Η Αγκυρα βρίσκεται ενόψει μιας μεγάλης ευκαιρίας που δεν πρόκειται να αφήσει ανεκμετάλλευτη. Επιζητεί με αξιώσεις διακριτό ρόλο στον επανασχεδιασμό του ευρωπαϊκού συστήματος ασφαλείας, ενώ την ίδια ώρα διευρύνει την παρουσία της σε όλα τα κρίσιμα μέτωπα της ευρύτερης περιοχής. Και ο Φιντάν είναι αυτός που ενορχηστρώνει την όλη επιχείρηση
Πιέρρος Ι. Τζανετάκος
Είναι ο μυστικοφύλακας του κράτους. Είναι ο μυστικοφύλακάς μου», είχε πει σε ανύποπτο χρόνο ο Ταγίπ Ερντογάν για τον Χακάν Φιντάν, όταν αυτός ήταν ακόμα επικεφαλής των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών, της περιβόητης ΜΙΤ. Απόφοιτος του Μέριλαντ και αξιωματικός των Ενόπλων Δυνάμεων, ο εν ενεργεία υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας είναι, πράγματι, ο μοναδικός άνθρωπος στην Τουρκία που όχι μόνο γνωρίζει περισσότερα από τον ίδιο τον πρόεδρο αλλά του επιτρέπεται να σχεδιάσει αυτόνομα, έστω συγκεκριμένες, πτυχές της κεντρικής πολιτικής. Η Αγκυρα βρίσκεται ενόψει μιας μεγάλης ευκαιρίας που δεν πρόκειται να αφήσει ανεκμετάλλευτη. Επιζητεί με αξιώσεις διακριτό ρόλο στον επανασχεδιασμό του ευρωπαϊκού συστήματος ασφαλείας, ενώ την ίδια ώρα διευρύνει την παρουσία της σε όλα τα κρίσιμα μέτωπα της ευρύτερης περιοχής: Ανατολική Μεσόγειο, Συρία, Λιβύη, Μέση Ανατολή, Καύκασο. Και ο Φιντάν είναι αυτός που ενορχηστρώνει την επιχείρηση μεγέθυνσης της τουρκικής διπλωματίας, θέτοντας εκ των πραγμάτων ισχυρή υποψηφιότητα να είναι ο πλέον πιθανός διάδοχος του Ταγίπ Ερντογάν. Από τη ΜΙΤ στο υπουργείο Εξωτερικών
Ο τούρκος υπουργός Εξωτερικών υπηρέτησε 13 συναπτά έτη ως διοικητής της ΜΙΤ (2010-2023) με βασικό επίτευγμα τη δημιουργία ενός πολύ ισχυρού δικτύου πληροφοριών σε όλες τις προαναφερθείσες περιοχές όπου αναπτύσσονταν τουρκικές Ενοπλες Δυνάμεις. Αποκατέστησε, εν μέρει, τις σχέσεις της χώρας με τις ισχυρές αραβικές χώρες, διατηρώντας παραλλήλως ανοικτό δίαυλο επικοινωνίας με το Ισραήλ ακόμα και όταν οι δύο πλευρές έφτασαν στα όρια της ένοπλης ρήξης με αφορμή το αιματηρό επεισόδιο στο πλοίο Μαβί Μαρμαρά.
Παραλλήλως, όμως, ο Φιντάν ήταν σε θέση να συνομιλεί οποιαδήποτε στιγμή χρειαστεί με τον αμερικανό ομόλογό του της CIA, αλλά ακόμα και απευθείας με αρχηγούς κρατών. Οι Financial Times πριν από λίγες μέρες θυμήθηκαν το 2011, όταν ο Φιντάν προσπάθησε να πείσει τον Ασαντ να μην αιματοκυλίσει τη Συρία. Δεκατέσσερα χρόνια μετά, τον Δεκέμβριο του 2024, ο Ασαντ έφευγε νύχτα από τη Δαμασκό και ο Φιντάν γινόταν δεκτός με δάφνες από το νέο καθεστώς του Αλ Σάρα.
Στις 2 Μαρτίου ο τούρκος υπουργός Εξωτερικών συμμετείχε στη σύνοδο του Λονδίνου με βασικό αντικείμενο την όρθωση της περίφημης «συμμαχίας των προθύμων» – όσων δηλαδή είναι διαθέσιμοι να συμμετέχουν, στην πράξη, στη διαδικασία παροχής εγγυήσεων ασφαλείας στην Ουκρανία. Ο Φιντάν είναι στην ευχάριστη θέση να πουλήσει όλα αυτά που θέλουν να αγοράσουν οι Ευρωπαίοι: όπλα, στρατιωτικές δυνάμεις, διαμεσολάβηση. Μόλις την περασμένη Παρασκευή, η ευρωπαϊκή ηγεσία ενημέρωσε τον Ερντογάν για όσα διημείφθησαν στην τελευταία, έκτακτη αλλά ιστορική, Σύνοδο Κορυφής των «27». Και έπειτα ο τούρκος πρόεδρος επανέλαβε αυτά που λέει εδώ και μέρες ο Φιντάν: «Η ευρωπαϊκή ασφάλεια δεν είναι υπόθεση των μελών της Ενωσης, αλλά όλων των ευρωπαίων συμμάχων. Θα θέλαμε να δούμε τη σημερινή συνάντηση ως εκδήλωση αυτής της ρεαλιστικής προσέγγισης, όπως και τη Σύνοδο Κορυφής που φιλοξένησε στις 2 Μαρτίου το Ηνωμένο Βασίλειο (…) Η αμυντική βιομηχανία μας είναι έτοιμη να συμβάλει στον τομέα της άμυνας».
Πιέρρος Ι. Τζανετάκος 10 ΜΑΡΤΙΟΥ 2025, 13:43 «Είναι ο μυστικοφύλακας του κράτους. Είναι ο μυστικοφύλακάς μου», είχε πει σε ανύποπτο χρόνο ο Ταγίπ Ερντογάν για τον Χακάν Φιντάν, όταν αυτός ήταν ακόμα επικεφαλής των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών, της περιβόητης ΜΙΤ. Απόφοιτος του Μέριλαντ και αξιωματικός των Ενόπλων Δυνάμεων, ο εν ενεργεία υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας είναι, πράγματι, ο μοναδικός άνθρωπος στην Τουρκία που όχι μόνο γνωρίζει περισσότερα από τον ίδιο τον πρόεδρο αλλά του επιτρέπεται να σχεδιάσει αυτόνομα, έστω συγκεκριμένες, πτυχές της κεντρικής πολιτικής. Η Αγκυρα βρίσκεται ενόψει μιας μεγάλης ευκαιρίας που δεν πρόκειται να αφήσει ανεκμετάλλευτη. Επιζητεί με αξιώσεις διακριτό ρόλο στον επανασχεδιασμό του ευρωπαϊκού συστήματος ασφαλείας, ενώ την ίδια ώρα διευρύνει την παρουσία της σε όλα τα κρίσιμα μέτωπα της ευρύτερης περιοχής: Ανατολική Μεσόγειο, Συρία, Λιβύη, Μέση Ανατολή, Καύκασο. Και ο Φιντάν είναι αυτός που ενορχηστρώνει την επιχείρηση μεγέθυνσης της τουρκικής διπλωματίας, θέτοντας εκ των πραγμάτων ισχυρή υποψηφιότητα να είναι ο πλέον πιθανός διάδοχος του Ταγίπ Ερντογάν. Από τη ΜΙΤ στο υπουργείο Εξωτερικών Ο τούρκος υπουργός Εξωτερικών υπηρέτησε 13 συναπτά έτη ως διοικητής της ΜΙΤ (2010-2023) με βασικό επίτευγμα τη δημιουργία ενός πολύ ισχυρού δικτύου πληροφοριών σε όλες τις προαναφερθείσες περιοχές όπου αναπτύσσονταν τουρκικές Ενοπλες Δυνάμεις. Αποκατέστησε, εν μέρει, τις σχέσεις της χώρας με τις ισχυρές αραβικές χώρες, διατηρώντας παραλλήλως ανοικτό δίαυλο επικοινωνίας με το Ισραήλ ακόμα και όταν οι δύο πλευρές έφτασαν στα όρια της ένοπλης ρήξης με αφορμή το αιματηρό επεισόδιο στο πλοίο Μαβί Μαρμαρά. Remaining Time-0:08 Fullscreen Unmute Παραλλήλως, όμως, ο Φιντάν ήταν σε θέση να συνομιλεί οποιαδήποτε στιγμή χρειαστεί με τον αμερικανό ομόλογό του της CIA, αλλά ακόμα και απευθείας με αρχηγούς κρατών. Οι Financial Times πριν από λίγες μέρες θυμήθηκαν το 2011, όταν ο Φιντάν προσπάθησε να πείσει τον Ασαντ να μην αιματοκυλίσει τη Συρία. Δεκατέσσερα χρόνια μετά, τον Δεκέμβριο του 2024, ο Ασαντ έφευγε νύχτα από τη Δαμασκό και ο Φιντάν γινόταν δεκτός με δάφνες από το νέο καθεστώς του Αλ Σάρα. Φιντάν και Αλ Σάρα βαδίζουν πλάι πλάι προτού μιλήσουν στους δημοσιογράφους. Συρία, Δεκέμβριος του 2024 (Arda Kucukkaya/Anadolu via Getty Images) Στις 2 Μαρτίου ο τούρκος υπουργός Εξωτερικών συμμετείχε στη σύνοδο του Λονδίνου με βασικό αντικείμενο την όρθωση της περίφημης «συμμαχίας των προθύμων» – όσων δηλαδή είναι διαθέσιμοι να συμμετέχουν, στην πράξη, στη διαδικασία παροχής εγγυήσεων ασφαλείας στην Ουκρανία. Ο Φιντάν είναι στην ευχάριστη θέση να πουλήσει όλα αυτά που θέλουν να αγοράσουν οι Ευρωπαίοι: όπλα, στρατιωτικές δυνάμεις, διαμεσολάβηση. Μόλις την περασμένη Παρασκευή, η ευρωπαϊκή ηγεσία ενημέρωσε τον Ερντογάν για όσα διημείφθησαν στην τελευταία, έκτακτη αλλά ιστορική, Σύνοδο Κορυφής των «27». Και έπειτα ο τούρκος πρόεδρος επανέλαβε αυτά που λέει εδώ και μέρες ο Φιντάν: «Η ευρωπαϊκή ασφάλεια δεν είναι υπόθεση των μελών της Ενωσης, αλλά όλων των ευρωπαίων συμμάχων. Θα θέλαμε να δούμε τη σημερινή συνάντηση ως εκδήλωση αυτής της ρεαλιστικής προσέγγισης, όπως και τη Σύνοδο Κορυφής που φιλοξένησε στις 2 Μαρτίου το Ηνωμένο Βασίλειο (…) Η αμυντική βιομηχανία μας είναι έτοιμη να συμβάλει στον τομέα της άμυνας». Μπορεί ο Φιντάν να τραβήξει μπροστά το ΑΚΡ; Αν ο Ερντογάν επιχειρεί να επιβάλει στους Ευρωπαίους την παρουσία του με την παλιά οθωμανική λογική, ο Φιντάν φαίνεται ότι είναι σε θέση να κερδίζει το σεβασμό τους ως ένας ικανός και πολυδιάστατος πολιτικός με άριστη γνώση των διπλωματικών ζητημάτων, προωθώντας παραλλήλως την υψηλή τουρκική στρατηγική. Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και στο εσωτερικό της Τουρκίας. «Ο Φιντάν έχει αξιολογότατο ρεύμα όχι μόνο στους ψηφοφόρους του ΑΚΡ, αλλά και ευρύτερα», λέει στο Ρrotagon έμπειρος έλληνας διπλωμάτης, ο οποίος έχει υπηρετήσει για χρόνια στην Αγκυρα. «Βγάζει μια σοβαρότητα και υπερηφάνεια στους Τούρκους και φέρνει έναν αέρα από το εξωτερικό, όπως το ίδιο συμβαίνει και με τον Αλτούν (σ.σ.: διευθυντής επικοινωνίας της Τουρκικής Προεδρίας). Μπορεί να σταθεί σε οποιοδήποτε φόρουμ, ενώ δεν αμφισβητείται το γεγονός ότι κινείται με πυξίδα το συμφέρον της Τουρκίας», προσθέτει. Ο Φιντάν είχε πρωταγωνιστήσει στην αποτυχημένη προσπάθεια ειρήνευσης με τους ένοπλους Κούρδους το 2014-15, ενώ συντόνισε τις αλλεπάλληλες επιχειρήσεις των τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων στη βόρεια Συρία, στο κυνήγι του YPG, μετά το 2016. Μπορεί να μην έχει αναλάβει εξ ολοκλήρου την τρέχουσα διαδικασία αφοπλισμού του PKK, αλλά είναι βέβαιο ότι αν αυτή τελεσφορήσει, τότε η επιτυχία θα επιμεριστεί και σε αυτόν. Μια συνθηκολόγηση των Κούρδων είναι πιθανό να ανοίξει τον δρόμο, διά της συνταγματικής αναθεώρησης, για τρίτη προεδρική θητεία του Ερντογάν. Τότε ο Φιντάν θα μείνει πίσω. «Τίποτα δεν είναι λογικό στην Τουρκία. Ολα μπορούν να συμβούν, στη χώρα και το πολιτικό σύστημά της κρύβονται πολλές εκπλήξεις», μας λέει ο πολύπειρος διπλωμάτης. Το ΑΚΡ πέφτει διαρκώς στις δημοσκοπήσεις και όσον αφορά τα σοβαρά εσωτερικά προβλήματα, όπως είναι ο πληθωρισμός, ο Ερντογάν δεν έχει πια πολλούς κρυφούς άσους στο μανίκι του. Παίζει όμως δυνατά στο ταμπλό της διεθνούς διπλωματίας, έχοντας υποσχεθεί στους ψηφοφόρους του ότι κατά τη διάρκεια του «Αιώνα της Τουρκίας», η χώρα θα διευρύνει την επιρροή της –ενδεχομένως και τα σύνορά της– και θα καταστεί παράγοντας που δεν ακολουθεί αλλά διαμορφώνει τις περιφερειακές εξελίξεις. Αν, πράγματι, ο τούρκος πρόεδρος ποντάρει στην αναβάθμιση της εικόνας και του ρόλου της Αγκυρας στην Ευρώπη, την Ανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή, τότε είναι βέβαιο ότι θα στηριχθεί ακόμα περισσότερο στον Φιντάν, οι πολιτικές μετοχές του οποίου θα συνεχίσουν να ανεβαίνουν. Οι σχέσεις με την Αθήνα Η ανάληψη του υπουργείου Εξωτερικών από τον Φιντάν απασχόλησε εξαρχής και την Αθήνα, με τους αρμόδιους διπλωμάτες να αντιλαμβάνονται ότι πρόκειται για έναν δύσκολο παίκτη. Αυτό έγινε ακόμα πιο φανερό μετά την έναρξη της προσπάθειας ελληνοτουρκικής σύγκλισης, με την Αγκυρα να δείχνει μεν διάθεση για διάλογο, χωρίς όμως το παραμικρό σημείο υποχώρησης από τις πάγιες αναθεωρητικές θέσεις της. Ακόμα και αν οι δίαυλοι επικοινωνίας μεταξύ του ιδίου και του κ. Γεραπετρίτη παραμένουν διαρκώς ανοικτοί, με στόχο την αποκλιμάκωση των πιθανών εντάσεων, αυτό που εμπεδώνεται σταδιακά είναι ότι μετά την υπογραφή της Διακήρυξης των Αθηνών, η ελληνική κυβέρνηση καθυστερεί να εφαρμόσει επί του πεδίου μια σειρά υποχρεώσεων και δικαιωμάτων της. Οπως είναι οι έρευνες για την πόντιση του καλωδίου ηλεκτρικής διασύνδεσης με την Κύπρο, η οριοθέτηση των θαλασσίων πάρκων και η κατάθεση του θαλάσσιου χωροταξικού. Η καθυστέρηση αυτή –αν όχι η αδυναμία– οφείλεται σε παράνομες αντιρρήσεις που φέρνει η Τουρκία, αλλά και στη διάθεση της ελληνικής πρωτεύουσας να μείνει μακριά από εντάσεις. Πέραν αυτών, όμως, η Αθήνα θα πρέπει να επικεντρωθεί στη θωράκιση των ελληνικών συμφερόντων στην εν εξελίξει διαδικασία της ευρωπαϊκής αμυντικής αυτονομίας όπου η Τουρκία διεκδικεί ευθέως διακριτό ρόλο. Η πιθανή συμμετοχή της στο υπό σχεδιασμό ευρωπαϊκό σύστημα ασφαλείας, εκτός από το γεγονός ότι την αναγάγει σε ακόμα πιο αναγκαίο συνομιλητή των ισχυρών της Γηραιάς Ηπείρου, υποκρύπτει τον κίνδυνο κανονικοποίησης της αναθεωρητικής λογικής της στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο. Εξ ου και στα συμπεράσματα της έκτακτης Συνόδου Κορυφής συμπεριλήφθηκε, κατόπιν πρωτοβουλίας Ελλάδας και Κύπρου, ρητά η εξής διατύπωση: «Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο υπογραμμίζει ότι η άμυνα όλων των χερσαίων, εναέριων και θαλάσσιων συνόρων της ΕΕ συμβάλλει στην ασφάλεια της Ευρώπης στο σύνολό της, ιδίως όσον αφορά τα ανατολικά σύνορα της ΕΕ και επιπλέον, λαμβάνοντας υπόψη τις απειλές στα υπόλοιπα σύνορα της ΕΕ, υπογραμμίζει τη σημασία της υπεράσπισής τους». Αρκεί η συγκεκριμένη παράγραφος να ανασχέσει τις ανησυχίες που καταγράφονται σε Αθήνα και Λευκωσία; Προφανώς και όχι. Είναι ξεκάθαρο ότι η συγκυρία που χαρακτηρίζεται από τέτοιου είδους γεωπολιτικές αναδιατάξεις υποκρύπτει κινδύνους, οι οποίοι δεν περιορίζονται από τα όποια συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Ανεξαρτήτως του ποιος θα βρίσκεται τα επόμενα χρόνια στην ηγεσία της Τουρκίας, αυτά που απαιτούνται από την Ελλάδα είναι η χάραξη μακροπρόθεσμης στρατηγικής καθώς και η ύπαρξη πυγμής για την εφαρμογή της.