Του Δημήτρη Γαρούφα, Δικηγόρος, πρώην πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης

Επειδή πρέπει να κοιτάμε κατάματα την πραγματικότητα και να λέμε μόνο την αλήθεια, με όποιο κόστος, οφείλουμε να επισημάνουμε ότι η χώρα μας ύστερα από χρόνια Μνημονίων συμπεριφέρεται (με ευθύνη του πολιτικού προσωπικού της) σαν να μη διδάχθηκε τίποτα, έτοιμη μάλλον να ξανακάνει τα ίδια λάθη και χωρίς όραμα για το μέλλον. Γι’ αυτό, χρήσιμο είναι να δούμε ενδεικτικά κάποιες από τις παθογένειές μας, με στόχο τον προβληματισμό για το μέλλον της χώρας μας.

Α. Μιλάμε για αναγκαιότητα διαλόγου και συναίνεσης στη δημόσια ζωή, αλλά ακόμη και στα εθνικά θέματα δεν υπάρχει ομοψυχία και διχάζεται η ελληνική κοινωνία. Ενδεικτικά αναφέρω ότι, με αφορμή το θέμα των Σκοπίων, είδαμε να διχάζεται πάλι η ελληνική κοινωνία, γιατί οι υπέρμαχοι της αναγνώρισης των Σκοπίων με ονομασία στην οποία θα περιέχεται ως συνθετικό η λέξη «Μακεδονία» θεωρούσαν όσους έχουν αντίθετη άποψη (δηλαδή, την πλειονότητα των Ελλήνων, που πιστεύει ότι κάτι τέτοιο αποτελεί πηγή προβλημάτων για το μέλλον και απεμπόληση της ιστορικής μας κληρονομιάς)  «πατριδοκάπηλους, ακραίους και φασίστες». Αλλά και οι υπέρμαχοι της άποψης να μη δεχθούμε ονομασία στην οποία θα περιέχεται η λέξη «Μακεδονία» θεωρούσαν τους έχοντες αντίθετη άποψη «προδότες»…

Β. Συχνά επικαλούμαστε όλοι το άρθρο 4 του Συντάγματος, που αναφέρει ότι «οι Έλληνες πολίτες συνεισφέρουν χωρίς διακρίσεις στα δημόσια βάρη, ανάλογα με τις δυνατότητές τους». Εφαρμόζεται αυτό; Κι αν ναι, πώς γίνεται, π.χ., ο περιπτεράς ή ένας νέος ελεύθερος επαγγελματίας να πληρώνει φόρο από το πρώτο ευρώ, δίνοντας για φόρους και ασφαλιστικές εισφορές ποσό που ξεπερνά το ετήσιο εισόδημά του, αλλά άλλοι (μεταξύ αυτών και οι ψηφίζοντες τους νόμους εκπρόσωποί μας στο Κοινοβούλιο) όχι;

Γ. Ισχυρίζεται συχνά η εκάστοτε κυβέρνηση ότι οι κρατικές δαπάνες είναι ανελαστικές… Αλλά ενδεικτικά επισημαίνουμε ότι ο διορισμός, π.χ., εκατοντάδων ή χιλιάδων μετακλητών υπαλλήλων-συμβούλων σε υπουργεία και κυβερνητικές υπηρεσίες δεν είναι ανελαστική δαπάνη, γιατί καμιά ανάγκη δεν καλύπτουν. Απλά η εκάστοτε κυβέρνηση ανταμείβει με αυτόν τον τρόπο τα ανεπάγγελτα στελέχη του κομματικού σωλήνα, ενώ το γεγονός ότι το Κοινοβούλιό μας βρέθηκε στο παρελθόν να έχει διπλάσιους υπαλλήλους από το γερμανικό δεν προβλημάτισε τον πολιτικό κόσμο.

Δ. Μιλάμε για ανάγκη αξιοκρατίας και επιστράτευσης των καλύτερων Ελλήνων στη στελέχωση του κρατικού μηχανισμού για να είναι πιο αποτελεσματικός. Όμως, βλέπουμε καθημερινά και διαχρονικά στελέχωση του κρατικού μηχανισμού με μετριότητες του κομματικού σωλήνα, αλλά και στα πολιτικά μας κόμματα, που επαγγέλλονται την αξιοκρατία, στελέχωσή τους με επιλεγμένες μετριότητες που, χωρίς αρχές, εύκολα μεταπηδούν από το ένα κόμμα στο άλλο, ενώ στα υποτιθέμενα κόμματα αρχών είχαμε φτάσει στο σημείο να κληρονομούνται οι βουλευτικές έδρες…

Ε. Μιλάμε για μεταρρυθμίσεις, αλλά ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις δεν γίνονται στη χώρα, ακόμη και σε απλά πράγματα, χωρίς κόστος, ενώ θα έδιναν τόνο αλλαγής… Ενδεικτικά αναφέρω ότι θα μπορούσε ο αριθμός των βουλευτών να περιοριστεί σε 200. Κι επειδή μιλάμε για βραδεία απονομή δικαιοσύνης, θυμίζω ότι είμαστε η χώρα που έχει δικαστικές διακοπές σχεδόν 3,5 μηνών ετησίως (2,5 μήνες το καλοκαίρι, 15 μέρες την περίοδο των Χριστουγέννων και 15 μέρες την περίοδο των εορτών του Πάσχα), ενώ σχεδόν σε όλες τις ευνομούμενες χώρες τα δικαστήρια κλείνουν μόνο τον Αύγουστο…

Αρμενίζαμε και εξακολουθούμε να αρμενίζουμε στραβά ως χώρα, γιατί κι εμείς οι πολίτες ανεχόμασταν τις παθογένειες της πολιτικής ζωής και εξυμνούσαμε ως λαμπρό το Σύνταγμά μας, που εξασφαλίζει ουσιαστικά, μέσω της σύντομης παραγραφής, την ατιμωρησία των επίορκων πολιτικών (έγιναν αναθεωρήσεις του Συντάγματος, αλλά τη διάταξη σύντομης παραγραφής δεν την άγγιξαν…), γιατί στέλναμε στο Κοινοβούλιο αυτούς που ψήφιζαν τα επιδόματα «έγκαιρης προσέλευσης στην εργασία» και εξυμνούσαμε ως μεγάλους ηγέτες ανθρώπους που απλά παραμέριζαν τα προβλήματα (π.χ., θέμα των Σκοπίων), γι’ αυτό τα βρίσκουμε μπροστά μας τώρα σε τρισχειρότερη μορφή.

Τελειώνοντας, υπενθυμίζω όσα έγραφε στο βιβλίο του «Σκιαγραφία των γενναίων» ο Τζον Κένεντι, πριν εκλεγεί πρόεδρος των ΗΠΑ: «Σε μια δημοκρατία, κάθε πολίτης, άσχετα με το ενδιαφέρον που έχει για την πολιτική, ασκεί κι αυτός ένα λειτούργημα και υπέχει μια ευθύνη. Και, σε τελική ανάλυση, το είδος της κυβερνήσεως που έχουμε εξαρτάται κυρίως από το πώς εκπληρώνει καθένας τις υποχρεώσεις του. Εμείς, ο λαός, είμαστε τα αφεντικά και θα έχουμε την πολιτική ηγεσία, καλή ή κακή, που εμείς θέλουμε και αξίζουμε». Γι’ αυτό, αν θέλουμε να έχει μέλλον η χώρα, επιβάλλεται να λειτουργούμε ως ενεργοί πολίτες.

πηγή