Σφίγγει ο κλοιός για τους πολίτες και τις επιχειρήσεις! Η κυβερνητική πολιτική για την αντιμετώπιση της ακρίβειας αξιολογείται αρνητικά από μεγάλο ποσοστό των πολιτών!
Αν και ορισμένοι οικονομικοί δείκτες εμφανίζουν βελτίωση, η οικονομική δυσπραγία παραμένει κυρίαρχη για την πλειονότητα των ελληνικών νοικοκυριών. Η 13η ετήσια έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ καταδεικνύει ότι η ακρίβεια εξακολουθεί να αποτελεί τη σημαντικότερη απειλή για την οικονομική σταθερότητα. Το 2024, η οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών χαρακτηρίζεται από έντονες δυσκολίες, με πολλούς πολίτες να αγωνίζονται για την κάλυψη βασικών αναγκών. Παρά τη μικρή βελτίωση σε σύγκριση με το 2023, η πλειονότητα των ελληνικών νοικοκυριών συνεχίζει να αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις στην κάλυψη των καθημερινών οικονομικών υποχρεώσεων.
Παρά τη μικρή μείωση στο ποσοστό των νοικοκυριών που δηλώνουν εισοδηματική απώλεια (26,2% το 2024 από 30,7% το 2023), η οικονομική πίεση παραμένει έντονη. Το 60% των νοικοκυριών αναφέρει ότι το εισόδημά του δεν επαρκεί για όλο τον μήνα, με τα χρήματα να εξαντλούνται, κατά μέσο όρο, στις 19 ημέρες. Το γεγονός αυτό καταδεικνύει ότι μεγάλο μέρος του πληθυσμού εξακολουθεί να ζει υπό καθεστώς οικονομικής επισφάλειας.
Ιδιαίτερα ανησυχητικό είναι το γεγονός ότι το 81,6% των νοικοκυριών δεν μπορεί να αποταμιεύσει, γεγονός που επιδεινώνει την οικονομική τους ανασφάλεια και δυσχεραίνει την αντιμετώπιση έκτακτων εξόδων. Πάνω από το 50% των ελληνικών νοικοκυριών αδυνατεί να καλύψει ένα έκτακτο έξοδο ύψους 500 ευρώ, ενώ το 11,7% ζει σε συνθήκες ακραίας φτώχειας, αδυνατώντας να καλύψει ακόμα και βασικές ανάγκες, όπως η σίτιση και η στέγαση.
Η οικονομική πίεση είναι ιδιαίτερα έντονη για τα χαμηλά και μεσαία εισοδήματα, με τις πιο ευάλωτες κοινωνικές ομάδες να υφίστανται τις μεγαλύτερες επιβαρύνσεις. Το 39,5% των νοικοκυριών δεν διαθέτει καμία επιπλέον οικονομική πηγή πέρα από τον μισθό, γεγονός που τα καθιστά εξαιρετικά ευάλωτα στις αυξήσεις τιμών και τις οικονομικές αναταράξεις.
Ιδιαίτερα δύσκολη είναι η κατάσταση για τους αυτοαπασχολούμενους και τους μικροεπιχειρηματίες, καθώς το 53,3% των νοικοκυριών που εξαρτώνται από επιχειρηματικά έσοδα δηλώνει ότι το εισόδημά του δεν επαρκεί για όλο τον μήνα – ποσοστό που αυξήθηκε από 42,8% το 2023. Επιπλέον, το 47,8% αυτών των νοικοκυριών έχει ετήσιο εισόδημα έως 18.000€, γεγονός που καταδεικνύει τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι μικρομεσαίοι επιχειρηματίες.
Οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο αυξάνονται, αγγίζοντας το 28,9% των νοικοκυριών, ενώ το 16% των πολιτών φοβάται ότι μπορεί να χάσει την κατοικία του λόγω οικονομικών υποχρεώσεων. Η αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης λόγω του νέου τεκμαρτού συστήματος οδηγεί ολοένα και περισσότερους επιχειρηματίες να αναζητούν εναλλακτικές πηγές εισοδήματος ή να εξετάζουν το ενδεχόμενο μείωσης της επαγγελματικής τους δραστηριότητας.
Η ακρίβεια παραμένει ο κυριότερος παράγοντας πίεσης, με τις αυξήσεις στις τιμές τροφίμων να επηρεάζουν το 72,4% των πολιτών. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση των δαπανών σε άλλους τομείς, με το 60% των νοικοκυριών να δηλώνει ότι αυξήθηκαν σημαντικά τα έξοδα για λογαριασμούς κατοικίας και τρόφιμα. Ταυτόχρονα, οι καταναλωτές αναγκάζονται να περικόψουν δαπάνες σε τομείς όπως η ψυχαγωγία (41,9%) και η ένδυση-υπόδηση (39,2%).
Η πρόσβαση σε βασικές υπηρεσίες, όπως η υγεία και η εκπαίδευση, καθίσταται δυσκολότερη. Ένας αυξανόμενος αριθμός νοικοκυριών καθυστερεί ή αδυνατεί να καλύψει ιατρικά έξοδα, λογαριασμούς ρεύματος, θέρμανσης και δίδακτρα εκπαίδευσης, με αποτέλεσμα την επιδείνωση των συνθηκών διαβίωσης για μεγάλο μέρος του πληθυσμού.
Οι πολίτες θεωρούν ότι τα πιο αποτελεσματικά μέτρα για την αντιμετώπιση της οικονομικής δυσχέρειας είναι:
• Η αύξηση μισθών και συντάξεων (69%)
• Η ενίσχυση των ελέγχων στην αγορά για τον περιορισμό της αισχροκέρδειας (52,7%)
• Η μείωση φόρων και τελών (45,9%)
Η κυβερνητική πολιτική για την αντιμετώπιση της ακρίβειας αξιολογείται αρνητικά από μεγάλο ποσοστό των πολιτών, καθώς πολλοί θεωρούν ότι τα μέτρα που έχουν ληφθεί δεν είναι αρκετά για να ανακουφίσουν τις οικονομικές πιέσεις που βιώνει η κοινωνία.