Αβεβαιότητα παρά τα σημάδια ανάκαψης

Πληγές (καταστροφή/παρακμή) στο μέλλον της Ρωσικής γεωργίας;

Περίληψη

Η Ρωσία είχε δυο δύσκολα προηγούμενα χρόνια. Οι χαμηλές τιμές του πετρελαίου, η συνεχιζόμενη επιβολή οικονομικών κυρώσεων και τα μακροχρόνια διαρθρωτικά προβλήματα της ρωσικής οικονομίας – για να μην πούμε για τη συμμετοχή της χώρας στη Συρία και την Ουκρανία – έχουν πιέσει πολύ τον προϋπολογισμό της Μόσχας.  Σε συνδυασμό με τη δημογραφική μείωση και τη το braindrain, οι δημοσιονομικοί περιορισμοί της Ρωσίας, έχουν εμποδίσει την ανάπτυξη σε διάφορους τομείς της οικονομίας. Μέσα από όλα αυτά, ωστόσο ο ρωσικός γεωργικός τομέας έχει αποδειχθεί εξαιρετικά ανθεκτικός, έχοντας ανακάμψει από τα χαμηλά επίπεδα μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης. Τα τελευταία χρόνια έχουν αυξηθεί τα επίπεδα παραγωγής πολλών καλλιεργειών και η κυβέρνηση ανακοίνωσε για τη φετινή χρονιά την εξαίρεση της γεωργικής βιομηχανίας από τις περικοπές του προϋπολογισμού. Αυτή η τάση διαψεύδει τα τρομερά εμπόδια που θα πρέπει να ξεπεράσει η ρωσική γεωργία.

Ανάλυση

Όπως δείχνουν τα πράγματα μέχρι τώρα, το σιτάρι – η ναυαρχίδα των ρωσικών καλλιεργειών – βρίσκεται σε ακμή. Στο μεγαλύτερο μέρος της τελευταίας δεκαετίας, η ρωσική παραγωγή και οι εξαγωγές σίτου έχουν ανέβει. Στην πραγματικότητα, Σύμφωνα με τις προβλέψεις της αμερικανικής υπηρεσίας γεωργίας, η συγκομιδή σίτου της Ρωσίας για το 2016-17 θα είναι η μεγαλύτερη στη μετασοβιετική ιστορία, και θα ανέλθει στους 72 εκατομμύρια μετρικούς τόνους. Ταυτόχρονα, οι εξαγωγές σιταριού της χώρας προβλέπεται να φθάσουν σε σχεδόν 30 εκατομμύρια μετρικούς τόνους, ξεπερνώντας εκείνες που προέρχονται από τις παραδοσιακές υπερδυνάμεις σιταριού στη Βόρεια Αμερική και την Ευρώπη. Η ζήτηση για ρωσικό σιτάρι είναι μεγάλη στην Αίγυπτο, ο μεγαλύτερος εισαγωγέας στον κόσμο, και αυξάνεται και σε άλλες αναπτυσσόμενες χώρες, συμπεριλαμβανομένης  της Νιγηρίας, το Μπαγκλαντές και της Ινδονησία.

Υψηλή ποιότητα, χαμηλή ποιότητα

Η ποιότητα ωστόσο της Ρωσικής συγκομιδής σιτηρών αυτή τη σεζόν είναι υπό αμφισβήτηση. Πολλοί παράγοντες, μεταξύ των οποίων η περιεκτικότητα σε πρωτεΐνες, η συνοχή των κόκκων και η περιεκτικότητα σε προσμείξεις, καθορίζουν την αξιολόγηση της ποιότητας του σιταριού. Αν και τα συγκεντρωτικά στοιχεία σχετικά με την ποιότητα της ρωσικής συγκομιδής δεν είναι άμεσα διαθέσιμα, εμπειρογνώμονες του κλάδου πιστεύουν ότι τα σιτηρά που προορίζονται για ζωοτροφές – και όχι για ανθρώπινη κατανάλωση- αντιστοιχούν στο μεγαλύτερο μέρος της αύξησης της απόδοσης για φέτος. Τον Ιούλιο, οι εξαγωγές ρωσικού σιταριού έπεσαν κάτω από τα επίπεδα των τελευταίων ετών, οδηγώντας τους ειδικούς να θεωρούν ότι οι παραγωγοί αγωνίζονται για να φτιάξουν προϊόντα ικανοποιητικής ποιότητας. Αν η μειωμένη προσφορά συνεχίσει να ανεβάζει τις τιμές για ανώτερης ποιότητας σιτηρών κατάλληλων προς άλεση, οι αγρότες ενδεχομένως να αποφασίσουν να κρατήσουν τις καλλιέργειες, προκειμένου να πάρουν περισσότερα χρήματα για τους ίδιους, εάν η έλλειψη μεγαλώσει. Η Ρωσία, ωστόσο, δεν είναι μόνη της σε αυτή τη δεινή θέση. Η χαμηλής ποιότητας χαρακτηρίζει τη συγκομιδή και στις Ηνωμένες Πολιτείες, τον Καναδά, καθώς και την Ευρώπη.

Παρόλα αυτά, η μείωση αυτή αποτελεί άσχημο νέο για τη Ρωσία. Για ένα πράγμα, τα σιτηρά που προορίζονται για ζωοτροφές αποφέρουν περίπου 30 δολάρια λιγότερα ανά μετρικό τόνο από ό, τι τα σιτηρά Κατηγορίας 3 που προορίζονται για άλεσμα. Επίσης τα σιτηρά για ζωοτροφές αντιπροσωπεύουν περίπου μόνο το 20% της παγκόσμιας ζήτησης. Τα ασυνήθιστα μεγάλα αποθέματα ζωοτροφών και οι χαμηλές τιμές θα μπορούσαν να κάνουν το σιτάρι πιο ανταγωνιστικό στην αγορά των ζωοτροφών, η οποία γενικά κυριαρχείται από καλαμπόκι και σόγια. Εντούτοις, η μείωση της προσφοράς της υψηλότερης ποιότητας σιτηρών, και το ποσό που διατηρεί η Ρωσία για εξαγωγές, θα καταστήσουν δύσκολο για τους μυλωνάδες στη Ρωσία να αποκτήσουν στους επόμενους αρκετούς μήνες σιτάρι ποιότητας.

Για τους Ρώσους παραγωγούς σιταριού, αυτό θα μπορούσε να αποτελέσει την αρχή μιας νέας τάσης. Όσο πέφτει η ποιότητα σιταριού στην Ρωσία, το κόστος των εισροών – για λιπάσματα, χημικά προϊόντα, σπόρους και μηχανήματα – ανεβαίνει, εν μέρει λόγω του πληθωρισμού και του υποτιμημένου ρουβλίου. Το Κρεμλίνο, στο μεταξύ, δεν έχει την πολυτέλεια να αυξήσει την υποστήριξή του στον τομέα των σιτηρών, αν και έφτασαν τα περίπου 10 δις εκατομμύρια τα έσοδα από τις εξαγωγές το 2015 – περισσότερο από το διπλάσιο του ποσού που διατίθεται στον φετινό προϋπολογισμό. Χωρίς μεγαλύτερη κυβερνητική στήριξη, οι ρώσοι παραγωγοί σιταριού ενδεχομένως να μην είναι σε θέση να αγοράζουν ό, τι χρειάζονται για τη διατήρηση της απόδοσης και τη βελτίωση της ποιότητας στις επόμενες συγκομιδές.

Άφταστος πλούτος

Μετά από μια μακρά ιστορία στην κορυφή των καλλιεργειών της Ρωσίας, το σιτάρι μπορεί να πρέπει να μοιραστεί την πρώτη θέση στον στο γεωργικό μέλλον της χώρας. Τα προϊόντα υψηλής αξίας, όπως η ζάχαρη, το κρέας, οι ντομάτες και τα μήλα παίρνουν μεγάλο ποσοστό των επενδύσεων και του εκσυγχρονισμού που φαίνεται να λείπει σε πολλούς τομείς στα σιτηρά. Οι Ρώσοι δισεκατομμυριούχοι, καθώς και το κράτος, επενδύουν ρούβλια για να αυξήσουν τα λαχανικά και τα φρούτα σε επιχειρήσεις υψηλής τεχνολογίας, όπως το γεωργικό κέντρο Yuzhny.

Ακόμα κι έτσι, οι προσπάθειες για την επέκταση της ρωσικής γεωργίας κατά πάσα πιθανότητα δεν θα είναι τέτοια ώστε να υλοποιηθεί ο στόχος του Βλαντιμίρ Πούτιν περί επάρκειας μέχρι το 2020. Χωρίς περαιτέρω εκσυγχρονισμό στον γεωργικό τομέα και αυτοματοποίηση, ο μεγάλος σε ηλικία πληθυσμός της Ρωσίας θα αποτελέσει τελικά τη μεγαλύτερη τροχοπέδη για τον εν λόγω τομέα. Η εισαγωγή εργατών λύνει το πρόβλημα σε κάποιο βαθμό, αλλά η κοινωνική και πολιτική αντίδραση μπορεί να περιορίσει αυτή τη λύση. Επιπλέον, τα χρηματοοικονομικά προβλήματα πιθανότατα θα ενθαρρύνουν το Κρεμλίνο να επεκτείνει τις επιλεγμένες περιοχές του γεωργικού τομέα, βάσει της δυναμικής για κέρδη από εξαγωγές και όχι από εγχώρια ζήτηση. Ακόμη και αν η Ρωσία καταφέρει να αυξήσει τα έσοδα από γεωργικές εξαγωγές, τα δημογραφικά και δημοσιονομικά προβλήματα της χώρας θα συνεχίσουν να εμποδίζει την δυνατότητα της να εκμεταλλευτεί μια από τις πιο πλούσιες πηγές της: τη γη.