Σκληρή επίθεση στα κόμματα της αντιπολίτευσης που αντιτίθενται στη Συμφωνία των Πρεσπών εξαπέλυσε την Πέμπτη το βράδυ από το βήμα της Ολομέλειας της Βουλής ο Αλέξης Τσίπρας.
Ο πρωθυπουργός και ΥΠΕΞ κατήγγειλε την ακραία στοχοποίηση των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ και το κλίμα τρομοκρατίας.
«Ενοχληθήκατε γιατί οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ ήταν ιδιαίτερα ήσυχοι όταν καταφερόσασταν εναντίον μας και θα είναι γιατί στη στρατηγική της έντασης εμείς δεν θα σας ακολουθήσουμε», είπε ο πρωθυπουργός απευθυνόμενος στον πρόεδρο της ΝΔ.
«Όλες αυτές τις μέρες στο Κοινοβούλιο και τον δημόσιο λόγο έχουμε γίνει μάρτυρες μιας ακραίας ρητορικής στοχοποίησης συγκεκριμένων προσώπων, πρακτικής κατατρομοκράτησης βουλευτών, έχουμε γίνει μάρτυρες ταγμάτων εφόδων στη Βουλή και εμπρησμών στα σπίτια του Καστόρη και της Τζάκρη», είπε.
Πρόσθεσε ότι αυτή την ώρα στα σπίτια των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ Σκουφά και Καραγιαννίδη βρίσκονται ομάδες ακραίων τραμπούκων και παρακρατικών για να τρομοκρατήσουν βουλευτές.
«Δεν βρήκατε ούτε μια λέξη για να καταδικάσετε κ. Μητσοτάκη. Επιχειρήσατε αντίθετα να απευθυνθείτε με έναν λόγο στοχοποίησης αυτών που έχουν διαφορετική άποψη για ένα κρίσιμο εθνικό θέμα» πρόσθεσε.
Ο Αλ. Τσίπρας σημείωσε για τη Συμφωνία των Πρεσπών ότι βρισκόμαστε ένα βήμα πριν από ένα ιστορικό γεγονός. «Μετά από σχεδόν 30 χρόνια αδράνειας και απανωτών εθνικών υποχωρήσεων και μετά από έναν ολόκληρο χρόνο εξαντλητικών διαπραγματεύσεων φτάνουμε στο τέλος μιας επίπονης διαδικασίας» τόνισε. Σημείωσε μάλιστα ότι αναμετράται με την ιστορική και την εθνική ευθύνη, με την ευθύνη που έχει ο καθένας από τους 300 που δεν εκβιάζονται, δεν τρομοκρατούνται και ομιλούν μονάχα με τη συνείδηση τους.
«Ακολουθώντας την προτροπή του εθνικού μας ποιητή, του Διονύσιου Σολωμού ότι «το έθνος μας πρέπει να μάθει να θεωρεί εθνικό ότι είναι αληθές», θα προσπαθήσω να παρουσιάσω την αλήθεια στους βουλευτές αλλά και στον ελληνικό λαό για ένα μείζον εθνικό πρόβλημα και για τα οφέλη της επίλυσής του. Με επιχειρήματα, με νηφαλιότητα, με ψυχραιμία. Χωρίς κραυγές, χωρίς συνθήματα, χωρίς να προσπαθώ να κινητοποιήσω το συναίσθημα, το θυμικό ή φοβικά αντανακλαστικά».
Ο πρωθυπουργός είπε ότι το 2007 αποκρυσταλλώθηκε η λεγόμενη εθνική γραμμή: Σύνθετη ονομασία με τον όρο Μακεδονία με γεωγραφικό προσδιορισμό έναντι όλων. Μια θέση, όπως είπε, που την υποστήριξαν όλες οι κυβερνήσεις από το 2007 ως σήμερα ανεξαιρέτως και που την ανήγγειλαν δεκάδες φορές σε προγραμματικές δηλώσεις και σε διεθνή φόρα, ακόμα και η κυβέρνηση του κ. Σαμαρά και ο κ. Αβραμόπουλος που, όπως είπε, άλλα πράττει στις πρόσφατες ομόφωνες αποφάσεις της Επιτροπής για τη Συμφωνία των Πρεσπών και άλλα δηλώνει δημόσια. Αλλά και ο κ. Σαμαράς “που έλεγε σε συνέντευξή του αν οι γείτονες δεχθούν το erga omnes να το συζητήσουμε…”.
Σχολίασε προς τον κ. Μητσοτάκη ότι ο κ. Σαμαράς του έχει πάρει τα 2/3 του κόμματος, “μη σας το πάρει και όλο…”. Με αφορμή σημερινή αναφορά του κ. Σαμαρά ότι η Μακεδονία είναι μία και ελληνική, παρέπεμψε στον Κώστα Καραμανλή που είχε πει σε παρέμβαση του ότι: “ο όρος Μακεδονία χρησιμοποιήθηκε πάντα για τον καθορισμό μιας ευρύτερης γεωγραφικής περιοχής, το μεγαλύτερο μέρος της οποίας βρίσκεται εκτός των συνόρων της ΠΓΔΜ. Εξ ου και το όνομα θα μπορούσε να συμπεριλαμβάνει τον όρο Μακεδονία, αλλά να προηγείται ένα προσδιοριστικό επίθετο προκειμένου να διακρίνεται από την ευρύτερη γεωγραφική περιοχή. Και είναι σαφές ότι οιαδήποτε σύνθετη ονομασία πρέπει να αντανακλά την γεωγραφική πραγματικότητα”.
Κατόπιν αυτών επισήμανε ότι η εθνική γραμμή είναι μια θέση που δεν την παρήγαγε η σημερινή κυβέρνηση, αλλά που συνέχισε με αυτή.
Ανέφερε ότι το 2008 στο Βουκουρέστι η κυβέρνηση Καραμανλή με την κ. Μπακογιάννη τότε ΥΠΕΞ, προσπάθησε και κατάφερε να αποσπάσει τη συναίνεση των εταίρων στο ΝΑΤΟ ώστε να μην ενταχθεί η γειτονική χώρα με τη προσωρινή της ονομασία, της ενδιάμεσης συμφωνίας, χωρίς ωστόσο να ασκήσει βέτο όπως φημολογείται και αυτό ήταν πράγματι μια επιτυχία, στο βαθμό που η ίδια η ενδιάμεση Συμφωνία προέβλεπε ότι η Ελλάδα δεν έχει το δικαίωμα να ασκήσει βέτο στην ένταξη της γειτονικής χώρας με τη προσωρινή ονομασία.
Σχολίασε ότι ο χειρισμός αυτής της επιτυχίας αργότερα από την ίδια κυβέρνηση που το πέτυχε, αλλά και τις επόμενες, υπήρξε καταστροφικός. Διότι, όπως είπε, η ίδια η κυβέρνηση και στελέχη της με δημόσιες δηλώσεις τους, πανηγύριζαν ότι η Ελλάδα έβαλε βέτο στο Βουκουρέστι και το 2011 ήρθε η δυσμενής απόφαση για την Ελλάδα του Δικαστηρίου του ΟΗΕ, που αναφερόταν σε παραβίαση της ενδιάμεσης συμφωνίας του 1995, κατά τη Σύνοδο του Βουκουρεστίου.
Ο Αλ. Τσίπρας είπε ότι και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε επανειλημμένως προτείνει την έναρξη διαπραγματεύσεων για την ένταξη της ΠΓΔΜ στην Ε.Ε., αλλά με αυτά τα ευνοϊκά για την ίδια δεδομένα, η γειτονική χώρα, ουδέποτε είχε δεχθεί να συζητήσει καν την αλλαγή του ονόματός της έναντι όλων και προσερχόταν σε όλες τις διαπραγματεύσεις στο ευρωπαϊκό πλαίσιο, αποδεχόμενη μόνον τη διπλή ονομασία και επίσης ουδέποτε υπήρξε οποιαδήποτε συζήτηση για αλλαγή του Συντάγματός της.
«Αυτό που λέτε εσείς σε εμάς, λέει η αντιπολίτευση του VMRO στον Ζάεφ”, είπε ο Αλ. Τσίπρας στον κ. Μητσοτάκη. Τόνισε ότι “οι εθνικισμοί στα Βαλκάνια έχουν οδηγήσει σε οδυνηρές περιπέτειες του λαού και τώρα ήρθε η ώρα να ξεφύγουμε από τον φαύλο κύκλο των εθνικισμών».
Τι κερδίσαμε από την Συμφωνία των Πρεσπών
Μιλώντας για το πώς χειρίστηκε το ζήτημα η παρούσα κυβέρνηση, ο Αλ. Τσίπρας είπε ότι κινείται απολύτως πάνω στην εθνική γραμμή που έχει η χώρα από το 2007 και σημείωσε τι πέτυχε η κυβέρνηση με τη Συμφωνία.
Ειδικότερα, όπως ανέφερε:
- Πρώτον: Σύνθετο όνομα με γεωγραφικό προσδιορισμό. Δηλαδή υποχρεώσαμε τους γείτονες να αλλάξουν το Συνταγματικό τους όνομα από Δημοκρατία της Μακεδονίας, να το κάνουμε γίνεται “Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας”, “ώστε αύριο όταν μπαίνουν τα παιδιά μας στο ίντερνετ και πατούν το λήμμα ‘Μακεδονία’ πλέον να εμφανίζεται ο Λευκός Πύργος, όχι τα Σκόπια”
- Δεύτερον: Πετύχαμε το erga omnes – έναντι όλων και για κάθε χρήση. Η χρήση αυτή δεν θα χρησιμοποιείται μόνο στις διεθνείς σχέσεις της χώρας με άλλες χώρες και με διεθνείς οργανισμούς αλλά θα αφορά και το εσωτερικό της χώρας.
- Τρίτον: Καταφέραμε οι γείτονες μας αναθεωρώντας το Σύνταγμά τους τροποποιώντας τις διατάξεις εκείνες που περιείχαν αναφορές αλυτρωτισμού και αναθεωρητισμού. Ανέφερε ότι ευθυγραμμίζουν το σύνταγμα τους με το Ελληνικό σύνταγμα στις σχετικές διατάξεις περί διασποράς και ότι πέραν της Συνταγματικής αναθεώρησης, στην ίδια Συμφωνία, οι γείτονες μας δεσμεύονται: να μην υποκινούν οποιεσδήποτε πράξεις μη φιλικού χαρακτήρα εναντίον της χώρας μας, να μην προβαίνουν σε αλυτρωτικές δηλώσεις, να μην υιοθετούν τέτοιου είδους δηλώσεις από όποιον φέρεται να δρα για το συμφέρον τους, να σέβονται τα υφιστάμενα σύνορα. Δηλαδή, είπε, δεσμεύονται να εγκαταλείψουν κάθε είδους αλυτρωτική ρητορική, κάθε είδους αλυτρωτικές δράσεις από οποιονδήποτε κι αν αυτές προέρχονται.
- Τέταρτον: Καταφέραμε η χρήση του όρου «Μακεδονία» και «μακεδονικός» σε σχέση με τις κρατικές δομές και τα όργανα του κράτους να αφήνονται μόνο στην ελληνική πλευρά. Δηλαδή δεν μπορούν να έχουν «Αεροδρόμιο Μακεδονία», ούτε «Πανεπιστήμιο Μακεδονία», ενώ η Ελλάδα μπορεί.
- Πέμπτον: Κερδίσαμε να κατοχυρώνεται η ελληνική παράδοση και η ιστορική κληρονομιά της Αρχαίας Ελληνικής Μακεδονίας με τον πιο σαφή και νομικά δεσμευτικό τρόπο.
“Η ιστορία μας είναι η ψυχή μας και την παίρνουμε πίσω. Δεν θα μπορεί κανείς να τη σφετερίζεται”, υπογράμμισε.
Δεν εκχωρήσαμε μακεδονική γλώσσα, διότι δεν είχαμε μακεδονική γλώσσα για να την παραχωρήσουμε, ο Αριστοτέλης δίδασκε τον Μέγα Αλέξανδρο στην ελληνική και όχι στη μακεδονική γλώσσα. Ούτε είχαμε μακεδονική εθνότητα για να την εκχωρήσουμε οι Μακεδόνες που ζουν στη Βόρεια Ελλάδα είναι Ελληνες, τόνισε ο κ. Τσίπρας.
“Η ίδια η λέξη «εκχώρηση», που χρησιμοποιείτε διαρκώς, χωρίς να κατανοείτε τι ακριβώς κάνετε, παραπέμπει σε παραλήρημα μεγαλείου που προφανώς προκύπτει από την εθνικιστική σας στροφή όλο τον τελευταίο χρόνο”, είπε ο πρωθυπουργός απευθυνόμενος στον πρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας.
“Όμως αυτό ανήκει στη σφαίρα της ψυχανάλυσης και σίγουρα δεν επιδιώκω να αναλάβω το ρόλο του ψυχαναλυτή σας”, τόνισε και συνέχισε: “Σε ότι αφορά το θέμα της γλώσσας νομίζω ότι όλοι θα αποδεχόσασταν το προφανές ότι δηλαδή δεν μπορείς να αναγνωρίσεις κάτι που είναι ήδη αναγνωρισμένο.
Και, πλέον, όλοι γνωρίζουν, αν και πολλοί κάνουν πως δεν το καταλαβαίνουν, ότι η μακεδονική γλώσσα έχει αναγνωριστεί από την Ελλάδα ήδη κατά την Τρίτη Διάσκεψη του ΟΗΕ για την Τυποποίηση των Γεωγραφικών Ονομάτων που έλαβε χώρα στην Αθήνα το 1977. Ενώ η Ελλάδα δεν προέβαλε και καμία επιφύλαξη ή αντίρρηση ούτε το 1994, αφού είχε προκύψει η διαφορά με τους γείτονες όπως τη γνωρίζουμε σήμερα, στον Διεθνή Οργανισμό Τυποποίησης ο οποίος είναι υπεύθυνος για την επίσημη κωδικοποίηση των ονομάτων των γλωσσών των κρατών μελών του ΟΗΕ”.
«Η συμφωνία με τον όρο nationality εννοεί την ιθαγένεια και όχι την εθνότητα
“Η Συμφωνία όπως αναφέρεται και στην ρηματική διακοίνωση των γειτόνων, με τον όρο nationality εννοεί την ιθαγένεια και όχι την εθνότητα”, τόνισε ο κ. Τσίπρας.
“Ειδικά δε στη ρηματική διακοίνωση τα πράγματα γίνονται τόσο σαφή που είναι αυταπόδεικτα. Καθώς οι γείτονες μας ρητά αναφέρουν ότι η ιθαγένεια δεν προκαταλαμβάνει την εθνοτική ένταξη των πολιτών της Βόρειας Μακεδονίας”, είπε και πρόσθεσε: “Και δεν θα μπορούσε να συμβαίνει αλλιώς. Διότι, σε όλα τα διεθνή κείμενα, από την Οικουμενική Διακήρυξη έως την ευρωπαϊκή σύμβαση για την ιθαγένεια ρητά ο όρος ιθαγένεια αποδίδεται με τον όρο nationality και δεν προσδιορίζει την εθνική ένταξη του ατόμου. Και αυτό είναι λογικό καθώς στο διεθνές δίκαιο δεν υπάρχουν γενικώς αποδεκτά χαρακτηριστικά ή γενικά αποδεκτοί ορισμοί του Έθνους ή του λαού. ‘Αρα λοιπόν η Συμφωνία δεν ρυθμίζει γιατί δε θα μπορούσε να ρυθμίζει θέματα που αφορούν το λαό και το έθνος. Τα κράτη αναγνωρίζουν κράτη, όχι λαούς. Και τα θέματα της ιθαγένειας αφορούν ακριβώς τη σχέση του πολίτη με το κράτος”.
Η Συμφωνία των Πρεσπών προσδιορίζει με σαφήνεια ότι το επίθετο «μακεδονικός» όταν χρησιμοποιείται από τους γείτονες, διαχωρίζεται πλήρως από την ελληνική μακεδονική παράδοση, ενώ σε ό, τι αφορά ειδικά τη γλώσσα διευκρινίζει ότι αυτή ανήκει στην οικογένεια των Νότιων Σλαβικών γλωσσών, επισήμανε ο πρωθυπουργός.
“Επομένως, κάνει ένα βήμα μπροστά σε σχέση με όσα ίσχυαν μέχρι χτες και διασφαλίζει πλήρως και χωρίς δυνατότητα αμφισβήτησης την ελληνική γλωσσική και πολιτιστική κληρονομιά μας”, τόνισε.