Καλύτερα του αναμενομένου τα stress tests της ΕΚΤ. Στα 14,4 δισ. ευρώ οι συνολικές ανάγκες και 4,4 δισ. ευρώ η ελάχιστη συμμετοχή των ιδιωτών

 

Στα 14,4 δισ. ευρώ διαμορφώνονται οι συνολικές κεφαλαιακές ανάγκες των τεσσάρων συστημικών ομίλων, σύμφωνα με τα αποτελέσματα των stress tests που ανακοίνωσε το Σάββατο το πρωί η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ). Από αυτά τα 4,4 δισ. ευρώ αφορούν το βασικό σενάριο της άσκησης, ποσό που θα πρέπει να καλυφθεί από τον ιδιωτικό τομέα ώστε να αποφευχθεί το ενδεχόμενο εξυγίανσης (resolution) και κρατικοποίησης βάσει της νέας νομοθεσίας που ψηφίστηκε από τη Βουλή. Τα αποτελέσματα είναι καλύτερα των αναμενομένων και σημαντικά χαμηλότερα από τα 25 δισ. ευρώ που προβλέπει η συμφωνία της 12ης Ιουλίου για τις τράπεζες.
Αναλυτικότερα, τα αποτελέσματα των stress tests προβλέπουν για την Alpha Bank 263 εκατ. ευρώ για το βασικό σενάριο και 2,74 δισ. ευρώ για το δυσμενές, για τη Eurobank 339 εκατ. ευρώ για το βασικό και 2,12 δισ. ευρώ για το δυσμενές, για την Εθνική Τράπεζα 1,58 εκατ. ευρώ και 4,6 δισ. ευρώ και για την Τράπεζα Πειραιώς 2,21 δισ. ευρώ και 4,93 δισ. ευρώ αντίστοιχα. Κάθε τράπεζα καλείται να καλύψει από την αγορά τις ανάγκες που προκύπτουν τουλάχιστον από το βασικό σενάριο. Τα υπόλοιπα κεφάλαια θα αναπληρωθούν από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ), το οποίο θα αποκτήσει έναν συνδυασμό μετατρέψιμων ομολογιών (CoCos) και κοινών μετοχών. Είναι προφανές ότι τα ποσά, ιδιαίτερα για το βασικό σενάριο, είναι απολύτως διαχειρίσιμα για Alpha Bank και Eurobank αν ληφθούν υπόψη οι δημόσιες προσφορές προς πιστωτές για την ανταλλαγή των ομολόγων που κατέχουν με μετοχές. Οι δύο αυτές τράπεζες αναμένεται να καλύψουν, αν όχι όλο, σημαντικό μέρος και του δυσμενούς σεναρίου.
Οι ανάγκες για πρόσθετα κεφάλαια προέκυψαν από αναθεώρηση επί τα χείρω της πορείας της ελληνικής οικονομίας εξαιτίας της παρατεταμένης ύφεσης, του υψηλότερου δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας (Core Tier 1) και της αυστηροποίησης της μεθοδολογίας ιδιαίτερα για τα επιχειρηματικά δάνεια. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο όμιλος της Τράπεζας Πειραιώς, ο οποίος, σύμφωνα με τραπεζικές πηγές, εξαιτίας των πιστωτικών ιδρυμάτων που απέκτησε τα τελευταία τρία χρόνια συγκέντρωσε το μεγαλύτερο χαρτοφυλάκιο επιχειρηματικών δανείων και ιδιαίτερα μικρομεσαίων επιχειρήσεων, με αποτέλεσμα η αλλαγή στη μεθοδολογία που θεώρησε υψηλού κινδύνου τα δάνεια προς τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις να οδηγήσει σε υψηλότερες ανάγκες.  
Δύο κρίσιμα ζητήματα
Παρά την αισιοδοξία ότι είναι διαχειρίσιμες οι κεφαλαιακές ανάγκες που προέκυψαν από τα stress tests, στα τραπεζικά επιτελεία επικρατούσε προβληματισμός για τα θέματα της ανακεφαλαιοποίησης που άφηνε ανοιχτά το νομοσχέδιο που κατατέθηκε στη Βουλή και ψηφίστηκε επί της αρχής την Παρασκευή. Αυτά κυρίως αφορούν την αναλογία κοινών μετοχών και μετατρέψιμων ομολογιών (CoCos) με την οποία το ΤΧΣ θα καλύψει τις ανάγκες του δυσμενούς σεναρίου και την τιμή στην οποία θα μετατραπούν σε κοινές οι προνομιούχες μετοχές που κατέχει σε Eurobank και Εθνική το ΤΧΣ.
Πρόκειται για δύο κρίσιμα ζητήματα τα οποία επηρεάζουν το τεχνικό κομμάτι της ανακεφαλαιοποίησης και τελικά θα κρίνουν αν θα είναι επιτυχείς ή όχι οι αυξήσεις κεφαλαίου. Και τούτο διότι ο καθορισμός της αναλογίας κοινών μετοχών και CoCos επηρεάζει την τιμή της αύξησης: όσο πιο μικρή είναι η συμμετοχή των CoCos τόσο πιο δύσκολη καθιστά τη συμμετοχή των ιδιωτών.
Διαπραγματεύσεις με την ΕΚΤ
Αρχικά η συμμετοχή του ΤΧΣ ήταν να γίνει 100% με CoCos. Στην πορεία η κυβέρνηση ζήτησε να μετατραπεί σε 50%-50%. Το θέμα τώρα βρίσκεται σε διαπραγματεύσεις και πλέον έχουν αρχίσει να ακούγονται διάφορα ποσοστά (20% κοινές – 80% CoCos ή 30% -70%). Τραπεζικοί κύκλοι εκτιμούν πως οτιδήποτε κάτω από 30% κοινές μετοχές καθιστά εφικτή τη συμμετοχή ιδιωτών.
Το άλλο θέμα αφορά τη μετατροπή των προνομιούχων μετοχών σε κοινές καθώς ανάλογα με την τιμή στην οποία θα γίνει η μετατροπή επηρεάζεται και το ποσοστό των ιδιωτών μετόχων.
Εκτός αυτών, αδιευκρίνιστο παραμένει αν οι τράπεζες θα καλύψουν με ιδιωτικά κεφάλαια το σύνολο των κεφαλαιακών αναγκών τους ή το ποσό του βασικού σεναρίου των stress tests. Ευρωπαϊκές πηγές σημείωναν ότι, επειδή θα βγουν στις αγορές όλες οι τράπεζες μαζί, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δείχνει μια ευελιξία οι τράπεζες να ζητήσουν κεφάλαια τουλάχιστον για το βασικό σενάριο και ένα ποσοστό για το υπόλοιπο. Σε περίπτωση που υπάρξει υπερκάλυψη, τότε να χρησιμοποιήσουν και τα πρόσθετα κεφάλαια. Στόχος των Ευρωπαίων είναι να περιοριστεί όσο το δυνατόν περισσότερο η κρατική ενίσχυση, προσθέτουν οι ίδιες πηγές. Επίσης ανοιχτοί παραμένουν οι όροι ανταλλαγής των ομολόγων μειωμένης εξασφάλισης με κοινές μετοχές.
Απώλειες
Ολα αυτά προκάλεσαν τη δυσαρέσκεια των επενδυτών, οι οποίοι προχώρησαν σε πωλήσεις τραπεζικών μετοχών μόλις δόθηκε στη δημοσιότητα το νομοσχέδιο. Τελικά οι απώλειες περιορίστηκαν, με την Εθνική να υποχωρεί κατά 7,12% στα 0,678 ευρώ, την Alpha Bank κατά 11,54% στα 0,115 ευρώ, την Πειραιώς κατά 1,06% στα 0,093 ευρώ και τη Eurobank κατά 3,13% στα 0,031 ευρώ. Σύμφωνα με τραπεζικές πηγές, οι επενδυτές που ήταν έτοιμοι να βάλουν λεφτά στις ελληνικές τράπεζες πρέπει τώρα να επανεξετάσουν τη στάση τους.
Οι εκκρεμότητες αναμένεται να διευκρινιστούν με Πράξη Υπουργικού Συμβουλίου (ΠΥΣ) που θα εκδοθεί σήμερα, Κυριακή. Οπως είπε ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος μιλώντας την Παρασκευή στη Βουλή, «το ποσοστό συμμετοχής του Δημοσίου δεν θα είναι απεριόριστο, ο έλεγχος όμως στις τράπεζες χρειάζεται, αλλά όχι σε ποσοστό που θα αποτρέπει τους ιδιώτες να επενδύσουν στο κεφάλαιο. Τη Δευτέρα που θα ανοίξουν οι αγορές θα έχει ψηφιστεί το σχέδιο νόμου, θα έχει εκδοθεί και η ΠΥΣ» επισήμανε ο κ. Τσακαλώτος.
Υπερασπιζόμενος το νομοσχέδιο είπε ότι η κατάθεσή του καθυστέρησε καθώς «δεν ήταν γνωστό ως και την Τρίτη – Τετάρτη αν τα CoCos θα ήταν μέρος των κεφαλαιακών εργαλείων που θα μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε».