Έκανε λόγο για την ανάγκη για “ιστορικά βήματα και στις ελληνοτουρκικές σχέσεις”

Την ανάγκη να δημιουργηθούν οι συνθήκες προκειμένου να γίνουν «ιστορικά βήματα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις» επεσήμανε ο Αλέξης Τσίπρας σε συνέντευξή του στο τουρκικό ειδησεογραφικό πρακτορείο Anadolu.

«Πρέπει να δημιουργηθούν οι συνθήκες στις ελληνοτουρκικές σχέσεις για να γίνουν ιστορικά βήματα» επεσήμανε ο Έλληνας πρωθυπουργός. Και αναφερόμενος στις προσωπικές του σχέσεις με τον Ταγίπ Ερντογάν είπε ότι βασίζονται στον «σεβασμό, την εντιμότητα και την αμεσότητα», αν και όπως επεσήμανε «δοκιμάστηκαν σε πολύ δύσκολες στιγμές». «Αλλά μας επέτρεψε [η σχέση αυτή] να εμπεδωθούν δίαυλοι επικοινωνίας σε πολλά επίπεδα, να υπερβληθούν εμπόδια και να είμαστε σήμερα σε θέση να μιλούμε για μια θετική ατζέντα», είπε. «Στη διάρκεια της επίσκεψής μου πιστεύω ότι θα έχουμε την ευκαιρία να συνεχίσουμε τον δύσκολο, αλλά ειλικρινή διάλογο που αρχίσαμε τον Δεκέμβριο του 2017 και να συνεχίσουμε την θετική ατζέντα από εκεί όπου την αφήσαμε», πρόσθεσε, αναφερόμενος στην επίσκεψη του Τούρκου προέδρου στην Αθήνα.

Τσίπρας: «Εσωτερικό ζήτημα τα θέματα της μουσουλμανικής μειονότητας»

Απαντώντας σε ερώτηση για τα δικαιώματα θρησκευτικής ελευθερίας της μουσουλμανικής μειονότητας στην Ελλάδα, θέμα που είχε θέσει ο Ερντογάν το 2017 κατά την επίσκεψή του στην Αθήνα, ο Αλέξης Τσίπρας επεσήμανε: «Η Συνθήκη της Λωζάνης είναι η διεθνής σύμβαση που εφαρμόζεται αναφορικά με τις μειονότητες, και ενημερώνουμε η μία πλευρά την άλλη σ’ αυτή τη βάση», χαρακτηρίζοντας εσωτερικό παρά διμερές το θέμα.

«Κάναμε σημαντικά βήματα ως τώρα στην εφαρμογή του νόμου της Σαρία, τη δομή και τη λειτουργία των γραφείων των μουφτήδων και σε εκπαιδευτικά ζητήματα. Θα συνεχίσουμε σ’ αυτή την κατεύθυνση».

Για το Κυπριακό

Ερωτηθείς κατά πόσον υπάρχει δυνατότητα νέων συνομιλιών για το Κυπριακό μετά την αποτυχία εκείνων του Κραν Μοντανά το 2017, ο πρωθυπουργός υπογράμμισε ότι οι δύο πλευρές πρέπει να συνεχίσουν να εργάζονται για «μια δίκαιη και βιώσιμη λύση βάσει των αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ», παρά τις εκλογές που έχουν προγραμματιστεί για φέτος και στις δύο χώρες. «Η επανένωση του νησιού είναι η μόνη δυνατή λύση», επεσήμανε καλώντας να διεξαχθούν «αποτελεσματικές προπαρασκευαστικές συναντήσεις» με την τουρκική πλευρά για το θέμα της ασφάλειας.

Το προσφυγικό

Μιλώντας για το προσφυγικό ο Αλέξης Τσίπρας τόνισε ότι η Τουρκία έχει επωμιστεί ένα μεγάλο φορτίο με τη φιλοξενία τεσσάρων εκατομμυρίων προσφύγων και αυτό «θα πρέπει να αναγνωρίζεται από τη διεθνή κοινότητα. Η ΕΕ πρέπει να κάνει ό,τι μπορεί για να στηρίξει τον γείτονά μας»

Σχολιάζοντας τη συμφωνία Άγκυρας-ΕΕ του Μαρτίου του 2016 επεσήμανε ότι «ως αποτέλεσμα μειώθηκαν δραστικά οι παράνομες ροές και ειδικά οι θάνατοι στο Αιγαίο», ενώ τόνισε ότι Ελλάδα και Τουρκία πρέπει να εντατικοποιήσουν τη συνεργασία τους για τις ροές των προσφύγων καθώς «τα ελληνικά νησιά έχουν επωμιστεί πολύ μεγάλο βάρος την τελευταία διετία».

Επεσήμανε δε ότι η Ελλάδα έχει από τις ταχύτερες διαδικασίες ασύλου και κάλεσε την ΕΕ «να βρει έναν τρόπο να ενισχύσει την υποστήριξη που δείχνει προς χώρες που έχουν επηρεαστεί περισσότερο από τις ροές και να απορρίπτει ατζέντες που δεν είναι συμβατές με το ευρωπαϊκό Δίκαιο και τις ανθρωπιστικές αξίες».

Oλόκληρη η Συνέντευξη του Πρωθυπουργού στο τουρκικό πρακτορείο ειδήσεων Anadolu έχει ως εξής:

Κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησής σας, μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας προέκυψαν μία σειρά από σημαντικά ζητήματα, όπως το προσφυγικό, το Κυπριακό και η καταφυγή Τούρκων στρατιωτικών στην Ελλάδα μετά την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος. Πώς θα αξιολογούσατε τη σχέση σας με τον Πρόεδρο της Τουρκίας κ. Ερντογάν και πώς η σχέση σας αυτή αντανακλάται στις σχέσεις των δύο χωρών; Πιστεύετε ότι εάν δεν υπήρχε το θέμα των Τούρκων στρατιωτικών θα ήταν πιο θετική η πορεία των διμερών σχέσεων;

Η σχέση μου με τον Πρόεδρο Ερντογάν βασίζεται στον σεβασμό, στην ειλικρίνεια και στην ευθύτητα. Βασίζεται σε μία σταθερή προσπάθεια να οικοδομήσουμε τις σχέσεις αυτές που οφείλουν να έχουν οι χώρες μας τον 21ο αιώνα και τις σχέσεις αυτές που θα ανταποκρίνονται στην ιστορία των λαών μας και την φιλία που χτίζεται μεταξύ τους.

Η σχέση αυτή δοκιμάστηκε σε πολύ δύσκολες στιγμές, αλλά αποτέλεσε και τη βάση για να αποκτήσουμε διαύλους επικοινωνίας σε πολλά επίπεδα, να υπερβούμε εμπόδια και να μπορούμε σήμερα να μιλάμε για μια θετική ατζέντα.

Η Ελλάδα και η Τουρκία απέδειξαν για πρώτη φορά, το 2015-2016, ότι μπορούν να συνεργαστούν για την αντιμετώπιση μειζόνων διεθνών προκλήσεων, όπως ήταν και είναι η προσφυγική κρίση. Στο πλαίσιο αυτό, επισκέφτηκα τρεις φορές την Τουρκία, ενώ συνεργαστήκαμε για τη Δήλωση ΕΕ-Τουρκίας, την ενίσχυση της ευρωτουρκικής στρατηγικής συνεργασίας και την προώθηση της Δράσης του ΝΑΤΟ στο Αιγαίο, με αποτέλεσμα σήμερα να έχουν μειωθεί δραστικά οι ροές και ειδικά οι θάνατοι στο Αιγαίο. Προωθήσαμε την ενεργειακή συνεργασία με τον αγωγό TAP και τη συζήτηση για την επέκταση του αγωγού Turkish Stream στην Ευρώπη, ανοίξαμε τις διαδικασίες για την έναρξη ακτοπλοϊκής σύνδεσης Θεσσαλονίκης-Σμύρνης, τη σιδηροδρομική διασύνδεση Κων/πολης-Θεσσαλονίκης και τη βελτίωση της διόδου Κήπων-Υψάλων, ενώ ξαναβάλαμε στο τραπέζι την ανάπτυξη του εμπορίου και επενδύσεων. Οι Υπουργοί Εξωτερικών, Κοτζιάς-Cavusoglu, διοργάνωσαν νέο γύρο διερευνητικών συνομιλιών, ενώ οι στρατιωτικοί μας συνομίλησαν για μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης και για μείωση της έντασης στο Αιγαίο. Παράλληλα, οι Υπουργοί Εξωτερικών αντάλλαξαν επισκέψεις που επικεντρώθηκαν στο Κυπριακό, ενώ για πρώτη φορά κάθισαν γύρω από το τραπέζι για τα θέματα ασφαλείας του Κυπριακού και φθάσαμε κοντά στην επίλυσή του. Το 2016 στην απόπειρα πραξικοπήματος, ήμουν από τους πρώτους ξένους ηγέτες που τηλεφώνησα στον Πρόεδρο και εξέφρασα δημοσίως τη στήριξή μου απέναντι στους πραξικοπηματίες.

Ωστόσο, μετά από αυτήν την περίοδο το κλίμα επιδεινώθηκε. Δυστυχώς, η προκλητική ρητορική αυξήθηκε, δεν υπήρξαν διερευνητικές συνομιλίες ή συνομιλίες για μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης, ενώ η επιθετική τουρκική αεροναυτική δραστηριότητα στο Αιγαίο έφτασε σε υψηλό επίπεδο, με αποτέλεσμα να φτάσουμε σε πολύ επικίνδυνα περιστατικά. Το θέμα των Τούρκων στρατιωτικών, αποτέλεσε πρόκληση στις σχέσεις μας. Ενώ, η σύλληψη των δύο στρατιωτικών τις επιβάρυνε επίσης.

Προφανώς, τα πράγματα πρέπει να αλλάξουν. Παρά τις δυσκολίες, τον Δεκέμβριο του 2017 καλωσορίσαμε τον Τούρκο Πρόεδρο για πρώτη φορά στην Ελλάδα μετά από 65 χρόνια, ενώ συναντηθήκαμε με τον Πρόεδρο δύο φορές το περασμένο καλοκαίρι.

Υπήρξαν κάποια βήματα και οι δύο στρατιωτικοί επέστρεψαν στην Ελλάδα, ενώ και εμείς επιστρέψαμε δύο στρατιωτικούς στην Τουρκία όταν πέρασαν τα σύνορα στον Έβρο πριν λίγους μήνες.

Κατά την επίσκεψή μου, όμως, θεωρώ ότι έχουμε την ευκαιρία να συνεχίσουμε τον ειλικρινή διάλογο που ανοίξαμε τον Δεκέμβριο 2017 και να επανεκκινήσουμε τη θετική μας ατζέντα από εκεί που την αφήσαμε.

Η Ελλάδα ανοίγει ένα νέο ιστορικό κεφάλαιο το 2019, όπου αφήνει πίσω τα μνημόνια και την κρίση, μπαίνει στην ανάπτυξη, βγαίνει στις αγορές, εμβαθύνει τα ανθρώπινα δικαιώματα, επιλύει προβλήματα με τους γείτονές της, όπως τη Βόρεια Μακεδονία και την Αλβανία και γίνεται πυλώνας ειρήνης και σταθερότητας στην περιοχή με νέες συνεργασίες στα Βαλκάνια και την Ανατολική Μεσόγειο. Πρέπει και στις ελληνοτουρκικές σχέσεις να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για ιστορικά βήματα. Πρέπει να οικοδομήσουμε μια σχέση αμοιβαίου σεβασμού, βασισμένη στο διεθνές δίκαιο, προς όφελος τον λαών μας αλλά και της ευρύτερης περιοχής.

Οι διαπραγματεύσεις για την επίλυση του Κυπριακού δεν έδωσαν αποτέλεσμα. Αυτή τη στιγμή και οι δύο πλευρές είναι επιφυλακτικές. Πιστεύετε ότι πριν τις γενικές εκλογές στην Ελλάδα θα μπορούσαν τα δύο μέρη στην Κύπρο να επανεκκινήσουν τις συνομιλίες;

Θεωρώ ότι – ανεξάρτητα από εξελίξεις όπως οι εκλογές στην Τουρκία ή στην Ελλάδα – πρέπει να επιδιώκουμε σταθερά τη δίκαιη και βιώσιμη επίλυση του Κυπριακού στη βάση των αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, καθώς η μόνη λύση είναι η επανένωση του νησιού σε αυτό το πλαίσιο. Μια λύση που να επιτρέπει στην ομοσπονδιακή Κυπριακή Δημοκρατία να είναι ένα κανονικό κράτος της ΕΕ και να λειτουργεί προς όφελος όλου του Κυπριακού λαού, Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων. Για να φτάσουμε εκεί θεωρώ ότι πρέπει Α) να έχουμε ένα κείμενο «όρων αναφοράς» που να αντανακλά το πλαίσιο Γκουτιέρες όπως παρουσιάσθηκε στο σημείο που τερματίστηκαν οι συνομιλίες στο Κρανς Μοντάνα, Β) να υπάρξει σημαντική πρόοδος στις δικοινοτικές συνομιλίες, και Γ) σε σχέση με την Ελλάδα, να διεξάγουμε αποτελεσματικές προπαρασκευαστικές συναντήσεις για το θέμα της ασφάλειας. Το κρίσιμο ζήτημα είναι η στάση της Τουρκίας στα ανωτέρω.

Παρ’ όλο που οι προσφυγικές ροές προς την Ελλάδα έχουν μειωθεί σε μεγάλο βαθμό μετά τη Δήλωση Ευρωπαϊκής Ένωσης και Τουρκίας, ασκείται κριτική στην Ελλάδα για τον αργό ρυθμό χορήγησης πολιτικού ασύλου. Τι απαντάτε σε αυτήν την κριτική; Η ΕΕ δείχνει επαρκή αλληλεγγύη στην Τουρκία και στην Ελλάδα; Πώς κρίνετε τη συνεργασία σας με την Τουρκία στο θέμα αυτό;

Θεωρώ ότι η Τουρκία έχει αναλάβει το μεγάλο βάρος φιλοξενίας πάνω από 4 εκατομμύρια ανθρώπων και αυτό πρέπει πάντα να αναγνωρίζεται από τη διεθνή κοινότητα και να γίνεται ό,τι είναι δυνατόν από την ΕΕ προκειμένου η γείτονάς μας να υποστηριχθεί. Θεωρώ επίσης ότι έχουμε μια πολύ σημαντική συνεργασία με την Τουρκία στο πλαίσιο της Δήλωσης ΕΕ-Τουρκίας την οποία πρέπει να εντείνουμε, διότι ειδικά τα ελληνικά νησιά έχουν επιβαρυνθεί πάρα πολύ τα τελευταία χρόνια.

Οι διαδικασίες χορήγησης ασύλου σε όλη την Ευρώπη δοκιμάστηκαν και δοκιμάζονται με την μεγάλη κρίση μετά το 2015, ενώ σε πολλές χώρες οι διαδικασίες είναι αργές. Στην Ελλάδα είναι από τις πιο γρήγορες, αλλά καταβάλλονται πολύ συγκροτημένες προσπάθειες ώστε αυτές οι διαδικασίες – που σέβονται το διεθνές δίκαιο – να είναι ακόμα πιο αποτελεσματικές, προκειμένου να μην επιβαρύνονται τα νησιά και οι αιτούντες. Η ΕΕ από πλευράς της, πρέπει να βρει τον τρόπο να ενισχύσει τη στήριξή της στις χώρες που επιβαρύνονται πιο πολύ από αυτό το φαινόμενο, και να απορρίψει σχεδιασμούς που δεν συνάδουν με το ευρωπαϊκό δίκαιο και τις αρχές του ανθρωπισμού.

Κατά την επίσκεψη του Προέδρου Ερντογάν στην Αθήνα, είχε συζητηθεί το θέμα των θρησκευτικών ελευθεριών της Μουσουλμανικής μειονότητας στην Ελλάδα. Παρ’ όλο που κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησής σας υπάρχουν θετικές εξελίξεις, συνεχίζονται οι επικρίσεις για το θέμα των Μουφτήδων. Θα υπάρξουν περαιτέρω μέτρα για αυτά τα θέματα;

Σαφώς η Συνθήκη της Λωζάννης αποτελεί το διεθνές συμβατικό καθεστώς για τις δύο χώρες μας σε σχέση με τις εκατέρωθεν μειονότητες. Από εκεί και πέρα, η προώθηση μεταρρυθμίσεων για τα δικαιώματα της μουσουλμανικής μειονότητας αποτελεί αναγκαία δέσμευση της Ελληνικής Κυβέρνησης απέναντι στους πολίτες της και όχι ζήτημα διμερών σχέσεων με την Τουρκία. Στο πλαίσιο αυτό έχουμε προχωρήσει ως τώρα σε σημαντικά βήματα, είτε αφορούν την εφαρμογή της Σαρία και τη δομή και τη λειτουργία των Μουφτειών, είτε την παιδεία. Σε αυτήν την κατεύθυνση θα συνεχίσουμε.