Γράφει ο Ιωάννης Κωνσταντόπουλος
Η Τουρκία είναι μια χώρα, που στο φαντασιακό υποσυνείδητο των στρατηγιστών της Δύσης, πάντα κατείχε μια ξεχωριστή θέση. Αυτό συμβαίνει, γιατί από το 1683 (δηλ. μετά την αποτυχημένη πολιορκία της Βιέννης, οπότε και η Οθωμανική επέκταση προς την Δυτική Ευρώπη ανακόπηκε οριστικά) ο χώρος που διαφέντευαν οι Οθωμανοί Τούρκοι, περιόριζε την εξάπλωση της Τσαρικής Ρωσίας προς τα Βαλκάνια και γενικότερα τον ευρασιατικό Νότο, όντας παράλληλα το χερσαίο ενδιάμεσο μεταξύ Ευρώπη ςκαι Ινδιών.
Ακόμα και με την ίδρυση της σύγχρονης Τουρκικής Δημοκρατίας, από τον Μουσταφά Κεμάλ, το γειτονικό μας κράτος εξυπηρετούσε πάντοτε τα συμφέροντα των Βρετανών και αργότερα των Αμερικανών, με μοναδικές εξαιρέσεις την προσέγγιση με τους Σοβιετικούς κατά την Μικρασιατική Εκστρατεία (1919-1922) και την (επιτήδεια) ουδετερότητα που επέδειξε κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Με μια πρώτη ανάγνωση, η μοναδική γεωγραφική θέση της Τουρκίας, ενώνει γεωγραφικά την Ευρώπη με την Ασία και για κάποιους συνδέει πολιτισμικά(!) την Δύση με την Ανατολή, δίνοντάς της ένα στρατηγικό πλεονέκτημα έναντι όλων των ανταγωνιστικών της κρατών (άρα και της Ελλάδας και της Κύπρου). Ωστόσο εάν εμβαθύνουμε την ανάλυσή μας, για την διεθνή θέση αυτής της χώρας, ενσωματώνοντας σε αυτήν τα διδάγματα της θεωρίας της Αγγλοσαξονικής Γεωπολιτικής Σχολής, τότε θα δούμε τον πολυδιάστατο ρόλο που η Τουρκία έχει στην εξωτερική πολιτική και αρχιτεκτονική ασφαλείας της Αμερικανικής υπερδύναμης, που είναι ο πυρήνας του Δυτικού κόσμου.
Σύμφωνα με την Αγγλοσαξονική γεωπολιτική θεωρία, το κέντρο της υδρογείου είναι η υπερήπειρος της Ευρασίας και χωρίζεται σε δυο ζώνες: το Heartland και το Rimland. Το Heartland το ηγεμονεύει σχεδόν εξολοκλήρου, η ευρασιατική χερσαία δύναμη (δηλ. η Ρωσική Ομοσπονδία), ενώ το Rimlandτο ηγεμονεύουνκατά κύριο λόγο, οι δυτικές ναυτικές δυνάμεις (δηλ. κατά κύριο λόγο οι ΗΠΑ, αλλά και η Βρετανία και η Γαλλία). Το Heartland είναι η ευρασιατική ενδοχώρα η οποία αποτελείται: από τους γεωγραφικούς χώρους που σχηματίζουν η Ρωσική Ομοσπονδία και τα κράτη της Κεντρικής Ασίας, μαζί με το βορειοανατολικό μέρος της Ανατολικής Ευρώπης. Το Rimland είναι στην ουσία η ευρασιατική παράκτια ζώνη, που περικυκλώνει την ενδοχώρα, η οποία ξεκινά από την Σκανδιναβία και εμπεριέχει το μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης (Κεντρική, Δυτική και νότια Βαλκάνια), μαζί με την Μέση Ανατολή, την Ινδική υποήπειρο και το μεγαλύτερο μέρος της Κίνας.
Η Τουρκία είναι κομβικό μέρος του Rimland, το οποίο από το 1945 βρίσκεται υπό τον έλεγχο του Αμερικανικού πολεμικού ναυτικού και λειτουργεί σαν ανάχωμα στην διαρκή επιθυμία των Ρώσων να φτάσουν στις θερμές νότιες θάλασσες, ώστε να εξασκήσουν εμπορική και στρατιωτική δραστηριότητα. Η θέση της Τουρκίας στο Rimland, της επιτρέπει να μπλοκάρει στα Στενά του Βοσπόρου την κάθοδο του Ρωσικού στόλου της Μαύρης Θάλασσας, στο Αιγαίο και από εκεί στην Ανατολική Μεσόγειο, από την οποία, μέσω του Σουέζ, μπορεί να πλεύσει στον Ινδικό ωκεανό. Η δυνατότητά της αυτή, είναι ιδιαίτερα κρίσιμη τα τελευταία χρόνια, μετά την Ρωσική εμπλοκή στον Συριακό εμφύλιο, αφού η Μόσχα, που διατηρεί στρατιωτικές βάσεις και πολυπληθές προσωπικό στην ρημαγμένη Μεσανατολική χώρα, χρειάζεται να ανεφοδιάζει τις εκεί δυνάμεις της. Επίσης σαν μέρος του Rimland, η Τουρκία δεσπόζει βορειοδυτικά της Μέσης Ανατολής, ενώ έχει σύνορα που γειτνιάζουν με τα Ρωσικά στον Καύκασο. Έτσι η Άγκυρα, μπορεί να προσφέρει την δυνατότητα, στις αεροπορικές δυνάμεις της Δυτικής συμμαχίας, να κάνουν προβολή ισχύος σχεδόν σε ολόκληρη την Μέση Ανατολή, από την αεροπορική βάση του Ιντσιρλίκ (όπως έγινε για παράδειγμα στον πρώτο Πόλεμο του Κόλπου) ή ακόμα και να επιτρέψει την διέλευση στρατευμάτων από τα εδάφη της προς την ευρύτερη περιοχή που την περιβάλει, ενώ διαθέτοντας τον δεύτερο πιο μεγάλο στρατό του ΝΑΤΟ, λειτουργεί σαν οπλισμένο φράγμα, απέναντι στην προσπάθεια της Ρωσίας να επεκτείνει την χερσαία επιρροή της, στην συγκεκριμένη γεωγραφική ζώνη, αποκόπτοντάς την από τους τοπικούς της συμμάχους.
Πέρα από την σπουδαία θέση της χώρας στη ζώνη του Rimland, ιδιαίτερα σημαντική είναι και η δυνατότητα πρόσβασης στρατηγικής υφής, που μπορεί να κάνει στο εκτεταμένο χερσαίο πεδίο του Heartland και συγκεκριμένα στον άξονα Καύκασος-Ρωσική Ομοσπονδία (νοτιοδυτική ευρωπαϊκή Ρωσία και Σιβηρία)-Κεντρική Ασία. Αυτή η στρατηγική πρόσβαση, έχει να κάνει με την πολιτισμική επιρροή που έχει η Τουρκία στους Σουνίτες Τουρκόφωνους-Τουρκογενείς πληθυσμούς που διαβιούν σε: Ρωσία, Καζακστάν, Ουζμπεκιστάν, Τουρκμενιστάν, Κιργιστάν και Αζερμπαϊτζάν. Είναι αξιοσημείωτο, πως στις περιοχές του ευρασιατικού Heartland, όπου ζουν συμπαγείς Τουρκόφωνοι-Τουρκογενείς πληθυσμοί (στις Κεντροασιατικές δημοκρατίες και το Αζερμπαϊτζάν είναι πλειοψηφία), υπάρχουν τεράστια αποθέματα υδρογονανθράκων, τα οποία ήδη εξάγονται, μέσω αγωγών, που περνούν από την Τουρκία, στην Δύση, έχοντας μετατρέψει την Άγκυρα σε ενεργειακό κόμβο. Επιπλέον η Ρωσία, αντιμετωπίζει σε περιοχές της στον Καύκασο,αποσχιστικές τάσεις από Σουνίτες ισλαμιστές, ενώ στην Κεντρική Ασία, όπου έχει δεδομένα στρατηγικά συμφέροντα, φοβάται την αύξηση του ισλαμικού εξτρεμισμού, καθώς και την παρουσία ανταγωνιστικής σε αυτήν επιρροής από άλλο κράτος. Το γειτονικό μας κράτος λοιπόν, δύναται να αποσταθεροποιήσει την ενδοχώρα της Ευρασίας, η ομογενοποίηση της οποίας από την Ρωσική χερσαία ευρασιατική δύναμη, είναι απαραίτητη για να την καταστήσει ξανά ανταγωνιστική απέναντι στην Δύση, αφού η Μόσχα επιθυμεί να ελέγξει τις τεράστιες ποσότητες φυσικών πόρων που βρίσκονται εκεί, καθώς και να εξασφαλίσει την άμυνά της, με την απόκτηση ζωτικού χώρου.
Έτσι η Ρωσία βλέπει την Τουρκία, άκρως ανταγωνιστικά, μιας και με το δόγμα του Νεο-οθωμανισμού (όπως στις αρχές του προηγούμενου αιώνα με τα δόγματα του Παντουρκισμού και του παντουρανισμού), η Άγκυρα προσπαθεί να εξαπλώσει την επιρροή της, λειτουργώντας πλέον σαν εντολοδόχος-τοποτηρητής της Δύσης, σε ένα τεράστιο γεωγραφικό χώρο, από την Μέση Ανατολή μέχρι την Κεντρική Ασία, στοχεύοντας παράλληλα στην αποδυνάμωση της Ρωσίας, ώστε οι Αμερικανοί να επικεντρωθούν στον Ειρηνικό και στην ανάσχεση της αναδυόμενης υπερδύναμης της Κίνας. Επομένως βλέπουμε πως ότι η Τουρκία, είναι η ασπίδα και το δόρυ του Δυτικού κόσμου, απέναντι στην Ρωσία.
Ωστόσο είναι εμφανές από τις εξελίξεις μετά το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 2016, ότι Τουρκία και Ρωσία έχουν έρθει κοντά, αφήνοντας κατά μέρος τις διαφορές τους. Η Άγκυρα έκανε στροφή 180 μοιρών στην εξωτερική της στρατηγική, γιατί είχε ανάγκη να βρει στηρίγματα εκτός Δύσης, στον αγώνα της κατά της δημιουργίας Κουρδικών κρατικών οντοτήτων, όχι μόνο στην νοτιοανατολική περιφέρειά της, αλλά και στην ίδια της την επικράτεια. Η Άγκυρα σήμερα είναι μέλος των G-20, δηλαδή των είκοσι πιο ισχυρών οικονομιών παγκοσμίως, όμως για να φτάσει η οικονομική της ισχύς σε ένα τέτοιο σημείο, είχε την υποστήριξη της Δύσης και ο λόγος έχει ήδη περιγραφεί παραπάνω. Αυτή η αυξανόμενη οικονομική ισχύς, που μετατράπηκε σε ισχυροποίηση των Τουρκικών ενόπλων δυνάμεων, έκανε εν τέλει την Άγκυρα να θέλει πια να ενεργεί αυτόνομα στο διεθνές σύστημα, κάτι που δυσαρέστησε τους πάτρωνες της. Σε μια περίοδο μάλιστα που Αμερικανοί, Ευρωπαίοι και Ισραηλινοί, βλέπουν με πολύ συμπάθεια την δημιουργία Κουρδικών κρατών στην Μέση Ανατολή, γιατί με αυτόν το τρόπο αποσταθεροποιείται η Συρία (στενή σύμμαχος της Ρωσίας) και το Ιράν (φίλα προσκείμενο στην Ρωσία), ενώ παράλληλα δημιουργούνται φιλικά κρατίδια προς το Τελ-Αβίβ, προσφέροντάς του χερσαίο στρατηγικό βάθος. Συν τοις άλλοις, τα κράτη στα οποία υπάρχει έντονη Κουρδική παρουσία, διαθέτουν ενεργειακά αποθέματα (κυρίως το Ιράκ, αλλά και Συρία), με κάποια από τα αποθέματα αυτά, να βρίσκονται ήδη υπό την κατοχή Κούρδων (όπως τα πετρέλαια του Κιρκούκ και της Μοσούλης στο Ιρακινό Κουρδιστάν), τα οποία θα μπορούσαν να διοχετευθούν από τις Κουρδικές περιοχές του Βορρά των δυο Μεσανατολικών κρατών, μέσω αγωγών στην Ανατολική Μεσόγειο και από εκεί στις αγορές της Ευρώπης, μειώνοντας έτσι την εξάρτησή της από τους Ρωσικούς υδρογονάνθρακες.
Γίνεται λοιπόν κατανοητή η αντίδραση της Άγκυρας, απέναντι στους σχεδιασμούς αυτούς, που με την σειρά της, οδήγησε στο αποτυχημένο πραξικόπημα πριν από δυο χρόνια. Αυτό το πραξικόπημα, ο (μετριοπαθής;) ισλαμιστής Τούρκος Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, το εξέλαβε σαν μια προσπάθεια της Δύσης να επιβάλει την θέλησή της στην χώρα του. Ακόμα και έτσι, η Τουρκία δεν μπορεί να απεμπολήσει εύκολα τον ρόλο, που για τους Δυτικούς η γεωγραφία την προορίζει να έχει, διότι ειδικά για τις ΗΠΑ είναι υπεραπαραίτητη για την εξυπηρέτηση όχι μόνο των εθνικών της συμφερόντων, αλλά και της ίδιας της εθνικής της ασφάλειας. Η Άγκυρα παρ’ όλο το κύρος και την επιρροή που έχει συσσωρεύσει τα τελευταία χρόνια, εξακολουθεί να βρίσκεται χαμηλά στον διεθνή καταμερισμό ισχύος, μην μπορώντας να φτάσει τις άλλες Μεγάλες Δυνάμεις, με αποτέλεσμα να μην έχει την δυνατότητα να αλλάξει στρατόπεδο και να προσδεθεί σε μια συμμαχία με την Μόσχα, είτε πολιτικοοικονομικά (πχ. Ευρασιατική Ένωση), είτε στρατιωτικά (Σύμφωνο της Σαγκάης). Άλλωστε παρά την γειτνίασή της με την Ρωσία, δεν έχει κοινά σύνορα μαζί της και εξαιτίας της γεωγραφικής της θέσης, είναι ευάλωτη απέναντι στις Δυτικές ναυτικές δυνάμεις. Άρα είναι λογικό να αναμένουμε αργά ή γρήγορα την πτώση του Ερντογάν και την επαναφορά της Τουρκίας στην τροχιά της Δύσης. Όταν όμως συμβεί αυτό, τότε θα αρχίσουν τα προβλήματα για τον Ελληνισμό, αφού τότε Αμερικανοί και Ευρωπαίοι, θα αφήσουν μόνες τους την Ελλάδα και την Κύπρο, που ήδη βρίσκονται σε συγκρουσιακή πορεία με την Ερντογανική Τουρκία.
* Ο Ιωάννης Ν. Κωνσταντόπουλος είναι: Γεωπολιτικός Αναλυτής-Διεθνολόγος & Νομικός, επιστημονικός συνεργάτης του ΕΛ.Κ.Ε.Δ.Α.
Liberal