O Μάριος Πλωρίτης έγραφε το 2002 για το Κυπριακό…

ΜΕΤΑ τους δύο «Αττίλες», έμβλημα των Κυπρίων (ανεπίσημο, αλλά εύγλωττο) έχει γίνει ένας χάρτης της διχοτομημένης Κύπρου, με τις λέξεις «Δεν ξεχνώ».

Εικοσιοχτώ χρόνιααργότερα, Κύπριοι, Ελλαδικοί και η λεγόμενη «διεθνής κοινότητα» καλούνται να ξεχάσουννα ξεχάσουν τα πάντα, την εισβολή και την κατοχή, τους νεκρούς και τους αγνοούμενους και τους πρόσφυγες, τους βανδαλισμούς και τις καταστροφές και τις βαρβαρότητες, που συνόδευσαν το τουρκικό γιουρούσι.

Γιατί η εκκολαπτόμενη «λύση του Κυπριακού» αυτή τη «φιλοσοφία» θαέχει:

την κατάργηση της μνήμης για τα τουρκικά εγκλήματα. Και όχι μόνο.

Αλλά και την κατάπτωση του διεθνούς δικαίου. Ήγουν τονθρίαμβο της αυθαιρεσίας και του βασιβουζουκισμού στις διακρατικές σχέσεις και την επιβράβευση των κακουργημάτων και των ανομημάτων.

Αν και δεν γνωρίζω τις προτάσεις που θα υποβάλει ο Γ. Γραμματέας του ΟΗΕ κ. Κόφι Ανάν (το άρθρο γράφεται μια εβδομάδα πριν δημοσιευτεί), νομίζω πως η επαπειλούμενη «λύση» έχει τις παρακάτω γλαφυρότατες παραμέτρους:

Α.Η τουρκική εισβολή του 1974 και τα συνακόλουθά της ανοσιουργήματα καταδικάστηκαν από όλους τους διεθνείς οργανισμούς με αυστηρότατα ψηφίσματα, αποφάσεις και τα τούτοις χάρτινα όμοια.

Σήμερα, τους δίνεται απόλυτο συγχωροχάρτι – πολύ επισημότερο από τα παλιά εκκλησιαστικά εκείνα, αφού δεν το υπογράφει κάποιος Πάπας αλλά ο εκπρόσωπος όλων σχεδόν των εθνών της Οικουμένης.

Και όχι μόνο: είναι και ασύγκριτα πιο πρωτότυπο και σαδιστικό, μια και θα το προσυπογράψουν και τα ίδια τα θύματα, οι Ελληνοκύπριοι.

Τα εγκλήματα διαγράφονταιόχι μόνο από το Ποινικό Μητρώο των σφαγέων, αλλά και από τη μνήμη των σφαγίων. Η αμνηστία επιβάλλει την αμνησία…

Β. Το ψευτοκράτος που χάλκευσαν ο Ντενκτάς και οι αφέντες του, δεν αναγνωρίστηκε, επί τρεις δεκαετίες, από καμιά χώρα του κόσμου, εκτός βέβαια από τη γεννήτορά του Τουρκία.

Τώρα, θ’ αναγνωριστεί πανηγυρικά απ’ όλα τα μέλη του ΟΗΕ, μη εξαιρουμένης της Ελλάδας, φυσικά.

Και όχιμόνο: θα κηρυχτεί ισότιμο με την ελληνοκυπριακή Δημοκρατία…

Και όχιμόνο: θα έχει ισότιμη νομή της εξουσίας ολόκληρου του νησιού…

Και όχιμόνο: θα καθιερωθεί (ίσως) εναλλασσόμενη Πρωθυπουργία της ομοσπονδίας…

Μ’ άλλαλόγια, οι Ελληνοκύπριοι που αποτελούν το 80% του πληθυσμού, θα εξισωθούν πολιτικά με το τουρκοκυπριακό 20%.

Θα υποχρεωθούν, να έχουν, για ένα Α χρονικό διάστημα, κυβερνήτη τους έναν«εκλεκτό» των εισβολέων, στον οποίο θα υπάγονται οι πολιτικές, διοικητικές, δικαστικές, στρατιωτικές αρχές και οι πολίτες άπαντες.

Έτσι, η Κυπριακή Δημοκρατία, που ήταν ένα κυρίαρχο και ανεξάρτητο κράτος, θα υποστεί μια βαριά «μείωση κεφαλής» (νομικά «capitis deminutio», μείωση πολιτικών δικαιωμάτων).

Η ισοτιμία επιβάλλει την «ατιμία»– όπως ονόμαζε το αρχαίο αθηναϊκό δίκαιο την ολική ή μερική στέρηση των δικαιωμάτων αυτών…

Γ. Ο εποικισμός των Κατεχόμενων από δεκάδες χιλιάδες Τούρκους εισαγόμενους απ’ την «μητέρα πατρίδα», είναι πασίγνωστο πως αποσκοπούσε στη δημογραφική αλλοίωση της υπόδουλης περιοχής.

Υπάρχει καμιά αμφιβολία πως, απ’ την ώρα που στο νέο κράτος θα είναι ελεύθερη η διακίνηση όλων των κατοίκων του, χιλιάδες έποικοι και μη θα εισορμήσουν στην οικονομικά εύρωστη περιοχή;

Υπάρχει καμιά αμφιβολίαπως χιλιάδες άλλοι απ’ την Ανατολία θα τους ακολουθήσουν (πάνω από ένα εκατομμύριο είναι οι τούρκοι άνεργοι και άπειροι άλλοι ζουν κάτω απ’ το επίπεδο της φτώχειας);;

Χρησιμοποιώνταςτην «τουρκοκυπριακή δημοκρατία» σαν γέφυρα φυγής απ’ την εξαθλίωση, και καταφυγής στην πλούσια και ευνομούμενη ελληνοκυπριακή πολιτεία;

Αυτή η «εξόρμηση προς τον νότο» (όπως το παλιό γερμανικό «Drang nach Osten», η εξόρμηση προς την Ανατολή) δεν θα δημιουργήσει μόνο ένα τεράστιο μεταναστευτικό πρόβλημα. Αλλά, προπάντων, θα πραγματοποιήσει το πάγιο όνειρο της Αγκυρας:

 

Τη δημογραφικήαλλοίωση ολόκληρης της Μεγαλονήσου, όπου οι (ταχύτατα αυξανόμενοι και πληθυνόμενοι) Τούρκοι θα φτάσουν ν’ αποτελούν αν όχι την πλειοψηφία, τουλάχιστο μιαογκώδη και απειλητική μειοψηφία.

 

Ο εποικισμός εγκυμονεί τον εκτουρκισμό…

Δ. «Χρειάζεταιμια λύση που να είναι βιώσιμη, να εξασφαλίζει ένα λειτουργικό κράτος και να εγγυάται την εφαρμογή του κοινοτικού κεκτημένου», είπε τις προάλλες στο Βερολίνο ο Πρωθυπουργός. Χρειάζεται, σίγουρα.

Αλλά πώς θα είναι βιώσιμο και λειτουργικό ένα κράτος με χαίνουσες τις πληγές του «Αττίλα», με συνεχή την απειλή εισβολής (ειρηνικής και μη) από βορρά, με δομές – όπως προδιαγράφεται περιπεπλεγμένων περιπλοκών, όπου καμιά σημαντική απόφαση δεν θα μπορεί να παρθεί χωρίς την έγκριση της τουρκοκυπριακής (δηλαδή, της τουρκικής) πλευράς;

Προπάντων, τι «κράτος δικαίου» (συμβατό με το «κοινοτικό κεκτημένο») θα είναι αυτό που θα στηρίζεται στηνομιμοποίηση των τουρκικών ανομιών, στη δικαίωση των εισβολέων, στην επιβράβευση των εγκλημάτων τουςμ’ ένα λόγο, στην αναίρεση του δικαίου και της μνήμης;

Και, όπως είναι γνωστό, «αναίρεση» δεν σημαίνει μόνο ακύρωση, αλλά και φόνος…

ΤΟ ΒΗΜΑ , 17-11-2002