Λαϊκισμός και αναθεώρηση του Συντάγματος

Γράφει η Νίκη Καλτσόγια

Ο λαϊκισμός ως όρος έχει  εισέλθει στην καθημερινή πολιτική ορολογία,  με ποιο κοινή έννοια   αυτή  της δημαγωγίας, την οποία φαίνεται να έχει υποκαταστήσει.. Δημαγωγός ή και δημαγωγία– είναι αρχαίες λέξεις της ελληνικής γλώσσας, και ερμηνεύονται συνήθως με αρνητικό περιεχόμενο, δηλ. εκείνου που με κολακεία και ψεύδη καθοδηγεί το δήμο το λαόόπως θα λέγαμε σήμερα. Όμως οι διαφορές του όρουδημαγωγίακυρίως,   από τον όρο λαϊκισμός είναι εξαιρετικά σημαντικές. Ιδιαίτερα ο όρος λαϊκισμός έχει αποτελέσει  μέχρι σήμερα αντικείμενο επιστημονικής διερεύνησης, όπως φαίνεται από την πλούσια βιβλιογραφία που αναφέρεται στον όρο αυτόν.

Ακόμα όμως και για τους επιστήμονες αναλυτές και ερευνητές των κοινωνικών φαινομένων ο όρος και η έννοια λαϊκισμός είναι  δυσπροσδιόριστος. Θα είχε ασφαλώς ενδιαφέρον να αναφέρω τους βασικούς  τύπους πολιτικών φαινομένων που χαρακτηρίζονται ως λαϊκισμοί. Π.χ. ριζοσπαστικά κινήματα αγροτών, λαϊκιστική δημοκρατία, με  προοδευτικό, αλλά και άλλα με αντιδραστικό χαρακτήρα. Κοινό χαρακτηριστικό πάντως όλων των λαϊκισμών είναι η προσφυγή στο λαό για την έκφραση της βούλησής του, για τον τρόπο επίλυσης  όλων των κοινωνικών και πολιτικών προβλημάτων.

Οι μελέτες του Edward Shills επαληθεύoνται  σήμερα στην ελληνική πολιτική πραγματικότητα, ίσως περισσότερο από κάθε άλλη ιστορική περίοδο του τόπου, με κύριο παράδειγμα την πρόταση του κυβερνώντος κόμματος του ΣΥΡΙΖΑ  για τον τρόπο αναθεώρησης του ισχύοντος Συντάγματος της χώρας, με τη διαδικασία έκφρασης της βούλησης του λαού για κάθε θέμα που ανήκει  στην ύλη του.  Αυτή η βούληση του κυβερνώντος κόμματος εκδηλώθηκε με ανακοινώσεις στον τύπο και κομματικές συλλογικές αποφάσεις,  και  κατά τρόπο  πανηγυρικό και φαντασμαγορικό, και με μεγάλο συμβολισμό, στις 25 Ιουλίου, την επόμενη της επετείου της πτώσης της χούντας το 1974 και της επανόδου της χώρας στη δημοκρατία,  στον προαύλιο χώρο της Βουλής, από τον ίδιο τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα.

Όμως δεν είναι η πρώτη φορά που μετά το Σύνταγμα του 1952  η αναθεώρησή του προβάλλεται με τρόπο πανηγυρικό θα έλεγα και ως πανάκεια για την επίλυση όλων των πολιτικών κυρίως προβλημάτων της χώρας. Πρώτη ήταν η πρόταση της κυβέρνησης της ΕΡΕ υπό τον Κωνσταντίνο Καραμανλή το 1963, που τελικά ματαιώθηκε, λόγω των πολιτικών γεγονότων που ακολούθησαν και τελικά οδήγησαν στην ανατροπή του δημοκρατικού πολιτεύματος από τη χούντα του 1967. Στην περίοδο της δικτατορίας της θεσπίστηκαν δύο «συντάγματα»: Του 1968 και 1968/1973 με ανατροπή μάλιστα της βασιλευόμενης μορφής του πολιτεύματος. Η πτώση της χούντας του 1967, μετά τα δραματικά πολιτικά γεγονότα του πραξικοπήματος στην Κύπρο για την ανατροπή του εκλεγμένου προέδρου της Εθνάρχου Μακαρίου.

To πρώτο Σύνταγμα της μεταπολίτευσης,  το Σύνταγμα του 1975, που ψηφίστηκε από την Ε΄ Αναθεωρητική Βουλή αποτελεί αναμφισβήτητα το μεγαλύτερο γεγονός μέχρι σήμερα της επανόδου της χώρας στη δημοκρατία. Aποτελεί κυριολεκτικά σταθμό στη συνταγματική ζωή του τόπου. Εντούτοις  το Σύνταγμα αυτό δεν ψηφίστηκε από όλα τα κόμματα της ιστορικής αυτής αναθεωρητικής Βουλής, ενώ διατυπώθηκε σαφής δήλωση αλλαγής του, προκειμένου να αφαιρεθούν  οι  θεωρούμενες ως «υπερεξουσίες» αρμοδιότητες του Προέδρου της Δημοκρατίας. Έτσι η πρώτη αναθεώρηση   που έγινε από το ΠΑΣΟΚ μετέβαλε σε πρωθυπουργοκεντρικό  το χαρακτήρα του Συντάγματος. Ακολούθησε η ευρεία και συναινετική, κατά ένα βαθμό αναθεώρηση του 2001, από τη Ζ΄ Αναθεωρητική Βουλή. Ακολούθησε η πολύ περιορισμένη αναθεώρηση του 2008 από την Η΄Αναθεωρητική Βουλή  Και η κίνηση για νέα αναθεώρηση επανήλθε στην πολιτική σκηνή με την επάνοδο στην εξουσία του ΠΑΣΟΚ  το 2009.

Ασφαλώς δεν είναι δυνατή στο μικρό αυτό άρθρο η αναφορά στις αλλαγές που επήλθαν με τις αναθεωρήσεις αυτές. Το μόνο που είναι όμως βέβαιο είναι ότι κάθε αλλαγή κόμματος στην εξουσία συνοδεύτηκε και απόαναθεώρηση  (!) του Συντάγματος, γεγονός που δείχνει την έλλειψη σεβασμού όλων  των πολιτικών δυνάμεων του τόπου στο Σύνταγμα! Και ασφαλώς δεν είναι μόνο οι αναθεωρήσεις  του Συντάγματος, αλλά κυρίως η μη εφαρμογή ουσιωδών διατάξεών τους, που κατοχύρωναν βασικές αρχές νομιμότητας και κράτους δικαίου. Η έλλειψη σεβασμού στις αρχές και ακόμη στους κανόνες του Συντάγματος είναι πάγιο φαινόμενο της συνταγματικής μας ζωής, που οφείλεται στο ρεβανσισμό και στην πόλωση που χαρακτηρίζουν τις πολιτικές ηγεσίες του τόπου. Το γενικό συμπέρασμα είναι ότι ο σεβασμός των πολιτικών μας δυνάμεων στο ισχύον Σύνταγμα είναι άγνωστος. Αντίθετα η ισχύς των διατάξεών του εμπλέκονται στη «δίνη» των εκάστοτε πολιτικών κρίσεων, για την επίτευξη πολιτικών σκοπών. Συγκεκριμένα αναφέρομαι στις διατάξεις για την εκλογή Προέδρου της δημοκρατίας, (άρθ. 32που επιβάλλουν τη διάλυση της βουλής και προσφυγή σε εκλογές, εάν δεν επιτευχθεί η αναγκαία πλειοψηφία των δύο τρίτων του συνολικού αριθμού των βουλευτών.για την εκλογή νέου Προέδρου από την υπάρχουσα βουλή.  Αυτή τη λύση εκβίασε το 2009 ο τότε αρχηγός του ΠΑΣΟΚ, Γεώργιος Παπανδρέου, σε μια πολύ κρίσιμη για τον τόπο ιστορική φάση. Στην ίδια επιλογή κατέληξε και ο ΣΥΡΙΖΑ  το 2015 για να εξαναγκάσει την παραίτηση της Κυβέρνησης συνασπισμού Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ και προσφυγή σε εκλογές. Τη διαδικασία αυτή χαρακτήρισα «συνταγματικό bypass», με όλες τις παρενέργειες της προηγμένης αυτής ιατρικής μεθόδου («Η επιστροφή του Κάλχα», ηλ/κή εφ. Ελεύθερη Ζώνη, 13.7.2015).

Και στη σημερινή τραγική για τον τόπο περίοδο, που μαστίζεται από την απίστευτη οικονομική κρίση και την εξάρτηση της επιβίωσής της χώρας από την Ε.Ε. και το Δ.Ν.Τ.  με τις δεσμεύσεις των μνημονίων, και  πάλι  η αναθεώρηση του Συντάγματος προβάλλεται ως πανάκεια για το ξεπέρασμα της κρίσης και την ομαλή λειτουργία του πολιτεύματος και τη διασφάλιση των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων. Δηλαδή, για μια ακόμα φορά το Σύνταγμα εμπλέκεται στη δίνη της κρίσης.(Βλ. σχετικό άρθρο μου με τίτλο «Το Σύνταγμα στη δίνη της κρίσης. Αναθεώρηση ή αναζήτηση άλλων λύσεων;», σε π. Ηλιαία, Απρίλιος 2014), Η κίνηση για τη νέα και μάλιστα ριζική  αναθεώρηση του Συντάγματος που πήρε εντυπωσιακά δυναμικό χαρακτήρα δεν είναι νέα. Ήδη στις 30 Ιουνίου 2011, ο τότε Πρόεδρος της Ν,Δ. Αντώνης Σαμαράς έκανε την ακόλουθη δήλωση: «Ήρθε η ώρα μέσα από την κρίση να ανοίξει ο δρόμος για τη Νέα Μεταπολίτευση. Γιατί μέσα από την κρίση που βιώνουμε αυτόν τον καιρό, προβάλλει η  ιστορική ανάγκη  για μεγάλες και βαθιές τομές στη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματός μας. Αυτήν την ιστορική ανάγκη υπηρετεί η σημερινή υπεύθυνη πρόταση της Νέας Δημοκρατίας για τη Νέα Μεταπολίτευση, που θα οδηγήσει στη Νέα Ελλάδα.» (!) Ουσιαστικά  οι συζητήσεις για τη «νέα ριζική αναθεώρηση»  ξεκίνησαν  μετά τις εκλογές του  2012  και μάλιστα με μεγάλη δημοσιότητα και δημόσιες επιστημονικές εκδηλώσεις και προκλητικές δηλώσεις στον τύπο. Χαρακτηριστικά αναφέρω τη συνέντευξη του ανώτατου στελέχους του ΣΥΡΙΖΑ  Νίκου Κωνσταντόπουλου στην εφ. ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, της 10.3.2013 «Στα όρια της συντακτικής αναθεώρησης», Προτείνει ριζική αναθεώρηση  ύστερα από ένα συνταγματικό δημοψήφισμα» «Είναι μοναδική ιστορική δυνατότητα, μετά το 1974, για μια συνολική και ριζοσπαστική αναθεώρηση της Ελληνικής Πολιτείας, με σαφείς στόχους. Τον εκδημοκρατισμό της δημοκρατίας, την ανάκτηση και εμβάθυνση της κοινωνικής δικαιοσύνης, τη θεσμική και κοινωνική αποκατάσταση των απωλειών στα κυριαρχικά δικαιώματα. Την πολιτική αυτονομία, την κοινωνική συνοχή και την προστασία της εργασίας, την πρόβλεψη και λειτουργία θεσμών λαϊκής συμμετοχής, δημοψηφισμάτων, κοινωνικοπολιτικών ελέγχων, τη λειτουργική αποκατάσταση Βουλής, Προεδρίας και διακυβέρνησης, από την κηδεμόνευση του πρωθυπουργικοκεντρισμού, ..κ.ά»! Ανάλογες θέσεις υποστήριζε δια του τύπου και ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας.

Όμως η όλη αυτή δυναμική προβολή της εξαγγελίας ριζικής μάλιστα αναθεώρησης του Συντάγματος  διακόπηκε  και δεν αναφέρεται καν στη σημερινή κίνηση αναθεώρησης.   Είναι αδύνατη ασφαλώς εδώ η αναφορά στις προτάσεις για την αναθεώρηση του Συντάγματος, που προτείνονται για την επίλυση των οικονομικών και άλλων προβλημάτων, που  φαίνεται να έχει γενικότερη αποδοχή, όπως δείχνει η καθημερινή αρθρογραφία στον τύπο ημερήσιο και περιοδικό, Ελάχιστες  συγκριτικά είναι επιφυλάξεις και περισσότερο οι καταγγελίες που διατυπώνονται για τη νέα αυτή  κίνηση. Περιορίζομαι στην αναφορά της πιο δυνατής καταγγελίας της λύσης αναθεώρησης  του πολύ γνωστού καθηγητή του Συνταγματικού Δικαίου Αντώνη Μανιτάκη με το άρθρο του με τίτλο «Ανάμεσα στη γελοιοποίηση και στην ασέβεια» (εφ. Καθημερινή, 31 Ιουλίου.  Βλ. και θέσεις του γνωστού καθηγητή του Ευρωπαϊκού Δικαίου Παναγιώτη Ιωακειμίδη, στο αφιέρωμα στις «Νέες εποχές», της εφ.Το Βήμα, της 24/7,  με τίτλο «Κινδυνεύει η Δημοκρατία;» Από τα πολιτικά κόμματα σαφή θέση κατά της αναθεώρησης έλαβε το ΚΚΕ, στη συνέντευξη του κοινοβουλευτικού εκπροσώπου του κόμματος Θανάση Παφίλη, που δημοσιεύεται στην εφ. Το Βήμα,  της 23-24 Ιουλίου.         

Και βέβαια δεν είναι μόνο το Σύνταγμα που η αναθεώρησή του βρίσκεται στην επικαιρότητα, αλλά και η ψήφιση του νέου εκλογικού νόμου που εισήγαγε την απλή αναλογική,  που κάθε αναφορά στις διαδικασίες ψήφισής του  δεν είναι δυνατή στο μικρό αυτό άρθρο. Όμως κάθε σχολιασμός του νόμου αυτού που υποστηρίζεται ότι διασφαλίζει τη βαθύτατη δημοκρατική αρχή της ισότητας της ψήφου, δεν είναι δυνατή εδώ. Απλά αναφέρω τις θέσεις που είχα διατυπώσει αναλυτικά σε διάλεξη και μικρό άρθρο μου: «Ο εκλογικός νόμος δεν είναι ΠΑΝΑΚΕΙΑ. Είναι εργαλείο, που στα χέρια των κομμάτων που έχουν μεν παντιέρα την ανόρθωση της χώρας, αλλά με πολιτικές ρεμβανσισμού και πόλωσης,  μπορεί να οδηγήσει τη χώρα στο χάος και την καταστροφή.» («Ένα εκλογικό σύστημα για το κοινό συμφέρον», σε εφ. Κέντρου Σοσιαλιστικών Μελετών, Φεβρουαρίου 2013).

Φυσικά, παρά τον περιορισμένο αυτό  χαρακτήρα του μικρού αυτού άρθρου δεν θα πρέπει να μη σχολιαστεί, έστω και κατά τρόπο πολύ γενικό το μεγάλο θέμα της χρήσης δημοψηφισμάτων  για την εκδήλωση της λαϊκής βούλησης τόσο για το ίδιο το θέμα της αναθεώρησης του Συντάγματος, όσο και ως θεσμού λήψης των αποφάσεων. Όμως  η εξαγγελία αυτή όπως έγινε και υπό τις παρούσες συνθήκες κρίθηκε ως ακραίος λαϊκισμός.Εκτός απότο ΚΚΕ που αντιδρά και καταγγέλλει την προτεινόμενη αναθεώρηση ως ακραίο λαϊκισμό, και το κόμμα της Ν.Δ. κατηγορείται για λαϊκισμό. «Το σαράκι του λαϊκισμού άλλωστε έχει μπει  για τα καλά στις «φλέβες» και της Νέας Δημοκρατίας..» (Α.Παπαχελάς, «Ο λαϊκισμός ροκανίζει τη χώρα», Καθημερινή 21 Αυγούστου).

Λαϊκισμός και δημαγωγία, με πολλά κοινά αλλά και ουσιαστικές διαφορές είναι οι μεγάλοι κίνδυνοι που διατρέχει η χώρα σ’  αυτή την ακραία κρίσιμη για το τόπο περίοδο, που τόσα εθνικά και διεθνή προβλήματα, πέραν των οικονομικών και της μειωμένης αντικειμενικά κυριαρχίας της χώρας είναι κατάρες. Σε τέτοιες περιόδους, όπως μια  αναφορά σε σοβαρές μελέτες από την μεταπολεμική ιστορία του τόπου θα αποδείκνυε  ότι  η  Συντήρηση είναι προτιμότερη από την  α ν α τ ρ ο π ή.

Θα ήθελα όμως να προσθέσω ότι αποφεύγω συστηματικά   κάθε αναφορά σε ακραία καταγγελτικές και οργισμένες φωνές, απ’  όπου κι’  αν προέρχονται. Ας μείνουν για αξιολόγησή τους από τους ιστορικούς του μέλλοντος. Η ελληνική κοινωνία δεν αντέχει άλλη μεγαλύτερη πόλωση.

Πηγή