Πώς προσέγγισαν τα ελληνικά έντυπα και ημεκτρονικά ΜΜΕ το αποτέλεσμα.

Το δημοψήφισμα στα Σκόπια μονοπωλεί τον σημερινό έντυπο και ηλεκτρονικό Τύπο. Η χαμηλή συμμετοχή, οι εύθραυστες ισορροπίες που δημιουργούνται εντός του γειτονικού κρατιδίου, το μέλλον της Συμφωνίας που υπεγράφη στις Πρέσπες, αλλά και ο αντίκτυπος του αποτελέσματος στην Αθήνα είναι τα κεντρικά θέματα που απασχολούν την επικαιρότητα.

Το iefimerida σημειώνει  “ΠΓΔΜ: «Ναι» με 91%… αλλά χωρίς συμμετοχή -Βαριά σύννεφα”, ςνώ σε τίτλους αναφέρει “Εύθραυστες ισορροπίες στα Σκόπια μετά το δημοψήφισμα-Το «Ναι» επικράτησε ξεκάθαρα με 91,37%, αλλά ο Ζάεφ είναι πλέον στριμωγμένος λόγω της μεγάλης αποχής-Τα επόμενα βήματα του Ζάεφ: Στέλνει τη συμφωνία στη Βουλή και αν δεν περάσει θα πάει σε εκλογές-Πώς θα επιχειρήσει να πείσει τους βουλευτές της αντιπολίτευσης”.

Αναλυτικά το δημοσίευμα έχεις ως εξής:

Ο πρωθυπουργός της πΓΔΜ Ζόραν Ζάεφ δεσμεύθηκε την Κυριακή ότι θα επιμείνει να επιδιώκει την εφαρμογή της συμφωνίας των Πρεσπών, ζητώντας ψηφοφορία στο κοινοβούλιο, προκειμένου να διευθετηθεί η διένεξη με την Ελλάδα για το ζήτημα της ονομασίας, παρότι η συμμετοχή στο μη δεσμευτικό δημοψήφισμα της Κυριακής δεν ξεπέρασε το 50% του εκλογικού σώματος που απαιτείτο ώστε να θεωρηθεί έγκυρο.

Κατά τα σχεδόν οριστικά αποτελέσματα, το 91,39% των ψηφοφόρων που συμμετείχαν στο δημοψήφισμα τάχθηκε υπέρ του ναι και το 5,71% υπέρ του όχι, αλλά ήταν τα σχεδόν δύο τρίτα του εκλογικού σώματος που δεν ψήφισαν εκείνα που κατάφεραν βαρύ πλήγμα στον Ζάεφ. Η συμμετοχή δεν έχει ακόμη ανακοινωθεί επίσημα, πάντως υπολογιζόταν νωρίτερα ότι ανήλθε στο 36,6%.

Οι πολίτες έστειλαν με τη μεγάλη αποχή ένα πολλαπλό μήνυμα:

  • Ότι δεν τους έπεισαν τα κελεύσματα του πρωθυπουργού περί διασφάλισης της γλώσσας και της ταυτότητάς τους να αποδεχθούν αλλαγή ενός ονόματος, με το οποίο μεγάλωσαν διαφωνώντας με μια συμφωνία που θεωρούν ότι έχει αρκετά κενά σημεία.
  • Αντίθετα, φαίνεται ότι πείστηκαν περισσότερο από τις εκκλήσεις του προέδρου της χώρας Γκιόργκι Ιβανόφ και της αντιπολίτευσης που έκαναν λόγο για «ξεπούλημα» της χώρας στους νότιους γείτονες, αλλά ενδεχομένως και από την καταγγελλόμενη από τη Δύση ρωσική εμπλοκή μέσω λογαριασμών στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης που παρότρυναν σε μποϊκοτάζ.
  • Ενδεχομένως δε να ενοχλήθηκαν και από την κινητοποίηση της Δύσης και τις παροτρύνσεις από δυτικούς αξιωματούχους (Μέρκελ, Κουρτς, Στόλτενμπεργκ, Μάτις κα) που επισκέφθηκαν παραμονές του κρίσιμου δημοψηφίσματος τη χώρα.
  • Ενώ αρνητικό αντίκτυπο εκτιμάται ότι έπαιξαν και τα παράθυρα που φρόντισαν να αφήσουν ανοικτά στην πορεία προς τις κάλπες ο Ζάεφ και άλλοι κυβερνητικοί αξιωματούχοι επισημαίνοντας ότι το το δημοψήφισμα έχει συμβουλευτικό χαρακτήρα και ότι θα είναι έγκυρο ανεξάρτητα απ’ το αν η συμμετοχή δεν ξεπεράσει το όριο του 50% δίνοντας έτσι την εντύπωση στο εκλογικό σώμα ότι δεν χρειάζεται να σηκωθεί απ’ τους καναπέδες για να κυρωθεί η συμφωνία με την Ελλάδα.

Ο Όλιβερ Ντέρκοσκι, ο πρόεδρος της εκλογικής επιτροπής της πΓΔΜ, είπε απευθυνόμενος σε δημοσιογράφους ότι στο δημοψήφισμα της Κυριακής «είναι καθαρό ότι δεν πάρθηκε απόφαση».

Οι πολίτες της πΓΔΜ που πήγαν να ψηφίσουν τάχθηκαν στη συντριπτική πλειοψηφία τους υπέρ της εφαρμογής της συμφωνίας των Πρεσπών, που θα σημάνει την αλλαγή του ονόματος της χώρας σε «Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας». Το αποτέλεσμα ήταν αναμενόμενο αφού οι πολέμιοι της συμφωνίας προτίμησαν να καλέσουν σε αποχή, ώστε να μη θεωρηθεί έγκυρη η διαδικασία, αντί του να προτρέψουν τους υποστηρικτές τους να ψηφίσουν όχι.

«Είναι σαφές ότι η συμφωνία με την Ελλάδα δεν πήρε πράσινο φως από τους πολίτες», αποφάνθηκε ο Χρίστιαν Μίτσκοσκι, ο επικεφαλής του εθνικιστικού, δεξιού αντιπολιτευόμενου κόμματος VMRO-DPMNE, μιλώντας σε δημοσιογράφους. Έκρινε πως μετά την έκβαση της ψηφοφορίας η κυβέρνηση έχει «απολέσει τη νομιμοποίησή της».

Ερωτηθείς εάν θα αποχωρήσει, ο Ζάεφ αντέτεινε «δεν σκοπεύω να παραιτηθώ (…) το καθήκον μου είναι να παραμείνω».

Για τον Ζάεφ, οι πολίτες που συμμετείχαν στο δημοψήφισμα έκαναν «μια σοβαρή συνεισφορά», έβαλαν «έναν λίθο στα θεμέλια του μέλλοντος» της χώρας. «Πάνω από 650.000 πολίτες ψήφισαν στο δημοψήφισμα (…). Πάνω από το 90% εξ αυτών υποστήριξε (την αλλαγή της ονομασίας)», πιστεύει ότι η χώρα «πρέπει να αποδεχθεί τη συμφωνία με την Ελλάδα και να γίνει μέλος του NATO και της Ευρωπαϊκής Ένωσης».

Παρότι το δημοψήφισμα δεν ήταν νομικά δεσμευτικό, τα μέλη του κοινοβουλίου της πΓΔΜ δεσμεύονταν ότι θα έθεταν σε εφαρμογή το αποτέλεσμά του. Το γεγονός ότι η συμμετοχή δεν άρκεσε ώστε η ψηφοφορία να θεωρηθεί έγκυρη προσφέρει κατά συνέπεια στους αντιπάλους της συμφωνίας την ευκαιρία να ταχθούν εναντίον της όταν η κυβέρνηση τη φέρει στην εθνική αντιπροσωπεία της πΓΔΜ.

Η εθνικιστική αντιπολίτευση έχει 49 έδρες στο κοινοβούλιο (επί συνόλου 120), αρκετές ώστε να αποτρέψει την έγκριση της συμφωνίας με την πλειοψηφία δύο τρίτων (80 ψήφοι) που απαιτείται για την αναθεώρηση του Συντάγματος.

Ο Ζάεφ δεν έκανε καμιά αναφορά στη συμμετοχή στις δηλώσεις του, επέμεινε ωστόσο στο ότι η ψήφος αυτών που τάχθηκαν υπέρ της αλλαγής της ονομασίας πρέπει να γίνει σεβαστή. Δεσμεύθηκε ότι θα ζητήσει να διεξαχθεί ψηφοφορία στο κοινοβούλιο και θα προκηρύξει πρόωρες εκλογές εάν δεν εγκριθεί.

«Είμαι αποφασισμένος» η πΓΔΜ να «ενταχθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στο NATO», επέμεινε ο Ζάεφ. Επανήλθε αργότερα το βράδυ δηλώνοντας ότι είναι «η ώρα να υποστηρίξουμε» την ευρωπαϊκή προοπτική της πΓΔΜ.

Οι αντίπαλοι της συμφωνίας διατείνονταν ότι η συμφωνία για την αλλαγή του ονόματος αποτελούσε εθνική ταπείνωση.

Ο επικεφαλής της σοσιαλδημοκρατικής κυβέρνησης της πΓΔΜ και οι σύμμαχοί του, τα κόμματα της αλβανικής μειονότητας (20 ως 25% των 2,1 εκατ. κατοίκων της κατά πλειοψηφία σλαβικής χώρας) δεν έχουν άλλη επιλογή παρά να προσπαθήσουν να πείσουν περίπου δέκα βουλευτές του VMRO-DPMNE.

Κατά τη διάρκεια τηλεφωνικής συνδιάλεξης των δύο ηγετών, ο πρωθυπουργός της Ελλάδας Αλέξης Τσίπρας χαιρέτισε την «αποφασιστικότητα» του ομολόγου του της πΓΔΜ Ζόραν Ζάεφ να «συνεχίσει να επιδιώκει την εφαρμογή» της συμφωνίας των Πρεσπών.

Ο Γενικός Γραμματέας του NATO Γενς Στόλτενμπεργκ προέτρεψε «όλους τους πολιτικούς ηγέτες και τα κόμματα να αδράξουν αυτή την ιστορική ευκαιρία», ενώ ο επίτροπος της ΕΕ αρμόδιος για τη διεύρυνση Γιοχάνες Χαν κάλεσε τα πολιτικά κόμματα της πΓΔΜ να «σεβαστούν» το αποτέλεσμα. Στο ίδιο μήκος κύματος ήταν η τοποθέτηση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ.

Το protothema.gr γράφει “Δημοψήφισμα στα Σκόπια: Πώς ο Ζάεφ θα προσπαθήσει να κάνει «ναι» την αποδοκιμασία της Συμφωνίας των Πρεσπών” και επισημαίνει:

Μπορεί το «ναι» να συγκέντρωσε ποσοστό 91,37%, η συμμετοχή, όμως, του 36,79% δείχνει αποδοκιμασία της συμφωνίας για το Σκοπιανό – Στα μέσα Ιανουαρίου η κρίσιμη ψηφοφορία στη Βουλή για την αλλαγή του Συντάγματος

Ο αρχηγός του VMRO, υπό την πίεση της Άνγκελας Μέρκελ και της Ουάσιγκτον υιοθέτησε τη γραμμή “κατά συνείδηση”. Η χαμηλή συμμετοχή στο δημοψήφισμα, όμως, απέδειξε ότι η βάση της αξιωματικής αντιπολίτευσης- και όχι μόνο- υιοθέτησε τη γραμμή “μποϊκοτάζ” του δημοψηφίσματος. Το κύμα του μποϊκοτάζ φάνηκε από νωρίς χθες το μεσημέρι ότι ήταν ισχυρό, λόγω της ασθενικής συμμετοχής. Σε αντίθεση με τους Αλβανούς, που υπολογίζονται στο 25%-30% του πληθυσμού και οι οποίοι έσπευσαν να στηρίξουν τη συμφωνία των Πρεσπών, οι Σλάβοι που γαλουχήθηκαν δεκαετίες ολόκληρες με το ιδεολόγημα του Μακεδονισμού διαφοροποιήθηκαν από την πολιτική Ζάεφ.

Οι χειρότεροι φόβοι του σκοπιανού πρωθυπουργού, λοιπόν, επιβεβαιώθηκαν. Η συμμετοχή όχι μόνο δεν υπερέβη το 50% (περίπου 900.000 ψηφοφόροι), όπως απαιτεί το Σύνταγμα, αλλά ούτε το όριο των 700.000, το οποίο ατύπως είχε τεθεί αρχικά από την ίδια την κυβέρνηση στα Σκόπια ως συμμετοχή που νομιμοποιούσε πολιτικά το δημοψήφισμα. Τελικά προσήλθαν μόνο το 36,79% των ψηφοφόρων.

Ως εκ τούτου, η ΠΓΔΜ οδηγείται σε μια πολιτική αστάθεια, παρά τη στήριξη που η κυβέρνηση είχε από το αλβανικό στοιχείο και σύσσωμη τη Δύση. Στην πραγματικότητα περίπου ένας στους τρεις Σλαβομακεδόνες πήγε να ψηφίσει. Πρόκειται για καθαρή αποδοκιμασία της συμφωνίας των Πρεσπών από το σλαβικό στοιχείο, γεγονός που αναμφίβολα θα επηρεάσει και τη διαδικασία της αναθεώρησης του Συντάγματος.

Έτσι όπως ήρθαν τα πράγματα, ο Ζόραν Ζάεφ δεν είχε πολλές επιλογές. Λίγη ώρα μετά τη λήξη της διαδικασίας, απέκλεισε κατηγορηματικά το ενδεχόμενο των πρόωρων εκλογών, δηλώνοντας πως θα συνεχίσει να ηγείται της χώρας. «Η Συμφωνία των Πρεσπών θα πάει στη Βουλή για να εγκριθεί. Αν αυτό δεν συμβεί, τότε η χώρα θα πάει σε εκλογές. Μέχρι τότε θα συνεχίσω να ηγούμαι της χώρας, προκειμένου να μπούμε σε ΕΕ και ΝΑΤΟ». Μία εβδομάδα νωρίτερα είχε κάνει μία δήλωση, η οποία αποκάλυπτε τις προθέσεις του. Είχε ξεκαθαρίσει ότι το όριο του 50% πάει περίπατο, καθώς το μόνο που έχει πραγματικά σημασία είναι «πόσοι θα επέλεγαν το ναι», ακόμα και αν αυτοί ήταν η μειοψηφία του ενεργού εκλογικού σώματος.

Την ίδια στιγμή, περίπου 300 άτομα βρέθηκαν μπροστά στην Βουλή της ΠΓΔΜ, πανηγυρίζοντας για το αποτέλεσμα. Οι πολίτες αυτοί, που πρόσκεινται στην αντιπολίτευση δήλωναν ικανοποιημένοι με το ιδιαίτερα χαμηλό ποσοστό της συμμετοχής που σύμφωνα με τους ηγέτες των εθνικιστών καθιστά το αποτέλεσμα άκυρο. Το VMRO DPMNE κατήγγειλε και νοθεία. Συγκεκριμένα, με επίσημη ανακοίνωση έκανε λόγο για «παράνομη συμπλήρωση καλπών στο Saraj και συγκεκριμένα στα χωριά Laskarci και Radusha». Αναφέρει δε πως προέκυψαν 500 ψήφοι σε 2 ώρες, κάτι που θα σήμαινε μία ψήφος ανά 14 δευτερόλεπτα.

Το επόμενο βήμα είναι η αναθεώρηση του Συντάγματος. Σύμφωνα με συνταγματολόγους, η διαδικασία δεν μπορεί να ολοκληρωθεί νωρίτερα από 95 ημέρες ή αργότερα από 106 ημέρες. Άρα, το τελευταίο και καθοριστικότερο αυτό βήμα τοποθετείται στα μέσα Ιανουαρίου. Για να περάσουν οι αλλαγές στο Σύνταγμα πρέπει να υπερψηφιστούν τουλάχιστον από 80 βουλευτές σε σύνολο 120. Μόνο σε περίπτωση που δεν θα καταφέρει να τις περάσει θα αναγκαστεί να καταφύγει ατις κάλπες.

Προς το παρόν, οι συνεργάτες του Ζόραν Ζάεφ επιχειρούν να υποβαθμίσουν την χαμηλή ανταπόκριση, αλλοιώνοντας τα μέχρι πρότινος στοιχεία. Αν και μέχρι χθες ισχυρίζονταν οτι οι άνθρωποι που έχουν φύγει και δεν μένουν πλέον στη χώρα, αλλά είναι εγγεγραμμένοι στους εκλογικούς καταλόγους είναι 300.000-350.000, πλέον κάνουν λόγο για 600.000-800.000! Το δεύτερο επιχείρημα που επικαλούνται είναι ότι «το δημοψήφισμα είναι μόνο ένας σταθμός σε αυτό τον δρόμο και έχει συμβουλευτικό χαρακτήρα», επιχειρώντας να αποδυναμώσουν τη διαδικασία και να αποποιηθούν την ήττα. Τέλος, το κόμμα του Ζάεφ υποστηρίζει ότι η αντιπολίτευση εμπόδισε τους ψηφοφόρους της να συμμετάσχουν, αν και όλα τα αλβανικά κόμματα στήριξαν τον Σκοπιανο πρωθυπουργό, με το εθνικιστικό VMRO να παραμένει μόνο του απέναντι στη συμφωνία. Κι αυτό υπό ασφυκτική πίεση και πολιτικά αποδυναμωμένο.

Επικοινωνία με τον πρωθυπουργό των Σκοπίων είχε ο Αλέξης Τσίπρας μετά την ολοκλήρωση του δημοψηφίσματος. Σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, τον επαίνεσε «για την αποφασιστικότητα και τη γενναιότητα του να συνεχίσει στην εφαρμογή της συμφωνίας». Σε απόλυτα αντίθετο κλίμα κινήθηκε ο κυβερνητικός εταίρος Πάνος Καμμένος, ο οποίος και δήλωσε δικαιωμένος μέσω των σόσιαλ μίντια. «Όταν μίλησα για αποτυχία του δημοψηφίσματος με λοιδορήσαν τώρα με αυτή τη συμμετοχή βάση του άρθρου 73, 74 του Συντάγματος τους είναι άκυρο και το 68% των πολιτών ακύρωσε την συμφωνία. Ο Κυριάκος να απολογηθεί που ήθελε να σταματήσει την ευημερία των Ελλήνων και την κυβέρνηση», ανέφερε με ανάρτησή του στο twitter.

Αντίθετα ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς χαρακτήρισε το δημοψήφισμα συμβουλευτικό και ζήτησε να διαφυλαχθεί η δυναμική της συμφωνίας των Πρεσπών. Για ένα αντιφατικό δημοψήφισμα έκανε επίσης λόγο το υπουργείο Εξωτερικών σε ανακοίνωση που εξέδωσε, αναγνωρίζοντας την μεγάλη υπεροχή του «Ναι», χωρίς, όμως, την αντίστοιχη συμμετοχή. «Μεγάλο τμήμα της κοινωνίας της γείτονος χώρας στήριξε τη συμφωνία. Όμως ένα σημαντικό τμήμα την αντιμετώπισε με σκεπτικισμό. Η Ελλάδα σέβεται τις επιλογές των πολιτών της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας».

Γεγονός παραμένει πως και στο εσωτερικό της χώρας, ο Αλέξης Τσίπρας, ο Πάνος Καμμένος, αλλά και ο Κυριάκος Μητσοτάκης, θα κληθούν πολύ σύντομα να βαδίσουν και αυτοί στο ναρκοπέδιο του ονοματολογικού.

Σε άλλη ανάρτηση του protothema.gr, ο Σταύρος Λυγερός αναλύσει γιατί “Ζάεφ και Δύση θα παίξουν τα ρέστα τους μετά το δημοψήφισμα” και σημειώνει:

Όπως αποδείχθηκε για μία ακόμα φορά, οι ωμές και κραυγαλέες δυτικές παρεμβάσεις φέρνουν συνήθως το αντίθετο από το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα. Προκαλούν μία αρνητική παλινδρόμηση στο εκλογικό σώμα

Το γεγονός ότι την Κυριακή πήγε ένας στους τρεις εγγεγραμμένους στους εκλογικούς καταλόγους της ΠΓΔΜ να ψηφίσει στις κάλπες του δημοψηφίσματος είναι από μόνο του μία νίκη της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Ο Ζάεφ ήλπιζε πως όσοι ήταν αντίθετοι με τη Συμφωνία των Πρεσπών θα διχάζονταν: ένα τμήμα τους θα πήγαινε στις κάλπες για να ψηφίσει ΟΧΙ και ένα άλλο θα επέλεγε το μποϊκοτάζ. Έτσι, και η συμμετοχή θα ξεπερνούσε το όριο των 700.000 που οι ίδιοι οι κυβερνώντες είχαν ατύπως θέσει και το ΝΑΙ θα επικρατούσε άνετα.

Τελικώς, όμως, απεδείχθη πως η θέση του Μίτσκοφσκι για κατά συνείδηση ήταν πλασματική και αποτέλεσμα των ασφυκτικών πιέσεων που του άσκησε η Μέρκελ και η Ουάσιγκτον. Ουσιαστικά το VMRO ποντάρισε στο μποϊκοτάζ και κέρδισε το πολιτικό στοίχημα και τις εντυπώσεις. Μόνο μία πολύ μικρή μειονότητα των ψηφοφόρων του πήγε στις κάλπες και ψήφισε ΟΧΙ.

Είναι, πάντως, αξιοσημείωτο πως η Δύση δεν βάζει μυαλό. Καθ’ όλη τη διάρκεια της προ του δημοψηφίσματος περιόδου, οι Δυτικοί έπαιξαν τα ρέστα τους για να υπάρξει μεγάλη συμμετοχή και βεβαίως για να κερδίσει το ΝΑΙ. Βομβάρδισαν το σλαβομακεδονικό στοιχείο με ένα μίγμα υποσχέσεων και απειλών. Ο πρόεδρος Τραμπ παρενέβη με επιστολή, ο Ζάεφ κλήθηκε στην Ουάσιγκτον και συναντήθηκε με τον αντιπρόεδρο Πενς, η Μέρκελ πήγε προσωπικά στα Σκόπια και έπιασε από τον λαιμό τον αρχηγό του VMRO, ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ και αξιωματούχοι της ΕΕ πήγαν επιτόπου για να πειθαναγκάσουν τους ψηφοφόρους. Μέχρι και ο πρώην πρόεδρος Μπους επιστρατεύθηκε.

Πιο ωμός, όμως, ήταν ο εκβιασμός που άσκησε, στο όνομα του προέδρου Μακρόν, ο Γάλλος πρέσβης στα Σκόπια Τιμονιέ, ο οποίος έθεσε το εξωφρενικό δίλημμα: «ή Βόρεια Μακεδονία ή Βόρεια Κορέα»! Κατά τα άλλα, τόσο ο ίδιος ο Ζάεφ, όσο και οι δυτικές κυβερνήσεις υπερτόνισαν σε αντιαισθητικό βαθμό όλα όσα παραπέμπουν στον Μακεδονισμό, προκειμένου να χαϊδέψουν τον εθνικισμό των ψηφοφόρων.

Όπως αποδείχθηκε για μία ακόμα φορά, οι ωμές και κραυγαλέες δυτικές παρεμβάσεις φέρνουν συνήθως το αντίθετο από το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα. Προκαλούν μία αρνητική παλινδρόμηση στο εκλογικό σώμα. Είδαμε το φαινόμενο και στο δημοψήφισμα για το σχέδιο Ανάν στην Κύπρο πριν από 15 χρόνια και στο δημοψήφισμα στην Ελλάδα το 2015.

Το σημαντικότερο είναι, όπως φάνηκε από τις δηλώσεις και του αρμόδιου επιτρόπου της ΕΕ Χάν και του γενικού γραμματέα του ΝΑΤΟ Στόλτενμπεργκ, η Δύση υποκρίνεται πως δεν βλέπει τον ελέφαντα που βρίσκεται στο κέντρο του δωματίου. Μιλάει για τη συντριπτική επικράτηση του ΝΑΙ, παρακάμπτοντας την καταλυτική απήχηση που είχε το μποϊκοτάζ. Πώς, όμως, να μην συμβεί αυτό, όταν κατά 90% πήγαν στις κάλπες μόνο όσοι ήθελαν να ψηφίσουν ΝΑΙ.

Η Δύση αντιδρά έτσι, επειδή θέλει ο Ζάεφ να προχωρήσει στον ίδιο δρόμο. Εξ ου κι αυτός δήλωσε πως θα συνεχίσει απτόητος προς τη συνταγματική αναθεώρηση. Είναι σαφές πως θα έδινε αυτή τη μάχη με πολύ καλύτερους όρους εάν είχαν ψηφίσει πάνω από 700.000. Ακόμα κι αν παρακάμψουμε το συνταγματικό όριο του 50% των εγγεγραμμένων, έχει καταλυτική πολιτική σημασία το γεγονός ότι όσοι ψήφισαν ΝΑΙ (περίπου 570.000) δεν είναι πλειοψηφία ούτε με μέτρο όσους ψήφισαν στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές (σχεδόν 1.200.000).

Και η σημασία καθίσταται ακόμα μεγαλύτερη, επειδή το ΝΑΙ και το μποϊκοτάζ δεν κατανεμήθηκαν περίπου ισομερώς στη σλαβομακεδονική πλειονότητα και στην αλβανική μειονότητα. Οι Αλβανοί ψήφισαν κατά 95% ΝΑΙ, ενώ μόνο ένας στους τρεις Σλαβομακεδόνες έπραξε το ίδιο. Το γεγονός αυτό προσδίδει στον διχασμό που προκάλεσε η Συμφωνία των Πρεσπών και μία εθνοτική διάσταση, η οποία εκ των πραγμάτων τροφοδοτεί την υποφώσκουσα αντίθεση των δύο σύνοικων στοιχείων.
Οι Σλαβομακεδόνες νοιώθουν ότι για ένα τόσο κρίσιμο ζήτημα του κράτους τους, αποφασιστικό ρόλο παίζουν οι Αλβανοί, οι οποίοι κατά κανόνα εμπνέονται από τα δικά τους εθνικιστικά ιδεώδη κι όχι από τον Μακεδονισμό. Με άλλα λόγια, εκ των πραγμάτων επανέρχονται στην επιφάνεια οι αποκλίνουσες εθνικές επιδιώξεις, γεγονός που ενδέχεται να τροφοδοτήσει μία αποσταθεροποιητική δυναμική.

Είναι αξιοσημείωτο πως ο Ζάεφ είχε φροντίσει πριν ανοίξουν οι κάλπες να ακυρώσει το κριτήριο της συμμετοχής. Για την ακρίβεια, είχε δηλώσει ότι η αποχή δεν υπολογίζεται και πως το αποτέλεσμα θα προκύψει από όσους ψηφίσουν. Με τον τρόπο αυτό προσπάθησε να παρακάμψει τη συνταγματική διάταξη για συμμετοχή πάνω από 50%. Εδώ και αρκετό καιρό, άλλωστε, από το κυβερνητικό στρατόπεδο στα Σκόπια διακινείται η ερμηνεία πως το συνταγματικό όριο δεν ισχύει γι’ αυτό το δημοψήφισμα, επειδή είναι συμβουλευτικού και όχι δεσμευτικού χαρακτήρα.

Μπορεί ο Ζάεφ να έχασε πολιτικά τη μάχη του δημοψηφίσματος, αλλά δεν έχει ακόμα χάσει τον πόλεμο. Το επόμενο στοίχημά του είναι στις ψηφοφορίες στο Κοινοβούλιο για τη συνταγματική αναθεώρηση να καταφέρει να συγκεντρώσει την αναγκαία πλειοψηφία των 80 βουλευτών. Αυτό σημαίνει πως με κάποιον τρόπο πρέπει να αποσπάσει από το VMRO τον αριθμό βουλευτών που θα συμπληρώσει τον μαγικό αριθμό 80.

Πριν το δημοψήφισμα, πηγές στα Σκόπια επέμεναν πως με τη βοήθεια της Δύσης σχεδόν τους είχε εξασφαλίσει. Ας σημειωθεί ότι αρκετοί πρώην υπουργοί και βουλευτές της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι υπόδικοι και κάποιοι εξ αυτών έχουν καταδίκες. Ειδικά σ’ αυτούς τους αδύναμους κρίκους δίνονται υποσχέσεις και από την κυβέρνηση Ζάεφ και από δυτικές κυβερνήσεις ότι θα απαλλαγούν εάν υπερψηφίσουν τη συνταγματική αναθεώρηση. Υπάρχουν και ελάχιστοι βουλευτές του VMRO, οι οποίοι συμμετείχαν στο δημοψήφισμα και οι οποίοι ενδεχομένως να υπερψηφίσουν τη συνταγματική αναθεώρηση.

Το μόνο σίγουρο είναι πως τόσο η κυβέρνηση Ζάεφ όσο και σύσσωμη η Δύση θα παίξουν τα ρέστα τους για να προκαλέσουν την αποστασία των βουλευτών που η σημερινή συμπολίτευση χρειάζεται για να περάσει τις αλλαγές στο Σύνταγμα. Αναμφιβόλως, για να επιτευχθεί ο σκοπός θα χρησιμοποιηθούν όλα τα μέσα, από τον εκβιασμό μέχρι τον χρηματισμό και την υπόσχεση για ρόλους και αξιώματα. Το εάν οι Δυτικοί θα τα καταφέρουν ή θα σπάσουν τα μούτρα τους μένει να αποδειχθεί στην πράξη. Το διακύβευμα, άλλωστε, δεν είναι η διευθέτηση της διένεξης με την Ελλάδα για το όνομα, αλλά η ένταξη της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ και ως εκ τούτου ο σχεδόν εξοβελισμός της Ρωσίας από τα Βαλκάνια.

Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, πάντως, συνιστά νίκη της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Μπορεί να μην έχει θεσμικό αντίκρισμα, αλλά στο πολιτικό επίπεδο αναμφισβήτητα συσπειρώνει την παράταξη και ως εκ τούτου λειτουργεί αποτρεπτικά όσον αφορά διαρροές και αποστασίες στο επίπεδο της Κοινοβουλευτικής Ομάδας. Με άλλα λόγια κάνει δυσκολότερο το έργο και του Ζάεφ και της Δύσης. Τίποτα, ωστόσο, δεν μπορεί να αποκλεισθεί.

Εάν τελικώς ο πρωθυπουργός της ΠΓΔΜ δεν καταφέρει να πραγματοποιήσει τη συνταγματική αναθεώρηση, όπως ανακοίνωσε, θα προκηρύξει εκλογές. Περιττό να τονισθεί πως εάν φθάσει σ’ εκείνο το σημείο, πιθανότατα θα χάσει και τις εκλογές και την εξουσία. Υπενθυμίζουμε ότι κατάφερε να σχηματίσει κοινοβουλευτική πλειοψηφία, επειδή, με την προτροπή της Ουάσιγκτον, όλα τα αλβανικά κόμματα συνέπραξαν μαζί του. Ουσιαστικά έσπασε η παράδοση που το ένα αλβανικό κόμμα συνεργαζόταν με το ιδεολογικοπολιτικά αντίστοιχο σλαβομακεδονικό.

Με τίτλο “Ασαφές το μέλλον της Συμφωνίας των Πρεσπών” το capital.gr και ο Κώστας Ράπτης περιγράφει την επόμενη μέρα του δημοψηφίσματος στα Σκόπια και επισημαίνει:

Η επόμενη μέρα της διεξαγωγής του δημοψηφίσματος στην πΓΔΜ βρίσκει την πολιτική σκηνή της γείτονος σε μια κατάσταση παραλυτικής ισορροπίας.

Εκ πρώτης όψεως, ο κάθε ένας από τους πολιτικούς πρωταγωνιστές έχει παραδόξως τη δυνατότητα να εμφανίζεται ως νικητής. Ο πρωθυπουργός Ζόραν Ζάεφ και συνολικά οι υποστηρικτές της Συμφωνίας των Πρεσπών επικαλούνται το συντριπτικό ποσοστό υπεροχής του “Ναι” (άνω του 90%) μεταξύ των ψηφισάντων, ενώ το αντιπολιτευόμενο VMRO-DPMNE του Χρίστιαν Μίτσκοσκι υποδεικνύει το εξαιρετικά χαμηλό ποσοστό προσέλευσης των πολιτών στην κάλπη – περίπου 36% επί των εγγεγραμμένων.

Για τη μία πλευρά, η σαφής ετυμηγορία όσων μπήκαν στον κόπο να ψηφίσουν δίνει (δεδομένης και της προβληματικής κατάστασης των εκλογικών καταλόγων) επαρκή νομιμοποίηση για τη συνέχιση της διαδικασίας υλοποίησης της Συμφωνίας των Πρεσπών, με αναθεώρηση του Συντάγματος από το κοινοβούλιο της χώρας, ενώ η άλλη πλευρά οικειοποιείται το υψηλό ποσοστό της αποχής (συν τις όποιες αρνητικές ψήφους) για να μιλήσει για ευρεία πλειοψηφία απόρριψης της αλλαγής ονομασίας.

Τα επιχειρήματα των δύο πλευρών δεν είναι ισότιμα. Και μολονότι το VMRO-DPMNE δεν δικαιούται ασφαλώς να πιστώνεται (και δη ως αντικυβερνητική ψήφο) το σύνολο όσων απείχαν για ποικίλους πολιτικούς ή μη λόγους, η κυβέρνηση Ζάεφ είναι αναμφίβολα ο χαμένος του δημοψηφίσματος – διότι, παρά την εμφανή στήριξή της από τον διεθνή παράγοντα, το ποσοστό συμμετοχής υπήρξε χαμηλότερο και από αυτό που προέβλεπαν οι πιο απαισιόδοξοι σχεδιασμοί της.

Μάλιστα, η συμμετοχή δεν ξεπέρασε το 50% ούτε καν στις περιφέρειες των αλβανοφώνων, οι οποίοι υποτίθεται με ενθουσιασμό θα στήριζαν τη Συμφωνία των Πρεσπών, ως απαλλαγμένοι και από τα ταυτοτικά άγχη του σλαβικού στοιχείου.

Στην πραγματικότητα, απέναντι στο (έστω και αμυδρά) θετικό περιεχόμενο της καμπάνιας του “Ναι”, που επικέντρωνε στην ευρωατλαντική προοπτική της χώρας, οι πολίτες φάνηκαν ασυγκίνητοι, ή πείστηκαν ότι, μετά από 27 χρόνια διαιώνισης του ονοματολογικού ζητήματος, το κόστος περαιτέρω αναμονής δεν θα ήταν σημαντικό.

Σε κάθε περίπτωση, οι έντονες διεθνείς πιέσεις υπέρ του “Ναι” απέβησαν άκαρπες – αν δεν είχαν το αντίθετο του προσδοκώμενου αποτέλεσμα. Είναι λιγότερο λογικό να θεωρήσουμε ότι πέτυχε η (άγνωστης έκτασης) καταγγελλόμενη παρεμβολή του “ρωσικού δακτύλου” στον χώρο του αοράτου, παρά ότι απέτυχε η επί καθημερινής βάσεως παρέμβαση της Δύσης εις το φως της ημέρας. Πιθανότατα, η τελευταία δημιούργησε μιαν αίσθηση ΄’στημένου παιχνιδιού” που ενίσχυσε την απάθεια των ψηφοφόρων.

Είναι άλλωστε χαρακτηριστικοί οι τόνοι συγκρατημένης απαισιοδοξίας της σχετικής ανακοίνωσης του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών, όπου το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος χαρακτηρίζεται “αντιφατικό”, διεκτραγωδούνται τα εμπόδια που δημιουργεί “το κλίμα εθνικισμού και καχυποψίας” ή “οι καθημερινές πλαστές ειδήσεις” και τονίζεται ότι “τα επόμενα βήματα απαιτούν νηφαλιότητα από όλες τις πλευρές ανεξαιρέτως, ώστε η θετική δυναμική” (κρίσιμη η επιλογή της λέξης) “της Συμφωνίας των Πρεσπών να διαφυλαχθεί”.

Υπάρχουν βέβαια και αυτοί για τους οποίους δεν έχει συμβεί τίποτε, όπως ο αρμόδιος για τη διεύρυνση Αυστριακός επίτροπος της Κομισιόν Γιοχάνες Χαν, ο οποίος έσπευσε να συγχαρεί “τους φηφίσαντες στο συμβουλευτικό δημοψήφισμα”, οι οποίοι έδωσαν “ευρεία στήριξη στη Συμφωνία των Πρεσπών και στον ευρωατλαντικό δρόμο της χώρας”. Ο ίδιος καλεί τους πολιτικούς ηγέτες της πΓΔΜ να σεβαστούν το αποτέλεσμα και να υλοποιήσουν τη συμφωνία “με πνεύμα ευθύνης και ενότητας, πέρα από κομματικές διαχωριστικές, προς το συμφέρον της χώρας”.

Πρόκειται λίγο πολύ για την ίδια γραμμή που ακολουθεί ο Ζόραν Ζάεφ, καλώντας το VMRO-DPMNE να συμπράξει στις κοινοβουλευτικές διαδικασίες της συνταγματικής αναθεώρησης, σεβόμενο τη “λαϊκή εντολή”, ειδάλλως μόνος άλλος δημοκρατικός δρόμος είναι αυτός της προκήρυξης πρόωρων εκλογών.

Ωστόσο, στο τοπίο που διαμορφώθηκε με το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος είναι αδύνατον το VMRO-DPMNE να συμπράξει συλλογικά – και πολύ πιο δύσκολο να το πράξουν όσοι βουλευτές του το εξέταζαν ατομικά. Από την άλλη, όμως, η προοπτική νέων εκλογών ασφαλώς δεν συγκινεί την αντιπολίτευση, όσο και αν ο Μίτσοσκι καλεί τον Ζάεφ να προετοιμάζεται για “την πολιτική του συνταξιοδότηση”. Η ήττα του VMRO-DPMNE στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές είναι νωπή και η επιβεβαίωσή της στις μετέπειτα δημοτικές εκλογές επίσης. Το κόμμα εμφανίζεται πολυδιασπασμένο σε τάσεις και ο φυσικός του ηγέτης Νίκολα Γκρούεφκσι βρίσκεται ένα βήμα πριν από τη φυλακή. Αντίθετα, ο Ζάεφ μπορεί να ενθαρρύνεται από τον απόλυτο αριθμό των άνω του μισού εκατομμυρίου ψήφων υπέρ του “Ναι”.

To liberal.gr φιλοξενεί σειρά άρθρων που αναλύουν το δημοψήφισμα στα Σκόπια.

Ο Γιάννης Σιδέρης εκφράζει την άποψη “Η Δύση απέτυχε στα Σκόπια” και σημειώνει τα εξής:

Εν αρχή ήν η θετική, κατά τη γνώμη μας, διάσταση του δημοψηφίσματος της γείτονος. Η λαϊκή ανυπακοή που υψώθηκε απρόσμενα απέναντι στην καταιγιστική και ευτελιστική επίθεση χειραγώγησης που υπέστη από τους ηγέτες της Δύσης ο λαός των Σκοπίων. Η περατζάδα ηγετών όπως π.χ. Μέρκελ και Μακρόν, του υπουργού Αμυνας των ΗΠΑ Τζιμ Μάτις ή του γ.γ. ΝΑΤΟ Γ, Στόλτενμπεργκ, για να νουθετήσουν τον προφανώς ανώριμο λαό, απέβη παταγωδώς άκαρπη. Και δεν ήταν μόνο οι εν ενεργεία. Μέχρι και ο Τζορτζ Μπους ανεσύρθη από τη λήθη και απέστειλε «ευγενή» επιστολή – τελεσίγραφο στους απολίτιστους Βαλκάνιους, για να τους υποδείξει το συμφέρον τους!

Ευμενή πάντως αποδοχή αυτής της λογικής επιδεικνύει ο ΣΥΡΙΖΑ. Ο Δημήτρης Παπαδημούλης, διερωτήθηκε στο twitter απευθυνόμενος σε Μητσοτάκη και Γεννηματά, να του αναφέρουν ένα κόμμα-μέλος του ΕΛΚ ή του Σοσιαλιστικού Κόμματος, που να συμφωνούν με την στάση τους στην συμφωνία των Πρεσπών – λες και για θέματα εθνικής ευαισθησίας, αξιοπρέπειας και συμφέροντος, θα έπρεπε τα κόμματα να πάρουν τη άδεια των Ευρωπαίων. Εννοεί ότι έτσι κάνει το κόμμα του;

Δεν κρίνεται εδώ το σωστό ή όχι της συμπεριφοράς του λαού των Σκοπίων. Κρίνεται η θετική ανυπακοή, που ήρθε μετά την – έστω ψεκασμένη – ανυπακοή του ελληνικού λαού στο δημοψήφισμα. Οι δύο αυτές ανυπακοές ακολούθησαν εκείνες του κυπριακού, του Γαλλικού, του Ολλανδικού ή του Ιρλανδικού λαού. Αρα γεννώνται ευρύτερα ζητήματα για τη δυνατότητα των ελίτ να επηρεάζουν τις αποφάσεις των λαών. Και όσο πιο ξεδιάντροπα και αποικιοκρατικά το επιχειρούν, τόσο πιο αποτυχημένο είναι το αποτέλεσμα.

Αλλωστε αν οι παρεμβάσεις μπορούσαν να χειραγωγήσουν και να κατευθύνουν τους λαούς, αν μπορούσαν να καταστείλουν και να εξαλείψουν τους εθνικούς μύθους και αυτό που θεωρούν ως εθνικό τους δίκαιο, το κυπριακό θα είχε λυθεί από χρόνια.

Προφανώς ενταγμένη στο πλαίσιο της χειραγώγησης ήταν και η εικόνα που μεταδιδόταν ότι το «ναι» θα είχε συντριπτική επικράτηση. Η εκκωφαντική αποχή το διέψευσε .Φυσικά υπάρχουν και οι παράγοντες της Ρωσίας και της Τουρκίας που έχουν τους δικούς τους διαύλους και επηρέασαν υπογείως το αποτέλεσμα, αλλά αυτό δε αναιρεί την αντίθεση στην εξουσιαστική χειραγώγηση της Δύσης.

Στα εδώ, ο μόνος που εξέπεμψε στεναγμό ανακούφισης προς το παρόν ήταν ο Πάνος Καμμένος, που ήδη έσπευσε να θριαμβολογήσει το twitter: «Όταν μίλησα για αποτυχία του δημοψηφίσματος με λοιδόρησαν» έγραψε. Φυσικά η θριαμβολογία του αφορά στην επιτυχή πρόβλεψη, έστω και αν αυτή ήταν έκφραση επιθυμίας. Ομως το πρόβλημά του παραμένει. Κατ’ αρχάς είναι διασκεδαστική η τόση προσήλωση στα αποτελέσματα του σκοπιανού δημοψηφίσματος, από αρχηγό κόμματος και συγκυβερνήτη που ευτέλισε το ελληνικό δημοψήφισμα και την εντολή που έδωσε το 62% του λαού. Αφετέρου δεν αναιρεί το γεγονός ότι η συμφωνία είναι βλαπτική για τα εθνικά μας συμφέροντα, οπότε ο κ. Καμμένος δεν θα αποφύγει να τεθεί προ των εθνικών του ευθυνών, με την στήριξη που παρέχει στην κυβέρνηση.

Από την πλευρά της η κυβέρνηση παρακολουθεί αμήχανη τις εξελίξεις, και καθώς είναι νωρίς ακόμη, δεν έχει διαμορφώσει στρατηγική (φάνηκε και από τη διαφορετική ανάγνωση του μηνύματος που έκαναν οι Καμμένος και Κοτζιάς). Το μόνο που εξακολουθεί να ψελλίζει είναι – δια της εις άτοπον απαγωγής – ότι αν η συμφωνία ήταν καλή για τους Σκοπιανούς, όπως κατηγορεί η αντιπολίτευση, δεν θα υπήρχε τέτοια αποχή.

Ασθενές επιχείρημα. Οι Σκοπιανοί δεν δέχονται τίποτε άλλο για τη χώρα τους από την ονομασία Μακεδονία, χωρίς προσδιορισμούς. Το πλέον πιθανό είναι να αναγκαστεί ο Ζάεφ να πάει σε εκλογές. Αυτές θα γίνουν στις αρχές του 2019, ενώ στην συνέχεια θα ακολουθήσει ένα τρίμηνο για την συνταγματική αναθεώρηση. Αισίως οδεύουμε στις εκλογές του Μαΐου.

Ο κ. Τσίπρας θα μπορούσε να μπει στον πειρασμό να διεξαγάγει νωρίτερα εκλογές και να εναποθέσει την «καυτή πατάτα στον Μητσοτάκη. Το ερώτημα είναι αν θα τον άφηναν οι Αμερικανοί, δεδομένου ότι ο αρχηγός της ΝΔ έχει εκπεφρασμένη αρνητική στάση. Αν αντιθέτως ο Ζάεφ κατορθώσει να την περάσει τώρα από τη Βουλή (ως υπόθεση εργασίας) η κυβέρνηση παραμένει τρωτή όπως και προ δημοψηφίσματος, ενώ στον κ. Καμμένο πέραν της θριαμβολογίας, θα μείνει και το πρόβλημα καθώς η σημερινή αποχή δεν τον απήλλαξε ευθυνών.

Ο Τάσος Ευαγγελίου λέει ότι “Αγνόησαν τον λαό σε Σκόπια και Αθήνα, μετράμε τις συνέπειες” και αναλύει:

Δέσμιος των επιλογών του καθίσταται πλέον ο Αλέξης Τσίπρας, ο οποίος μετά τις εξελίξεις στο δημοψήφισμα των Σκοπίων είναι υποχρεωμένος να αναμένει τα αποτελέσματα από τη διαδικασία που θα ακολουθήσει ο Ζόραν Ζάεφ χωρίς παράλληλα να μπορεί να αξιοποιήσει προς όφελός του το βασικό του χαρτί, δηλαδή τη συμφωνία των Πρεσπών, έναντι των δανειστών και του ξένου παράγοντα.

Βλέποντας πλέον ότι ο έτερος εκ των συμβαλλομένων της συμφωνίας που υπέγραψε, χωρίς να πετύχει κάποιον ορατό θετικό όρο για την Ελλάδα, εγκλωβίζεται σε μια δίνη γεγονότων η οποία πυροδοτήθηκε μετά τη συμφωνία των Πρεσπών και ξεφεύγει από τη Βούληση τόσο του Αλέξη Τσίπρα και του Ζόραν Ζάεφ όσο και των μεγάλων δυνάμεων που την εμπνεύστηκαν.

Αποδεικνύεται για μια ακόμη φορά ότι σε θέματα τόσο μεγάλης σπουδαιότητας δεν μπορεί κανείς να αγνοεί τη λαϊκή βούληση, επειδή το αποτέλεσμα, θα είναι, έτσι ή αλλιώς, αντίθετο στο επιδιωκόμενο.

Ο Κ. Τσιπρας. αγνόησε τις συνθήκες, τόσο στην Ελλάδα όσο και στα Σκόπια. Επικεντρώθηκε στη θέληση του ξένου παράγοντα, υπερατλαντικού και ευρωπαϊκού και επιχείρησε να ικανοποιήσει πλήρως τα αιτήματα των μεγάλων Δυνάμεων, προτάσσοντας δικές του μικροκομματικές επιδιώξεις στο εσωτερικό της χώρας.

Το 2015 σφραγίστηκε από τις θεωρίες παιγνίων του Γιάνη Βαρουφάκη. Το 2018 από τον Βαρουφάκη της εξωτερικής πολιτικής, τον Νίκο Κοτζιά. Ανεξάρτητα από τις εξελίξεις, αυτό που δεν μπορεί να αμφισβητηθεί είναι πως η Ελλάδα παραχώρησε στα Σκόπια την Μακεδονική γλώσσα και ταυτότητα. Με την υπογραφή της κυβέρνησης του Αλέξη Τσίπρα και του Πάνου Καμμένου.

Ακόμη και αν υποθέσουμε ότι ξεκινούσαν νέες διαπραγματεύσεις σε σύντομο χρονικό διάστημα, αυτές θα έχουν πλέον μια βάση συζήτησης: τη συμφωνία των Πρεσπών.

Οι διαδικασίες που ακολουθήθηκαν, η μη ενημέρωση των κομμάτων της αντιπολίτευσης για τις διεργασίες που προωθήθηκαν καθιστούν το μέλλον της όποια συμφωνίας θολό. Θα υπάρχει πάντα ένα ναι μεν αλλά και από τις δύο πλευρές στο μέλλον.

Επί της ουσίας ο Έλληνας Πρωθυπουργός χειρίστηκε ένα μείζονος σημασίας ζήτημα για τη χώρα με όρους μικροκομματικούς αδιαφορώντας για το τι μπορεί να προκύψει στο μέλλον. Εξ αρχής βασικός του στόχος ήταν να δημιουργήσει πρόβλημα στη Ν.Δ. και να προκαλέσει ρήγματα και κατ επέκταση να ανακόψει το δρόμο του Κυριάκου Μητσοτάκη προς την Πρωθυπουργία.

Μια τακτική που γυρίζει μπούμερανγκ εν τούτοις την ακολουθεί σε όλα τα θέματα με μοναδικό γνώμονα τον έλεγχο της χώρας σε όλους τους τομείς ώστε ή να παρατείνει τη θητεία του ή να αφήσει καμένη γη στην επόμενη κυβέρνηση.

Το δημοψήφισμα στην… Βόρεια «Μακεδονία» έβαλε φωτιά και στα Σκόπια και στην Αθήνα. Οι εξελίξεις θα αποκαλύψουν την αλήθεια. Τη βάση στην οποία κινήθηκε ο Αλέξης Τσίπρας και τα ανταλλάγματα που ζήτησε. Διότι όσο ο Ζάεφ θα επιχειρεί να πάρει τη θετική ψήφο της Βουλής του είναι δύσκολο να χρησιμοποιηθεί ως εργαλείο από την πλευρά της ελληνικής κυβέρνησης μια συμφωνία που… δεν ισχύει.

Είναι δύσκολο να ειπωθεί το «στηρίξτε με να προλάβω να ψηφίσω τη συμφωνία διότι αν έρθει άλλη κυβέρνηση η συμφωνία θα ακυρωθεί». Είναι δύσκολο η έκκληση του ίδιου του Μ. Νίμιτς να υποστηριχτεί από οποιονδήποτε αυτή τη στιγμή.

Ο Αλέξης Τσίπρας μένει μόνος με τον Πάνο Καμμένο που ήδη ξεσπαθώνει και θριαμβολογεί ανοίγοντας νέο γυρο σύγκρουσης με τον Νίκο Κοτζιά, ο οποιος τον άδειασε χθες με μια επίσημη ανακοίνωσή του αμφισβητώντας ότι η συμφωνία οδεύει προς ακύρωση.

Για να παραμείνει στην εξουσία ο Πρωθυπουργός πρέπει να ανεχτεί τον Πάνο Καμμένο που αποτελεί τροχοπέδη από την άλλη πλευρά στο άνοιγμα που επιχειρεί ο ίδιος στο χώρο του κέντρου και της σοσιαλδημοκρατίας.

O Γιάννης Τρουπής αναφέρει “Εκτεθειμένο το Μαξίμου – Επένδυσε σε μια συμφωνία που απορρίπτουν όλοι“και σημειώνει

Η νούμερο ένα προϋπόθεση για την επίτευξη κάθε σημαντικού πολιτικού εγχειρήματος ή συμφωνίας είναι αυτή η προσπάθεια να έχει ευθεία αναφορά στον πολίτη. Με άλλα λόγια να έχει την στήριξη της πλειοψηφίας του λαού ή των λαών, στους οποίους απευθύνεται και εν τέλει αφορά. Σε αντίθετη περίπτωση, το όποιο διακύβευμα ισοδυναμεί με «αδειανό πουκάμισο».

Από τα όσα έγιναν στα Σκόπια την Κυριακή, αυτό που ασφαλώς και θα πρέπει να γίνει αντικείμενο αναλύσεων και συζητήσεων είναι το ποσοστό συμμετοχής. Οι 623.147 Σκοπιανοί που πήραν μέρος στη διαδικασία προφανώς και δεν μπορούν να εκληφθούν ως νίκη του Ζόραν Ζάεφ.

Ο αριθμός των συμμετεχόντων είναι αρκετά χαμηλός, έστω και αν παρέχει στον σκοπιανό πρωθυπουργό τη δυνατότητα για μία ακόμα τελευταία (ίσως) πολιτική ζαριά. Αυτή της ψήφισης της συμφωνίας στο κοινοβούλιο, με φόντο τις πρόωρες εκλογές.

Σε κάθε περίπτωση όμως το ποσοστό συμμετοχής στέλνει ένα σαφές μήνυμα. Η συμφωνία των Πρεσπών δεν συναντά την μεγάλη αποδοχή που θα ήθελε η ηγεσία της γειτονικής χώρας.

Την ίδια ώρα στην Ελλάδα ο κ. Τσίπρας γνωρίζει ότι η πλειοψηφία των Ελλήνων διαφωνεί και αυτή με τη συμφωνία που υπέγραψε, έχοντας διαφορετικούς λόγους. Παρ’ ολ’ αυτά επιμένει να την στηρίζει.

Μια συμφωνία που ήδη δείχνει να έχει προκαλέσει τα πρώτα αποτελέσματά της αν θυμηθούμε και την πρόσφατη σύνοδο του ΝΑΤΟ.

Το ερώτημα λοιπόν που τίθεται είναι γιατί στο Μέγαρο Μαξίμου επιμένουν να λένε «ναι» στη συμφωνία, όταν και οι ίδιοι βλέπουν ότι ούτε στην Ελλάδα αλλά ούτε και στα Σκόπια βρίσκει απήχηση.

Φαίνεται πάντως ότι ακόμα και το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος διχάζει τα κορυφαία κυβερνητικά στελέχη. Από την μία ο υπουργός Άμυνας, Πάνος Καμμένος, με τουίτ του εξέφρασε την εκτίμησή του ότι το δημοψήφισμα είναι δεσμευτικό και άκυρο, βάσει του σκοπιανού συντάγματος, όπως ο ίδιος έγραψε. Από την άλλη, ο υπουργός Εξωτερικών, Νίκος Κοτζιάς, δήλωσε ότι το δημοψήφισμα της Κυριακής είχε συμβουλευτικό χαρακτήρα και εξέφρασε την πίστη του στη συνέχεια της όλης διαδικασίας.

Μία διαφορετική προσέγγιση που προφανώς και δεν συνιστά έκπληξη αλλά η χρονική συγκυρία στην οποία καταγράφεται έχει τη δική της σημασία.

Την ίδια ώρα στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης δηλώνουν δικαιωμένοι για τη στάση που έχουν κρατήσει στο ζήτημα της ονομασίας όλο το διάστημα μετά την υπογραφή της συμφωνίας των Πρεσπών, ειδικά μετά και το δημοψήφισμα στα Σκόπια.

Στον τρίτο όροφο των γραφείων της Νέας Δημοκρατίας επιμένουν να ζητούν προσφυγή στις εθνικές κάλπες ως την καλύτερη λύση προκειμένου να εκφραστούν οι πολίτες και για τη Συμφωνία των Πρεσπών και για όλα τα μείζονα ζητήματα με την ψήφο τους. Στελέχη μάλιστα της Πειραιώς υπενθυμίζουν τη φράση του Κυριακού Μητσοτάκη πως «οι εκλογές είναι η δημοκρατική λύση για να τοποθετηθούν όλοι οι πολίτες και για αυτό το ζήτημα. Είναι ένα αίτημα το οποίο έχει καταθέσει εδώ και δύο χρόνια η ΝΔ, κι αν είχε κάνει ήδη εκλογές ο κ. Τσίπρας τα πράγματα θα ήταν πολύ καλύτερα στην Ελλάδα σε όλα τα επίπεδα».

Παράλληλα, η αξιωματική αντιπολίτευση συνεχίζει να «βγάζει στη σέντρα» τον πρόεδρο των ΑΝΕΛ, λέγοντας πως εφόσον θέλει καταγράψει την πλήρη αντίθεσή του προς την συμφωνία, ο μόνος δρόμος είναι η άρση της εμπιστοσύνης του κόμματός του προς τον κυβερνητικό συνασπισμό.

To pronews.gr σημειώνει “Ηττα της Δύσης το δημοψήφισμα στα Σκόπια: Το βλέπουν όλα τα διεθνή ΜΜΕ εκτός από ΗΠΑ-ΕΕ” και επισημαίνει:

Όπως είναι φυσικό μετά από μια μεγάλη ήττα έρχεται η καταστρατήγηση της κοινής λογικής και ισχυρά κτυπήματα στην Αλήθεια: Κοινώς οι ηττημένοι που δεν μπορούν να προσαρμοστούν στην πραγματικότητα αρνούνται την ήττα τους και επιχειρούν να την παρουσιάσουν ως νίκη.

Όμως ο «θόρυβος» της Αλήθειας είναι τόσο μεγάλος που δεν μπορεί να σιωπήσει και έτσι όλα τα Διεθνή ΜΜΕ είδαν το αυτονόητο, την αποτυχία του δημοψηφίσματος στα Σκόπια 

Στην αποτυχία του δημοψηφίσματος στα Σκόπια αναφέρεται η γερμανική εφημερίδα «Bild» επισημαίνοντας ότι η «Μακεδονία συνεχίζει να λέει Μακεδονία». 

«Η συμμετοχή στο χθεσινό δημοψήφισμα για το ονοματολογικό ήταν ανεπαρκής», όπως σχολιάζει το επίμαχο δημοσίευμα και προσθέτει: «Το δημοψήφισμα στη «Μακεδονία» για την αλλαγή του ονόματος και η ενσωμάτωση της μικρής βαλκανικής χώρας στη Δύση έχει αποτύχει…»

«Κατά την ψηφοφορία, μόλις περίπου το 34% των 1,8 εκατομμυρίων εγγεγραμμένων ψηφοφόρων προσήλθαν στην κάλπη. Για το κύρος του δημοψηφίσματος, περισσότερο από το 50% των ψηφοφόρων θα έπρεπε να συμμετέχουν».

Ωστόσο, ο πρωθυπουργός της πΓΔΜ Ζόραν Ζάεφ δήλωσε πως το δημοψήφισμα στέφθηκε από επιτυχία: Η «συντριπτική πλειοψηφία» ψήφισε υπέρ της ένταξης της χώρας στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ», δήλωσε χτες το βράδυ.

Η γερμανική εφημερίδα «Bild» σχολιάζει επίσης ότι στο VMRO αλλά και όσοι αντιδρούν στην συμφωνία εκχώρησης της Μακεδονίας έσπευσαν να επικροτήσουν την αποτυχία του δημοψηφίσματος

«Ο επικεφαλής του δεξιού λαϊκιστικού κυβερνητικού εταίρου στην Αθήνα, Πάνος Καμμένος (ΑΝΕΛ), εξέφρασε την ικανοποίησή του για την αποτυχία του δημοψηφίσματος μέσω Twitter», επισημαίνει η εφημερίδα Bild.

«Η ψηφοφορία για την αλλαγή ονόματος δεν κατάφερε να επιτύχει το κατώτατο όριο», όπως σχολιάζει το βρετανικό δίκτυο BBC και προσθέτει: «Η ψηφοφορία στην πΓΔΜ για την αλλαγή της ονομασίας ως «Βόρεια Μακεδονία» φαίνεται να απέχει πολύ από την απαιτούμενη προσέλευση».

«Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, μόλις το ένα τρίτο των «Μακεδόνων» προσήλθαν στην κάλπη…Η ψηφοφορία αποσκοπούσε να τερματίσει μια μακρόχρονη διαμάχη με την Ελλάδα, η οποία έχει τη δική της περιοχή που ονομάζεται Μακεδονία….Η Αθήνα συμφώνησε να βάλει τέλος στις αντιρρήσεις της για την προσχώρηση της πΓΔΜ στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ εφόσον όμως αλλάξει όνομα», υποστηρίζει το σχετικό δημοσίευμα και προσθέτει: «Ο Πρωθυπουργός Ζόραν Ζάιεφ απείλησε με πρόωρες εκλογές, εάν το κοινοβούλιο δεν υποστηρίξει την πρόταση».

Το δημοψήφισμα για την αλλαγή του ονόματος της «Μακεδονίας» απέτυχε να εξασφαλίσει το 50% της συμμετοχής που απαιτείται για να καταστεί η ψηφοφορία έγκυρη, δήλωσε, χθες, ο επικεφαλής της εκλογικής επιτροπής, όπως αναφέρει το Reuters.

«Σ΄αυτό το δημοψήφισμα είναι σαφές ότι η απόφαση δεν έχει ληφθεί», δήλωσε στους δημοσιογράφους ο επικεφαλής της εκλογικής επιτροπής, Όλιβερ Ντερκόσκι.

«Η χαμηλή προσέλευση απείλησε να ακυρώσει το μη δεσμευτικό δημοψήφισμα στη «Μακεδονία» έπειτα από μία ιστορική συμφωνία με την Ελλάδα επισκιάζοντας τις προοπτικές για αλλαγή του ονόματος και ανοίγοντας το δρόμο προς την ΕΕ και το ΝΑΤΟ», σχολιάζουν στην ιστοσελίδα τους οι «Irish Times».