Του Άγγελου Συρίγου

Είναι σχεδόν διασκεδαστική η προσπάθεια των Δυτικών κυβερνήσεων να αφαιρέσουν από την εικόνα του δημοψηφίσματος τον καταλυτικό παράγοντα της αποχής στο δημοψήφισμα της πΓΔΜ. Μίας αποχής, η οποία είχε ξεκάθαρο πολιτικό χαρακτήρα. Στην πραγματικότητα το αποτέλεσμα συνιστά καίριο πλήγμα όχι μόνο για την κυβέρνηση Ζάεφ, αλλά και για σύσσωμη τη Δύση, η οποία έριξε στη ζυγαριά όλο το κύρος της.

Οι αριθμοί ομιλούν από μόνοι τους. Έχουν δίκιο όσοι υποστηρίζουν ότι από πολιτικής απόψεως ως βάση δεν μπορεί να ληφθεί ο αριθμός των εγγεγραμμένων στους εκλογικούς καταλόγους. Σίγουρα, όμως, μπορεί να ληφθούν ως βάση οι 1.191.000 πολίτες του γειτονικού κράτους που ψήφισαν στις βουλευτικές εκλογές του Δεκεμβρίου 2016. Θα ήταν, μάλιστα, θεμιτό να υποθέσουμε ότι για ένα εθνικής σημασίας ζήτημα, όπως είναι η Συμφωνία των Πρεσπών, η συμμετοχή θα ήταν υπό κανονικές συνθήκες μεγαλύτερη από τον ανωτέρω αριθμό.

Αν, λοιπόν, λάβουμε ως βάση το ελάχιστο, τους 1.191.000 των προηγούμενων βουλευτικών εκλογών, στο δημοψήφισμα συμμετείχαν λίγο περισσότεροι από τους μισούς. Και βεβαίως «Ναι» ψήφισαν λιγότεροι από τους μισούς, παρότι καθ’ όλη την προεκλογική περίοδο στη σκηνή ήταν μόνο η κυβέρνηση και οι υποστηρικτές της Συμφωνίας των Πρεσπών. Η αντιπολίτευση απουσίαζε εκκωφαντικά. Ο αρχηγός του BMΡO, μάλιστα, είχε ζητήσει από τους ψηφοφόρους του κόμματός του να επιλέξουν κατά συνείδηση.

Όπως, μάλιστα, προκύπτει από τα στοιχεία, οι περιοχές που είχαν τη μεγαλύτερη συμμετοχή στο δημοψήφισμα είναι οι αλβανικές. Το αλβανικό στοιχείο ανταποκρίθηκε στην προτροπή της Δύσης να ψηφίσει θετικά. Σχετική έκκληση, μάλιστα, απηύθυνε στους ομοεθνείς του και ο πρωθυπουργός της Αλβανίας. Για τους Σλαβομακεδόνες αποτελεί πρόκληση το γεγονός ότι για ένα ζήτημα που θεωρούν δικό τους εθνικό θέμα, να παίζουν καθοριστικό ρόλο οι Αλβανοί.

Ο Ζάεφ έπεσε έξω

Είναι αληθές πως η Συμφωνία των Πρεσπών δεν υποχρέωνε τον Ζάεφ να διεξαγάγει δημοψήφισμα. Το προκήρυξε για δύο λόγους: Πρώτον, επειδή και ο προκάτοχός του Γκρούεφσκι είχε δεσμευθεί πως οποιαδήποτε συμφωνία με την Αθήνα για το όνομα θα ετίθετο στον λαό προς έγκριση με δημοψήφισμα. Δεύτερον, επειδή δεν διέθετε την αναγκαία ενισχυμένη κοινοβουλευτική πλειοψηφία για να υπερψηφίσει τις προβλεπόμενες αλλαγές του Συντάγματος.

Ο Σλαβομακεδόνας πρωθυπουργός υπολόγιζε ότι, λόγω και της επιστράτευσης των Δυτικών, το δημοψήφισμα θα είχε και ικανή συμμετοχή και άνετη επικράτηση του «ναι». Σε αυτό το κλίμα, ερωτοτροπούσε με την ιδέα να προκηρύξει αμέσως εκλογές, με σκοπό να ενισχύσει την κοινοβουλευτική του δύναμη. Το σημαντικό ήταν πως το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος θα υποχρέωνε την αξιωματική αντιπολίτευση, η οποία είχε αρνηθεί να κυρώσει τη Συμφωνία, υπό την πίεση της εκπεφρασμένης λαϊκής βουλήσεως, να υπερψηφίσει τη συνταγματική αναθεώρηση.

Υπενθυμίζω ότι η Συμφωνία των Πρεσπών κυρώθηκε από 69 βουλευτές στη 120μελή Βουλή των Σκοπίων. Επομένως, ο Ζάεφ έχει ανάγκη από 11 πρόσθετους βουλευτές για να περάσει τις αλλαγές στο Σύνταγμα. Προφανώς, ο ίδιος και το κόμμα του δεν είναι σε θέση να τους εξασφαλίσει. Όλα δείχνουν πως το έργο αυτό θα το αναλάβουν στο παρασκήνιο όσοι μπορούν να πειθαναγκάσουν βουλευτές της αντιπολίτευσης να ψηφίσουν εναντίον της γραμμής του κόμματός τους. Όπως χαρακτηριστικά ειπώθηκε «τώρα πιάνουν δουλειά οι πρεσβείες…».

Αποτρεπτική λειτουργία

Το μέγεθος της αποχής, ωστόσο, λειτουργεί αποτρεπτικά. Οι ψηφοφόροι του ΒΜΡΟ απείχαν από το δημοψήφισμα σχεδόν απολύτως. Είναι κατανοητό πως όσοι βουλευτές του ψηφίσουν υπέρ της συνταγματικής αναθεωρήσεως θα είναι αποστάτες και πολιτικά νεκροί. Από την άλλη πλευρά, δεν πρέπει να υποτιμηθεί η αποτελεσματικότητα των αθέμιτων μέσων που είναι δεδομένο πως θα χρησιμοποιηθούν για να εξασφαλισθούν οι πρόσθετοι 11 βουλευτικές ψήφοι.

Στην περίπτωση που η συνταγματική αναθεώρηση υπερψηφισθεί, θα έλθει η σειρά της κυβέρνησης Τσίπρα να φέρει τη Συμφωνία προς κύρωση στην ελληνική Βουλή με ό,τι αυτό συνεπάγεται και για την ευστάθεια του κυβερνητικού σχήματος και για τις κοινοβουλευτικές ισορροπίες. Στην περίπτωση, όμως, που η συνταγματική αναθεώρηση σκοντάψει, ο Ζάεφ, όπως έχει δηλώσει, θα προχωρήσει σε εκλογές. Αυτό σημαίνει ότι θα απαιτηθεί πρόσθετος χρόνος, ο οποίος υπερβαίνει την πρόβλεψη που υπάρχει στη συμφωνία των Πρεσπών.

Σύμφωνα με τη Συμφωνία των Πρεσπών, η πΓΔΜ «θα ολοκληρώσει in toto τις συνταγματικές τροποποιήσεις μέχρι το τέλος του 2018» (άρθρο 1, παρ. 4, εδ. Ε). Με άλλα λόγια, εάν ξεπερασθεί αυτό το χρονικό όριο, η Ελλάδα έχει δυνατότητα να καταγγείλει τη συμφωνία. Είναι προφανές ότι είναι στη διακριτική ευχέρεια της ελληνικής κυβερνήσεως να δείξει ανοχή. Προφανώς, αυτό θα πράξει η κυβέρνηση Τσίπρα.

Το μεγάλο εμπόδιο

Το μεγάλο εμπόδιο, ωστόσο, δεν είναι ο χρόνος. Όπως έδειξε το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, η Σοσιαλδημοκρατική Ένωση του Ζάεφ, από κοινού με τα αλβανικά κόμματα, είναι απίθανο να έχει στη νέα Βουλή την αναγκαία ενισχυμένη πλειοψηφία για την υπερψήφιση της συνταγματικής αναθεωρήσεως.

Όπως επανειλημμένως έχει αποδειχθεί, η Συμφωνία των Πρεσπών είναι ετεροβαρής, με την έννοια ότι έχει περισσότερα θετικά για τους Σλαβομακεδόνες παρά για τους Έλληνες. Με την εξαίρεση του ονόματος της χώρας, που αποτελούσε σύνθετη ονομασία με τον όρο «Μακεδονία» για όλες τις χρήσεις, οι Σλαβομακεδόνες κέρδισαν όλα τα άλλα (εθνικότητα, γλώσσα, διεθνή ακρωνύμια, διατήρηση του εθνοτικού επιθέτου «Μακεδόνας» στο Σύνταγμα και στα διαβατήρια). Παραλλήλως κέρδιζαν την άμεση ένταξη στο ΝΑΤΟ και την προοπτική ένταξης στην ΕΕ. Και τα δύο έχουν ξεχωριστή σημασία για την ασφάλεια και την ενότητα της γειτονικής χώρας.

Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος κατέδειξε πως παρά τα θετικά γι’ αυτούς, η Συμφωνία των Πρεσπών απορρίπτεται από την μεγάλη πλειοψηφία των Σλαβομακεδόνων. Πρόκειται για γεγονός που επιβεβαιώνει την έκταση και την ένταση που έχει το ιδεολόγημα του Μακεδονισμού στο σλαβομακεδονικό στοιχείο. Και που βεβαίως εγείρει προβληματισμό για το μέλλον των σχέσεων Αθήνας-Σκοπίων. Για μία ακόμη φορά αποδεικνύεται πως εθνικές αντιθέσεις με ιστορικό υπόβαθρο δεν παρακάμπτονται με μία συμφωνία, η οποία συνάπτεται από κυβερνήσεις, παρότι απορρίπτεται από την πλειονότητα εκατέρωθεν των συνόρων.

slpress.gr