Από τον Βασίλη Γαλούπη
Ήταν λίγο πολύ στο χρονοντούλαπο της πολιτικής Ιστορίας μέχρι χθες, που το ΠΑΣΟΚ τον ανέσυρε από το σκονισμένο παρελθόν ως πρότασή του για Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Ως τώρα ο Γιαννίτσης μόνο αρθρογραφούσε ή εμφανιζόταν μια στο τόσο για να αναμασήσει την πολυδιαφημισμένη… προφητεία του. Αν, έλεγε και ξανάλεγε, είχε κερδίσει τη μάχη για την ασφαλιστική του μεταρρύθμιση πριν από δυόμισι δεκαετίες, τότε η Ελλάδα θα είχε ουσιαστικά ξεμπερδέψει με όλα τα οικονομικά της προβλήματα, δεν θα μπαίναμε καν σε Μνημόνιο.
Προφανώς, εν έτει 2025, ένα πρώην δεξί χέρι του Κώστα Σημίτη με μικρές υπουργικές θητείες ήταν ό,τι καλύτερο είχε να προτείνει ο Ανδρουλάκης. Αδυνατεί να αντιληφθεί ότι ιδιοκτήτης του «σημιτικού ΠΑΣΟΚ» έχει ήδη γίνει ο Μητσοτάκης. Το μοναδικό ΠΑΣΟΚ που γνώρισε ο Ανδρουλάκης είναι αυτό του Σημίτη και του Βενιζέλου. Κι εκεί παραμένει εγκλωβισμένος.
Ο Γιαννίτσης αποτελεί το είδος του πολιτικού που θέλει να χαρακτηρίζεται μεταρρυθμιστής. Ομως, η μεταρρύθμισή του έμεινε στα λόγια επειδή ο «εκσυγχρονιστής» Σημίτης έκανε πίσω. Κάτι που αποκρύπτεται από την όλη συζήτηση. Η θητεία του σημαδεύτηκε από κοινωνική αναταραχή, τις μεγαλύτερες διαδηλώσεις της δεκαετίας του 2000, διαμάχες μέσα στο ΠΑΣΟΚ, όλα για το περίφημο «Ασφαλιστικό Γιαννίτση», που τελικά ο… μεταρρυθμιστής Σημίτης δεν τόλμησε ποτέ να εφαρμόσει. Εκτοτε ο Γιαννίτσης επανέρχεται στην ασφαλιστική του… φαντασίωση ως δήθεν μια μεγάλη χαμένη ευκαιρία της χώρας, που, αν τότε δεν είχε αντισταθεί, τώρα θα ευημερούσε. Οι μαγεμένοι θαυμαστές του ξεχνούν να αποτυπώσουν τη σκληρή πραγματικότητα. Πρώτον, ότι ο Σημίτης ήταν που δείλιασε μετά τη γενική κατακραυγή λόγω των αδικιών. Και, δεύτερον, ότι η μεταρρύθμιση έγινε τελικά με εννέα χρόνια καθυστέρηση, από το 2010, αλλά η χώρα 15 χρόνια από την έναρξη των Μνημονίων και μία επταετία μετά το τέλος τους παραμένει πνιγμένη στο χρέος, δίχως να έχει ορθοποδήσει και με προβληματικό Ασφαλιστικό.
Τα μέτρα Γιαννίτση εφαρμόστηκαν πρακτικά αργότερα, τμηματικά και με βίαιο τρόπο. Από το 2010 ανέβηκαν στα 67 τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης. Μονιμοποιήθηκαν τα 40 χρόνια δουλειάς για δικαίωμα στην πλήρη σύνταξη. Περικόπηκε περαιτέρω η κρατική χρηματοδότηση. Εν ολίγοις, όλες οι «μαγικές» φόρμουλες Γιαννίτση και κάμποσες ακόμα, όπως το PSI, νομοθετήθηκαν. Κι όμως, η Ελλάδα δεν είναι σήμερα η οικονομική Γη της Επαγγελίας, όπως επιχειρούν να μας πείσουν οι «σημιτικοί» τελάληδες. Αντίθετα, οι πολίτες βρίσκονται αντιμέτωποι με ακόμη μεγαλύτερη οικονομική καθίζηση και συντάξεις πείνας. Κι ας «μεταρρυθμίστηκε» πια το κατ’ ουσίαν μη μεταρρυθμισμένο Ασφαλιστικό. Ο Γιαννίτσης συνδέθηκε με μια από τις μεγαλύτερες ήττες της θητείας Σημίτη και με 60 μέρες εντατικών συγκρούσεων, υποχωρήσεων, πρωτοφανών εργατικών κινητοποιήσεων αλλά και δύο παραιτήσεις του ίδιου.
Από την αρχή της δεύτερης τετραετίας Σημίτη ο πρωθυπουργός ζήτησε από τον έμπιστό του, που τότε ήταν υπουργός Εργασίας, να σχεδιάσει μια ασφαλιστική μεταρρύθμιση λόγω των ελλειμμάτων. Δεν τόλμησε να ενημερώσει κανέναν από τα πρωτοκλασάτα στελέχη του ΠΑΣΟΚ για τις υπό επεξεργασία προτάσεις. Ο Σημίτης ήθελε να τους αφήσει όλους στο σκοτάδι και να αποφασίζει ο ίδιος μαζί μόνο με μια χούφτα «εκσυγχρονιστές» του. Εναν χρόνο μετά τις εκλογές-θρίλερ, τον Απρίλιο του 2001, ο Γιαννίτσης είχε έτοιμο το νέο ασφαλιστικό τερατούργημα: Αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης, μείωση των εργοδοτικών εισφορών, κατάργηση του δημόσιου κοινωνικού χαρακτήρα της ασφάλισης, άγριες περικοπές και στις μεσαίες ή χαμηλές συντάξεις κ.λπ. Το σχέδιο σκόρπισε τον τρόμο ακόμα και στους συνδικαλιστές του Κινήματος. «Αυτά δεν περνάνε , πάρ’ τα πίσω» ήταν η απάντησή τους στον Γιαννίτση. Στα τηλεπαράθυρα άρχισε μπαράζ αντιδράσεων, στο εσωτερικό του ΠΑΣΟΚ Σημίτης και Γιαννίτσης υφίσταντο σφοδρή κριτική για τους χειρισμούς τους, ο Γιαννίτσης έβαλε δύο φορές την παραίτησή του «πάνω στο τραπέζι».
Στις 26 Απριλίου και στις 17 Μαΐου 2001 ξέσπασαν τεράστιες εργατικές κινητοποιήσεις. Βγήκαν στον δρόμο 1.500.000 διαδηλωτές σε μία από τις μεγαλύτερες συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας όλων των εποχών. Τα ποσοστά της απεργίας άγγιξαν το 100% στον δημόσιο τομέα και το 75% στον ιδιωτικό. Το πράγμα άρχισε να ξεφεύγει τόσο που κορυφαία στελέχη του ΠΑΣΟΚ λέγανε θορυβημένα: «Η επιβίωση του ασφαλιστικού συστήματος πρέπει να συνδυαστεί με την επιβίωση της κυβέρνησης». Εγιναν τότε προτάσεις από κάποια στελέχη για πιο δίκαιο καταμερισμό των μεταρρυθμιστικών βαρών, αλλά βρήκαν τοίχο από άλλους πρωτοκλασάτους της κυβέρνησης Σημίτη. Ο Πάγκαλος, για παράδειγμα, δεν ήθελε να θιχτούν τα «ρετιρέ» και οι προνομιούχοι ασφαλισμένοι. Τελικά ήταν τέτοια η μαζικότητα των αντιδράσεων που η κυβέρνηση Σημίτη απέσυρε το ασφαλιστικό νομοσχέδιο, που δεν κατατέθηκε ποτέ στη Βουλή.
«Ούτε οι υπουργοί του ΠΑΣΟΚ δεν με στήριξαν για το Ασφαλιστικό» έλεγε ο Γιαννίτσης το 2013. Σωστά προσπάθησε να ψαλιδίσει τα εξωφρενικά προνόμια των σκανδαλωδώς ευνοημένων, αλλά έκανε το λάθος να θίξει και τις ισχνές συντάξεις. Και γι’ αυτό απέτυχε. Αυτό που αποδείχθηκε και στην εποχή των Μνημονίων είναι ότι το πρόβλημα της Ελλάδας δεν ήταν απλώς πρόβλημα συντάξεων, αλλά παραγωγικού μοντέλου και δομικών παθογενειών που παραμένουν μέχρι σήμερα ως είχαν. Και φαίνεται ότι οι κοινωνικές περικοπές τύπου Γιαννίτση και τρόικας, σε συνδυασμό με τη μετατροπή της χώρας σε κιτς ξενοδοχείο για τουρίστες, δεν έφεραν, τελικώς, ανάπτυξη, ούτε σωτηρία.