Βρυξέλλες: Η ζωή επιστρέφει στην κανονικότητα

Της Αλεξάνδρας Βουδούρη

«Τι νέα έμαθες;» Αυτό είναι το ερώτημα, που θέτω στον εαυτό μου στη διάρκεια της επιστροφής από κάθε δημοσιογραφική αποστολή στο εξωτερικό. Όσο μεγαλύτερη η πτήση της επιστροφής, τόσο μεγαλύτερη και η δυνατότητα σύνθεσης των χιλιάδων πληροφοριών, που άκουσα, είδα, διάβασα στη διάρκεια κάθε τέτοιου ταξιδιού. Αποφάσισα πάντως να μην γράψω για τα όσα άκουσα από κοινοτικούς παράγοντες για την αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος και την προσφυγική κρίση, στο πλαίσιο σεμιναρίου, που διοργάνωσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Αρκετές, άλλωστε, από αυτές τις πληροφορίες τις μετέδωσα ήδη μέσω ανταποκρίσεων και μάλλον θα τις επαναλάβω στο προσεχές διάστημα. Αυτό, που δεν πρόλαβα να μεταδώσω επαρκώς ήταν μάλλον και το πιο σημαντικό και αφορά τη ζωή στις Βρυξέλλες, την «καρδιά» της Ε.Ε, μετά την 22α Μαρτίου.

«Η ζωή επιστρέφει στην κανονικότητα»

Η φράση ανήκει στον Βέλγο πρωθυπουργό Σαρλς Μισέλ, την περασμένη Τετάρτη, την ημέρα που 20Πίνακας με μηνύματα στο αεροδρόμιο Ζάβεντεμ στις Βρυξέλλεςαεροπορικές εταιρείες ξεκίνησαν εκ νέου πτήσεις από και προς το αεροδρόμιο Ζάβεντεμ των Βρυξελλών, δύο σχεδόν εβδομάδες, μετά το τρομοκρατικό χτύπημα της 22ας Μαρτίου. Σε 4 δισεκατομμύρια ευρώ υπολογίζεται έως τώρα το «κόστος» των τρομοκρατικών επιθέσεων, όπως διάβασα σε αγγλόφωνη βελγική εφημερίδα, όχι τόσο εξαιτίας των ζημιών στο αεροδρόμιο και το μετρό, όσο λόγω της κατακόρυφης πτώσης του τζίρου των επιχειρήσεων στο κέντρο των Βρυξελλών, αλλά και του ανενεργού έως την περασμένη Τετάρτη αεροδρομίου, Ζάβεντεμ. Η συνέντευξη Τύπου, που παραχώρησε ο Βέλγος πρωθυπουργός ήταν το βασικό θέμα σε όλα τα διεθνή και εγχώρια δίκτυα εκείνη την ημέρα. Οι επικρίσεις, που δέχθηκε ήταν αρκετές με αφορμή κυρίως το επιχείρημα, που χρησιμοποίησε για να αποδείξει ότι το Βέλγιο «δεν είναι αποτυχημένο κράτος». Ο Σαρλς Μισέλ έκανε το «λάθος» να συγκρίνει τον τρόπο, που χειρίστηκαν την υπόθεση οι βελγικές αρχές με εκείνον των αμερικανικών μετά την 11η Σεπτεμβρίου. «Το Βέλγιο χρειάστηκε λίγους μήνες για να συλλάβει τον Σαλά Αμπντεσλάμ. Για να σταματήσουν τον Μπιν Λάντεν, χρειάστηκαν 10 χρόνια» είπε. «Γκάφα του Σαρλς Μισέλ» ο τίτλος των περισσότερων δικτύων, που συνοδεύονταν από ένα πλάνο, όπου ο κυβερνήτης των Βρυξελλών, Ρούντι Βέρβουρτ φυσούσε άγαρμπα τη μύτη του, δίπλα στον Βέλγο πρωθυπουργό στη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου. Δικαιολογημένες οι επικρίσεις ειδικά με τον τρόπο που απάντησε ο Σαρλς Μισέλ, ωστόσο, η αλήθεια είναι ότι μόλις δύο εβδομάδες μετά το τρομοκρατικό χτύπημα οι Βρυξέλλες έχουν αρχίσει να κινούνται σε ρυθμούς «κανονικότητας», παρά τον δισταγμό επισκεπτών και κατοίκων να χρησιμοποιήσουν για παράδειγμα το Μετρό, για τις μετακινήσεις τους.

Την “κανονικότητα”«μαρτυρούν» τα γέλια των νέων, που πίνουν μπύρες έξω από μπαρ στην περιοχή Καρτιέ Σατλέν, γελαστοί τουρίστες σε καφέ στη Σαμπλόν, μητέρες με τα μωρά τους στα πάρκα της βελγικής πρωτεύουσας. Δεν γνωρίζω, βέβαια, εάν η «κανονικότητα» αυτή αφορά και τους κατοίκους του Μόλενμπεκ, της συνοικίας, που τράβηξε τα βλέμματα όλου του πλανήτη, από την ημέρα που έγινε γνωστό ότι πολλοί ύποπτοι των τρομοκρατικών επιθέσεων στο Παρίσι και τις Βρυξέλλες ζούσαν εκεί. Δεν είναι πια εκεί σίγουρα οι εκατοντάδες δημοσιογράφοι, που κάλυπταν τα γεγονότα μετά την 22α Μαρτίου και είναι βέβαιο ότι η παρουσία στρατού και αστυνομίας έχει ενισχυθεί.

Συνάδελφοι που ζουν στις Βρυξέλλες μου είπαν πως πάντα υπήρχε μια αόρατη ανησυχία για τη ριζοσπαστικοποίηση αρκετών νέων μουσουλμάνων στη λαϊκή αυτή συνοικία στο κέντρο της βελγικής πρωτεύουσας. Στην Ευρώπη, ωστόσο, πόσω δε μάλλον στην «καρδιά» της, όπως ανέφεραν σχολιάζοντας σχετικά κοινοτικές πηγές, δεν υπάρχει «κουλτούρα» παρακολουθήσεων, εξονυχιστικών ελέγχων και περιοριστικών «προληπτικών» μέτρων. Ακόμα και σήμερα δύο εβδομάδες μετά το χτύπημα του Μαρτίου, Επίτροποι, Ευρωβουλευτές, ανώτατοι κοινοτικοί αξιωματούχοι δεν έχουν την «πολυτέλεια» της ασφάλειας, της συνοδείας δηλαδή αστυνομικών. Δεν την είχαν και όπως φαίνεται δεν θα την αποκτήσουν και δεν είναι κάτι, που τους απασχολεί.

Όσο παράδοξο και αν ακουστεί, το γεγονός αυτό είναι εξόχως ανακουφιστικό. Αν το σκεφτεί κανείς είναι μια ευθεία «απάντηση» πως η Ε.Ε δεν αρκείται θεωρητικά να μιλά για βασικές αρχές «ελεύθερης διακίνησης», τις εφαρμόζει- πόσω δε μάλλον στην «πρωτεύουσά» της, από τους ανθρώπους που την κυβερνούν- παρά τα όσα «χτυπήματα» δέχεται για σοβαρή έλλειψη μέτρων «ασφάλειας».

«Δεν υπάρχει κουλτούρα εξονυχιστικών ελέγχων»

Πρόχειρη κατασκευή στο αεροδρόμιο Ζάβεντεμ στις Βρυξέλλες, μετά τις τρομοκρατικές επιθέσειςΗ φράση αυτή από αξιωματούχο της Κομισιόν με ακολουθούσε έως στο τέλος της αποστολής και την άφιξης στο αεροδρόμιο Ζάβεντεμ, την περασμένη Παρασκευή. Η απεργία των ελεγκτών εναέριας κυκλοφορίας στην Ελλάδα ακύρωσε την προγραμματισμένη αναχώρησή της δημοσιογραφικής αποστολής από τη Λιλ, της Γαλλίας την Πέμπτη και προκειμένου να φύγουμε νωρίς την Παρασκευή, έπρεπε να πετάξουμε με άλλη εταιρεία, από το Ζάβεντεμ. Η αλήθεια είναι ότι, παρά την προοπτική μιας ταλαιπωρίας εξονυχιστικών ελέγχων, το γεγονός ότι, θα φεύγαμε από το βελγικό αεροδρόμιο, αποτελούσε μια πολύ καλή ευκαιρία να δούμε πώς λειτουργεί πλέον, μετά την 22α Μαρτίου. Η άφιξη στο αεροδρόμιο γίνεται σχεδόν 4 ώρες πριν από την πτήση, ενώ ο έλεγχος των επιβατών γίνεται πλέον προτού μπει κανείς στο κτίριο του αεροδρομίου σε μια αίθουσα προκάτ, όπου οι αρχές ζητούν διαβατήριο (για πρώτη φορά γίνεται ταυτοποίηση διαβατηρίου- επιβάτη, καθώς στο παρελθόν απλά κοιτούσαν μόνο το ταξιδιωτικό έγγραφο και όχι τον κάτοχό του) καθώς και έλεγχο των αποσκευών μέσω των ειδικών μηχανημάτων, που υπάρχουν συνήθως εντός των αεροδρομίων. Οι αποσκευές, που παίρνει ο επιβάτης μαζί του στο αεροπλάνο ελέγχονται διπλά, αλλά όχι τόσο εξονυχιστικά, όσο θα περίμενε κανείς ειδικά υπό αυτές τις συνθήκες. Συζητώντας με τους συναδέλφους το γεγονός ότι, δεν ήταν τόσο αυξημένοι- όσο τουλάχιστον περιμέναμε- οι έλεγχοι μου ήρθε στο νου η εκτίμηση Γερμανών αναλυτών, μετά το χτύπημα στις Βρυξέλλες, σχετικά με τα μέτρα, που πιθανώς θα έπρεπε πλέον να πάρουν τα ευρωπαϊκά αεροδρόμια. «Η Ευρώπη δεν μπορεί να γίνει ξαφνικά Ισραήλ ή ΗΠΑ ή Ρωσία» είχαν πει τότε. Παρά το γεγονός ότι, μια τέτοια εκτίμηση αποτελεί «βούτυρο στο ψωμί» των ευρωσκεπτικιστών, αυτή είναι ή καλύτερα θα πρέπει να είναι η «απάντηση» της διαφορετικότητας της Ε.Ε. Γι’ αυτή τη διαφορετικότητα μαχόμαστε και θα συνεχίσουμε να το κάνουμε – ειδικά σήμερα – όλοι όσοι εξακολουθούμε να πιστεύουμε ότι χρειάζεται -όσο ποτέ άλλοτε – περισσότερη Ευρώπη απέναντι στις συνεχιζόμενες κρίσεις, που αντιμετωπίζει το ευρωπαϊκό εγχείρημα της ενοποίησης.

Πηγή