογικών διαδικασιών . Οι πλευρές των ρηγμάτων είναι σχεδόν κατακόρυφες, το πλάτος τους δεν ξεπερνάει το ένα μέτρο ενώ η υφή, η μορφή καθώς και η συνολική διαμόρφωση των πετρωμάτων καταμαρτυρά το άφταστο εύρος της ευφυΐας της φύσης. Χαρακτηριστικό δε είναι ότι οι δύο τελευταίοι διάδρομοι επικοινωνούν με την “αίθουσα σταλακτιτών”. Η “αίθουσα σταλακτιτών” είναι ίσως το πιο όμορφο θέαμα του επισκέψιμου μέρους του σπηλαίου. 

 

Οι διαστάσεις της είναι 25Χ17 μέτρα ενώ έπειτα από κατολισθήσεις το δάπεδο της αίθουσας έχει καλυφθεί από όγκους μαρμάρων πάνω στα οποία έχουν σχηματιστεί σταλαγμίτες, γεγονός που καταδεικνύει ότι οι κατολισθήσεις αυτές έγιναν σε πολύ παλιές περιόδους. Στην οροφή της αίθουσας υπάρχουν μαστοειδείς πολύχρωμοι σταλακτίτες με πολύ εντυπωσιακά σχήματα. Σε αυτούς τους σταλακτίτες έχουν δοθεί ιδιαίτερα αντιπροσωπευτικές ονομασίες και συγκεκριμένα “μέδουσα” ή “πολυέλαιος” ή “χταπόδι”, “αρκουδάκι” και “έμβρυο” ενώ ο επιβλητικός σταλαγμίτης έχει πάρει το όνομα Πύργος της Βαβέλ .Ιδιαίτερης φυσικής ομορφιάς είναι η δεξιά πλευρά της αίθουσας που απαρτίζεται από λεπτά φύλλα (σαν λεπίδες) ασβεστόλιθου και σιδηρομεταλλεύματος λαξευμένα έντεχνα από τη ροή του νερού.

Συνεχίζοντας στον κεντρικό άξονα, το σπήλαιο καταλήγει σε έναν φυσικό διάδρομο που φτάνει στο νότιο τέλος του. Επιστρέφοντας από το νότιο τέλος προς τα δεξιά υπάρχει “κρυμμένος” ένας δαιδαλώδης διάδρομος με διάφορα και ποικίλα σχήματα. Έπειτα παρουσιάζεται ένα μικρό επίπεδο ύψωμα, δεξιά του οποίου υπάρχει ένα βαθύ και επικίνδυνο βάραθρο.

Σε απόσταση 20 περίπου μέτρων από το ύψωμα (δεξιά καθώς προχωράμε) υπάρχει ένα ανηφορικό άνοιγμα που οδηγεί σε έναν χώρο όπου για άλλη μια φορά η φύση μας χαρίζει απλόχερα μια απ’ τις πιο δημιουργικές στιγμές της. Βυθισμένο μέσα στα πετρώματα και περίτεχνα σκαλισμένο ανάμεσα σε σταλακτίτες και σταλαγμίτες ξεπροβάλλει το “γουρνάκι”. Το νερό μέσα απ’ τη γούρνα κυλά εδώ και χρόνια με τον ίδιο νωχελικό μα αρμονικό ρυθμό, δημιουργώντας ήχους απόλυτης κατανυκτικής ηρεμίας και εικόνες που χαράζουν για πάντα τη σκέψη όσων αντικρίζουν αυτό το θέαμα. Αριστερά τώρα της στοάς που οδηγεί στο “γουρνάκι” υπάρχει μια άλλη, τεχνητή και πολύ βαθιά στοά η οποία έχει μήκος περίπου 2 χιλιόμετρα, οδηγώντας σε μια έξοδο που βρίσκεται στην περιοχή Κύνιδος ή Πιαδάκια.

Αυτή η στοά χρησίμευε για τις μεταλλευτικές δραστηριότητες που έλαβαν χώρα στο σπήλαιο, γεγονός που το αποδεικνύουν και τα εναπομείναντα καρότσια, συρματόσκοινα και τα άλλα εργαλεία εντός της στοάς. Ακριβώς μπροστά από την είσοδο της στοάς υπάρχει το άνοιγμα που οδηγεί προς το βόρειο τέλος του σπηλαίου, ενώ αριστερά προς τα πίσω εμφανίζεται κι άλλο ένα άνοιγμα που αυτή τη φορά οδηγεί στο αρχικό σημείο ολοκληρώνοντας έτσι την κυκλική διαδρομή. “