Κατρακυλά στη λάσπη το πολιτικό σύστημα: Κρίμα, δεν το αξίζουν αυτό οι Ηνωμένες Πολιτείες

Του Δημήτρη Γ. Απόκη*

Είμαι ένας άνθρωπος που έχω περάσει 17 από τα πλέον δημιουργικά χρόνια της ζωής μου, έχω σπουδάσει, και έχω δημιουργήσει την οικογένεια μου (με δυο παιδιά Αμερικανούς πολίτες) στις Ηνωμένες Πολιτείες. Αγαπώ βαθιά αυτή τη χώρα και τη θεωρώ δεύτερη πατρίδα μου. Η χώρα αυτή, το σύστημα της και η κοινωνία της με διαμόρφωσε σαν χαρακτήρα, σαν διεθνολόγος και πολύ περισσότερο σαν δημοσιογράφο.

Σε λίγες ώρες θα διεξαχθεί η δεύτερη τηλεοπτική αναμέτρηση μεταξύ των δυο βασικών υποψηφίων για την Προεδρία των ΗΠΑ, στις 8 Νοεμβρίου, της Χίλαρι Κλίντον από τους Δημοκρατικούς, και του Ντόναλντ Τράμπ, από τους Ρεπουμπλικάνους.

Παρά το γεγονός ότι συνεχίζω να πιστεύω ακράδαντα ότι οι ΗΠΑ είναι η πλέον ατόφια Δημοκρατία στον πλανήτη τις τελευταίες εβδομάδες θλίβομαι βαθιά, παρακολουθώντας την κατάντια του πολιτικού συστήματος, αλλά πολύ περισσότερο την κατάσταση στην οποία έχουν περιέλθει, στη συντριπτική πλειοψηφία τους, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης ανάμεσα στα οποία δούλεψα και ανδρώθηκα ως δημοσιογράφος για 16 χρόνια.

Οποιοσδήποτε άνθρωπος πονάει και αγαπάει τις Ηνωμένες Πολιτείες, και ακόμη πιο πολύ το μέλλον του Δυτικού πολιτισμού και του διεθνούς συστήματος, είμαι σίγουρος ότι περνάει δύσκολα και ανησυχεί βαθύτατα παρακολουθώντας τι, σε καθημερινή πλέον βάση, λαμβάνει χώρα γύρω από την προεκλογική εκστρατεία για την εκλογή Προέδρου.

Οι δύο προεδρικοί υποψήφιοι αποτελούν κατάντια για το μέγεθος, την ιστορία και τη θέση των Ηνωμένων Πολιτειών στον πλανήτη. Είναι ντροπή για την ηγέτιδα χώρα του ελεύθερου κόσμου, να βρεθεί στις 20 Ιανουαρίου του 2017, με ένα από αυτά τα δύο πρόσωπα στο Οβάλ Γραφείο, του Λευκού Οίκου. Και μόνο να φανταστεί κανείς ότι σε αυτή την καρέκλα έχουν κάτσει, ο Αβραάμ Λίνκολν, ο Τέντυ Ρούσβελτ, ο Φράνκλιν Ρούσβελτ, ο Χάρι Τρούμαν, και ο Ρόναλντ Ρέηγκαν (δεν είναι τυχαίο που δεν αναφέρω τον Τζόν Κέννεντι και τον Λίντον Τζόνσον), τον πιάνει πυρετός αν σκεφτεί τις δυο σημερινές επιλογές.

Καθώς βαδίζουμε προς τη δεύτερη τηλεοπτική αναμέτρηση μεταξύ της Κλίντον και του Τράμπ, το κλίμα που διαμορφώνεται αναδύει μια αποκρουστική μυρωδιά. Ένα επίπεδο αρένας κακόφημου μπαρ, και συνδιαλλαγών πίσω από κλειστές πόρτες πολυεθνικών κολοσσών της Wall Street, που μόνο το συμφέρoν του μέσου Αμερικανού πολίτη, και των κοινωνιών του πλανήτη δεν έχουν κατά νου.

Βασικό εργαλείο σε αυτή την κατρακύλα έχουν τα συστημικά μέσα μαζικής ενημέρωσης στις ΗΠΑ, αλλά και στον υπόλοιπο κόσμο. Είναι πραγματικά επίπονο να βλέπει κανείς εφημερίδες, τις οποίες για δεκαεπτά χρόνια έβρισκα ξημερώματα έξω από την πόρτα μου στην Ουάσιγκτον, όπως η Washington Post και η New York Times, να έχουν περιέλθει σε ένα επίπεδο χειρίστου είδους ταμπλόιντ. Η ποιοτική δημοσιογραφία που επιμόρφωνε, διότι εγώ επιμορφώθηκα μέσα από αυτές τις εφημερίδες και τη Wall Street Journal, αποτελεί πια μακρινό παρελθόν και σε λίγο θα διδάσκεται ως ιστορία του παρελθόντος.

Εάν σε λίγες ώρες στο Σαίντ Λούϊς, του Μιζούρι, η δεύτερη τηλεοπτική αναμέτρηση αναλωθεί στο τι είπε σε μια ανόητη συζήτηση μαγκιάς για τις γυναίκες ο Ντόναλντ Τράμπ, στα παρασκήνια ενός τηλεοπτικού σόου του Χόλυγουντ πριν από έντεκα χρόνια, στο εάν, παρά το ότι το προβλέπει ο νόμος, δεν πλήρωσε φόρους για κάποια χρόνια, και στη συμπεριφορά του Μπίλ Κλίντον απέναντι σε γυναίκες και της στάσης που τήρησε η Χίλαρι απέναντι τους, τότε η κατρακύλα θα είναι παραπάνω από τραγική.

Η ιστορία του σκανδάλου των emails της κυρίας Κλίντον, όταν ήταν Υπουργός Εξωτερικών και των συναλλαγών του Clinton Foundation την ίδια εποχή, και ας με συγχωρήσουν οι υποστηρικτές της, είναι fair game, διότι δυστυχώς για αυτήν έχουν να κάνουν με την εθνική ασφάλεια της χώρας. Επίσης, fair game, είναι και το εάν είπε ψέματα ενώπιον του Κογκρέσου και το γεγονός ότι είναι επιρρεπής στο ψέμα και τη συγκάλυψη με οποιονδήποτε τρόπο και μέσο.

Το ίδιο fair game είναι και να στριμωχτεί ο κύριος Τράμπ, να πει με σαφήνεια τα σχέδια του για το πώς θα υλοποιήσει όλα αυτές τις ανατρεπτικές ιδέες που έχει ανακοινώσει. Πως θα ανατρέψει και θα μεταρρυθμίσει, το σαφώς διεφθαρμένο και αναποτελεσματικό σύστημα, το οποίο έχει οδηγήσει στο χείλος του γκρεμού όλο τον πλανήτη.

Είναι καιρός αυτά τα δύο πρόσωπα να σταθούν μπροστά στις κάμερες ενώπιον των Αμερικανών πολιτών και όλου του πλανήτη και να απαντήσουν με σαφήνεια τι θα κάνουν για να αντιμετωπίσουν τον κατήφορο των ΗΠΑ και του πλανήτη προς το χάος.

Γιατί δεν είναι δυνατόν πριν καν κτυπήσει ένας τυφώνας, ακόμη και ο πιο καταστροφικός, να μένουν χωρίς ρεύμα 850.000 νοικοκυριά σε μια από τις μεγαλύτερες και πλουσιότερες Πολιτείες της Υπερδύναμης. Γιατί δεν επιτρέπεται, αστυνομικοί και αφροαμερικανοί να σκοτώνονται στα πεζοδρόμια των ΗΠΑ. Γιατί δεν είναι δυνατόν, η Υπερδύναμη να έχει τρύπια σύνορα. Γιατί υπάρχουν τόσα σκληρά γιατί….

Αυτό περιμένει και θα πρέπει να περιμένει να ακούσει ο Αμερικανός πολίτης σε λίγες ώρες στο Σαίντ Λούϊς, και όχι για το εάν κάποιος έκανε τον μάγκα σε μια χαζοχαρούμενη κουβέντα ή εάν μια γυναίκα τα έριξε και κοίταξε να σβήσει από το χάρτη κάποιες άλλες γυναίκες τις οποίες ο σύζυγός της είχε κακοποιήσει. Δεν διαφωνεί κανείς ότι και αυτά τα γεγονότα έχουν τη σημασία τους, αλλά το να αποτελούν κέντρο του διακυβεύματος προκαλεί χλεύη, αηδία, και βαθιά ανησυχία.

Πραγματικά δεν το αξίζουν αυτό οι Ηνωμένες Πολιτείες.

Ο Δημήτρης Γ. Απόκης είναι Διεθνολόγος, Απόφοιτος του The Paul H. Nitze, School of Advanced International Studies, The Johns Hopkins University και Δημοσιογράφος.

Πηγή

mignatiou