Της Frances Coppola 

Το ΔΝΤ δημοσίευσε μόλις μια νέα έκθεση αξιολόγησης της οικονομίας της Αργεντινής. Η εικόνα είναι ζοφερή. Η Αργεντινή έχει πρόβλημα: οι οικονομικές συνθήκες έχουν επιδεινωθεί σημαντικά από την τελευταία αξιολόγηση του ΔΝΤ, τον Ιούνιο του 2018. Ωστόσο, η έκθεση αποκαλύπτει επίσης ότι το ΔΝΤ ενδέχεται να βρεθεί αντιμέτωπο με ακόμη μεγαλύτερους μπελάδες. Επαναλαμβάνει τα ίδια λάθη που έκανε στην ελληνική κρίση – αλλά το οικονομικό διακύβευμα είναι πολύ μεγαλύτερο.
Η Αργεντινή αγωνίζεται για την οικονομική επιβίωση καθ’ όλη τη χρονιά. Η ξηρασία έχει πλήξει σοβαρά τη γεωργική παραγωγή, διευρύνοντας το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών και προκαλώντας ήπια ύφεση. Ταυτόχρονα, ο ρυθμός αύξησης των επιτοκίων της Fed και η άνοδος της οικονομίας των ΗΠΑ έχουν ωθήσει το αμερικανικό δολάριο, καθιστώντας όλο και πιο ακριβό για την Αργεντινή να συγκεντρώσει τα δολάρια που χρειάζεται για να πληρώσει τους τόκους του τεράστιου χρέους της σε δολάρια. Η κεντρική τράπεζα τυπώνει χρήματα για τη χρηματοδότηση του διογκούμενου ελλείμματος της κυβέρνησης, αλλά αυτό έχει συμβάλει στην αύξηση του πληθωρισμού που υπερβαίνει σήμερα το 40%.

Τον Ιούνιο, το ΔΝΤ προέβη σε μια “standby” (σε ετοιμότητα) συμφωνία για χορήγηση δανείου 50 δισ. δολαρίων με την Αργεντινή -το μεγαλύτερο στην ιστορία του Ταμείου. Τα 15 δισ. δολάρια θα ανρλούνταν αμέσως και το υπόλοιπο θα διατίθετο ανάλογα με τις ανάγκες τα επόμενα τρία χρόνια. Τα μισά από τα 15 δισ. δολάρια θα χρησιμοποιούνταν για τη στήριξη του κρατικού προϋπολογισμού.

Αλλά γρήγορα έγινε φανερό ότι, αν και αυτή η συμφωνία χρηματοδότησης ήταν τεράστια, δεν ήταν επαρκής. Το Σεπτέμβριο, καθώς το πέσο συνετρίβη και η Αργεντινή κοίταξε κατάματα τη χρεοκοπία, το ΔΝΤ συμφώνησε βιαστικά να εφαρμόσει εμπροσθοβαρώς την πιστωτική συμφωνία έτσι ώστε η κυβέρνηση της Αργεντινής να μπορέσει να αντλήσει άμεσα επιπλέον 13,4 δισ. δολάρια (συνολικό ποσό 28,4 δισ. δολαρίων). Περαιτέρω 22,8 δισ. δολάρια θα καταβληθούν το 2019 και 5,9 δισ. δολάρια το 2020-21.

Συνεπώς δεν μιλάμε πλέον για μια “standby” συμφωνία. Πρόκειται για συμφωνία πλήρους χρηματοδότησης. Η Αργεντινή εξαρτάται πλέον από τη χρηματοδότηση του ΔΝΤ – και το ΔΝΤ έχει δεσμευτεί να δανείσει μακράν το μεγαλύτερο χρηματικό ποσό στην ιστορία του.

Η έκθεση που μόλις δημοσιεύθηκε είναι η πρώτη αξιολόγηση προόδου στο πλαίσιο της συμφωνίας. Και δείχνει ότι η οικονομία της Αργεντινής -και τα χρηματοοικονομικά της- είναι τώρα πολύ χειρότερα σε σχέση με την απαισιόδοξη πρόβλεψη του ΔΝΤ κατά το χρόνο που συνήφθη η συμφωνία:

Η τελευταία φορά που παρατηρήσαμε τέτοια επιδείνωση αμέσως μετά την έναρξη ενός προγράμματος του ΔΝΤ, ήταν η περίπτωση της Ελλάδας το 2012. Φυσικά, όλοι γνώριζαν ότι τα δημοσιονομικά μέτρα στα οποία είχε συμφωνήσει η Ελλάδα θα έκαναν τα πράγματα πολύ χειρότερα. Όλοι, εκτός από το ΔΝΤ, το οποίο συνέχισε να προβλέπει ότι η ανάπτυξη θα επέστρεφε κάποια μέρα, ακόμα και όταν η ελληνική οικονομία διολίσθησε στη βαθύτερη και μακρότερη ύφεση που έχει καταγραφεί σε αναπτυγμένη χώρα εν καιρώ ειρήνης από τη δεκαετία του 1930. Το 2013, οι οικονομολόγοι του ΔΝΤ παραδέχτηκαν ότι το Ταμείο είχε κάνει μεγάλο λάθος στην ελληνική υπόθεση. Και τώρα, το ΔΝΤ διατυμπανίζει ότι η ελάφρυνση του χρέους είναι απαραίτητη στην Ελλάδα, εκνευρίζοντας τους πιστωτές της ΕΕ.

Αλλά προέρχεται όντως η απροσδόκητη επιδείνωση της Αργεντινής από το πρόγραμμα του ΔΝΤ, ή οφείλεται σε άλλους παράγοντες; Τα μέλη του εκτελεστικού συμβουλίου του ΔΝΤ εύχονται το πρόγραμμα του ταμείου να μην είναι η αιτία της βαθύτερης ύφεσης της Αργεντινής. Η φήμη του ΔΝΤ στην Αργεντινή είναι τοξική. Το 2001, ένα υπερβολικά σκληρό πρόγραμμα προσαρμογής του ταμείου απέτυχε παταγωδώς, οδηγώντας σε μια άτσαλη χρεοκοπία και σε μια τριετή ύφεση στη διάρκεια της οποίας η οικονομία της Αργεντινής συρρικνώθηκε κατά 28%. Οι Αργεντινοί δεν έχουν ξεχάσει τις δυσκολίες εκείνης της εποχής: το ΔΝΤ παραμένει εξαιρετικά μη δημοφιλές και ο Πρόεδρος Macri πήρε σημαντικό πολιτικό ρίσκο αποφασίζοντας να το προσεγγίσει.

Ευτυχώς, το ΔΝΤ έχει προσπαθήσει να αποφύγει κάποια από τα λάθη που έκανε το 2001. Το υφιστάμενο πρόγραμμα προσαρμογής του περιλαμβάνει μέτρα προστασίας των φτωχών ενώ υπάρχουν ακόμη και βελτιώσεις σε προνοιακά επιδόματα, όπως τα επιδόματα τέκνων που ενισχύουν τη συμμετοχή των δυαικών στο εργατικό δυναμικό. Ωστόσο, παραμένει ένα πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής που έχει στόχο να μειώσει το ετήσιο πρωτογενές έλλειμμα (στο 2,7% του ΑΕΠ σήμερα) έως το 2019 και να το μετατρέψει σε πλεόνασμα από το 2020 και μετά. Υπάρχουν περικοπές προϋπολογισμού και αυξήσεις φόρων στον ορίζοντα.

Θα υπάρξει, λοιπόν, νομισματική επέκταση; Άλλωστε, η Αργεντινή δεν είναι σαν την Ελλάδα: εκδίδει το δικό της νόμισμα, οπότε μπορεί απλά να τυπώσει περισσότερο από αυτό. Όχι δεν θα υπάρξει, καμία σχέση. Για να ρίξει τον πληθωρισμό, το ΔΝΤ διευκρινίζει ότι πρέπει να διορθωθεί η νομισματική βάση και τα επιτόκια πρέπει να διατηρηθούν στο τρέχον επίπεδο του άνω του 60% ή και υψηλότερα εάν είναι απαραίτητο. Είναι τρομακτική η σκέψη των επιπτώσεων που μπορεί να έχει αυτό για επιχειρήσεις, νοικοκυριά και οικονομία ως σύνολο.

Η ισοτιμία θα κινείται ελεύθερα, το οποίο σε μια λιγότερο χρεωμένη χώρα θα μπορούσε να επιφέρει μερική ανακούφιση μέσω της υποτίμησης, ωστόσο στην περίπτωση της Αργεντινής θα καταφέρει μόνο να καταστήσει πιο πιθανό το ενδεχόμενο χρεοκοπίας. Η Κεντρική Τράπεζα μπορεί πάντα να παρέμβει στην αγορά συναλλάγματος για να περιορίσει τις έντονες συναλλαγματικές διακυμάνσεις, αλλά εάν πουλήσει δολαριακά αποθέματα για να στηρίξει την ισοτιμία, τα πέσος που αγοράζει θα πρέπει να αποσυρθούν μόνιμα από την κυκλοφορία. Όλα αυτά οδηγούν σε ραγδαία νομισματική σύσφιξη, όχι επέκταση.

Συνεπώς η συνταγή του ΔΝΤ προβλέπει ταυτόχρονη δημοσιονομική και νομισματική σύσφιξη, για μια οικονομία που είναι ήδη σε ύφεση, με ποσοστό ανεργίας που υπερβαίνει το 9% και συνεχίζει να αυξάνεται.

Κι αυτό φέρνει στο προσκήνιο το πραγματικό πρόβλημα που έχει το πρόγραμμα του ΔΝΤ: δεν θα έπρεπε να υπάρχει.

Το θεμελιώδες λάθος που έκανε το ΔΝΤ στην Ελλάδα ήταν να δανείσει σε μια αφερέγγυα χώρα. Τα σκληρά προγράμματα προσαρμογής δεν καθιστούν το μη διατηρήσιμο χρέος, διατηρήσιμο. Απλώς φέρνουν δυστυχία στον πληθυσμό, ενώ ταυτόχρονα μεγεθύνουν ακόμη περισσότερο το φορτίο του χρέους. Το ΔΝΤ δεν θα έπρεπε να έχει δανείσει καθόλου στην Ελλάδα. Θα έπρεπε να έχει ορθώσει το ανάστημά του απέναντι στους πιστωτές της Ελλάδας και να επιμείνει εξαρχής στην εύρυθμη αναδιάρθρωση του χρέους.

Η ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους του ΔΝΤ για την Αργεντινή λέει πως το αποτιμημένο σε δολάρια χρέος είναι “βιώσιμο, αλλά όχι με υψηλή πιθανότητα”, που είναι ένας περίπλοκος τρόπος να πει ότι είναι μη βιώσιμο υπό οποιοδήποτε ρεαλιστικό σενάριο. Έτσι, το ΔΝΤ παρέχει ξανά ένα εξωφρενικό ποσό χρημάτων σε μια αφερέγγυα χώρα και προσπαθεί να διατηρήσει το χρέος της βιώσιμο με ένα σκληρό κυκλικό πρόγραμμα προσαρμογής. Επιπλέον, όπως έκανε και με την Ελλάδα, δικαιολογεί την απόφασή του να δανείσει μέσω προβλέψεων που στηρίζονται σε άκρως αισιόδοξες υποθέσεις.

“Το χρέος της ομοσπονδιακής κυβέρνησης προβλέπεται να αυξηθεί στο 81% το 2018 αλλά να αρχίσει να συρρικνώνεται από το 2019. Το κορυφαίο επίπεδο χρέους προς ΑΕΠ το 2018 είναι 16 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ υψηλότερο από ότι είχε εκτιμηθεί κατά την έγκριση του προγράμματος, εξαιτίας της υψηλότερης της αναμενόμενης υποτίμησης και της χαμηλότερης πρόβλεψης για την ανάπτυξη. Ωστόσο, υπό το νέο βασικό σενάριο του Ταμείου, το οποίο προβλέπει ανάκαμψη στην εμπιστοσύνη της αγοράς και ταχύτερη δημοσιονομική προσαρμογή, το χρέος αναμένεται να υποχωρήσει λίγο κάτω από το 60% του ΑΕΠ έως το 2023”.

Το νέο βασικό σενάριο είναι το εξής:

Και φυσικά οι επενδύσεις θα επιστρέψουν καλπάζοντας το 2020.

Το γιατί θα συμβούν όλα αυτά δεν εξηγείται πουθενά, εκτός από τις γενικές αναφορές στην “εμπιστοσύνη”.

Η ελληνική καταστροφή μάς δίδαξε ότι αναφορικά με τις προβλέψεις του ΔΝΤ, οι κίνδυνοι συχνά γίνονται πραγματικότητα. Οι κίνδυνοι στο βασικό του σενάριο για την Αργεντινή καθιστούν ιδιαίτερα πιθανή την αποτυχία του προγράμματος της χώρας.

Forbes
Capital