του Γκυ Μιγιέρ, Gatestone Institute

  • Ο Τραμπ έδειξε την ισχύ των Ηνωμένων Πολιτειών και αποκατέστησε την αξιοπιστία τους σε μια περιοχή όπου η ισχύς και η δύναμη καθορίζουν την αξιοπιστία.

  • Ο Τραμπ γενικώτερα έθεσε την βάση για μια νέα συμμαχία των Ηνωμένων Πολιτειών με τον σουνιτικό αραβικό κόσμο, τηρουμένων δύο όρων: την αναστολή της όποιας σουνιτικής αραβικής υποστήριξης στην ισλαμική τρομοκρατία και μια δεκτικότητα στην προοπτική ειρήνευσης στην περιοχή που θα συμπεριελάμβανε το Ισραήλ.

  • Ο Υπουργός Εξωτερικών Πομπέο μίλησε για «Παλαιστίνιους», και όχι για «Παλαιστινιακή Αρχή», όπως στο Ιράν, πιθανώς για να δώσει έμφαση στην διαφοροποίηση μεταξύ λαού και ηγεσίας, και ότι η ηγεσία και στις δύο περιπτώσεις, ίσως να μην αποτελεί πλέον μέρος της λύσης. Η Χαμάς, για τις Ηνωμένες Πολιτείες, προφανώς δεν αποτελεί μέρος της οποιασδήποτε λύσης.

  • Ο Νετανιάχου ορθώς είπε ότι οι Παλαιστίνιοι ηγέτες, όποιοι κι αν είναι αυτοί, δεν θέλουν ειρήνη με το Ισραήλ, αλλά «ειρήνη χωρίς το Ισραήλ». Αυτό που θα μπορούσε εντούτοις να γίνει θα ήταν ειρήνη δίχως τους Παλαιστίνιους ηγέτες. Αυτό που επίσης θα μπορούσε να συμβεί θα ήταν ειρήνη χωρίς τους μουλάδες του Ιράν.

Μετά από τρεις Αμερικανούς Προέδρους που διαδοχικά με δηλώσεις αναβολήςεξαμηνιαίας ισχύος μετέθεταν στο μέλλον την μεταφορά της πρεσβείας των ΗΠΑ στην Ιερουσαλήμ για περισσότερο από δύο δεκαετίες, ο Πρόεδρος Ντόναλντ Τζ. Τραμπ αποφάσισε να μην περιμένει άλλο. Στις 7 Δεκεμβρίου 2017 διακήρυξε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες αναγνωρίζουν την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του Ισραήλ. Η επίσημη μετεγκατάσταση της πρεσβείας έλαβε χώρα στις 14 Μαΐου, την ημέρα της 70ης επετείου της ιδρύσεως του κράτους του Ισραήλ.

Από την στιγμή που έγινε η διακήρυξη του Τραμπ, ηγέτες του ισλαμικού κόσμου εξέφρασαν οργή και ανακοίνωσαν ότι δημιουργείται σημαντικό πρόβλημα. Μια ισλαμική συνάντηση κορυφής συνήλθε στην Κωνσταντινούπολη μια εβδομάδα αργότερα, η οποία έληξε με ανακοινωθέντα περί ενός «εγκλήματος εναντίον της Παλαιστίνης». Ακολούθησαν αντίστοιχες δηλώσεις ηγετών από την Δυτική Ευρώπη. Η Γερμανίδα Καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ δήλωσε ότι η απόφαση του Προέδρου Τραμπ ήταν ένα «σοβαρό λάθος» που θα μπορούσε να δημιουργήσει σοβαρότατες «συνέπειες». Ο Πρόεδρος της Γαλλίας Εμμανουέλ Μακρόν, επαυξάνοντας, διακήρυξε ότι η απόφαση αυτή θα μπορούσε να προκαλέσει «πόλεμο».

Παρά τις περί ολέθρου αυτές προφητείες, δεν παρουσιάστηκαν κάποια ιδιαίτερα προβλήματα. Το ανακοινωθέν της Κωνσταντινουπόλεως παρέμεινε ένα ανακοινωθέν. Ο «πόλεμος» που προέβλεψε ο Μακρόν δεν εξερράγη.

Η ισλαμική τρομοκρατική οργάνωση Χαμάς έστειλε πλήθος ταραχοποιών από την Γάζα να ρίξει τον συνοριακό φράχτη του Ισραήλ και να περάσει στην άλλη πλευρά, ώστε οι Ισραηλινοί στρατιώτες να αναγκαστούν να ανοίξουν πυρ, επιτρέποντας κατ΄αυτόν τον τρόπο στην Χαμάς να διαθέτει σώματα «μαρτύρων» που θα επιδείξει στις κάμερες. Μέχρι τώρα η Χαμάς έστειλε 62 από τους ανθρώπους της στον θάνατο. Πενήντα εξ αυτών ήταν, σύμφωνα με την ίδια την Χαμάς, μέλη αυτής της οργάνωσης.

Παλαιστινιακές τρομοκρατικές ομάδες εκτόξευσαν πυραύλους εναντίον του νοτίου Ισραήλ. Ισραηλινά τζετ απάντησαν με αεροπορικές επιδρομές. Η Χαμάς έστειλε χαρταετούς, στους οποίους είχαν προσαρμοσθεί εμπρηστικοί μηχανισμοί και εκρηκτικά, πάνω από τα σύνορα, στο ισραηλινό έδαφος. Μέχρι τώρα 200 από τους εμπρηστικούς αετούς που έστειλε η Χαμάς έχουν καταστρέψει περίπου 24.800 στρέμματα (6.200 acres) ισραηλινών δασών και καλλιεργήσιμων γαιών.

Οι γκουρού που προέβλεπαν πιο βίαιες αντιδράσεις εξεπλάγησαν από την σχετικά ήπια αντίδραση των παλαιστινιακών και μουσουλμανικών κοινοτήτων. Ο λόγος γι΄αυτό θα μπορούσε να αποκληθεί «το Δόγμα Τραμπ για την Μέση Ανατολή».

Ένα στοιχείο αυτού του δόγματος συνίστατο στην συντριβή του Ισλαμικού Κράτους στην Συρία και το Ιράκ. Ο Πρόεδρος Τραμπ είχε υποσχεθεί να καθαρίσει γρήγορα τον κόσμο απ΄ότι είχε γίνει η βασική ραχοκοκαλιά της ισλαμικής τρομοκρατίας. Πραγματοποίησε αυτό που είχε υποσχεθεί σε λιγότερο από έναν χρόνο και δίχως κάποια τεράστια ανάπτυξη αμερικανικών στρατευμάτων. Ο Τραμπ έδειξε την ισχύ των Ηνωμένων Πολιτειών και αποκατέστησε την αξιοπιστία τους σε μια περιοχή όπου η ισχύς και η δύναμη καθορίζουν την αξιοπιστία.

Ένα άλλο στοιχείο οριοθετήθηκε κατά την διάρκεια του ταξιδιού τού Προέδρου Τραμπ στην Σαουδική Αραβία τον Μάιο του 2017. Ο Πρόεδρος Τραμπ ανανέωσεδεσμούς που είχαν σοβαρά διαρραγεί κατά την διάρκεια των προηγουμένων οκτώ ετών. Ο Τραμπ γενικώτερα έθεσε την βάση για μια νέα συμμαχία των Ηνωμένων Πολιτειών με τον σουνιτικό αραβικό κόσμο, τηρουμένων δύο όρων: την αναστολήτης όποιας σουνιτικής αραβικής υποστήριξης στην ισλαμική τρομοκρατία και μια δεκτικότητα στην προοπτική ειρήνευσης στην περιοχή που θα συμπεριελάμβανε το Ισραήλ.

Και οι δύο όροι εκπληρώνονται βαθμιαία. Τον Ιούνιο του 2017, ο βασιλιάς της Σαουδικής Αραβίας Σαλμάν επέλεξε ως διάδοχο του θρόνου τον γιο του Μωχάμεντ μπιν Σαλμάν. Ο Μωχάμεντ μπιν Σαλμάν ξεκίνησε μια εσωτερική επανάστασηπροκειμένου να επιβάλλει νέες κατευθύνσεις στο βασίλειο. Η “ισλαμική στρατιωτική συμμαχία εναντίον της τρομοκρατίας”, που δημιουργήθηκε στις 15 Δεκεμβρίου 2015 έτυχε της υποστήριξης των Ηνωμένων Πολιτειών. Η εναρκτήρια σύσκεψή της έγινε στις 26 Νοεμβρίου 2017. Επιπροσθέτως οι σχέσεις μεταξύ των ισραηλινών και των σαουδαραβικών υπηρεσιών ασφαλείας ενδυναμώθηκαν και ο συντονισμός των ισραηλινών με τις αιγυπτιακές ένοπλες δυνάμεις ενισχύθηκε.

Μια συμμαχία μεταξύ του Ισραήλ και των κυριότερων χωρών του σουνιτικού αραβικού κόσμου που θα αποσκοπεί στην τιθάσευση του Ιράν έχει επίσης αρχίσει αργά και ανεπίσημα να παίρνει σάρκα και οστά. Ο Μωχάμεντ μπιν Σαλμάν αποκάλεσε την Χαμάς τρομοκρατική οργάνωση, λέγοντας ότι θα πρέπει «να εξοντωθεί». Σε εκπροσώπους εβραϊκών οργανώσεων στην Νέα Υόρκη είπε ότι οι Παλαιστίνιοι ηγέτες πρέπει να «αποδεχθούν τις [αμερικανικές] προτάσεις ή να το βουλώσουν».

 

Στην φωτογραφία: Ο Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ υποδέχεται στον Λευκό Οίκο τον διάδοχο Μωχάμεντ μπιν Σαλμάν στις 20 Μαρτίου 2018, Ουάσινγκτον D.C. (Kevin Dietsch-Pool/Getty Images)

 

Ο ηγέτης της Παλαιστινιακής Αρχής Μαχμούντ Αμπάς εκλήθη δυο φορές στο Ριάντ – τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο του 2017 και φαίνεται ότι «του ζητήθηκε» να σιωπήσει. Φαίνεται ότι ποτέ η απόσταση μεταξύ των παλαιστινιακών οργανώσεων αφ΄ενός και της Σαουδικής Αραβίας και του σουνιτικού αραβικού κόσμου αφ΄ετέρου δεν υπήρξε μεγαλύτερη. Η μοναδική σουνιτική αραβική χώρα που διατηρεί δεσμούς με την Χαμάς είναι το Κατάρ, αλλά ο σημερινός εμίρης του Κατάρ, ο σεΐχης Ταμίμ μπεν Χαμάντ αλ Τανί, βρίσκεται υπό πίεση ώστε να αλλάξει στάση.

Αμέσως μόλις ο Πρόεδρος Τραμπ αναχώρησε από το Ριάντ, ένα τρίτο στοιχείο ανεφάνη. Το αμερικανικό προεδρικό αεροσκάφος πέταξε απευθείας από το Ριάντ στο Ισραήλ: για πρώτη φορά έλαβε χώρα μια απευθείας πτήση μεταξύ Ισραήλ και Σαουδικής Αραβίας. Ο Πρόεδρος Τραμπ πήγε στην Ιερουσαλήμ, και αποτέλεσε τον πρώτο εν ενεργεία Αμερικανό Πρόεδρο που επισκέπτεται τον Τοίχο των Δακρύων, το μοναδικό διατηρούμενο ιστορικό υπόλειμμα ενός τείχους του αρχαίου Ναού του Σολομώντος. Κατά την διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας, ο Τραμπ είχε χαρακτηρίσει την Ιερουσαλήμ ως «την αιώνια πρωτεύουσα του εβραϊκού λαού» αναγνωρίζοντας ανεπιφύλακτα ότι οι Εβραίοι είχαν εκεί τις ρίζες τους εδώ και 3.000 χρόνια.

Μετά την επίσκεψή του στον Τοίχο των Δακρύων, ο Πρόεδρος Τραμπ πήγε στην Βηθλεέμ και είπε στον Μαχμούντ Αμπάς κάτι που κανένας Αμερικανός Πρόεδρος δεν είχε πει ποτέ: ότι ο Αμπάς είναι ένας ψεύτης και ότι έχει προσωπική ευθύνη για υποκίνηση στη βία και την τρομοκρατία. Τις επόμενες μέρες το Κογκρέσο απαίτησε από την Παλαιστινιακή Αρχή να αποκηρύξει την προσφορά κινήτρων στην τρομοκρατία δια της πληρωμής μετρητών σε έγκλειστους Παλαιστίνιους τρομοκράτες και σε οικογένειες τρομοκρατών οι οποίοι σκοτώθηκαν ενώ πραγματοποιούσαν επιθέσεις. Οι διαπραγματευτές του Προέδρου Τραμπ στην Μέση Ανατολή, Τζάρεντ Κάσνερ και Τζάσον Γκρίνμπλατ κατέστησαν σαφές στους Παλαιστίνιους ηγέτες ότι η αμερικανική βοήθεια προς την Παλαιστινιακή Αρχή θα σταματούσε αν η αμερικανική απαίτηση δεν ετύγχανε ικανοποιήσεως. Η Νίκκι Χάλεϊ είπε στον ΟΗΕ ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα σταματήσουν να χρηματοδοτούν την UNWRA αν οι Παλαιστίνιοι ηγέτες αρνούντο να διαπραγματευθούν και να αποδεχθούν αυτά που ζητούν οι ΗΠΑ. Από τότε που ιδρύθηκε, το 1994, η Παλαιστινιακή Αρχή δεν είχε βρεθεί κάτω από μια τόσο έντονη αμερικανική πίεση.

Το τέταρτο στοιχείο ήταν η απόφαση του Προέδρου Τραμπ να αποχωρήσει από την συμφωνία με το Ιράν για τα πυρηνικά. Αμέσως ο Πρόεδρος Τραμπ ανακοίνωσε ότι επρόκειτο να αποκαταστήσει «τις αυστηρότερες, μεγαλύτερες και πλέον αποτελεσματικές κυρώσεις» ώστε να προκληθεί ασφυξία στο καθεστώς των μουλάδων. Ο υπουργός εξωτερικών Μάικ Πομπέο παρουσίασε στο Ιράν μια λίστα με 12 «βασικές προϋποθέσεις» για μια νέα συμφωνία.

Η απόφαση του Προέδρου Τραμπ ήρθε σε μια συγκυρία που το καθεστώς του Ιράν είχε μόλις υποστεί μια σειρά από βαριά πλήγματα: την υποκλοπή, από την ισραηλινή Μοσάντ στην Τεχεράνη, άκρως εμπιστευτικών εγγράφων που δείχνουν ότι το Ιράν δεν έχει πάψει να ψεύδεται σχετικά με το πυρηνικό του πρόγραμμα. Την αποκάλυψη της επιχείρησης της Μοσάντ από τον Ισραηλινό πρωθυπουργό Μπέντζαμιν Νετανιάχου, και την αποφασιστική απάντηση του ισραηλινού στρατού στο ιρανικό μπαράζ πυραυλικών επιθέσεων που εξαπολύθηκαν από το συριακό έδαφος. Επ΄αυτού το Ισραήλ έδειξε την αποφασιστικότητά του να μην επιτρέψει στην Ρωσία να υποστηρίζει το Ιράν, όταν αυτό χρησιμοποιεί τις βάσεις του για να επιτίθεται στο Ισραήλ.

Ο Νετανιάχου προσεκλήθη από τον Ρώσο Πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν στις 9 Μαΐου στην Μόσχα ώστε να συμμετάσχει στις εορταστικές εκδηλώσεις για την νίκη των Σοβιετικών επί της Γερμανίας το 1945. Κατά την διάρκεια αυτής της επίσκεψης φαίνεται ο Πούτιν να υποσχέθηκε στον Νετανιάχου ουδετερότητα, αν το Ισραήλ επρόκειτο να υποστεί επίθεση από ιρανικά στρατεύματα που βρίσκονται στην Συρία. Ο Πούτιν που επιθυμεί διακαώς να διατηρήσει τις βάσεις του στην Συρία, βλέπει καθαρά ότι το Ισραήλ είναι μία σταθεροποιητική δύναμη στην Μέση Ανατολή και το Ιράν μία δύναμη αποσταθεροποίησης – το ρίσκο μίας ρωσικής υποστήριξης είναι υπερβολικά μεγάλο.

Τους τελευταίους μήνες το ιρανικό καθεστώς, μαζί με την Τουρκία του Ερντοάν, έχει καταστεί ένας από τους βασικούς χρηματοδότες της «παλαιστινιακής υπόθεσης» και ο κύριος υποστηρικτής της Χαμάς. Φαίνεται ότι ήταν το Ιράν αυτό που ζήτησε από την Χαμάς να οργανώσει τις πορείες και τα επεισόδια κατά μήκος των συνόρων της Γάζας με το Ισραήλ. Όταν η βία από την Γάζα εξέλαβε μεγαλύτερες διαστάσεις, ο ηγέτης της Χαμάς Ισμαήλ Χανίγιε κλήθηκε στο Κάιρο από τον αρχηγό των αιγυπτιακών μυστικών υπηρεσιών, ο οποίος του είπε ότι εάν η βία δεν σταματήσει, ο ισραηλινός στρατός θα προβεί σε δραστικές ενέργειες και ότι η Αίγυπτος θα παρέμενε σιωπηρή. Θα είναι μάλλον δύσκολο για το Ιράν να υποκινήσει παλαιστινιακές οργανώσεις να σπείρουν την βία στο άμεσο μέλλον.

Θα μπορούσε να αποβεί ιδιαίτερα δύσκολο για το Ιράν να συνεχίσει να ενισχύει οικονομικά την «παλαιστινιακή υπόθεση» τους μήνες που ακολουθούν. Σύντομα το Ιράν ίσως να μην αντέχει πια οικονομικά το να διατηρεί την παρουσία του στην Συρία και να τροφοδοτεί με “έξυπνα” όπλα την Χεζμπολάχ. Ο Τούρκος Πρόεδρος Ερντοάν φωνασκεί, αλλά δείχνει να γνωρίζει ποιές γραμμές δεν πρέπει να υπερβεί.

Στο Ιράν οι εκδηλώσεις διαμαρτυρίας βρίσκονται σε ύφεση από τον Ιανουάριο, αλλά η δυσαρέσκεια και η απαγοήτευση του πληθυσμού εξακολουθεί να υφίσταται και θα μπορούσε να αυξηθεί.

Η κυβέρνηση Τραμπ αντιλαμβάνεται αναμφίβολα ότι το ιρανικό καθεστώς δεν θα αποδεχθεί τις προϋποθέσεις που παρουσιάσθηκαν από τον υπουργό εξωτερικών Μάικ Πομπέο και ότι οι αυστηρές νέες κυρώσεις δύνανται να οδηγήσουν σε νέες εξεγέρσεις στο Ιράν, και στην πτώση του καθεστώτος. Ο πρέσβυς Τζων Μπόλτον, τώρα σύμβουλος εθνικής ασφαλείας, ανέφερε τον Ιανουάριο ότι «τα στρατηγικά συμφέροντα των ΗΠΑ» είναι να δουν την κατάλυση του καθεστώτος.

Αναφερόμενος πρόσφατα στην κατάσταση στην Μέση Ανατολή και στην αναγκαιότητα να επιτευχθεί ειρήνη, ο Πομπέο μίλησε για «Παλαιστινίους» και όχι για «Παλαιστινιακή Αρχή», όπως στο Ιράν, πιθανώς για να δώσει έμφαση στην διαφοροποίηση μεταξύ λαού και ηγεσίας, και ότι η ηγεσία και στις δύο περιπτώσεις, ίσως να μην αποτελεί πλέον μέρος της λύσης. Η Χαμάς, για τις Ηνωμένες Πολιτείες, προφανώς δεν αποτελεί μέρος της οποιασδήποτε λύσης.

Κανένας δεν γνωρίζει ακριβώς τι θα περιλαμβάνεται στο ειρηνευτικό σχέδιο που θα παρουσιάσει η κυβέρνηση Τραμπ, αλλά φαίνεται σίγουρο ότι δεν θα συμπεριλαμβάνει το «δικαίωμα επιστροφής» των ούτω καλουμένων «Παλαιστινίων προσφύγων» και δεν θα προτείνει την Ανατολική Ιερουσαλήμ ως «πρωτεύουσα ενός παλαιστινιακού κράτους». Το σχέδιο άνευ αμφιβολίας θα απορριφθεί και από την Παλαιστινιακή Αρχή και από την Χαμάς. Ήδη έχει απορριφθεί, πριν καν δημοσιοποιηθεί.

Ο Νετανιάχου ορθώς είπε ότι οι Παλαιστίνιοι ηγέτες, όποιοι κι αν είναι αυτοί, δεν θέλουν ειρήνη με το Ισραήλ, αλλά «ειρήνη χωρίς το Ισραήλ». Αυτό που θα μπορούσε εντούτοις να γίνει θα ήταν ειρήνη δίχως τους Παλαιστίνιους ηγέτες. Αυτό που επίσης θα μπορούσε να συμβεί θα ήταν ειρήνη χωρίς τους μουλάδες του Ιράν.

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι στις 27 Δεκεμβρίου 2017, όταν ο Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε την μεταφορά της πρεσβείας των ΗΠΑ στην Ιερουσαλήμ, οι ηγέτες από τον μουσουλμανικό κόσμο που διαμαρτυρήθηκαν ήταν κατά κύριο λόγο ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντοάν της Τουρκίας και ο Χασάν Ρουχανί του Ιράν. Η Σαουδική Αραβία, η Αίγυπτος, το Μπαχρέιν, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και το Ομάν δεν έστειλαν αντιπροσώπους στην ισλαμική σύνοδο κορυφής στην Κωνσταντινούπολη. Όταν η πρεσβεία των ΗΠΑ στην Ιερουσαλήμ εγκαινιάστηκε στις 14 Μαΐου, η Σαουδική Αραβία, η Αίγυπτος και τα Εμιράτα του Κόλπου παρέμειναν σιωπηλά.

Την ημέρα αυτή, η Άνγκελα Μέρκελ και ο Εμμανουέλ Μακρόν επανέλαβαν τα όσα είχαν δηλώσει στις 27 Δεκεμβρίου του 2017: ότι οι πρεσβείες της Γερμανίας και της Γαλλίας στο Ισραήλ θα παραμείνουν στο Τελ Αβίβ. Ο Μακρόν καταδίκασε τις «αποτρόπαιες ενέργειες» του ισραηλινού στρατού στα σύνορα με την Γάζα αλλά όχι την επιθετικότητα της Χαμάς που παρότρυνε τον κόσμο της, πληρώνονταςμάλιστα, να εξορμήσει στα σύνορα της Γάζας με το Ισραήλ.

Αν οι παρούσες τάσεις εξακολουθήσουν, ο Μακρόν και η Μέρκελ θα βρεθούν μεταξύ των τελευταίων υποστηρικτών της «παλαιστινιακής υπόθεσης». Δείχνουν πρόθυμοι να κάνουν το οτιδήποτε προκειμένου να διασώσουν την διεφθαρμένηΠαλαιστινιακή Αρχή.

Κάνουν επίσης το οτιδήποτε ώστε να διασώσουν την ετοιμοθάνατη «συμφωνία για τα πυρηνικά» με το Ιράν και αντιμετωπίζουν με ευλάβεια το καθεστώς των μουλάδων. Κατά την διάρκεια της ευρωπαϊκής σύσκεψης κορυφής που έγινε στην Σόφια, Βουλγαρία στις 16 Μαΐου η κυβέρνηση Τραμπ έγινε αντικείμενο αυστηρής κριτικής από τους Ευρωπαίους ηγέτες που υποστήριξαν ότι η Ευρώπη θα βρεί έναν τρόπο να «παρακάμψει» τις αμερικανικές κυρώσεις και να «αντισταθεί» στον Πρόεδρο Τραμπ. Ευρωπαϊκές εταιρείες ήδη εγκαταλείπουν μαζικά το Ιράν, προφανώς πεπεισμένες ότι είναι καλύτερο να περιορίσουν τις ζημιές τους διατηρώντας καλές σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Μεταξύ 3 και 5 Ιουνίου ο Μπέντζαμιν Νετανιάχου βρέθηκε στην Ευρώπη προκειμένου να να πείσει την Μέρκελ, τον Μακρόν και την βρετανή πρωθυπουργό Τερέζα Μέι να σταματήσουν να υποστηρίζουν την συμφωνία με το Ιράν για τα πυρηνικά. Απέτυχε, όπως αναμενόταν, αλλά τουλάχιστον είχε την ευκαιρία να εξηγήσει στους Ευρωπαίους τον ιρανικό κίνδυνο και την ανάγκη για δράση.

Καθώς οι σχέσεις του Ιράν με την Βόρεια Κορέα στο επίπεδο των πυρηνικών έχουν εντατικοποιηθεί τα τελευταία δύο χρόνια – το Ιράν φαίνεται να βασίστηκε στην Β. Κορέα προκειμένου να εξελίξει τους δικούς του πυρηνικούς σχεδιασμούς – η αποπυρηνικοποίηση της κορεατικής χερσονήσου που ίσως ξεκίνησε με την συνάντηση Ντόναλντ Τραμπ – Κιμ Γιονγκ Ουν στις 12 Ιουνίου στην Σιγκαπούρη, προφανώς δεν πρόκειται να ισχυροποιήσει την θέση της Τεχεράνης.

Οι Ευρωπαίοι ηγέτες φαίνεται να μην θέλουν να δουν ότι μια σελίδα γυρίζει στην Μέση Ανατολή. Φαίνεται να μην επιθυμούν να δούν ότι, παρά την ιδιοτελή τους ανηθικότητα, το να παραμένουν με την στάση τους στην σελίδα του χτες απλά τους εμποδίζει να αντιληφθούν το μέλλον.

Ο Dr. Γκυ Μιγιέρ (Guy Millière), καθηγητής στο Πανεπιστήμιο των Παρισίων, είναι ο συγγραφέας 27 βιβλίων για την Γαλλία και την Ευρώπη.