Γράφει ο Κώστας Βενιζέλος

Η τριμερής σύνοδος κορυφής Ελλάδος-Κύπρου-Ισραήλ στην Ιερουσαλήμ, στην οποία θα συμμετέχει και ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάικ Πομπέο, προσφέρει σημαντικές δυνατότητες. Συνιστά ένα αντιστάθμισμα στη μιζέρια που βιώνουμε στο εσωτερικό: τη μιζέρια των σκανδάλων, της διαπλοκής και της αδυναμίας διαχείρισης.

Είναι σαφές πως η αμερικανική παρουσία επιβεβαιώνει εν πολλοίς το στρατηγικό ενδιαφέρον της Ουάσινγκτον, που ως φαίνεται δεν είναι περιστασιακό. Οι Αμερικανοί έχουν ως βασικό σύμμαχο και εμπροσθοφυλακή των σχεδιασμών τους στην περιοχή, το Ισραήλ. Παλαιότερα και την Τουρκία, σήμερα, ωστόσο, οι σχέσεις των δυο αυτών χωρών διανύουν περίοδο κρίσης με αβέβαιο το μέλλον τους. Αυτό, όμως, προφανώς και δεν θα είναι μόνιμο, καθώς στην πολιτική τα συμφέροντα ανατρέπουν κακές σχέσεις και την έλλειψη εμπιστοσύνης.

Ελλάδα και Κύπρος έχουν ενταχθεί και σε κάποιο βαθμό προκάλεσαν τους σχεδιασμούς αυτούς, επειδή γεωγραφικά μπορούν να διαδραματίσουν ρόλο και επειδή, παράλληλα, έχουν μια σειρά στρατηγικά πλεονεκτήματα, που δεν διαθέτουν άλλοι παίκτες. Επειδή, για παράδειγμα, αποτελούν πυλώνες σταθερότητας, έχουν τη δυνατότητα ανάπτυξης σχέσεων με όλες τις χώρες της περιοχής. Επιπλέον, αμφότερες οι χώρες είναι κράτη-μέλη της ΕΕ.

Το ζητούμενο, είναι αξιοποίηση αυτών των νέων στρατηγικών δεδομένων προς όφελος του Ελληνισμού. Δεν μπορεί σε αυτού του μεγέθους και εμβέλειας σχεδιασμούς, Ελλάδα και Κύπρος είτε να διαδραματίζουν ρόλο κομπάρσου είτε να είναι εκεί για να προσφέρουν διευκολύνσεις, χωρίς ουσιαστικά ανταλλάγματα. Δεν αναλώνονται οι πολιτικές προσπάθειες και επιδιώξεις στην εμπλοκή της μιας ή της άλλης δύναμης. Το μείζον είναι αυτές οι συμμετοχές στις τριμερείς να αποδίδουν, να προκύπτει όφελος στην πράξη, όχι στις διακηρύξεις.

Χρειάζεται προετοιμασία και όραμα

Η εμπλοκή σ’ αυτής της εμβέλειας τους σχεδιασμούς χρειάζεται προετοιμασία και όραμα. Γιατί δεν μπορεί, για παράδειγμα, να γίνεται ένα στρατηγικό άνοιγμα για αξιοποίηση υδρογονανθράκων και εκ των υστέρων να αναζητείται φόρμουλα για την ενεργειακή ασφάλεια. Για την ασφάλεια ευρύτερα. Ένα τέτοιο εγχείρημα, με την εμπλοκή μεγαθηρίων, εταιρειών και χωρών, πρέπει να υποστηρίζεται πολιτικά, στρατηγικά και από την Κυπριακή Δημοκρατία και από την Ελλάδα και από τις χώρες που εμπλέκονται.

Οι ενεργειακοί σχεδιασμοί δεν συνδέονται ευθέως με το Κυπριακό. Όπως δεν συνδεόταν η ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ, ιδιαίτερα όταν αποσυνδέθηκε και επίσημα με απόφαση της ΕΕ. Όλα, όμως, επηρεάζουν το Κυπριακό και μπορούν να το βοηθήσουν προς την κατεύθυνση της επίτευξης συμφωνίας. Αυτό μπορεί να γίνει με την αξιοποίηση των όποιων στρατηγικών πλεονεκτημάτων δημιουργούνται.

Για παράδειγμα, οι Αμερικανοί θέλουν ομαλοποίηση της κατάστασης πρωτίστως για να μην επηρεαστούν οι έρευνες της ExxonMobil. Θα τους εξυπηρετούσε μια συμφωνία στο Κυπριακό. Κι αυτό μπορεί να γίνει καθησυχάζοντας την Τουρκία, που βρίσκεται σε επιθετική διάταξη, παρενοχλεί και εκφοβίζει. Μπορεί σήμερα οι σχέσεις τους να μην είναι καλές, όμως, κανάλια επικοινωνίας υπάρχουν.

Αυτό μπορεί να γίνει, όμως, διασφαλίζοντας τα αυτονόητα για την Κυπριακή Δημοκρατία. Γιατί εάν στο Κυπριακό κινηθούν οι βασικοί παίκτες στο τι επιδιώκει η Τουρκία, τότε αυτόματα θα ακυρωθούν σχεδιασμοί και στρατηγικά πλεονεκτήματα που αποκτήσαμε και θα κερδίσουμε στη συνέχεια. Τι θέλει η Τουρκία από τον Ελληνισμό; Μια συμφωνία στο Κυπριακό, που θα της διασφαλίζει τον στρατηγικό έλεγχο του νησιού δια της συνομοσπονδίας και ταυτόχρονα να έχει μερίδιο και έλεγχο στους ενεργειακούς σχεδιασμούς και πόρους της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Συνεπώς, σε σχέση με το Κυπριακό η διαχείριση θα πρέπει να συνάδει και με τους ευρύτερους σχεδιασμούς. Οι Ισραηλινοί, οι Γάλλοι και οι Αμερικανοί φαίνεται να το αντιλαμβάνονται. Στην Κύπρο, η συζήτηση αναλώνεται στις σημειολογίες, στις λεπτομέρειες για μια συμφωνία με όρους του 1974, η οποία στηρίζεται στις τουρκικές επιδιώξεις. Για να έχουν σημασία τα όσα διαδραματίζονται στην κυπριακή ΑΟΖ, θα πρέπει να αναπροσαρμοστεί και η διαχείριση στο Κυπριακό.

slpress.gr