Του Δημήτρη Καπράνου
Μέ τό καλημέρα τοῦ νέου ἔτους, ὁ Πούτιν ἔκλεισε τήν πεταλούδα καί τό ρωσσικό ἀέριο, καί …ἄρχισαν τά ὄργανα.
«Θά ἐκτιναχθεῖ ἡ τιμή τοῦ ἀερίου στήν Εὐρώπη» καί διάφορα ἄλλα, πού ἀναμένεται νά πυκνώσουν στό προσεχές μέλλον. Εἶπα κι ἐγώ, λοιπόν, χθές νά δῶ τίς «Συνδέσεις» στήν ΕΡΤ χωρίς τήν συμπαθῆ Χριστῖνα Βίδου, ἡ ὁποία ἀπεχώρησε ἀπό τό ραδιομέγαρο καί ἔρχεται στόν Πειραιᾶ, στόν «Σκάι». Γύρισε, λοιπόν, τό μυαλό μου πίσω, σέ ἐποχές πού οἱ μετεγγραφές τῶν δημοσιογράφων στά «κανάλια» ἦταν στό φόρτε τους.
Τά μέσα μαζικῆς ἐνημερώσεως, ἐφημερίδες, περιοδικά, ραδιόφωνα, τηλεοράσεις, περνοῦσαν στά χέρια ἐπιχειρηματιῶν, οἱ ὁποῖοι εἶχαν καί ἄλλες, ἐκτός τῶν ἐκδοτικῶν, δραστηριότητες. Ἔπειτα ἀπό πολλά χρόνια χαμηλῶν ἀμοιβῶν καί δυσκολιῶν, ὁ δημοσιογραφικός κόσμος βρισκόταν ἐμπρός σέ μιά πολύ διαφορετική πραγματικότητα.
Εἶχα κι ἐγώ τίς προτάσεις, πολύ καλές καί μάλιστα σέ ἐποχές πού ἡ πρωινή ἐνημερωτική ἐκπομπή πού κρατοῦσα στό δημοτικό ραδιόφωνο τοῦ Πειραιῶς πήγαινε πάρα πολύ καλά. Ἀπάντησα, εὐγενῶς καί ἐγγράφως, ἀρνητικά, προτιμῶντας νά μείνω «στό χωριό μου», διαισθανόμενος ὅτι τά πράγματα δέν θά ἦταν τόσο ἐλεύθερα ἀπό ἄποψη ἐπιλογῶν καί ἐκφράσεως, ἀπ’ ὅ,τι σέ ἕνα δημοτικό ραδιόφωνο καί μάλιστα ὑπό τόν Μιλτιάδη Ἔβερτ (Ἀθήνα 9,84) καί Ἀνδρέα Ἀνδριανόπουλο (Πειραιᾶς, Κανάλι Ἕνα), οἱ ὁποῖοι οὐδεμία παρέμβαση ἔκαναν καί εἶχαν ἀναθέσει τό θέμα «Ραδιόφωνο» ἀποκλειστικά στούς δημοσιογράφους.
Βεβαίως, πολλοί συνάδελφοι, σέ ἐκείνη τήν «χρυσή ἐποχή», ἔκαναν περιουσίες, μέ κορυφαῖο τόν γνωστό, ἐκδημήσαντα πλέον, ὁ ὁποῖος βρέθηκε νά διαθέτει μέχρι καί διαμερίσματα στό Μόντε Κάρλο καί τό Μπέβερλυ Χίλλς. Ὡστόσο, ἡ ὅποια ἀντικειμενικότητα μπορεῖ νά ὑπῆρχε στήν ἐνημέρωση, πῆγε περίπατο!
Θυμᾶμαι, ὅταν ἔφυγε ἀπό τόν Δῆμο ὁ Ἀνδρέας Ἀνδριανόπουλος, ὁ ἀντικαταστάτης του ἄνοιξε μιά φορά τήν πόρτα τοῦ στούντιο, ἐν ὥρᾳ ἐκπομπῆς. Εἶπα στήν ἠχολήπτρια, Μαρία Κρητικοῦ, νά περάσει σέ διαφημίσεις καί ρώτησα τόν δήμαρχο τί συνέβαινε. «Τίποτε, ἦλθα νά μιλήσω στό ραδιόφωνο» μοῦ εἶπε. Τοῦ διευκρίνισα ὅτι δέν εἴχαμε προγραμματίσει κάτι τέτοιο καί ἀπόρησε. «Δηλαδή πρέπει νά κλείσει ὁ δήμαρχος ραντεβού γιά νά μιλήσει στό ραδιόφωνο τοῦ Δήμου;» ρώτησε ἀπορημένος. Τοῦ ἐξήγησα ὅτι στό ραδιόφωνο ὑπάρχουν κανόνες, ἐκτός ἄν συμβαίνει κάτι ἔκτακτο καί πολύ σημαντικό, ὁπότε μπορεῖ νά διακοπεῖ τό πρόγραμμα.
Ὑπ’ αὐτές τίς συνθῆκες, ἰδανικές γιά τούς δημοσιογράφους καί τούς παραγωγούς, ἡ δημοτική ραδιοφωνία ἄντεξε ὅσο μποροῦσε. Ἀπό τήν στιγμή, ὅμως, πού στό τραπέζι ἔπεσαν μεγάλοι μισθοί καί ἄλλες παροχές, ἡ ἐνημέρωση ἄλλαξε γεύση καί ἔκφραση. Κάθε σταθμός εἶχε πλέον τήν δική του ὀπτική περί «ἀντικειμενικότητας» καί ἔβλεπε ἀλλοιῶς τήν δημοσιογραφική δεοντολογία. Καί τίς περισσότερες φορές (σχεδόν πάντα δηλαδή) τά συμφέροντα τῆς ἰδιοκτησίας ἦταν πολύ πιό σημαντικά ἀπό ἐκεῖνα τῶν ἀκροατῶν, τῶν τηλεθεατῶν καί τῶν ἀναγνωστῶν. Ἔχασε καί ἡ ΕΣΗΕΑ μεγάλο μέρος ἀπό τό κῦρος καί τήν δύναμή της, εἰσέβαλαν στήν ζωή μας καί τά «σόσιαλ μήντια» καί μᾶς ἐπῆρε καί μᾶς ἐσήκωσε!
Βέβαια, ὅπως τώρα ἐπανέρχεται τό σχεδόν ξεχασμένο βινύλιο, ἔτσι κάποια στιγμή θά ἐπανέλθει καί ἡ ἀνάγκη γιά –κατά τό δυνατόν– ἀντικειμενική ἐνημέρωση. Ἄς εὐχηθοῦμε νά μήν ἀργήσει…