Προοπτική και ευθύνη μιας ριζικής συνταγματικής αναθεώρησης

 

Γράφει  ο Γιώργος Γεραπετρίτης 

Η μεταπολίτευση εισέφερε στην Ελλάδα μια μακρά περίοδο συνταγματικής ομαλότητας για την οποία, γνωρίζοντας την κυμαινόμενη πολιτική μας ιστορία, όλοι οφείλουμε να είμαστε ευγνώμονες. Εντούτοις,  η ομαλότητα αυτή οδήγησε σε μια θεσμική αδράνεια που συντήρησε δομές οι οποίες αποτελούν σοβαρή ανάσχεση σε μια ουσιαστική εξέλιξη του κράτους, όπως είναι οι πελατειακές σχέσεις, η στατική και γραφειοκρατική διοίκηση, η κρατικιστική αντίληψη περί ανάπτυξης και η ευμετάβολη νομοθεσία. Η έκρηξη της σοβούσας οικονομικής κρίσης είναι αποτέλεσμα και της έλλειψης σταθερών θεσμικών αναχωμάτων, ανέδειξε δε και τα όρια του συνταγματικού κράτους. Στο πνεύμα αυτό, σήμερα, περισσότερο από ποτέ, απαιτείται μια βαθιά συνταγματική αναδιάταξη, που δεν θα έχει χαρακτήρα σημειακό αλλά ριζικό και καινοτόμο. 

Το αναθεωρητικό αυτό εγχείρημα οφείλει να λαμβάνει υπ’ όψιν του πέντε βασικές παραδοχές: Παραδοχή πρώτη: Το Σύνταγμα, ως υπέρτατος νόμος του κράτους, οφείλει να διέπεται από σημειολογική οικονομία, ώστε να επιτρέπει την προσαρμογή του στον χρόνο, χωρίς την ανάγκη άσκοπων αναθεωρήσεων και να καταλείπει την ευχέρεια στη νομιμοποιημένη πολιτική εξουσία να εφαρμόζει τις πολιτικές της, εντός των ορίων του. Παραδοχή δεύτερη: Το Σύνταγμα δεν έχει χαρακτήρα εφήμερο αλλά διαρκή. Θα πρέπει κατά τούτο να είναι προοπτικό και οραματικό, να εξασφαλίζει σταθερές και διαρκείς δομές διακυβέρνησης και να καθιερώνει ένα σύστημα λήψης αποφάσεων, το οποίο θα λαμβάνει υπ’ όψιν του και τις επόμενες γενεές. Παραδοχή τρίτη: ο καταστατικός χάρτης της χώρας οφείλει να ενσωματώνει τις αξίες του ευρωπαϊκού πολιτισμού και του συνταγματικού πλουραλισμού, διασφαλίζοντας την πορεία της χώρας εντός της ευρωπαϊκής οικογένειας και ενσωματώνοντας τις αρχές του δικαίου της Ευρωπαϊκής  Ένωσης και της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, που έχουν μεταπολεμικά στηρίξει το ευρωπαϊκό οικοδόμημα σε επίπεδο θεσμών και κράτους δικαίου αντιστοίχως. Παραδοχή τέταρτη: το Σύνταγμα οφείλει να λειτουργεί και με τρόπο παιδαγωγικό, ώστε να διαμορφώνει τη νοοτροπία κυβερνώντων και πολιτών και να καλλιεργεί τη συλλογική αυτοσυνειδησία. Παραδοχή πέμπτη: το Σύνταγμα συνιστά εγγύηση για τις ανθρώπινες ελευθερίες και περιορισμό για τα κρατικά όργανα αλλά όχι από μόνο του συνθήκη ευημερίας των πολιτών και άρα θεσμική πανάκεια. 

Υπό το φως των ανωτέρω, δημοσιεύτηκε με την Καθημερινή της 5ης Ιουνίου και θα εκδοθεί σε πλήρη μορφή από τις εκδόσεις Μεταίχμιο, η πρόταση «Ένα καινοτόμο Σύνταγμα για την Ελλάδα», την οποία συνέταξαν οι Αλιβιζάτος, Βουρλούμης, Κτιστάκις, Μάνος, Σπυρόπουλος και ο υπογράφων. Η πρόταση στηρίζεται στους ακόλουθους άξονες:

Πρώτον, ενίσχυση της κοινοβουλευτικής λειτουργίας του πολιτεύματος, με ενδυνάμωση των δικαιωμάτων των κοινοβουλευτικών μειοψηφών και με διενέργεια εκλογών σε τακτό χρόνο, πέρα από πολιτικές σκοπιμότητες. Δεύτερον, ενίσχυση του Προέδρου της Δημοκρατίας, με εκλογή για έξι έτη από διευρυμένο σώμα εκλεκτόρων και αρμοδιότητες να συγκαλεί το Υπουργικό Συμβούλιο και το Συμβούλιο Πολιτικών Αρχηγών, να διαλύει τη Βουλή αν, κατά τη κρίση του, η σύνθεσή της βρίσκεται σε δυσαρμονία προς το λαϊκό αίσθημα, να προκηρύξει κατά τη διάρκεια της θητείας του ένα δημοψήφισμα για κρίσιμο εθνικό θέμα και να επιλέγει τα μέλη των ανεξαρτήτων αρχών και τον υπηρεσιακό υφυπουργό που προΐσταται οργανικά του σώματος των δημοσίων υπαλλήλων. Τρίτον, διασφάλιση της ορθολογικής διοίκησης και δημοσιονομικής λειτουργίας, με την εισαγωγή  δημοσιονομικών κανόνων σε όλα τα επίπεδα κρατικής οργάνωσης για ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς και περιορισμένο δανεισμό, με έλεγχο από ανεξάρτητο φορέα με υψηλές εγγυήσεις και κύρος, με διασφάλιση της αξιοκρατίας και διαφάνειας στη δημόσια διοίκηση, με δημιουργία ανώτατου δημοσιοϋπαλληλικού σώματος που διαχειρίζεται κρίσιμη ύλη της διοικητικής λειτουργίας του κράτους και με ασφαλές φορολογικό και επενδυτικό περιβάλλον. Τέταρτον, ισχυροποίηση της τοπικής αυτοδιοίκησης, με αυτοτελείς πόρους που δεν θα επιβαρύνουν τον κρατικό προϋπολογισμό και με πιστοποιημένη λογοδοσία και έλεγχο και από τους ίδιους τους πολίτες. Πέμπτον, συρρίκνωση των πολιτικών προνομίων, με περιορισμό της βουλευτικής και υπουργικής ασυλίας,  με ανεξάρτητο έλεγχο των οικονομικών των κομμάτων, με  απαγόρευση με δικαστική απόφαση της συμμετοχής σε εκλογές πολιτικού κόμματος,  η ηγεσία του οποίου παροτρύνει συστηματικά ή ανέχεται τη χρήση βίας και με ασυμβίβαστο των υπουργών να κατέχουν βουλευτικές θέσεις. Έκτον, καθιέρωση βασικών αρχών του εκλογικού συστήματος, ώστε οι μισές τουλάχιστον εκλογικές  περιφέρειες να είναι μονοεδρικές, με κατάργηση του σταυρού προτίμησης και με καθιέρωση της κατηγορίας βουλευτών για τους εκτός Επικρατείας Έλληνες. Έβδομον, ανασυγκρότηση της δικαιοσύνης, με την εισαγωγή του θεσμού της ενιαίας δικαιοδοσίας, ώστε να μην υφίστανται περισσότερα ανώτατα δικαστήρια, με επιλογή δικαστών και μεταξύ διαπρεπών νομικών, με επιλογή των ανώτατων δικαστών χωρίς κυβερνητική παρέμβαση και με αύξηση του ορίου ηλικίας για την αποχώρηση των δικαστών. 

Η ανωτέρω πρόταση έρχεται σε μια χρονική συγκυρία κατά την οποία ανοίγει και σε επίπεδο πολιτικό η συζήτηση για την αναθεώρηση, με τις προτάσεις της κυβερνητικής πλειοψηφίας και της αξιωματικής αντιπολίτευσης να αναμένονται εντός του Ιουλίου. Η συζήτηση αυτή εξυπηρετείται από την ομόθυμη κατανόηση ότι έχει έλθει το πλήρωμα του χρόνου για μια γενναία και ριζική αναθεώρηση. Εντούτοις, η συζήτηση αυτή θα πρέπει να διεξαχθεί σε ένα περιβάλλον γνήσια διαβουλευτικό, όπου οι πολιτικοί σχηματισμοί της χώρας θα πρέπει να είναι έτοιμοι να συζητήσουν και, αν χρειαστεί, να μεταβάλουν τις απόψεις τους για το καλό της χώρας. Η αναθεώρηση του Συντάγματος δεν προσφέρεται, ιδιαίτερα σήμερα, ως πεδίο εξυπηρέτησης πολιτικών σκοπιμοτήτων και άσκοπης αντιπαράθεσης με πρόφαση ένα στείρο ιδεολογικό περίβλημα. Η δε διαδικασία της αναθεώρησης, όπως υφίσταται σήμερα και έως την απλοποίησή της με θεσμικά μέσα, θα πρέπει να τηρηθεί τυπικά, χωρίς παράπλευρες ενέργειες, όπως το εξαγγελθέν δημοψήφισμα, το οποίο είναι αντίθετο στο Σύνταγμα, υπονομεύει την αυστηρότητά του και δημιουργεί χωρίς λόγο συνθήκες κοινωνικής πόλωσης. Το σύνολο του πολιτικού προσωπικού της χώρας θα πρέπει, με αίσθηση ευθύνης προς τους πολίτες, να μεριμνήσει ώστε η συνταγματική αναθεώρηση να αποτελέσει το λυκαυγές για τον ουσιαστικό θεσμικό εκσυγχρονισμό στη χώρα.

 

 

Αναπληρωτής Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου Νομικής Αθηνών 

 

Πηγή