Η κατάσταση της αμερικανικής οικονομίας αυξάνει τις πιθανότητες του Ντόναλντ Τραμπ να κερδίσει την προεδρία

 

Του Λάρι Έλιοτ *

Οι ειδικοί έλεγαν ότι δεν θα συνέβαινε ποτέ. Δεν υπήρχε περίπτωση να κερδίσει ο Ντόναλντ Τραμπ το χρίσμα του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος για την προεδρία. Είναι δυνατόν ένας δισεκατομμυριούχος που δεν έχει εκλεγεί πουθενά, που δεν τον εμπιστεύεται η κομματική ιεραρχία, που στερείται πολιτικού μηχανισμού και που του αρέσει να σοκάρει, να κερδίσει το χρίσμα και να «χτυπήσει» την προεδρία;
Φαίνεται πως είναι.

Οι ειδικοί έλεγαν επίσης ότι ο Τραμπ δεν έχει καμιά τύχη απέναντι στην Χίλαρι Κλίντον. Μέχρι πρόσφατα, οι δημοσκοπήσεις έδιναν στη δεύτερη μια άνετη διαφορά δέκα μονάδων. Ήδη όμως η ψαλίδα δείχνει να κλείνει. Και το διάστημα των έξι μηνών που απομένει μέχρι τις εκλογές είναι μεγάλο. Στην πραγματικότητα, δεν αποκλείεται καθόλου διάδοχος του Ομπάμα να είναι ο Τραμπ. Σημαντικό ρόλο παίζει και η αμερικανική οικονομία.

Το πρώτο που πρέπει να αναγνωρίσει κανείς είναι ότι η οικονομία αντιμετωπίζει δυσκολίες. Η ανάπτυξη έπεσε σε ένα ετήσιο ποσοστό 0,5% κατά το πρώτο τρίμηνο του έτους. Και αντίθετα με τα προηγούμενα χρόνια, δεν μπορεί να αποδοθεί στην κακοκαιρία.

Θέσεις εργασίας εξακολουθούν να δημιουργούνται, αλλά με βραδύτερο ρυθμό. Η επενδυτική δραστηριότητα είναι μικρή, με τις επιχειρήσεις να επωφελούνται από τα χαμηλά επιτόκια για να αγοράζουν ξανά τις μετοχές τους αντί να επενδύουν σε νέα εργοστάσια και νέο εξοπλισμό. Μικρή είναι και η αύξηση της παραγωγικότητας.

Αντιστοίχως μικρή είναι, ως αποτέλεσμα, και η αύξηση των μισθών: Μόλις 2,5% τον χρόνο, παρόλο που η ανάκαμψη από την ύφεση του 2008- 09 βρίσκεται πια στον όγδοο χρόνο. Ακόμη και αυτή η αύξηση, όμως, είναι αρκετή για να συμπιέζει τα κέρδη των επιχειρήσεων.

Στην καλύτερη περίπτωση, η αμερικανική οικονομία θα αναπτυχθεί φέτος κατά 2%. Αρκεί όμως ένα μικρό ατύχημα για να σημειώσει κάμψη λίγο πριν από τις εκλογές του Νοεμβρίου. Και αυτό θα είναι ευλογία για τον Τραμπ.

Το δεύτερο σημείο που πρέπει κανείς να παρατηρήσει είναι ότι εκατομμύρια Αμερικανοί αισθάνονται πως έχουν εγκαταλειφθεί. Από την αναιμική ανάκαμψη έχουν επωφεληθεί οι Ολίγοι. Και ο Τραμπ, παρόλο που είναι δισεκατομμυριούχος, έχει εκμεταλλευτεί αυτό το γεγονός. Όπως και ο Σάντερς.

Η πολιτική δυναμική που έχει δημιουργηθεί επιτρέπει στον Τραμπ να εμφανίζεται ως ο «αντισυστημικός» υποψήφιος που εκφράζει τις ανησυχίες του απλού πολίτη. Οι θέσεις του είναι καθαρά λαϊκιστικές: Θέλει να μείνουν χαμηλά τα επιτόκια και να αυξηθούν ο ελάχιστος μισθός και οι απολαβές των στρατιωτικών. Θέλει να αυξηθούν σημαντικά οι δαπάνες για τις υποδομές, να επιβληθούν δασμοί 40% σε εισαγόμενα αγαθά, να ακυρωθούν οι συμφωνίες ελευθέρου εμπορίου και να ελεγχθεί αυστηρά η μετανάστευση.

Μερικά από τα σχόλιά του χαρακτηρίζονται από οικονομικό αναλφαβητισμό. Λέει ότι θα επωφεληθεί από το γεγονός ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορούν να δανείζονται σε ελκυστικά επιτόκια για να χρηματοδοτήσει τα σχέδιά του. Ως εδώ καλά. Ακόμη και πολλοί Δημοκρατικοί συμφωνούν μαζί του. Ο Τραμπ λέει όμως ακόμη ότι αν δαπανήσει πολλά χρήματα για να κατασκευάσει δρόμους και γέφυρες, δεν θα διστάσει να κηρύξει στάση πληρωμών του αμερικανικού χρέους. Αυτό, φυσικά, στέλνει σαφές μήνυμα στους επενδυτές που θα ήταν διατεθειμένοι να δανείσουν χρήματα στην αμερικανική κυβέρνηση για τη χρηματοδότηση τέτοιων προγραμμάτων. Αν υπάρχει πιθανότητα η Ουάσινγκτον να αθετήσει τα χρέη της, τότε τα επιτόκια θα αυξηθούν ώστε να ληφθεί υπόψη αυτός ο κίνδυνος.

Το ίδιο ισχύει για το σενάριο εκδίωξης της Τζάνετ Γέλεν από τη Fed. Ο Τραμπ δεν διαφωνεί με τη στρατηγική της αμερικανικής Κεντρικής Τράπεζας για τη διατήρηση των επιτοκίων σε χαμηλά επίπεδα. Το πρόβλημά του είναι ότι η Γέλεν είναι Δημοκρατική. Η απειλή του να την αντικαταστήσει με έναν Ρεπουμπλικανό καθιστά τη μελλοντική νομισματική πολιτική της χώρας λιγότερο σίγουρη, κάτι που μπορεί και πάλι να οδηγήσει σε αύξηση των μακροπρόθεσμων επιτοκίων.

Ποιος ξέρει, μπορεί ο Τραμπ να έχει κάτι στο μυαλό του. Οι εμπρηστικές του δηλώσεις προκαλούν προβλήματα στην αμερικανική οικονομία, γεγονός που τον ευνοεί. Η Χίλαρι Κλίντον θα επιρρίψει βέβαια σε αυτόν την ευθύνη, χαρακτηρίζοντάς τον ακατάλληλο για τον Λευκό Οίκο. Γνωρίζει καλά όμως από την εμπειρία του 1992, όταν ο σύζυγός της διεκδικούσε την προεδρία, πόσο σημαντικό ρόλο παίζει η οικονομία στις προεδρικές εκλογές. Από τη δική της σκοπιά, όσο περισσότερο καθυστερήσει η Γέλεν την αύξηση των επιτοκίων, τόσο το καλύτερο.

Ας υποθέσουμε ότι το καλοκαίρι θα σημειωθεί ένα κραχ στη Γουόλ Στριτ. Ποιον θα εμπιστευθούν οι Αμερικανοί: Τον έμπειρο ή τον αουτσάιντερ; Ο Τραμπ δεν έχει ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα, πιστεύει όμως ότι η αμεσότητά του έχει μεγαλύτερη απήχηση στους ψηφοφόρους από τα ξερά επιχειρήματα της αντιπάλου του. Η Χίλαρι θα δεχθεί επιθέσεις από τα αριστερά για ορισμένα θέματα και από τα δεξιά για άλλα. Τίποτα δεν έχει κριθεί.

(Πηγή: The Guardian-ΑΠΕ-ΜΠΕ)

* Ο Λάρι Ελιοτ είναι αρχισυντάκτης οικονομικών θεμάτων της Guardian