Εξαιρετικά ανησυχητικά μηνύματα για την παρουσία και το μέλλον γνωστών πολυεθνικών εταιρειών στην Ελλάδα καταφθάνουν τις τελευταίες εβδομάδες στα δημοσιογραφικά γραφεία.
Παρά την επίτευξη συμφωνίας με τους εταίρους και την υποχώρηση των φόβων για τις προοπτικές της χώρας και την παραμονή της στην Ευρωζώνη, η αβεβαιότητα για την ικανότητα υλοποίησης των συμφωνηθέντων και, κυρίως, η πολιτική επιβολής υφεσιακών και αντιαναπτυξιακών μέτρων, σε συνδυασμό με τη βαρύτατη φορολόγηση φυσικών και νομικών προσώπων, συνθέτουν ένα περιβάλλον εξαιρετικά αντίξοο για την επιχειρηματική δραστηριότητα.
Με τις επιπτώσεις από την επιβολή των capital controls στην οικονομία και τις επιχειρήσεις να μην έχουν ακόμη γίνει αντιληπτές στην πλήρη έκτασή τους, το τραπεζικό σύστημα να παραμένει μετέωρο, τη ρευστότητα στην αγορά να συρρικνώνεται σταθερά και τις κρατικές οφειλές να εκτοξεύονται, οι προσδοκίες μερίδας του επιχειρηματικού κόσμου για την πορεία των πραγμάτων στην Ελλάδα τους επόμενους μήνες, ενδεχομένως για περισσότερο διάστημα, παραμένουν εξαιρετικά χαμηλές.
Στο πλαίσιο αυτό, πληθαίνει ο αριθμός των πολυεθνικών και των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων που προχωρούν στη λήψη μέτρων προφύλαξης απέναντι στις επιπτώσεις που θα έχουν τα υφεσιακά μέτρα σε αγορά, κατανάλωση και εν τέλει στη λειτουργία και τα μεγέθη τους. Τους προηγούμενους μήνες, εξαιτίας των έκτακτων συνθηκών, πραγματοποιούνταν επί καθημερινής βάσεως ενημερώσεις από τους επικεφαλής των εν Ελλάδι θυγατρικών προς τους διοικητικά υπευθύνους για την ελληνική αγορά, ακόμη και προς τις διοικήσεις των μητρικών τους ομίλων. Ακολούθως, σε πλείστες περιπτώσεις ζητήθηκαν assessment reports και συγκλήθηκαν strategic planning committees προκειμένου να αποφασιστούν τα επόμενα βήματα για τη στρατηγική τους στην Ελλάδα.
Ήδη τα πρώτα αποτελέσματα των αποφάσεων αυτών έχουν γίνει ορατά στην αγορά. Οι μητρικοί όμιλοι περιορίζουν την “αυτονομία” των ελληνικών θυγατρικών τους (ακόμη και για τις πιο απλές ενέργειες χρειάζονται εγκρίσεις από τα γραφεία σε άλλες χώρες, κάτω από τον έλεγχο των οποίων περνά η Ελλάδα), μειώνονται τα budget τους, αναπροσαρμόζουν το λειτουργικό τους μοντέλο, προχωρούν σε μειώσεις προσωπικού. Σε κάποιες περιπτώσεις οι θυγατρικές τους συρρικνώνονται με πλέον λειτουργούν ως γραφεία αντιπροσώπευσης και διατηρείται μικρός αριθμός στελεχών για τα απαραίτητα, ενώ σε άλλες συζητείται ακόμη και η αναστολή συγκεκριμένων δραστηριοτήτων.
Μεταξύ άλλων, η ισραηλινών συμφερόντων Teva, μία από τις δέκα μεγαλύτερες εταιρίες παραγωγής γενοσήμων φαρμάκων στον κόσμο με παρουσία στη χώρα μας από το 2008, αποφάσισε να περιορίσει την παρουσία της στην ελληνική αγορά. Επισήμως, η φαρμακευτική εταιρεία γνωστοποίησε πως προχωρά σε αναδιάρθρωση του μοντέλου λειτουργίας της στην ελληνική αγορά, με στόχο τη βιωσιμότητα και την παραμονή της στη χώρα μας.
Σύμφωνα με πληροφορίες, αιτία της συρρίκνωσης ουσιαστικά της παρουσίας του ισραηλινού ομίλου αποτελεί η αδυναμία είσπραξης συσσωρευμένων οφειλών του δημοσίου προς την πολυεθνική, όπως επίσης και το δυσμενές επιχειρηματικό περιβάλλον στον κλάδο της υγείας στην Ελλάδα, με αποτέλεσμα να εξετάζεται και η μείωση προσωπικού.
Σε κινήσεις που βρίσκονται προς την ίδια κατεύθυνση προχώρησαν και άλλες φαρμακευτικές εταιρείες, μεταξύ των οποίων και πολυεθνικές, προχωρώντας μάλιστα σε εκτεταμένες μειώσεις προσωπικού. Μείζον πρόβλημα για τον κλάδο αποτελούν οι μεγάλες οφειλές του κράτους προς τις επιχειρήσεις οι οποίες “κουρεύονται” διαρκώς και η είσπραξή τους χρονίζει.
Αντίστοιχα, σε διαδικασία αναδιοργάνωσης εμφανίζεται να βρίσκεται και ηSamsung Electronics Hellas, που μέχρι πρότινος διατηρούσε φιλόδοξα σχέδια για την ελληνική αγορά. Πληροφορίες αναφέρουν πως ο βαθμός αυτονομίας της εδώ εταιρείας έχει μειωθεί, ενώ υλοποιήθηκαν και κινήσεις μείωσης του λειτουργικού κόστους. Υπενθυμίζεται πως ο νοτιοκορεάτικος όμιλος εμφανίζονταν να ενδιαφέρεται για την προοπτική προώθησης των προϊόντων του στις αγορές της κεντρικής Ευρώπης μέσω του λιμανιού του Πειραιά και από εκεί μέσω της ΤΡΑΙΝΟΣΕ στους τόπους προορισμού.
Για τη Chiquita Hellas δημοσιεύματα ανέφεραν πως απορροφάται από άλλη εταιρεία του ομίλου στο πλαίσιο της νέας στρατηγικής και δομής του πολυεθνικού ομίλου, με πηγές από την αγορά να κάνουν λόγο για υποβάθμιση του ρόλου της ελληνικής θυγατρικής στο παγκόσμιο “χάρτη” της Chiquita.
Είχε προηγηθεί η αποχώρηση της πολυεθνικής Groupon, η οποία τερμάτισε την δραστηριότητά στη χώρα μας, καθώς δεν διέβλεπε προϋποθέσεις επικερδούς λειτουργίας στο άμεσο μέλλον. Η εταιρεία που έπειτα από τέσσρα χρόνια δρστηριοποίησης στην Ελλάδα είχε συσσωρευμένες ζημίες ύψους 3,2 εκατ. ευρώ, ήταν από τις πρώτες που προσέφεραν στην ελληνική αγορά υπηρεσίες στο τομέα της προώθησης εμπορικών προσφορών μέσω κουπονιών.
Αρκετοί ακόμη ξένοι όμιλοι και πολυεθνικές φέρονται να έχουν δρομολογήσει ή να αναζητούν λύσεις περιορισμού της έκθεσής τους στην Ελλάδα ή αλλαγή του μοντέλου δραστηριοποίησης τους, με όποιες συνέπειες έχει αυτό για την απασχόληση και την πορεία της εγχώριας οικονομίας.
Πηγή: Capital.gr – Ν. Χρυσικόπουλος