Παράλογες οι απαιτήσεις για την πρώτη κατοικία ανέφερε ο Πρωθυπουργός 

Νέες και ισχυρές ενδείξεις επαναδιαπραγμάτευσης ορισμένων υποχρεώσεων της Ελλάδας στο πλαίσιο του μνημονίου καταγράφηκαν κατά την σημερινή συνάντηση του πρωθυπουργού με τον πρόεδρο του Ευρωπαικού Κοινοβουλίου, καθώς ο κ. Μάρτιν Σούλτς δήλωσε ότι διάκειται θετικά και στο θέμα της προστασίας της πρώτης κατοικίας, αλλά και στο νέο ζήτημα που έθεσε ο κ. Τσίπρας για να μην ισχύσει η αύξηση του ΦΠΑ στα νησιά.

Μετά την δίωρη σχεδόν συνάντησή του με τον πρωθυπουργό ο κ. Σούλτς δήλωσε ότι βρίσκεται σε συνεχή επαφή με τον Επίτροπο Πιέρ Μοσκοβισί, με τον οποίο όπως αποκάλυψε συναντήθηκε χθες το βράδυ στην Αθήνα, ενώ δεσμεύθηκε να μεταφέρει στις Βρυξέλλες το θέμα της προστασίας της πρώτης κατοικίας και του ΦΠΑ στα νησιά.

Ο Αλέξης Τσίπρας αφού υπερασπίστηκε πλήρως την πολιτική της κυβέρνησης στην προσφυγική κρίση, δήλωσε ότι η Ελλάδα δεν πρόκειται να διεκδικήσει ως επαίτης κάποια χαλάρωση του μνημονίου. Ταυτόχρονα όμως, πρόσθεσε ο πρωθυπουργός υπάρχει θέμα δίκαιης εφαρμογής των μέτρων και όχι κάποιοι να κάνουν παιχνίδια προσθέτοντας νέα μέτρα, κάτι που όπως είπε η κυβέρνηση δεν πρόκειται να δεχθεί. Ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε στο θέμα του ΦΠΑ των νησιών σημειώνοντας αρχικά ότι οι κάτοικοι των νησιών του Αιγαίου ενώ αντιμετωπίζουν τις συνέπειες της ελληνικής κρίσης, ταυτόχρονα εκφράζουν την αλληλεγγύη τους με κάθε τρόπο προς τους πρόσφυγες. Δεν είναι δυνατό , είπε ο πρωθυπουργός, αυτή την στιγμή να γίνεται λόγος για αύξηση του ΦΠΑ στα νησιά , ενώ για το θέμα της πρώτης κατοικίας, έκανε λόγο για παράλογες πιέσεις, στις οποίες όμως, όπως διαβεβαίωσε, η κυβέρνηση δεν θα υποχωρήσει. Ο κ. Τσίπρας είπε ότι είναι αδύνατο να υπολογίσει κάποιος τα πραγματικά ποσά που δαπανά η Ελλάδα αφήνοντας να εννοηθεί ότι τα 5,9 εκατομμύρια ευρώ που έχει πάρει από την ΕΕ είναι ασήμαντο ποσό, καθώς όπως είπε, στο κόστος που έχει η χώρα μας θα πρέπει να υπολογιστούν τα έξοδα για το λιμενικό, τις Ένοπλες Δυνάμεις, τις μεταφορές, τα συσσίτια κλπ.

Ανόητοι και επικίνδυνοι

Στο σημείο αυτό, ο κ. Τσίπρας επισήμανε θα πρέπει να αναλογιστούν κάποιοι στην ΕΕ που ήθελαν Grexit, τι θα συνέβαινε σήμερα αν είχαν εισακουστεί. Όσοι ήθελαν Grexit, πρόσθεσε ο πρωθυπουργός σήμερα αποδεικνύεται πόσο ανόητοι ήταν και αν επιμείνουν θα είναι και επικίνδυνοι

Ο δεύτερος πυλώνας των θέσεων που ανέπτυξε ο πρωθυπουργός ήταν ο ρόλος της Τουρκίας στην αντιμετώπιση της κρίσης, τονίζοντας την ανάγκη να δημιουργηθούν στο τουρκικό έδαφος Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης, αλλά και να γίνεται η μετεγκατάσταση προς τις ευρωπαικές χώρες, απευθείας από την Τουρκία. Τα θέματα αυτά, είπε ο κ. Τσίπρας θα τα θέσει στην πολιτική ηγεσία της γειτονικής χώρας κατά την επίσκεψή του στην ‘Αγκυρα, το δεύτερο δεκαήμερο του Νοεμβρίου.

Στην εισηγητική του δήλωση ο κ. Τσίπρας ανέπτυξε την πολιτική της κυβέρνησης και της ΕΕ κάνοντας λόγο για την ανάγκη «συλλογικής αφύπνισης και την ανάγκη ευρωπαικής στρατηγικής». Σημείωσε ταυτόχρονα ότι η Ελλάδα έχει εδώ και μήνες αναλάβει ευθύνες που ξεπερνούν τις δυνατότητές της, λόγω της οικονομικής κρίσης που έχει προκαλέσει και ανθρωπιστική κρίση, ενώ υπογράμμισε ότι η Ελλάδα έχει την τιμή και την υπερηφάνεια να συνεισφέρει στην διάσωση του ανθρωπιστικού προσώπου της Ευρώπης. Ο κ. Τσίπρας ζήτησε πιο γρήγορους ρυθμούς από την ΕΕ, αλλά και λύσεις που να ανταποκρίνονται στο αξιακό υπόβαθρο της Ευρώπης.

Ο κ. Σούλτς τόνισε την ανάγκη να αυξηθούν το συντομότερο δυνατό και οι χώρες που θα δέχονται πρόσφυγες στο πλαίσιο του προγράμματος αναδιανομής(σήμερα είναι οκτώ χώρες που δέχονται) και να αυξηθεί ο αριθμός όσων μεταφέρονται στις χώρες της Ευρώπης. Είναι χαρακτηριστικό όπως είπε ο κ. Τσίπρας, ότι σήμερα αναχώρησαν 30 άνθρωποι από τους 66.000 που πρόκειται να μετεγκατασταθούν. Ο πρωθυπουργός δήλωσε επίσης ότι είναι ντροπή για την ΕΕ, γιατί το πρόβλημα αντί να μειώνεται διογκώνεται

Ο πρόεδρος του Ευρωπαικού Κοινοβουλίου έκανε λόγο για μια άνευ προηγουμένου πρόκληση για την Ελλάδα και την ΕΕ, ενώ σημείωσε και τα οικονομικά προβλήματα της χώρας μας ενώ επανέλαβε μετά από σχετική ερώτηση ότι τα ελληνικά αιτήματα για την πρώτη κατοικία και το ΦΠΑ στα νησιά είναι δίκαια. Για την Τουρκία ο κ. Σουλτς τόνισε την ανάγκη να υπάρξει συνεργασία μαζί της, σημείωσε ότι οι διαπραγματεύσεις για τις θεωρήσεις, την οικονομική βοήθεια και την εν γένει συνεργασία στο προσφυγικό συνεχίζονται, αλλά παράλληλα τόνισε την ανάγκη σεβασμού των ευρωπαικών κανόνων από την ‘Αγκυρα.

Ο κ. Σουλτς απαντώντας στο ζήτημα που έθεσε ο πρωθυπουργός για εμπλοκή του Ευρωπαικού Κοινοβουλίου στην παρακολούθηση και την εφαρμογή του ελληνικού προγράμματος, απάντησε ότι ήδη υπάρχει θετικό κλίμα στο ευρωκοινοβούλιο, πρόσθεσε ότι έχει συζητήσει το θέμα με τον κ. Γιούνκερ και ότι τις επόμενες εβδομάδες ενδεχομένως θα υπάρξουν θετικές εξελίξεις..

Γενικότερα ο κ. Σούλτς σημείωσε την ανάγκη να ανακτηθεί η εμπιστοσύνη στην ελληνική οικονομία τονίζοντας ότι αυτό θα γίνει με την τήρηση των προαπαιτούμενων και τις επενδύσεις, ενώ δήλωσε ότι είναι είναι αναγκαίο η Ελλάδα να τηρήσει την συμφωνία που υπέγραψε με τους Θεσμούς.

Κυβερνητικές πηγές σημείωναν ότι στην συνομιλία του με τον Πρωθυπουργό, ο Μάρτιν Σούλτς διατύπωσε την θέση ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να βρίσκεται υπό πίεση, δεδομένου του βάρους που σηκώνει στο προσφυγικό ζήτημα.

Χαρακτηριστικά, αναφέρθηκε στην ρήτρα εξαίρεσης από το Σύμφωνο Σταθερότητας, που ισχύει για χώρες, οι οποίες αντιμετωπίζουν καταστάσεις έκτακτης ανάγκης.

Για το ζήτημα του Ελληνικού προγράμματος, αναγνωρίστηκε από τον κ. Σούλτς η ανάγκη να συνεχιστούν οι επαφές της ελληνικής πλευράς με την Επίτροπο Μοσκοβισί, προκειμένου να επιλυθούν τα εκκρεμή ζητήματα, εν όψει και της επικείμενης συνεδρίασης του Eurogroup.

Οι δύο πλευρές εμφανίστηκαν σύμφωνες στην θέση ότι η αποτελεσματική διαχείριση των προσφυγικών ροών συναρτάται με την δημιουργία κέντρων ταυτοποίησης και επανεγκατάστασης προσφύγων στην Τουρκία, καθώς και με την ενίσχυση της φύλαξης των Τουρκικών συνόρων. 

Ο κ. Σούλτς καλωσόρισε την πρωτοβουλία του Αλέξη Τσίπρα να επισκεφθεί την Τουρκία λέγοντας ότι ο Πρωθυπουργός βρεθεί στην γειτονική χώρα και εκ μέρους της ΕΕ.

Όπως και στην τετραμερή συνάντηση που προηγήθηκε, και στην συνάντηση Τσίπρα – Σούλτς επιβεβαιώθηκε η ανάγκη να ενισχυθεί η συνεργασία Ελλάδας – ΕΕ, και να απορροφηθούν τα κονδύλια που έχουν προβλεφθεί για την στήριξη της Ελλάδας στο προσφυγικό ζήτημα.  

Α. ΤΣΙΠΡΑΣ: Είχα σήμερα την ευκαιρία, μετά τη συνάντηση που είχαμε με τον Επίτροπο για τα θέματα της μετανάστευσης, τον υπουργό Εξωτερικών του Λουξεμβούργου και Μεταναστευτικής Πολιτικής, αλλά και τον Έλληνα υπουργό Μεταναστευτικής Πολιτικής, να έχω μια κατ` ιδίαν συνάντηση με τον αγαπητό φίλο Μάρτιν, η οποία,  όπως κάθε φορά, ήταν μια συνάντηση και μια συζήτηση ειλικρινής και παραγωγική. Δεν είναι άλλωστε η πρώτη φορά που έρχεται ο Μάρτιν στο Μέγαρο Μαξίμου. Έχει έρθει αρκετές φορές, στις αρχές του 2000, τότε ως επικεφαλής της ομάδας των Σοσιαλιστών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, αργότερα, βέβαια, ως Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

Είναι η δεύτερη φορά, όμως, που τον  υποδέχομαι εγώ στο Μέγαρο Μαξίμου, ως Πρωθυπουργός. Η πρώτη, σας θυμίζω ήταν, σχεδόν μόλις είχαμε αναλάβει. Νομίζω ότι ήταν Φλεβάρης του 2015, στις αρχές του χρόνου.

Συζητήσαμε, καταρχάς, για το θέμα των προσφυγικών ροών και την επαναλαμβανόμενη τραγωδία να χάνονται ανθρώπινες ζωές στο Αιγαίο, με νεκρούς και αγνοούμενους, δυστυχώς ανάμεσά τους μικρά παιδιά και βρέφη. Ένας κατάλογος πόνου, που δυστυχώς ολοένα και μεγαλώνει και καθιστά ολοένα και πιο επιτακτική την ανάγκη για συλλογική αφύπνιση και για χάραξη μιας κοινής ευρωπαϊκής στρατηγικής συνεργασίας και πολιτικής, για να αντιμετωπίσουμε μια τραγωδία που εξελίσσεται με πρώτιστο στόχο να προστατεύσουμε την ανθρώπινη ζωή και αξιοπρέπεια.

Η Ελλάδα ως κράτος-μέλος της Ε.Ε. τους τελευταίους μήνες αναλαμβάνει ευθύνες που ξεπερνούν τις δυνατότητές της, ιδιαίτερα σε αυτή τη δύσκολη περίοδο, την περίοδο της οικονομικής κρίσης. Είμαστε χώρα εμπροσθοφυλακής στις προσφυγικές ροές, αλλά ταυτόχρονα μια χώρα που έχει να αντιμετωπίσει μια οικονομική κρίση που έχει δημιουργήσει συνθήκες ανθρωπιστικής κρίσης και στο εσωτερικό της. Με την απώλεια του εισοδήματος, τη μεγάλη ανεργία, την κατάρρευση της παραγωγικής δραστηριότητας.

Και στην προσφυγική κρίση, η οποία δοκιμάζει τις αντοχές μας, πρέπει να βρούμε λύσεις. Λύσεις που δεν αφορούν μια χώρα. Λύσεις που πρέπει να είναι κοινές ευρωπαϊκές, γιατί είναι ένα κοινό ευρωπαϊκό πρόβλημα.

Είναι γεγονός ότι τους τελευταίους μήνες σηκώνουμε το βάρος αυτής της κρίσης ως χώρα, αλλά από την άλλη μεριά, έχουμε και την τιμή, την περηφάνια, με τη στάση μας ως Έλληνες, με τη στάση των πολιτών στα νησιά του Αιγαίου, να συνεισφέρουμε και σε αυτό που εμείς ονομάζουμε – εγώ τουλάχιστον ονομάζω, «διάσωση του ανθρωπιστικού προσώπου της Ευρώπης».

Οι δραματικές, όμως, διαστάσεις του προβλήματος αποδεικνύουν ότι πρέπει να κινηθούμε με πιο γρήγορους ρυθμούς. Θέλω να επισημάνω, για μια ακόμα φορά, πως είναι επιτακτική ανάγκη το πρόβλημα αυτό να αντιμετωπιστεί κάτω από τις ιδρυτικές αρχές και αξίες της Ε.Ε., που είναι οι αξίες και οι αρχές της αλληλεγγύης, της συνεργασίας και του διαμερισμού της ευθύνης.

Σταθερή θέση της Ελλάδας είναι ότι θα πρέπει να οργανώσουμε τη συγκροτημένη αυτή διαδικασία της μετεγκατάστασης των προσφύγων. Να μην ενθαρρύνουμε χερσαίες ή θαλάσσιες ανεξέλεγκτες προσφυγικές ροές, με τον κίνδυνο απώλειας ανθρώπινων ζωών από την Τουρκία προς την υπόλοιπη Ευρώπη και να στηρίξουμε ενεργά τη συνεργασία της Ε.Ε. με τις τουρκικές αρχές για την εξάρθρωση των δικτύων των διακινητών και τη διαμονή και  φιλοξενία προσφύγων εντός της Τουρκίας.

Όπως συζητήσαμε σήμερα, αυτό το ζήτημα θα έχω την ευκαιρία να το συζητήσω στην επικείμενη επίσκεψή μου στην Τουρκία, το δεύτερο δεκαήμερο του Νοέμβρη, όπου θα έχω τη δυνατότητα, εκ μέρους της Ε.Ε., να συζητήσω με την τουρκική κυβέρνηση ζητήματα που αφορούν την ουσιαστικότερη συνεργασία Τουρκίας και Ε.Ε. στο Προσφυγικό.

Στο πλαίσιο αυτό, στηρίζουμε μια συγκροτημένη διαδικασία επανεγκατάστασης απευθείας από την Τουρκία προς την Ευρώπη και βεβαίως, ταυτόχρονα, μετεγκατάστασης, για όσους ήδη έχουν περάσει στην Ελλάδα, προς άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Παράλληλα, είμαστε στη διαδικασία της ολοκλήρωσης της δημιουργίας των τεσσάρων κέντρων ταυτοποίησης προσφύγων, των λεγόμενων hotspots, στην Κω, στη Σάμο, στη Λέρο και τη Χίο, ενώ σύντομα θα έχουμε τη δυνατότητα να εγκαινιάσουμε πλήρως το πρώτο κέντρο ταυτοποίησης στη Μυτιλήνη. Επίσης, εντείνουμε τη συνεργασία μας για την απαραίτητη χρηματοδότηση από την Ε.Ε., τόσο γι` αυτά τα κέντρα, όσο και για τα κέντρα στήριξης της διαδικασίας μετεγκατάστασης, για να υπάρξει επιτέλους σοβαρή ενίσχυση από την Ε.Ε. για τη στελέχωση της επιχείρησης «ΠΟΣΕΙΔΩΝ» και των υπηρεσιών ταυτοποίησης.

Βέβαια, είχα την ευκαιρία να ενημερώσω τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και για τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει η χώρα, η ελληνική κυβέρνηση, τη στιγμή μάλιστα που είναι υποχρεωμένη να υλοποιήσει τη δύσκολη συμφωνία στην οποία καταλήξαμε από κοινού τον περασμένο Ιούλιο. Εδώ υπάρχει  μια σειρά από ζητήματα τα οποία πρέπει να εξετάσουμε: ζητήματα, που θα έλεγα, πέραν μιας οικονομικής βαρβαρότητας, εμπίπτουν και σε ένα σκέλος ηθικής. Την ίδια στιγμή που οι νησιώτες μας ανοίγουν την αγκαλιά τους στα κύματα των προσφύγων και τους δίνουν από το φαγητό τους, ενδεχομένως και από τη στέγη τους ορισμένοι, την ίδια στιγμή η κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη να αυξήσει τον ΦΠΑ στα νησιά. Την ίδια στιγμή που εμείς θα κάνουμε το καθήκον μας και θα δημιουργήσουμε τις καλύτερες δυνατές προϋποθέσεις για να έχουν στέγη αυτοί οι άνθρωποι, έστω και προσωρινή, μέχρι τη διαδικασία της μετεγκατάστασης, δεχόμαστε πιέσεις για παράλογες απαιτήσεις για την πιθανότητα να άρουμε την προστασία της πρώτης κατοικίας για τους Έλληνες πολίτες.

Εξήγησα, λοιπόν, στον Πρόεδρο Σουλτς ότι αυτές οι απαιτήσεις είναι απαράδεκτες και η ελληνική κυβέρνηση σε αυτές τις απαιτήσεις δεν πρόκειται να υποχωρήσει. Αντιθέτως, θα διεκδικήσουμε την ίδια αλληλεγγύη που εμείς δείχνουμε και στις άλλες χώρες και στους πρόσφυγες, να δεχθούμε και από τους Ευρωπαίους εταίρους σε αυτή την κρίσιμη στιγμή.

Στην Ελλάδα, πράγματι, δοκιμάζεται το πρόσωπο της Ευρώπης τούτες τις ημέρες και από την οικονομική κρίση και από την προσφυγική κρίση. Η προσφυγική κρίση προστίθεται στην οικονομική κρίση, ως μια νέα διαιρετική τομή ανάμεσα στις προοδευτικές δυνάμεις από τη μια μεριά της Ευρώπης και στις υπερσυντηρητικές δυνάμεις από την άλλη πλευρά. Ανάμεσα στις δυνάμεις της κοινωνικής ευαισθησίας, της συνοχής και της ευθύνης και από την άλλη, στις δυνάμεις που ορθώνουν φράχτες και φτιάχνουν συρματοπλέγματα.

Γι ` άλλη μια φορά, αποδεικνύεται ότι οι προοδευτικές δυνάμεις είναι ο μηχανοδηγός της Ευρώπης, γιατί επιδιώκουμε κοινές λύσεις με κοινωνικό πρόσημο στα κοινά προβλήματα. Αντίθετα, κάποιες υπερσυντηρητικές δυνάμεις, λαϊκιστικές δυνάμεις, αξιοποιούν τα κοινά προβλήματα για να κρατήσουν την Ευρώπη πίσω, προωθώντας πολιτικές που σταδιακά οδηγούν σε εθνική αναδίπλωση και ανταγωνισμό, μεταθέτοντας τα προβλήματα στον πιο αδύναμο, με τη λογική «ας πάρει το πρόβλημα κάποιος άλλος, αρκεί να μην είναι στην αυλή μου». Αυτές οι λογικές, λοιπόν, δεν πρέπει να επικρατήσουν. Θέλουμε η Ευρώπη να επιστρέψει στις δικές της αρχές και αξίες και πιστεύω ότι θα συνεργαστούμε στενά, προκειμένου αυτό να το καταφέρουμε.

Τέλος, είχα τη δυνατότητα να συζητήσω με τον Πρόεδρο Σουλτς και την εξέλιξη του αιτήματος που έχω καταθέσει από τον Αύγουστο,  αναφορικά με τη δυνατότητα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου να γίνει μέρος της διαδικασίας ελέγχου και εφαρμογής της συμφωνίας και του προγράμματος στην Ελλάδα. Είναι ένα αίτημα που ουσιαστικά θέλει να δυναμώσει τη δημοκρατική νομιμοποίηση, αλλά και το ρόλο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Νομίζω ότι σε αυτή την κατεύθυνση,  η πλειοψηφία των πολιτικών δυνάμεων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα συνδράμει ώστε το αίτημα αυτό, αργά ή γρήγορα- ελπίζω σύντομα – να ικανοποιηθεί, να υλοποιηθεί και έτσι να δυναμώσουμε την δημοκρατική λογοδοσία, αλλά και το ρόλο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στα κοινά δρώμενα, στις πολιτικές εξελίξεις στην Ε.Ε.

Μ. ΣΟΥΛΤΣ: Ευχαριστώ πολύ κύριε Πρωθυπουργέ, σας ευχαριστώ πολύ για την πρόσκληση που μου απευθύνατε. Νομίζω ότι συναντηθήκαμε για πρώτη φορά τον Ιανουάριο, συγκεκριμένα δύο φορές μετά την ανάδειξή σας στην εξουσία. Ήμουν ο δεύτερος –νομίζω- επισκέπτης. Σας ευχαριστώ, λοιπόν, που με προσκαλέσατε για άλλη μια φορά. Βρεθήκαμε κατ’ επανάληψη με διάφορες αφορμές και στις Βρυξέλλες εν τω μεταξύ από τον Ιανουάριο μέχρι σήμερα.

Αναφερθήκατε, κύριε Πρωθυπουργέ, σε όλα τα ζητήματα συνοπτικά. Ζητήματα τα οποία ετέθησαν σε συζητήσεις, στις οποίες παρέστη και ο Επίτροπος Μετανάστευσης, Εσωτερικών Υποθέσεων και Ιθαγένειας κύριος Δημήτρης Αβραμόπουλος, αλλά και ο συνάδελφος υπουργός Εξωτερικών του Λουξεμβούργου JeanAsselborn, ο οποίος, αυτή τη στιγμή, ασκεί την προεδρία του Συμβουλίου Υπουργών. Ιδού, λοιπόν, το νομοθετικό σκέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης παρίστατο, και οι δύο εκφάνσεις του σήμερα εδώ.

Είμαστε εδώ, μεταξύ άλλων, προκειμένου να δούμε από κοντά την εφαρμογή, τη διαδικασία μετεγκατάστασης προσφύγων από τη Συρία και το Ιράκ. Το είδαμε αυτό σήμερα και πρόκειται για μια ένδειξη ενθαρρυντική. Πράγματι, βαδίζουμε προς τη σωστή κατεύθυνση.

Τούτου λεχθέντος, θα ήθελα να εκφράσω τις ευχαριστίες μου προς την ελληνική κυβέρνηση, αλλά και την κυβέρνηση του Λουξεμβούργου, την οποία εκπροσωπεί ο κύριος Asselborn. Και αυτήν την αρχή, γι’ αυτό το σημείο εκκίνησης, διότι όλοι γνωρίζουμε ότι και πράγματι εσείς αναφερθήκατε στη δημιουργία των νέων κέντρων ταυτοποίησης των λεγόμενων hotspots, τα οποία θα πρέπει να αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι ενός συστήματος δεσμευτικού για την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Και δεν αρκεί μόνο οκτώ κράτη-μέλη να συμμετέχουν στη διαδικασία μετεγκατάστασης. Αυτή είναι μια κοινή πρόκληση, την οποία αντιμετωπίζουμε όλοι μαζί. Και θα ήθελα να αναφερθώ σε κάτι που ανέφερα και σήμερα το πρωί, στην προηγούμενη συνάντησή μας, αλλά και στις δηλώσεις μας. Ανέφερα σήμερα το πρωί το εξής παράδειγμα και είπα: Ας πούμε ότι έχουμε ένα εκατομμύριο πρόσφυγες, τους οποίους θα επιμερίσουμε στα 28 κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της οποίας ο συνολικός πληθυσμός είναι 570 εκατομμύρια. Αυτό δεν θα είναι πρόβλημα. Αν, όμως, μειώσουμε τον αριθμό των χωρών, οι οποίες συμμετέχουν στο σύστημα της μετεγκατάστασης, τότε για κάποιες χώρες αυτό θα μεταβληθεί σε πρόβλημα.

Είμαι βέβαιος ότι ένα τέτοιο  πρόβλημα αντιμετωπίζει και η χώρα σας αυτή τη στιγμή με δραματικό τρόπο. Γι’ αυτό οφείλουμε εμείς (ως ευρωπαϊκά Όργανα και τα κράτη-μέλη) να σας στηρίξουμε με κάθε τρόπο, είτε μιλούμε για υποδομές, είτε μιλούμε για κονδύλια, είτε μιλούμε για στελέχωση. Διότι γνωρίζουμε και αναγνωρίζουμε ότι η κυβέρνησή σας δεσμεύεται απέναντι στη βοήθεια που προσφέρει στους μετανάστες, οι οποίοι βρίσκονται ήδη στα νησιά σας. Αύριο πρόκειται να μεταβούμε στη Λέσβο για να δούμε από κοντά την κατάσταση.

Και γι’ αυτό είμαι ιδιαιτέρως  ευγνώμων προς εσάς, κύριε Πρωθυπουργέ, για την έντονη δέσμευση που έχει αναλάβει η κυβέρνησή σας, προκειμένου να βοηθήσει όλους εμάς να προστατεύσουμε όχι μόνο τα εξωτερικά μας σύνορα, αλλά και να προσφέρουμε σε αυτούς τους πρόσφυγες, οι οποίοι χρήζουν προστασίας, συνθήκες αξιοπρεπείς και προστασία βιώσιμη. Διότι αυτό το οποίο δεν έχουμε αρκούντως συζητήσει, που δεν συζητούμε αρκούντως, συνδέεται και με αυτό που είδαμε σήμερα το πρωί, με τις οικογένειες και τα παιδιά που έφυγαν. Είδαμε, μεταξύ άλλων, οικογένειες που προέρχονται από το Χαλέπι, οι οποίες έφυγαν από την πόλη τους, λόγω της τρομοκρατίας του Ισλαμικού Κράτους, λόγω βομβαρδισμών του καθεστώτος Assad. Και δεν θα πρέπει να υποτιμούμε το γεγονός ότι όλοι αυτοί οι άνθρωποι εγκαταλείπουν τις εστίες και τις χώρες τους και έχουν λόγους να το κάνουν αυτό, για κάποιο λόγο φεύγουν από τη χώρα.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση αντιμετωπίζει μία πρόκληση: Την προσφυγική κρίση. Μια πρόκληση άνευ προηγουμένου. Εσείς, η χώρα σας -και ήδη το είπατε κύριε Πρωθυπουργέ- πλήττεσθε από την προσφυγική κρίση  σε μία περίοδο οικονομικών δυσχερειών, πιστωτικών δυσκολιών, χωρίς να προσφέρεται ιδιαίτερη βοήθεια στην Ελλάδα, ενώ ταυτοχρόνως καλείται να αντιμετωπίσει τα δικά της οικονομικά προβλήματα και τους πρόσφυγες. Πρόσφυγες οι οποίοι συρρέουν στην ηπειρωτική Ελλάδα και στα νησιά.

Και νομίζω ότι όλοι οι συμμετέχοντες, στην πρωινή συνάντηση, σημείωσαν αυτό ακριβώς που εσείς επισημάνατε, κύριε Πρωθυπουργέ. Δηλαδή, τη σχέση που συνδέει το πρόγραμμα μετεγκατάστασης, τα όσα ζητούμε από την Ελλάδα και από την άλλη τα μέσα και τις δυνατότητες που έχει αυτή τη στιγμή η Ελλάδα, προκειμένου να διαχειριστεί την κρίση του Προσφυγικού.

Και εγώ, με πολλή προσοχή, σημείωσα κάποια από τα θέματα που θέσατε. Για παράδειγμα, το θέμα της πρώτης κατοικίας, την αύξηση του ΦΠΑ στα νησιά και αυτά τα ζητήματα θα τα μεταφέρω και στις Βρυξέλλες. Αμέσως θα συζητήσω με τους δικούς μου συνομιλητές, γιατί είναι, κατά την άποψή μου, δικαιολογημένα και δίκαια τα αιτήματά σας.

Χθες το βράδυ μίλησα με τον κύριο PierreMoscovici, ο οποίος βρίσκεται εδώ στην Αθήνα και θα ξανασυναντηθούμε και σήμερα οι δυο μας και νομίζω ότι μπορούμε, επίσης, να διαδραματίσουμε ρόλο προς αυτή την κατεύθυνση. Και βεβαίως, επίκειται η συνάντησή μας στη Σύνοδο της Μάλτας και νομίζω ότι μετά τη σύγκληση της έκτακτης Συνόδου από τον κύριο Tusk -έχουμε δηλαδή τη Σύνοδο της Αφρικής με την Ευρωπαϊκή Ένωση- και σ’ αυτή την έκτακτη Σύνοδο θα πρέπει να θέσουμε αυτά τα ζητήματα. Ζητήματα που αφορούν και το Προσφυγικό, αλλά και τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Και αυτά σκοπεύω να συζητήσω στη δική μου ομιλία που θα εκφωνήσω στη Μάλτα.

Κύριε Πρωθυπουργέ,  μιλήσατε για τη σχέση της Ευρωπαϊκής Ένωσης με την Τουρκία. Χαιρετίζω την ανακοίνωση, από πλευράς σας, επικείμενης επίσκεψής σας στην Τουρκία. Η Τουρκία διαδραματίζει, πράγματι, ρόλο-κλειδί. Και χαίρομαι, είμαι ευγνώμων που ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας μόλις ανακοίνωσε ότι βρίσκεται σε στενή επικοινωνία με τις Αρχές της Τουρκίας, την τουρκική κυβέρνηση. Χρειάζεται στενή συνεργασία Ευρωπαϊκής Ένωσης-Τουρκίας. Όμως και η Τουρκία χρειάζεται αντιστρόφως και αντιστοίχως τη στενή συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Θα πρέπει να συνεργαζόμαστε. Και η συνάντηση όλων ημών με μέλη της κυβέρνησης Ερντογάν, αλλά και του Προέδρου και του Πρωθυπουργού εκεί. Ιδίως μετά τις πρόσφατες εκλογές, θα πρέπει να αναγνωρίσουμε και ξέρουμε ότι χρειαζόμαστε ο ένας τον άλλον. Και άρα, η συζήτηση για την κατάργηση των ταξιδιωτικών θεωρήσεων, η συζήτηση για την αναγνώριση της χώρας αυτής ως ασφαλούς τρίτης χώρας. Και το θέμα της χρηματοοικονομικής βοήθειας, επίσης, προς την Τουρκία για τα όσα πράττουν οι τουρκικές Αρχές σε σχέση με τους προσερχόμενους πρόσφυγες στην Τουρκία. Όλα αυτά, βεβαίως, δικαιολογούν τα αιτήματα που έχει υποβάλει προς την κατεύθυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης η Τουρκία. Αλλά οφείλω, επίσης, εδώ να επισημάνω προς μια υποψήφια προς ένταξη χώρα -όπως η Τουρκία- ότι θα πρέπει να συμμορφούται πλήρως με τις βασικές αξίες, τις αρχές και τους κανόνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Συνεπώς, θα πρέπει να συζητήσουμε αυτό το ζήτημα της αμοιβαιότητας με την τουρκική κυβέρνηση. Πρόκειται για μια διαδικασία αμοιβαιότητας και είναι σαφές πως προκειμένου να διαχειριστούμε την κρίση του Προσφυγικού, επιβάλλεται να υπάρχει στενή συνεργασία με την Τουρκία. Και νομίζω ότι όλοι συμφωνούμε πως είμαστε διατεθειμένοι και έτοιμοι γι’ αυτού του είδους τη στενή συνεργασία με τους γείτονές μας στην Τουρκία.

Κλείνοντας, η επιστολή που αποστείλατε τον Αύγουστο προς εμένα οδήγησε σε μία ομόφωνη ψηφοφορία στη Διάσκεψη των αρχηγών των Κομμάτων που εκπροσωπούνται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και εκεί αποταθήκαμε κατόπιν στον Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ούτως ώστε να δούμε πώς ακριβώς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα μπορεί να βρίσκεται στη φάση των διαφόρων κανονισμών, αλλά και να συμμετέχει στην αξιολόγηση και εισήγηση που γίνεται από την τρόικα, συμπεριλαμβανομένης και της γνωμοδότησης του Κοινοβουλίου, το οποίο είπε πως δεν υπήρχε αρκετός δημοκρατικός έλεγχος της τρόικα και άρα θα πρέπει να υπάρξει μια πιο βιώσιμη και δεσμευτική συμφωνία μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των Θεσμών, μια αυξημένη δημοκρατική ανάληψη ευθυνών και απόδοση, όσον αφορά την υλοποίηση του Προγράμματος. Σας ενημέρωσα για τη φάση στην οποία βρίσκονται οι διαπραγματεύσεις. Είμαστε σε επαφή με τον JeanClaudeJuncker, είναι εποικοδομητική η συζήτησή μας και είναι, βεβαίως, υπέρ της ενίσχυσης του δημοκρατικού ρόλου, τουλάχιστον όσον αφορά σε σχέση με το Κοινοβούλιο και την Επιτροπή. Θα χρειαστούν κάποιες εβδομάδες, ενδεχομένως, προκειμένου να επιλυθούν τα ζητήματα, διότι πάντοτε στις λεπτομέρειες κρύβεται ο διάβολος. Ωστόσο, είμαι αισιόδοξος ότι τελικώς η κατάληξη θα είναι εποικοδομητική και επωφελής, επ’ ωφελεία και των Θεσμών. Σας ευχαριστώ πολύ.

Απαντήσεις σε ερώτηση του δημοισογράφου Βόλφγκανγκ Λάντμέσερ (ARD)

Μ. ΣΟΥΛΤΣ: Η  Συνθήκη του Δουβλίνου θα  είναι η βάση πάνω στην οποία εργαζόμαστε. Αλλά θα πρέπει να κοιτάμε κατάματα και την πραγματικότητα.  Έχουμε τους πρόσφυγες που έρχονται στην Ελλάδα. Θα πρέπει αυτοί να καταγράφονται και να ταυτοποιούνται, εδώ στην Ελλάδα. Η δημιουργία λοιπόν των hotspots, των κέντρων καταγραφής των προσφύγων και η ταυτοποίησή τους, βοηθάει στο να γνωρίζουμε ποιος έχει το δικαίωμα να προστατεύεται από την Ε.Ε.  Και επίσης και ποιος δεν έχει το δικαίωμα αυτό.

Γι’ αυτό το λόγο σήμερα μίλησα για τη Συμφωνία επαναπροώθησης με το Πακιστάν, μια συμφωνία την οποία διαπραγματεύεται ο Επίτροπος κ. Αβραμόπουλος.  Φαντάζομαι, όμως, θα συμφωνείτε μαζί μου, ότι με βάση τη Συνθήκη του Δουβλίνου, το «Δουβλίνο 2», η χώρα πρώτης άφιξης είναι η χώρα στην οποία ξεκινάει η όλη διαδικασία. Και η Ελλάδα- βέβαια αυτό το γνωρίζουμε- δεν μπορεί να διαχειριστεί μόνη της τόσο μεγάλους αριθμούς προσφύγων.  Αυτή ήταν η ιδέα πίσω από αυτό το σύστημα μετεγκατάστασής τους.  Ο στόχος ήταν να ανακουφίσουμε τις χώρες εκείνες που πλήττονται περισσότερο. Αναμφίβολα η Ελλάδα είναι μία εξ αυτών και έχετε απόλυτο δίκιο.

Σήμερα ο αριθμός των προσφύγων που μετεγκαταστάθηκαν ήταν πολύ μικρός, αλλά από τον αρμόδιο υπουργό και τους διεθνείς οργανισμούς ενημερώθηκα επιτόπου, στο αεροδρόμιο, ότι  ο αριθμός των ατόμων που δυνάμεθα να μετεγκαταστήσουμε αυξάνεται. Επαναλαμβάνω λοιπόν αυτό που είπα στην αρχή: Σήμερα  ήταν απλά η αρχή,  ένα σημείο εκκίνησης. Μικρός ο αριθμός, πράγματι, έχετε δίκιο. Θα υπάρξει λοιπόν αύξηση του αριθμού των προσφύγων, αλλά και του αριθμού των χωρών που θα  συμμετέχουν στο σύστημα μετεγκατάστασης.  Θα αρχίσουν να λειτουργούν και τα κέντρα ταυτοποίησης και καταγραφής των προσφύγων. Είμαι ευγνώμων στην Ελλάδα και γνωρίζω πολύ καλά ότι  χρειάζεται … 

Και τώρα θα μιλήσω στα γερμανικά:  Πιστεύω λοιπόν ότι ο αριθμός που βλέπουμε σήμερα είναι πάρα πολύ μικρός, γι’ αυτό και για μένα σήμερα ήταν μόνο η αρχή. Αλλά είχαμε την ευκαιρία, σήμερα, να διαπιστώσουμε ότι το Λουξεμβούργο δέχθηκε τους πρόσφυγες.  Το Λουξεμβούργο είναι μια πολύ μικρή χώρα. Ελπίζουμε ότι ο αριθμός των ατόμων που θα μπουν στο σύστημα της μετετεγκατάστασης θα αυξάνεται συνεχώς. Εξάλλου, η κυβέρνηση μας διαβεβαίωσε σήμερα ότι ο αριθμός των ατόμων και των οικογενειών που θα εντάσσονται στο σύστημα θα αυξάνεται συνεχώς, αυτό είναι απολύτως απαραίτητο. Βεβαίως και η Ελλάδα δεν μπορεί να διαχειριστεί το θέμα αυτό μόνη της.  Τα κέντρα ταυτοποίησης και καταγραφής είναι απολύτως απαραίτητα, δεν θα λειτουργήσουν βέβαια μόνον εφόσον το σύστημα είναι δεσμευτικό και μόνον εφόσον στο σύστημα αυτό δεν θα συμμετέχουν μόνον οκτώ χώρες, όπως συμβαίνει τώρα,  αλλά ένας πολύ μεγαλύτερος αριθμός κρατών-μελών της Ε.Ε.

Α. ΤΣΙΠΡΑΣ: Στόχος μας πρέπει να είναι το αμέσως επόμενο διάστημα, πάνω απ’  όλα, να σταματήσουν αυτές οι σκηνές του δράματος στη θάλασσά μας, στο Αιγαίο. Πάνω απ’  όλα, στόχος μας είναι να μην θρηνήσουμε άλλες απώλειες, άλλες χαμένες ζωές. Πράγματι, την προηγούμενη Παρασκευή, στο Ελληνικό Κοινοβούλιο εξέφρασα την οδύνη αλλά και την ντροπή ως μέλος της Ευρωπαϊκής Ηγεσίας για το ότι δεν έχουμε καταφέρει να αντιμετωπίσουμε αυτό το πρόβλημα, που διογκώνεται δυστυχώς αντί να μειώνεται.  Συνεπώς, πριν απ’ όλα, πρέπει να μας κινητοποιήσει η ουμανιστική αντίληψη ότι πρέπει να σώσουμε τις ανθρώπινες ζωές και να σταματήσουμε αυτό το δράμα.  Όχι να το περιορίσουμε, να το σταματήσουμε. Συνεπώς, αν πρέπει κάτι να κάνουμε μέσα από τις αποφάσεις που παίρνουμε,  είναι να αποθαρρύνουμε αποτελεσματικά αυτούς τους ανθρώπους από το να παίρνουν  την απόφαση για το ταξίδι του θανάτου και να τους ενθαρρύνουμε να ξεκινήσουν, έστω και σταδιακά, έστω και πιο αργά, το ταξίδι της ελπίδας. Όπως ήταν αυτό το ταξίδι, για το οποίο σήμερα ξεπροβοδίσαμε έξι οικογένειες, τριάντα πρόσφυγες. Σε αυτή τη λογική είμαστε αποφασισμένοι να κάνουμε όλα τα απαραίτητα βήματα το επόμενο διάστημα προκειμένου:

Πρώτον, σε ό,τι αφορά τις προσφυγικές ροές που έχουμε αυτή τη στιγμή και μέχρι να φτάσουμε στο σημείο της εκμηδένισής τους- διότι θα υπάρχει μια συντεταγμένη διαδικασία από την άλλη πλευρά, από την Τουρκία, θα φτάσω σε αυτό το σημείο αλλά- μέχρι να συμβεί αυτό,  εμείς πρέπει να έχουμε τη δυνατότητα να παρέχουμε τις πρώτες βοήθειες, φαγητό και στέγη προσωρινή για τους ανθρώπους που έρχονται και ταυτόχρονα να τους τακτοποιούμε. Αυτό πρέπει να γίνεται στα νησιά.  Γι’ αυτό θα φτιάξουμε αυτά τα πέντε hot spots και έχουμε αποφασιστικότητα να τηρήσουμε τις δεσμεύσεις μας και να τα έχουμε ολοκληρώσει μέχρι το τέλος του χρόνου. Αυτοί οι άνθρωποι που θα φεύγουν από τα νησιά, θα πηγαίνουν πάλι για μια προσωρινή εγκατάσταση σε κέντρα φιλοξενίας που θα δημιουργήσουμε στην ενδοχώρα.  Στην αρχή, πιστεύω ότι  μέχρι τέλους του χρόνου ή ως το τέλος του Ιανουαρίου θα έχουμε υλοποιήσει τη δέσμευσή μας για 20.000 θέσεις στην ενδοχώρα, οι οποίοι επίσης θα μένουν προσωρινά μέχρις ότου φύγουν, επιβιβασθούν για το ταξίδι της ελπίδας όπως έγινε σήμερα με τους τριάντα. Και η απόφαση του Συμβουλίου είναι για 66.000 από την Ελλάδα. Αλλά σήμερα είδαμε τους πρώτους τριάντα από τους 66.000 που έχουμε αποφασίσει και  πρέπει να υλοποιήσουμε. Από εκεί και πέρα, όμως, για εμάς είναι πολύ σημαντικό αυτή  η διαδικασία αργά ή γρήγορα-ελπίζω γρήγορα-να μεταφερθεί στην άλλη πλευρά του Αιγαίου. Και να γίνεται από την Τουρκία η διαδικασία του resettlement, η διαδικασία της επανεγκατάστασης, από τα κέντρα φιλοξενίας που εκεί έχουν δημιουργηθεί ή θα δημιουργηθούν, μέχρις ότου εξαλειφθεί οριστικά το πρόβλημα. Μέχρις ότου, δηλαδή, αντιμετωπιστεί η αιτία του προβλήματος που είναι ο πόλεμος στη Συρία και έχουν τη δυνατότητα και αυτοί που έχουν έλθει, αν θέλουν, να γυρίσουν πίσω στις εστίες τους, αλλά κυρίως αν μην συνεχισθούν αυτές οι ροές των προσφύγων, των ανθρώπων δηλαδή που αφήνουν τις εστίες τους ακριβώς λόγω του πολέμου και της αδυναμίας να ζήσουν με αξιοπρέπεια εκεί.

ΓΙΑΝΝΗΣ ΦΑΣΟΥΛΑΣ (ΕΡΤ): Θα ήθελα να ρωτήσω τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου τον  κ. Σουλτς. Η Ελλάδα περνάει δύο ανθρωπιστικές κρίσεις.  Η μία είναι η οικονομική κρίση και η δεύτερη ανθρωπιστική κρίση είναι το Προσφυγικό. Εσείς ο ίδιος μιλήσατε το πρωί για έκτακτες συνθήκες και πριν από λίγο είπατε ότι δεν μπορεί να σηκώσει το βάρος αυτό μόνη της η χώρα μας. Μήπως με το ειδικό βάρος που έχετε εσείς ως Ευρωπαίος αξιωματούχος θα πρέπει να μεταφέρετε το μήνυμα, προκειμένου το πρόγραμμα προσαρμογής να ελαφρύνει λίγο;  Διότι δεν  μπορεί η Ελλάδα ταυτόχρονα να σηκώνει αυτά τα  δύο βάρη και γνωρίζετε πολύ καλά τι συμβαίνει στην Ελλάδα σε σχέση με την οικονομική κρίση και από την άλλη το Προσφυγικό έχει βάθος απ’ ό,τι φαίνεται.  Είναι μια κρίση που δεν θα σταματήσει ούτε αύριο ούτε μεθαύριο.

Και για τον Έλληνα Πρωθυπουργό.  Κύριε Πρωθυπουργέ, εσείς θα μεταφέρετε αυτό το αίτημα για ελάφρυνση του ελληνικού Προγράμματος, στο υψηλότερο πολιτικό επίπεδο, στην Ευρωπαϊκή ΄Ενωση; 

Μ. ΣΟΥΛΤΣ: Κατά την πρώτη παρέμβασή μου, το είπα ήδη ότι συμφωνώ μαζί σας.  Πράγματι, η Ελλάδα έχει πληγεί από δύο θεμελιώδη προβλήματα. Το ένα εξ αυτών είναι ότι είναι απαραίτητο να καταβληθεί κάθε δυνατή προσπάθεια, όχι μόνο για να εκπληρώσει η χώρα τα κριτήρια του Προγράμματος, αλλά και διότι αυτό που πραγματικά χρειάζεται είναι να  οικοδομήσει εμπιστοσύνη, να προσελκύσει επενδυτές, να έρθουν αυτοί στην Ελλάδα, να δημιουργήσουν θέσεις απασχόλησης.  Και αυτό που είπα προηγουμένως δεν είναι η προσωπική μου άποψη.  Είναι η άποψη των συναδέλφων μου στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Στην Ελλάδα χρειαζόμαστε τη βιώσιμη ανάπτυξη.  Πρέπει να δημιουργηθούν θέσεις απασχόλησης και αυτό είναι απαραίτητο και για τα κρατικά έσοδα,  γιατί οι θέσεις απασχόλησης αποφέρουν έσοδα. Και δεν πρέπει να μιλάμε μόνο για τις δαπάνες, ως σκέλος του Προϋπολογισμού, αλλά και για τα έσοδα στον Προϋπολογισμό. 

Καταλαβαίνετε πολύ καλά ότι ο αρμόδιος Επίτροπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είναι εδώ παρών στην Αθήνα.  Είναι φίλος μου, συζήτησα χθες μαζί του, συζήτησα και με τον Πρωθυπουργό και δεν θα εμπλακώ εγώ στις συζητήσεις που τρέχουν. 

Θέλω, όμως, για άλλη μια φορά, να υπογραμμίσω ότι αυτά που είπε ο Πρωθυπουργός που είναι απόλυτα σαφή-αναφέρθηκε στο θέμα της στέγασης, αναφέρθηκε στο θέμα του ΦΠΑ-αυτά είναι, αν θέλετε, συμβολικά θέματα.  Τα πήρα, όμως, πάρα πολύ σοβαρά υπ’ όψιν μου, θα τα πάρω στις αποσκευές μου για τις Βρυξέλλες, θα τα συζητήσω με τους εκπροσώπους των ευρωπαϊκών Θεσμών. 

Και θέλω, επίσης, να πω το εξής: Πράγματι, πρέπει να προστατεύσουμε την Ελλάδα με όλα τα δυνατά μέσα.  Από την άλλη όμως-και πάλι επ’ αυτού συμφωνώ με τον κύριο Πρωθυπουργό-η χώρα πρέπει να καλύψει τα κριτήρια των συμφωνιών που έχουν συναφθεί και συνομολογηθεί μεταξύ των Θεσμών. Διότι αυτή η τήρηση των κριτηρίων είναι το προαπαιτούμενο για να οικοδομηθεί εμπιστοσύνη και όχι εμπιστοσύνη με τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή οποιονδήποτε άλλο αξιωματούχο, αλλά εμπιστοσύνη κυρίως που να αφορά στους επενδυτές.  Να πεισθούν οι επενδυτές να επενδύσουν στην Ελλάδα, έτσι ώστε και η Ελλάδα να αποκτήσει βιώσιμο μέλλον.

Τώρα είμαι αισιόδοξος. Είμαστε σε μια φάση, όπου μπορούμε να ανακτήσουμε την εμπιστοσύνη και βεβαίως αυτό εξαρτάται από την ικανότητα της Κυβέρνησης να εφαρμόσει τα απαραίτητα μέτρα. 

Θεωρώ, βέβαια, από την άλλη πλευρά, ότι δεν πρέπει να απαιτούμε αντιπαραγωγικά μέτρα και γι’ αυτό, αυτά που είπα, τα λαμβάνω πολύ σοβαρά υπ’ όψιν μου.

Α. ΤΣΙΠΡΑΣ: Όπως σας έχω ενημερώσει, αυτός ο οποίος έθεσε το ζήτημα αυτό πρώτος στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, δηλαδή την ανάγκη για τις χώρες υποδοχής των μεγάλων ροών να υπάρξει μια χαλάρωση της εφαρμογής του δημοσιονομικού συμφώνου, του Συμφώνου Σταθερότητας, ήταν ο Πρόεδρος Σουλτς στο τελευταίο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.

Όμως, θα μου επιτρέψετε εγώ να επαναλάβω αυτά που τόνισα και στο Ελληνικό Κοινοβούλιο την προηγούμενη Παρασκευή.    Εμείς δεν ανταποκρινόμαστε στο ουμανιστικό μας, στο ανθρώπινο καθήκον, έχοντας ως κίνητρο να διεκδικήσουμε κάποια χαλάρωση ή κάτι παραπάνω ως επαίτες από τους Ευρωπαίους εταίρους.

Εμείς ανταποκρινόμαστε, ούτως ή άλλως, σ’ αυτό το καθήκον. Όταν άνθρωποι πεθαίνουν στις θάλασσές μας, όταν αβοήθητοι πρόσφυγες, κατά χιλιάδες, έρχονται στη χώρα μας, εμείς, ανεξάρτητα από το αν έχουμε ή δεν έχουμε – αυτή είναι, αν θέλετε, η αντίληψη της ελληνικής φιλοξενίας και η αντίληψή μας για το ανθρώπινο καθήκον μας – εμείς θα παρέχουμε βοήθεια. Και δεν θα το κάνουμε, έχοντας στο πίσω μέρος του μυαλού μας ότι θα έχουμε κάποια οφέλη. Να σας πω και κάτι;  Η ωφέλεια αυτή θα είναι μηδαμινή.

Καθημερινά, από την αρχή της κρίσης μέχρι σήμερα, δεν μπορεί κανείς να υπολογίσει το κόστος. Από τα κονδύλια της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης έχουμε εισπράξει μόνο 5,.9 εκατομμύρια από την αρχή της κρίσης.  Σκεφθείτε πόσα ξοδεύουμε καθημερινά για να είναι σε εικοσιτετράωρη επιφυλακή το Λιμενικό, η ακτοφυλακή της χώρας, ο στρατός, οι αστυνομικές δυνάμεις, οι δημόσιοι υπάλληλοι που δουλεύουν εκεί καθημερινά, τα έξοδα που κάνουμε για τη μεταφορά αυτών των ανθρώπων, για τις δυνατότητες πρώτης βοήθειας, το φαγητό τους.

Αλλά, όπως είπα, πώς κανείς μπορεί να υπολογίσει πόσο κοστίζει η ανθρωπιά, μια ζεστή αγκαλιά σε παιδιά που πνίγονται στις θάλασσες;  Δεν μπορεί κανείς να τα αποτιμήσει αυτά  και ούτε εμείς θέλουμε να τα αποτιμήσουμε. Υπ’ αυτή την έννοια, εμείς ό,τι έχουμε να διεκδικήσουμε, όχι για την ελάφρυνση, αλλά για μια δίκαιη εφαρμογή όσων συμφωνήθηκαν και όχι κάποιοι να παίζουν παιχνίδια προσθέτοντας καινούργια πράγματα, πέρα από αυτά που συμφωνήθηκαν, αυτό θα το κάναμε ούτως ή άλλως, ανεξάρτητα από το προσφυγικό πρόβλημα.

Όμως, μου δίνετε την ευκαιρία να προσθέσω κάτι ακόμα:  Οι τελευταίες εξελίξεις, η προσφυγική κρίση που θέτει σε κρίση και σε υπαρξιακή κρίση, θα έλεγα, όλη την Ευρώπη, αναδεικνύουν τι;  Αναδεικνύουν ότι κάποιοι που το καλοκαίρι σκέπτονταν και είχαν ετοιμάσει και σχέδια για την έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη, για το λεγόμενο Grexit, και μάλιστα χωρίς να λογαριάζουν τις συνέπειες, όχι μόνο τις οικονομικές, τις κοινωνικές, τις συνέπειες που θα είχε μια τέτοια εξέλιξη στη συνοχή της Ευρώπης, σήμερα, με αυτή την κρίση που περνά από την Ελλάδα σε όλη την Ευρώπη, αποδεικνύεται πόσο ανόητοι ήσαν. Και αν επιμένουν σε τέτοια σχέδια, μάλλον θα σημαίνει ότι δεν είναι απλά ανόητοι, αλλά και επικίνδυνοι.

Σας ευχαριστούμε για την προσοχή σας.

 

 

Τσίπρας: «Οχι» στην άρση περιορισμών στους πλειστηριασμούς α’ κατοικίας, ενώ προσφέρουμε στέγη σε χιλιάδες