Την αποκάλυψη ότι το Σάββατο πριν από τις εκλογές της 17ης Ιουνίου του 2012, έστειλε επιστολή στον πρόεδρο των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα ζητώντας την παρέμβασή του για να αποτραπεί η επιβολή capital controls στη χώρα, έκανε ο τότε υπηρεσιακός πρωθυπουργός Παναγιώτης Πικραμμένος.
Μιλώντας το βράδυ της Τετάρτης στο American College of Greece, μετά την ομιλία της Κατερίνας Σώκου, ανταποκρίτριας της «Κ» στις ΗΠΑ, σχετικά με τον αμερικανικό ρόλο στην ελληνική κρίση χρέους, ο κ. Πικραμμένος αναφέρθηκε σε ενημέρωση που είχε από τον τότε κεντρικό τραπεζίτη Γιώργο Προβόπουλο, ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει απορρίψει την περαιτέρω αύξηση του ορίου του ELA για τις ελληνικές τράπεζες (κάτι πάντως που διαψεύδουν πηγές της ΕΚΤ). Σύμφωνα με την αφήγηση του κ. Πικραμμένου, «συντάξαμε επιστολή προς τον Αμερικανό πρόεδρο και εκλήθη ο Αμερικανός πρέσβης Σάββατο πρωί για να την παραλάβει». Ο Αμερικανός πρέσβης επιβεβαίωσε στη συνέχεια ότι ο κ. Ομπάμα είχε λάβει την επιστολή μπαίνοντας στο Air Force One για να ταξιδέψει στη σύνοδο του G20 στο Μεξικό.
Συνεχείς επαφές
Στην αναλυτική της παρουσίαση, η κ. Σώκου αναφέρθηκε στις ΗΠΑ ως έναν «πραγματιστικό διαμεσολαβητή» μεταξύ Ελλάδας και επίσημων πιστωτών, που έπαιξε επανειλημμένως καίριο ρόλο στην αποτροπή του Grexit. Οπως ανέφερε, οι βασικοί λόγοι για την ενεργό αμερικανική εμπλοκή μετεξελίχθηκαν, από τον φόβο της μετάδοσης της ευρωπαϊκής κρίσης την άνοιξη του 2010 ώς τις εικαζόμενες γεωπολιτικές συνέπειες ενός αποτυχημένου κράτους στην Ανατολική Μεσόγειο το 2015. Ειδικά για την ταραχώδη περίοδο του καλοκαιριού του 2015, είπε, οι επαφές με τους Ευρωπαίους (και ειδικά τους Γερμανούς) ήταν συνεχείς. Αντίστοιχη ήταν η πίεση και προς την ελληνική πλευρά: η κ. Σώκου αναφέρθηκε στα συχνά τηλεφωνήματα του υπουργού Οικονομικών Τζακ Λιου στον Αλέξη Τσίπρα, αλλά και στις ανεπίσημες νουθεσίες του Μπιλ Κλίντον προς τον πρωθυπουργό, ενόψει τη συνόδου της 12ης Ιουλίου, να «μη φύγει από το δωμάτιο».
Στιγμιότυπο από την εκδήλωση το βράδυ της Τετάρτης στο American College of Greece. Από αριστερά: Οι κ.κ. Γ. Παπακωνσταντίνου, Παν. Πικραμμένος, Αλ. Παπαχελάς, Κατερίνα Σώκου, Γκ. Χαρδούβελης και Γ. Χουλιαράκης.
Ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Γ. Χουλιαράκης, που επίσης συμμετείχε στο πάνελ, τόνισε πόσο καλά ενημερωμένοι ήταν οι Αμερικανοί για την κατάσταση στην Ελλάδα κατά την περίοδο 2015-16. «Η αμερικανική διοίκηση ήθελε μεγαλύτερη αναδιάρθρωση, λιγότερη λιτότητα, αλλά πίεζαν περισσότερο για μεταρρυθμίσεις», τόνισε, σημειώνοντας την κριτική που ασκούσε στους θεσμούς για την αλληλουχία των μέτρων. Για την περίοδο Τραμπ, επιβεβαίωσε τη γενικότερη εικόνα αποδιοργάνωσης, λέγοντας ότι ώς τα μέσα του 2018 υπήρχε σημαντική υποστελέχωση στο αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών, με αποτέλεσμα να μην υπάρχουν συνομιλητές που παρακολουθούσαν την ελληνική υπόθεση. Την ασυνέχεια στο ελληνικό ζήτημα μεταξύ των κυβερνήσεων Ομπάμα και Τραμπ επιβεβαίωσε και ο Αμερικανός πρέσβης Τζέφρεϊ Πάιατ σε σύντομη παρέμβασή του, παραδεχόμενος ότι «για ένα διάστημα υπήρχε μεγάλη αβεβαιότητα για τη στάση που θα τηρούσε η κυβέρνηση Τραμπ» απέναντι στην Ελλάδα.
Από την πλευρά του, ο Γ. Παπακωνσταντίνου ανέφερε ότι η εμπειρία της Lehman Brothers συνέβαλε καταλυτικά στην αρνητική στάση του τότε υπουργού Οικονομικών Τιμ Γκάιτνερ απέναντι στο ενδεχόμενο αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους την άνοιξη του 2010. Ωστόσο οι ΗΠΑ ήταν «σύμμαχος» στην ελληνική προσπάθεια να πειστούν οι Ευρωπαίοι να εγγυηθούν τη μη πτώχευση της Ελλάδας.
Τέλος, ο Γκίκας Χαρδούβελης, υπουργός Οικονομικών στην ύστερη φάση της κυβέρνησης Σαμαρά, εξέφρασε την άποψη ότι «το ΔΝΤ σκλήρυνε τη θέση του στις διαπραγματεύσεις (στα τέλη του 2014) γιατί δεν ήθελε να κλείσει η αξιολόγηση, έβλεπε να έρχεται ο ΣΥΡΙΖΑ και ήθελε να διευθετήσει τα πάντα με τη νέα κυβέρνηση».