Του Γιώργου Ν. Παπαθανασοπούλου
Παρακμιακά φαινόμενα παρουσιάστηκαν στο Σώμα της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος κατά την έκτακτη σύγκλησή Της από τις 19 έως τις 21 Μαρτίου 2019. Είναι χαρακτηριστικοί οι μονολεκτικοί χαρακτηρισμοί από Μητροπολίτες – μέλη Της για το πώς αισθάνθηκαν μετά το τέλος των εργασιών Της: «Πίκρα» είπε ένας, «αηδία» είπε άλλος, «θλίψη» είπε τρίτος, «εκτροπή από το Συνοδικό σύστημα» είπε τέταρτος. Οι λόγοι τους οποίους επικαλέστηκαν είναι για:
– Τη διαδικασία εκλογής και την εκλογή του Μητροπολίτη Γλυφάδας.
– Τον προσβλητικό τρόπο με τον οποίο αντιμετώπισε ο Αρχιεπίσκοπος το Σώμα της Ιεραρχίας.
– Την αθρόα παραγωγή βοηθών Επισκόπων.
– Την απουσία συζήτησης και προβληματισμού για την πορεία του λαού και για τα τεκταινόμενα σε βάρος του και σε βάρος της Εκκλησίας.
Η διαδικασία εκλογής του Μητροπολίτου Γλυφάδας προκάλεσε μεγάλες αντιδράσεις μεταξύ των Ιεραρχών. Η διαδικασία ολοκληρώθηκε χωρίς να συζητηθεί η ένσταση του Μητροπολίτου Μεσσηνίας περί ακυρότητας της υποψηφιότητας του Επισκόπου Σαλώνων Αντωνίου. Μετά την καταμέτρηση των ψήφων ανακοινώθηκε το αποτέλεσμα: Αρχιμανδρίτης Αλέξιος Ψωΐνος, πρωτοσύγκελλος της εν λόγω Μητρόπολης ψήφοι 38, Επίσκοπος Σαλώνων ψήφοι 37 και μία λευκή ψήφος. Ενώ εκλήθη ο Αρχιμ. Αλέξιος Ψωΐνος για το Μικρό Μήνυμα, ο Μητροπολίτης Θεσσαλιώτιδος έθεσε ζήτημα μη ορθής μέτρησης των ψήφων, που συνολικά δεν ήσαν 76, αλλά 77… Έγινε πάλι καταμέτρηση και ανακοινώθηκε το νέο αποτέλεσμα: Ισοψήφισαν οι Αρχιμ. Αλέξιος Ψωΐνος και Επίσκοπος Σαλώνων με ψήφους 38 και μία λευκή! Όταν ετέθη το θέμα της ένστασης του Μητροπολίτου Μεσσηνίας ο ίδιος είπε ότι δέχεται την εκλογή του Σαλώνων και ότι θεωρεί το θέμα λήξαν, αφήνοντας άφωνους όλους τους Μητροπολίτες για την παλινωδία του.
Για την μία ψήφο που έλειπε και που βρέθηκε ότι ανήκε στον Σαλώνων προκλήθηκαν ερωτηματικά μεταξύ των Μητροπολιτών αν και κατά πόσο μπορεί να αλλοιωθεί το αποτέλεσμα, με το ισχύον σύστημα εκλογής. Την απάντηση δίδει ο Αρχιεπίσκοπος. Ως Μητροπολίτης Θηβών στην από 7ης Ιανουαρίου 2000 επιστολή του προς τον μακαριστό Αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο είχε ζητήσει, τουλάχιστον, δύο μέτρα, για να απομακρυνθεί το Σώμα της Ιεραρχίας «από καταστρεπτικά σχήματα και νοσηράς νοοτροπίας του παρελθόντος» στην εκλογή Αρχιερέων:
«Α) Οι εκλέκτορες Αρχιερείς να μην αναγράφουν εις το ψηφοδέλτιον τα ονόματα των υποψηφίων, αλλά να ακολουθούν την παγίαν εις όλους τους χώρους τακτικήν, της εκδηλώσεως δηλαδή της προτιμήσεων των με σταυρόν εις τον ειδικώς προς τούτο καταρτισθησόμενον κατάλογον των προς Αρχιερατείων εκλογίμων. Τοιουτοτρόπως θα αποφευχθούν φοβίαι, πιέσεις, συναλλαγαί…
Β) Να ορισθή ετέρα τριμελής εξ Αρχιερέων επιτροπή, η οποία θα ασχοληθή με το άνοιγμα της κάλπης, την αποσφράγισιν των φακέλων, την προώθησιν των ψηφοδελτίων προς μονογραφήν – υπό της ήδη υφισταμένης εις τα εκλογάς τριμελούς εξ Αρχιερέων, κατά τα πρεσβεία, επιτροπής – και καταμέτρησίν των. Πώς δύναται να δικαιολογήση η Ιεραρχία την ύπαρξιν ψηφοδελτίων Αρχιερατικής εκλογής, τα οποία ενώ δεν εμονογραφήθησαν υπό της αρμοδίας επιτροπής, συνυπολογίσθησαν εν τούτοις εις τον απαιτούμενον αριθμόν ψήφων; Τι έγινε; Παρέβλεψαν εκ παραδρομής τα μέλη της Επιτροπής να τα μονογράψουν; Προσετέθησαν ταύτα εκ των υστέρων; Έγιναν αλλαγές; Ότι και αν έχη συμβή, το βέβαιον είναι ότι τέτοια φαινόμενα εκφυλίζουν ιεράς στιγμάς της ζωής της Εκκλησίας». (Σημ. Η υπογράμμιση του γράφοντος). Εδώ και έντεκα χρόνια ο κ. Ιερώνυμος διατηρεί την ίδια «νοσηρή νοοτροπία του παρελθόντος».
Πέραν του διαδικαστικού, που είναι μείζον για το κύρος της Ιεραρχίας, είναι και το ουσιαστικό ζήτημα της εκλογής. Ο Επίσκοπος Σαλώνων εξελέγη Μητροπολίτης Γλυφάδας με τις ίδιες ψήφους που έλαβε ο εκεί Πρωτοσύγκελος, τον οποίο ήθελε ο λαός της Μητρόπολης. Ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου με υπόμνημά του προς την Ιεραρχία, στις 20 Μαρτίου 2005, είχε ζητήσει τη συγκρότηση Επιτροπής μελέτης περί αλλαγής του τρόπου εκλογής των Επισκόπων. Στο υπόμνημα προτείνεται και η εκλογική συμμετοχή του λαϊκού στοιχείου της χηρευούσης Μητροπόλεως. Στην προκειμένη περίπτωση της Μητρόπολης Γλυφάδας το λαϊκό στοιχείο απεφάνθη, η Ιεραρχία ψήφισε, αλλά παρά ταύτα ο Επίσκοπος Σαλώνων επιμένει να αναλάβει τη Μητρόπολη. Κατά τις υπάρχουσες πληροφορίες το θέμα της εκλογής θα λυθεί στο ΣτΕ.
Το δεύτερο ζήτημα που προκάλεσε πικρία στους Αρχιερείς είναι ο τρόπος με τον οποίο ο Αρχιεπίσκοπος αντιμετώπισε το Σώμα της Ιεραρχίας. Πρώτον δεν ανέγνωσε την εισήγησή του, «για να μην κουράσει το Σώμα»!.. Είναι από τις λίγες φορές, αν όχι η μόνη, που Αρχιεπίσκοπος δεν αναγιγνώσκει την εισήγησή του! Όταν από κάποιους Μητροπολίτες, που έλαβαν την ομιλία γραπτώς αφού είχε δοθεί στα ΜΜΕ, του ετέθη το ζήτημα, ότι ήθελαν να διατυπώσουν τις απόψεις τους επί της ομιλίας του, ο Αρχιεπίσκοπος τους απάντησε ότι η συζήτηση θα γίνει αφού εξαντληθεί η Ημερησία Διάταξη. Αυτή εξαντλήθηκε, αλλά συζήτηση δεν έγινε!
Στην ομιλία του ο Αρχιεπίσκοπος είχε προσβλητικά σημεία σε βάρος του Σώματος της Ιεραρχίας, που ασφαλώς ήθελαν συζήτηση. Στη σελίδα 3 του γραπτού κειμένου του ανέφερε ότι η υπό τον Μητροπολίτη Ναυπάκτου Επιτροπή διαλόγου με την Κυβέρνηση επετέλεσε έργο «πολύ λίγο και πτωχό», με ευθύνη του Σώματος της Ιεραρχίας, «που περιώρισε ασφυκτικά μέχρι πνιγμού το δικαίωμα της ελεύθερης συζήτησης και των άλλων πτυχών του θέματος, όπως εκείνο των οργανικών θέσεων των κληρικών μας και της εκκλησιαστικής περιουσίας μετά το έτος το 1952…». (Σημ. Η υπογράμμιση του γράφοντος).
Ποτέ η Ιεραρχία δεν πήρε απόφαση να περιορίσει «μέχρι πνιγμού» το δικαίωμα της ελεύθερης συζήτησης επί των θεμάτων των οργανικών θέσεων και της μετά το 1952 εκκλησιαστικής περιουσίας. Αντίθετα στην ομιλία του ο Σεβ. Ναυπάκτου τόνισε: «Εισαγωγικά θέλω να επισημάνω ότι η παρούσα εισήγηση είναι αποτέλεσμα και καρπός των πολύωρων συζητήσεων που έγιναν… είναι αποτέλεσμα συλλογικότητας και συνοδικότητας, όπως νομίζω ότι πρέπει να γίνονται όλες οι εισηγήσεις της Ιεραρχίας». Ποτέ δεν ζήτησε ο Σεβ. Ναυπάκτου παράταση ή δήλωσε κάποια αδυναμία της Επιτροπής να αντεπεξέλθει των καθηκόντων της για λόγους είτε στενότητος χρόνου, είτε λόγω της μεγάλης θεματολογίας.
Ως προς την συζήτηση των οργανικών θέσεων των κληρικών, ο Αρχιεπίσκοπος γράφει πως πέραν του μέχρι πνιγμού περιορισμού της ελεύθερης συζήτησης (!!!!!!) δεν συζητήθηκε στην Επιτροπή το θέμα των οργανικών θέσεων των κληρικών. Άλλα όμως έγραψε και είπε ο Σεβ. Ναυπάκτου: «Το θέμα των οργανικών θέσεων των Κληρικών και των Εκκλησιαστικών Υπαλλήλων απησχόλησε πολύ τις Επιτροπές μας…» (Σελίς 34 της εισηγήσεώς του). ΠΟΙΟΣ ΤΕΛΙΚΑ ΛΕΓΕΙ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ, Ο ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ Η Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΝΑΥΠΑΚΤΟΥ;
Στη σελίδα 4 του γραπτού του κειμένου ο Αρχιεπίσκοπος έθεσε το θέμα της Εκκλησιαστικής περιουσίας και αντί να ζητήσει από την Ιεραρχία συγγνώμη για την αστοχία του να συμφωνήσει με τον Αλ. Τσίπρα την παραχώρηση της μισής εκκλησιαστικής περιουσίας στο Κράτος, έναντι της απόδοσης μισών κερδών από την μελλοντική και με πολλά ερωτηματικά εκμετάλλευσή της, έριξε ευθύνες στην Ιεραρχία. Είπε: «Επιμένω και θέλω να πληροφορηθούμε μέσα από αυτόν τον διάλογο την αντιμετώπιση εκκρεμών θεμάτων που έχουν καταστή γάγγραινα στο σώμα της Εκκλησίας και επομένως του λαού μας….Πέραν των θέσεων αυτών θα περίμενα την προσέγγιση και των άλλων επί μέρους θεμάτων και κυρίως την τύχη της εκκλησιαστικής περιουσίας από το έτος 1952 μέχρι σήμερα».
Να σημειωθεί ότι εδώ και χρόνια πολλά, από τον αείμνηστο Μητροπολίτη Φιλίππων Προκόπιο έως και πρόσφατα ζητείται από τον Αρχιεπίσκοπο να συζητηθούν τα οικονομικά της Εκκλησίας και τα της περιουσίας και έως σήμερα το αρνείται επιμόνως. Ως προς την περιουσία από το έτος 1952 έως σήμεραουδείς την γνωρίζει, ούτε ο ίδιος ο Αρχιεπίσκοπος, ούτε η ΕΚΥΟ, ούτε φυσικά κάποιος Μητροπολίτης.
Ο Αρχιεπίσκοπος επιχείρησε να αμβλύνει τις εντυπώσεις για την πανηγυρική συμφωνία του με τον Αλ. Τσίπρα γράφοντας στην ομιλία του: «Τα βήματα που έχουν γίνει μέχρι τώρα μαρτυρούν ότι διαπιστώνεται μεν ένας σημαντικός βαθμός ωρίμανσης πολλών εκ των ζητημάτων, παρά τα τυχόν λάθη που έχουν γίνει τόσο σε διαδικαστικό όσο και σε επικοινωνιακό επίπεδο, φυσικά και από μένα τον ίδιο, υπάρχει όμως αρκετός δρόμος μπροστά μας και υπάρχει ρεαλιστική δυνατότητα για να φτάσουμε σε μια φερέγγυα συμφωνία, ένα ολοκληρωμένο θεσμικό συμβόλαιο με ευρεία συναίνεση στην κοινωνία….». (Σημ. Ο τονισμός από γράφοντα).
«Τυχόν λάθη», γράφει ο Αρχιεπίσκοπος, ότι μπορεί να έγιναν και από εκείνον. Το βάρος της φράσης του δεν πέφτει στα «λάθη», αλλά στο «τυχόν». Το «τυχόν» σημαίνει ότι μπορεί να έχει κάνει λάθη, μπορεί όμως και όχι… Μάλλον το δεύτερο ισχύει. Αν είχε επίγνωση ότι εκ μέρους του έχουν γίνει λάθη θάπρεπε να το ομολογήσει ευθαρσώς και να ζητήσει από την Ιεραρχία και από τον πιστό λαό συγγνώμη, ιδιαίτερα κατ’ αυτήν την κατανυκτική περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής.
Τα «τυχόν λάθη», γράφει ο Αρχιεπίσκοπος, ότι έχουν γίνει σε διαδικαστικό και επικοινωνιακόεπίπεδο. Δεν είναι έτσι. Τα λάθη έγιναν σε ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΟ επίπεδο. Στην ουσία συμφώνησε με τον Αλ. Τσίπρα να απολυθούν οι ιερείς και να δοθεί η μισή εκκλησιαστική περιουσία στην κυβέρνηση. Το λάθος είναι εκεί και όχι ότι βγήκε στο Μέγαρο Μαξίμου και δημόσια και «ον κάμερα» συμφώνησε με τον Αλ. Τσίπρα. Και δεν είναι διαδικαστικό το θέμα ότι μιλούσε με τον πρωθυπουργό ερήμην της Ιεραρχίας, είναι ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΟ, διότι παρέβη θεμελιώδη κανόνα της λειτουργίας της Εκκλησίας, τη ΣΥΝΟΔΙΚΟΤΗΤΑ.
Το τρίτο ζήτημα είναι οι αθρόες εκλογές βοηθών Επισκόπων. Οι Αρχιερείς τις θεωρούν ικανοποίηση φιλοδοξιών, ικανοποίηση εκ μέρους του Αρχιεπισκόπου αιτημάτων Μητροπολιτών, οι οποίοι είτε του έχουν προσφέρει, είτε εκείνος αναμένει να του προσφέρουν εκδουλεύσεις και τις χαρακτηρίζουν υποτιμητικές για το επισκοπικό αξίωμα. Κατά την εκτίμηση μελών της Ιεραρχίας οι εκλογές Μητροπολιτών και Επισκόπων έχουν καταντήσει μια γραφειοκρατική κοσμική διαδικασία. Οι πολλοί κληρικοί τις θεωρούν ως μια προαγωγή στον μέγιστο βαθμό της εκκλησιαστικής ιεραρχίας και πιστεύουν ότι όταν εκλεγούν αφού την εξάντλησαν μπορούν να απολαμβάνουν τα αγαθά του αξιώματός τους…
Το τέταρτο και τελευταίο ζήτημα, αλλά όχι λιγότερο σημαντικό από τα προηγούμενα, είναι η κατά τις εργασίες της Ιεραρχίας παντελής έλλειψη μέριμνας για τον πιστό λαό και το μέλλον του. Εκλογές, περιουσίες, δημόσιες σχέσεις, αγαθοεργίες είναι στην ημερησία διάταξη. Τίποτε για τα ζητήματα που ο λαός θέλει κοντά του την Εκκλησία. Τίποτε για τη Μακεδονία, τίποτε για τα μαθήματα των θρησκευτικών, της ιστορίας, της γλώσσας, τίποτε για το άρθρο 3 του Συντάγματος και το «ουδετερόθρησκο κράτος», όρο τον οποίο ο Αρχιεπίσκοπος δέχθηκε χωρίς κάποια αντίδραση όταν παρουσία του και σε πανελλήνια τηλεοπτική σύνδεση τον εξάγγειλε ο πρωθυπουργός…-