«Πόλεμος των Άστρων»:H κωδική ονομασία της πώλησης της θυγατρικής εταιρείας της Εθνικής Τράπεζας.
Του Νίκου Παπαδημητρίου,
Στα χέρια της εισαγγελέας διαφθοράς Ελένης Ράικου βρίσκεται, σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, ο… «Πόλεμος των Άστρων»: αυτή ήταν η κωδική ονομασία της πώλησης της θυγατρικής εταιρείας της Εθνικής Τράπεζας «Πανγαία», πριν δύο χρόνια, με διαδικασίες και αντίτιμο που εγείρει πολλά ερωτήματα.
Μια πώληση που έγινε ενώ στο «τιμόνι» της Εθνικής Τράπεζας ήταν ο Μεσσήνιος και επιστήθιος φίλος του τότε πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά Αλέξανδρος Τουρκολιάς, με υπουργό Οικονομικών, τον Γιάννη Στουρνάρα.
Η εν λόγω εισαγγελέας συλλέγει στοιχεία, στον «καμβά» των καταγγελιών που είχαν νωρίτερα τεθεί υπ’ όψιν του γ.γ. κατά της διαφθοράς Γιώργου Βασιλειάδη και του γ.γ. του πουργείου Δικαιοσύνης Κώστα Κοσμάτου, θέμα για το οποίο είχε ενημερωθεί και ο τότε υφυπουργός, και νυν υπηρεσιακός υπουργός Δικαιοσύνης, Δημήτρης Παπαγγελόπουλος.
Στο μικροσκόπιο της εισαγγελικής έρευνας εκτιμάται πως θα βρεθεί η διοίκηση Τουρκολιά και τραπεζικά στελέχη, επίσης η ηγεσία του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, η Αναστασία Σακελλαρίου δηλαδή, αφού άναψε το πράσινο φως για την αγοραπωλησία, ενώ οι ενδεχόμενες ευθύνες του εποπτεύοντος υπουργού Οικονομικών της περιόδου εκείνης Γιάννη Στουρνάρα είναι αρμοδιότητα της Βουλής βάσει του νόμου περί ευθύνης υπουργών.
Το ιστορικό
Ξετυλίγοντας το χρονικό της υπόθεσης, η «Πανγαία», ως θυγατρική της Εθνικής Τράπεζας, είχε στο αρχικό της χαρτοφυλάκιο 241 ακίνητα, η συντριπτική πλειονότητα των οποίων είναι τα καταστήματα της ΕΤΕ ανά την Επικράτεια.
Τρία χρόνια μετά τη σύστασή της, το 2013, αποφασίζεται η πώλησή της (υπήρχε σχετική παγκόσμια κατεύθυνση οι τράπεζες να πωλούν ό,τι δεν σχετίζεται με τις αμιγείς λειτουργίες τους). Δεν επιλέγεται η οδός του Χρηματιστηρίου, δεν επιλέγεται η οδός του διεθνούς διαγωνισμού, αλλά η πώληση σε ποσοστό 66% (το υπόλοιπο 34% παρέμεινε στην Τράπεζα) σε fund, υπό την επωνυμία Invel Real Estate, με έδρα την Ολλανδία. Εξ αρχής όμως, ως φαίνεται, ο αγοραστής δεν ήταν διατεθειμένος να καταβάλει το πλήρες τίμημα, γι’ αυτό και… εφευρέθηκε η ακόλουθη διαδικασία:
Συστήνεται μια εταιρεία – «όχημα ειδικού σκοπού» (spv), κατά 100% ελεγχόμενη από το επενδυτικό fund, με σκοπό η ενδιάμεση αυτή εταιρεία να δανειοδοτηθεί από την ΕΤΕ, προκειμένου στη συνέχεια εκείνη να χρηματοδοτήσει τη μητρική εταιρεία για την αγοραπωλησία του 66% των μετοχών.
Πριν την εξαγορά, η «Πανγαία» πραγματοποιεί αύξηση μετοχικού κεφαλαίου, στην οποία συμμετέχει η ΕΤΕ εισφέροντας ακίνητα καθαρής αξίας 72,2 εκατομμυρίων ευρώ, με την Invel να εισφέρει ακίνητα 73,4 εκατομμυρίων ευρώ (ποσό που αντιστοιχεί στο 7,4% του μετοχικού κεφαλαίου). Ενώ λίγο πριν δώσουν τα χέρια «Πανγαία» και Invel, η πρώτη κερδίζει και το διαγωνισμό του ΤΑΙΠΕΔ για την αγορά 14 μεγάλων ακινήτων του Δημοσίου, υπόθεση για την οποία έχει ήδη ασκήσει διώξεις η Ελένη Ράικου, και με την «προίκα» αυτή οδεύει στην πώλησή της.
Κάπου εδώ όμως αρχίζει η ουσία: η εξαγορά του υπολοίπου 58,6% έγινε με καταβολή μετρητών εξ ιδίων πόρων της Invel στο ύψος των 160 εκατομμυρίων ευρώ και με δανεισμό από το spv, που χρηματοδοτήθηκε από την ΕΤΕ 421 εκατομμυρίων ευρώ, με έκδοση ισόποσου ομολογιακού δανείου (η έκδοση του συγκεκριμένου τύπου δανείου συνεπάγεται ότι το Δημόσιο δεν εισέπραξε καν φόρους μεταβίβασης).
Γνώστες του τραπεζικού χώρου, με πρόσβαση στα στοιχεία και τις σχετικές αποφάσεις της ΕΤΕ, παρατηρούσαν ότι το επιτόκιο του δανείου ήταν στο 2,7%, που είναι πολύ χαμηλότερο από το μέσο επιτόκιο της πιστοδοτικής αγοράς και πολύ μικρότερο από το επιτόκιο που η ίδια η τράπεζα δανειζόταν (το μέσο επιτόκιο της εποχής κυμαινόταν στο 6%).
Με δυο λόγια, η ΕΤΕ δάνεισε -με ευνοϊκούς για τον δανειολήπτη όρους- εταιρεία που αγόρασε τα ακίνητά της, τα οποία η τράπεζα συνεχίζει να μισθώνει, αντί του ποσού των 80 εκατομμυρίων ευρώ ετησίως. Ως εκ τούτου, ο αγοραστής είχε τη δυνατότητα αποπληρωμής τού κεφαλαίου και των τόκων το πολύ σε έξι έτη.
Ενώ πέραν του, χαριστικού θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί, επιτοκίου, δεν υπήρχαν εξασφαλίσεις, π.χ. προσημειώσεις ακινήτων για τη δανειοδότηση, σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες. Από εκεί και πέρα, το δάνειο δόθηκε με τον όρο της κεφαλαιοποίησης των τόκων για 4,5 χρόνια, εν αντιθέσει με τη διεθνή πρακτική, αναφέρουν γνώστες του χώρου.
Ανάμειξη Στουρνάρα – Σακελλαρίου
Κάπου εδώ όμως παρεμβαίνει -και σωστά- το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και η διευθύνουσα σύμβουλος Αναστασία Σακελλαρίου, που εξετάζουν τη συναλλαγή και ανάβουν τελικά, το «πράσινο φως». Με οριακή πλειοψηφία και σε μια συνεδρίαση «εκρηκτική», κατά πληροφορίες, στη διάρκεια της οποίας υπέβαλε την παραίτησή του το μέλος του Δ.Σ. του ΤΧΣ Ανδρέας Μπερούτσος.
Το θέμα φέρνουν στη Βουλή οι βουλευτές της ΔΗΜ.ΑΡ. Ασημίνα Ξηροτύρη και Νίκος Τσούκαλης και ο γνώστης της υπόθεσης Γιάννης Στουρνάρας, αντί να προχωρήσει σε ουσιαστική απάντηση – έλεγχο των καταγγελιών, περιορίζεται να επισυνάψει, χωρίς να διατυπώνει θέση, τρία έγγραφα: του ΤΧΣ, της ΕΤΕ και της ΤτΕ.
Πριν από λίγες ημέρες, στις 7 Σεπτεμβρίου, απαντήσεις για την υπόθεση έδωσε ο επικεφαλής της Invel Χριστόφορος Παπαχριστοφόρου, που έχει διατελέσει κατά το παρελθόν στέλεχος της Deutsche Bank. Κάνει, συγκεκριμένα, λόγο για «κακόβουλη φημολογία», για «ανυπόστατα και συκοφαντικά σχόλια» (από συνέντευξή του στο www.bankingnews.gr). Και, επί της ουσίας, αναφέρει ότι «η πώληση της ‘Πανγαίας’ έγινε με τρόπο που εξυπηρετούσε και τα συμφέροντα της Εθνικής στη συγκεκριμένη χρονική συγκυρία, επομένως θα έπρεπε να επικροτείται και όχι να επικρίνεται», ενώ εκφράζει, τέλος, την απόλυτη εμπιστοσύνη του προς την ελληνική Δικαιοσύνη.