Του Αποστόλη Αποστόλου
Ο Στηβ Μπάνον έχει πει πως όταν συνάντησε τον Τραμπ το 2010 και τον άκουσε να λέει ότι «Το να είσαι υπέρ των αμερικανικών αξιών και να κάνεις τα βήματα που χρειάζονται για να τις προστατέψεις αυτό δε σημαίνει και μίσος για τους άλλους», κατάλαβε ότι βαδίζουν στον ίδιο δρόμο. Ο Τραμπ είχε στραφεί στη σκέψη του Αλεξάντερ Χάμιλτον (11 Ιανουαρίου 1757 – 12 Ιουλίου 1804), ο οποίος ήταν ένας από τους Ιδρυτές και από τους Πατέρες των Ηνωμένων Πολιτειών. Ο Χάμιλτον επίσης υπήρξε ιδρυτής του χρηματοπιστωτικού συστήματος του έθνους και εκφραστής της οικονομικής πολιτικής της κυβέρνησης του Τζωρτζ Ουάσιγκτον.
Ο Αλεξάντερ Χάμιλτον πίστευε ότι ένας βαθμός προστατευτισμού ήταν αναγκαίος για την υποστήριξη της μεταποιητικής βιομηχανίας της Αμερικής εκείνης της εποχής, η οποία κινδύνευε από το διεθνές οικονομικό μεγαθήριο, που ήταν η Μ. Βρετανία. Επίσης, ο Χάμιλτον είχε την άποψη ότι «Κάθε έθνος που επιθυμεί να παραμείνει πολιτικά ανεξάρτητο πρέπει να προστατεύει την οικονομική του παραγωγή και να αγωνίζεται για αυτάρκεια του». Το “Make America Great Again” κατ’ ουσίαν αυτό εκφράζει.
Αυτή τη λογική ενισχύει ο Τραμπ όταν ισχυρίζεται ότι οι αμερικανικές εταιρείες θα εδρεύουν στην πατρίδα τους για να διατηρήσουν τον αμερικανικό χαρακτήρα τους, ενώ οι δασμοί πρέπει να τις προστατεύουν, για να στηρίξουν την αμερικανική μεσαία τάξη και τους εργαζόμενους. Ο Τραμπ τονίζει ότι τίποτε από τα παραπάνω δεν θα πρέπει να μεθερμηνεύονται ως νατιβιστικός ρατσισμός ή μισαλλοδοξία.
Για κάποιους, ο Τραμπ είναι ρεαλιστής και ο ρεαλισμός, όπως διατείνονται, έρχεται σε αντίθεση με τις θεωρίες που κατασκευάζονται γύρω από ηθικές και ιδεαλιστικές κοσμοθεωρίες, όπως ο φιλελευθερισμός και ο σοσιαλισμός. Ο διπλωμάτης, δημοσιογράφος και ιστορικός Edward Hallett Carr στο έργο του με τίτλο “The Twenty Years’ Crisis, 1919–39” περιγράφει με σαφήνεια τον ακρογωνιαίο λίθο του κανόνα του κλασικού ρεαλισμού. Στο συγκεκριμένο βιβλίο του ο Carr αποσαφηνίζει τη σημασία της εξουσίας έναντι του ουτοπισμού και καθορίζει πώς ο ουτοπισμός κυριάρχησε στο Μεσοπόλεμο.
Ο Τραμπ εστιάζει στην πραγματικότητα της ισχύος των συμφερόντων των ΗΠΑ, όχι στην ουτοπική προσδοκία ότι η Αμερική πρέπει να ηγηθεί του ελεύθερου κόσμου. Αυτή η γνωστική ρεαλιστική αναγνώριση του Τραμπ για το ρόλο των ΗΠΑ στον πλανήτη, τον κάνει να βρίσκεται στο ίδιο κάδρο με τον Edward Hallett Carr. Ωστόσο, αν και ο Carr υποστήριξε τη σημασία της ρεαλιστικής εξουσίας στην πολιτική, αναφορικά με την εξωτερική πολιτική έθετε πάντα στο κέντρο ένα ηθικό όραμα ως αναπόδραστη ουσία της πολιτικής άσκησης.
Τραμπ και Μετα-Ηθική
Ο Τραμπ, αντίθετα, ενεργεί μέσα σ’ ένα μετα-ηθικό πλαίσιο. Για παράδειγμα, επιδιώκει να τερματιστεί γρήγορα ο ουκρανορωσικός πόλεμος λόγω των δισεκατομμυρίων δολαρίων που δίνουν οι ΗΠΑ στον “μεγάλο πωλητή” όπως αποκαλούν τον Ζελένσκι, ζητώντας παράλληλα τις σπάνιες γαίες της Ουκρανίας. Στο ίδιο πνεύμα κινείται ο Τραμπ και στο ζήτημα της Γάζας. Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα αναλάβουν την ευθύνη της Λωρίδας της Γάζας, την εκκένωση από τη μεγάλη πλειονότητα των κατοίκων της και την ανοικοδόμησή της με σκοπό να μετατραπεί σε μία “Ριβιέρα της Ανατολικής Μεσογείου”.
Ενώ για την Ταϊβάν, έχει υποστηρίξει ο Τραμπ ότι αποτελεί έναν “ασφαλιστικό πελάτη” των ΗΠΑ και αν δεν πληρώσουν τα ασφάλιστρα τους, τους αξίζει η εγκατάλειψη από τις ΗΠΑ. Κάπως έτσι δεν λειτουργούσε όμως η ηγεμονία των ΗΠΑ και πριν από τον Τραμπ; Βέβαια, με τον Τραμπ εκεί όπου τελειώνει η ειλικρίνεια αρχίζει η ωμότητα. Ο Καναδός αρθρογράφος Richard J. Needham έλεγε ότι «πολλοί άνθρωποι μπερδεύουν την ωμότητα με την ειλικρίνεια».
Από τη μια πλευρά, οι ΗΠΑ ως αυτοκρατορία εκφράζουν τη μέγιστη ικανότητα ισχύος του πλανήτη και από την άλλη πλευρά, εγκαταλείπουν τους συμμάχους τους. Τρανό παράδειγμα το Κυπριακό, που δεν ξέρουμε επίσης τι εξέλιξη θα έχουμε με τον αναπροσανατολισμό της αμερικανικής ηγεσίας. Εξάλλου, εκείνο που ισχύει στη γεωπολιτική και γεωστρατηγική είναι ότι «όσο μεγαλύτερη είναι η δύναμη, τόσο πιο επικίνδυνη είναι η κατάχρηση» (Edmund Burice).