Γράφει ο Άγγελος Συρίγος

Στις 4 Σεπτεμβρίου ο Aμερικανός αρχηγός ΓΕΕΘΑ επισκέφθηκε την Αθήνα. Ακολούθως, αναχώρησε για τις Ινδίες. Από την ένταξή μας στο ΝΑΤΟ, το 1952, δεν εντοπίζεται άλλη αντίστοιχη, αυτοτελής επίσκεψη στην Ελλάδα.

Πάντοτε τέτοιες επισκέψεις περιελάμβαναν και την Τουρκία. Η σημειολογία της επισκέψεως είναι ενδεικτική των τεκτονικών αλλαγών που έχουν αρχίσει στην ευρύτερη περιοχή και φτάνουν ώς τη Μέση Ανατολή.

Θα ήταν λάθος να πιστέψουμε ότι η στροφή των ΗΠΑ προς την Ελλάδα είναι κάτι αυτοτελές και δεν συνδέεται με τις προβληματικές σχέσεις της Τουρκίας με τη Δύση. Η τελευταία ήθελε την Τουρκία διότι εξισορροπούσε τη Ρωσία στον Καύκασο και στον Εύξεινο Πόντο, του οποίου ελέγχει την πρόσβαση. Επίσης, αποτελούσε το αντίδοτο στον ακραίο ισλαμισμό και ήταν σημαντική για το ΝΑΤΟ λόγω της γειτνιάσεώς της με Ιράν, Ιράκ και Συρία. Oλες αυτές οι δυτικές βεβαιότητες βρίσκονται εδώ και χρόνια στην προκρούστεια κλίνη των διαθέσεων Ερντογάν.

Σε τμήματα της ελληνικής κοινωνίας ακούγεται έντονος προβληματισμός για την ξαφνική βελτίωση των ελληνοαμερικανικών σχέσεων. Η στάση αυτή οφείλεται εν μέρει στον παραδοσιακό μεταπολιτευτικό αντιαμερικανισμό μας. Μετά το 2010 έχει αμβλυνθεί, αφού τη σκυτάλη του «κακού» στην ελληνική ιδεοληψία έχει παραλάβει η Γερμανία. Παρ’ όλα αυτά είναι υπαρκτός. Σε άλλες περιπτώσεις υπάρχει ενόχληση για τον εισοδισμό του ΣΥΡΙΖΑ στη χορεία των φιλονατοϊκών δυνάμεων. Πολλοί αναρωτιούνται ανήσυχοι, εάν συνδέεται αυτό με ευρύτερη μετατόπιση των ΗΠΑ υπέρ των πρώην κομμουνιστών της κυβερνήσεως. Στην πραγματικότητα –και πολύ απλά– οι ΗΠΑ προετοιμάζονται για το απευκταίο ενδεχόμενο να χαθεί η Τουρκία από το σύστημα ασφαλείας της Δύσεως. Δεν το επιθυμούν και θέλουν να το αποτρέψουν. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα πάρουν και τα μέτρα τους.

Εμάς (και την Κύπρο) μας συμφέρει αυτή η αλλαγή στάσεως των ΗΠΑ; Προφανέστατα! Μετά το 1964 η Τουρκία «μέτραγε» πολύ περισσότερο για τις ΗΠΑ εν συγκρίσει προς την Ελλάδα. Αυτό φάνηκε πρωτίστως στο Κυπριακό. Αλλά και στο Αιγαίο, το ασυγκράτητο των τουρκικών διεκδικήσεων οφείλεται ώς ένα βαθμό στη φαινομενική ουδετερότητα των ΗΠΑ. Πιο πρόσφατο παράδειγμα είχαμε επί Κώστα Καραμανλή. Οι ΗΠΑ μας αντιμετώπιζαν εχθρικά λόγω της πιθανότητας να περάσει ρωσικό αέριο από την Ελλάδα, ενώ έκλειναν τα μάτια στον υπαρκτό αγωγό φυσικού αερίου από το Ιράν προς την Τουρκία.

Τώρα δημιουργούνται οι προϋποθέσεις να πάψει αυτή η άνιση μεταχείριση. Χρειάζεται προσοχή; Επίσης, προφανέστατα! Κατ’ αρχάς λόγω του γεωγραφικού σημείου που βρισκόμαστε, οφείλουμε να διατηρούμε διαύλους επικοινωνίας και σχέσεις με τη Ρωσία. Επιπλέον, η τελευταία ενίοτε λειτούργησε ως αντίβαρο –προσοχή, όχι ως σύμμαχος– στις κατά καιρούς προβληματικές σχέσεις μας με τους δυτικούς συμμάχους.

Κατά μείζονα λόγο, όμως, δεν υπάρχει «αναβάθμιση» όταν οι ΗΠΑ διατηρούν αναλλοίωτη την αντίληψή τους για τις ισορροπίες της περιοχής. Το παράδειγμα της πρόσφατης διευθετήσεως με την ΠΓΔΜ είναι ενδεικτικό.

Όπως αποκαλύφθηκε από τα WikiLeaks, η συμφωνία των Πρεσπών ακολούθησε σχεδόν κατά γράμμα το πλαίσιο επιλύσεως που είχαν προδιαγράψει οι ΗΠΑ το 2008 (σύνθετη ονομασία με παράλληλη αναγνώριση μακεδονικής ταυτότητας και γλώσσας). Η συμφωνία διαφοροποιήθηκε μόνον σε ένα σημείο, το εύρος της ονομασίας του κράτους και στο εσωτερικό της ΠΓΔΜ. Αυτό δεν αρκούσε για να αλλάξει τον αρχικό προβληματικό σχεδιασμό.

Συμπερασματικά, δεν αρκεί να μετατραπούμε σε χώρα απλής εγκαταστάσεως αμερικανικών στρατιωτικών βάσεων. Έχουμε ξαναβιώσει αυτή την κατάσταση και δεν μας άρεσε. Θέλουμε σαφή ανταλλάγματα που συνήθως αποκαλούνται στήριξη και στρατηγική σχέση. Αυτό αφορά σε Ανατολική Μεσόγειο και Βαλκάνια.

* Ο κ. Αγγελος Μ. Συρίγος είναι αναπληρωτής καθηγητής Διεθνούς Δικαίου και Εξωτερικής Πολιτικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο
Καθημερινή