Του Αλέξανδρου Τάρκα, Εκδότη του περιοδικού «Άμυνα & Διπλωματία» και σύμβουλου ξένων εταιριών μελέτης επιχειρηματικού ρίσκου για τη ΝΑ Ευρώπη

 

Η επί τετραετία -αντί του προγραμματισμένου οκταμήνου- «μεταβατική» κυβέρνηση της Λιβύης, η οποία ελέγχεται από την Τουρκία, επιφέρει νέο πλήγμα κατά των ελληνικών συμφερόντων στη θαλάσσια περιοχή νότια της Κρήτης με βάση το ανυπόστατο μνημόνιο Άγκυρας – Τρίπολης του Νοεμβρίου 2019.

Ο πρωθυπουργός Αμπντουλχαμίντ Ντμπέιμπα και ο προεδρεύων της Εθνικής Εταιρίας Πετρελαίου (NOC) Μασούντ Σουλεμάν ανακοίνωσαν προ ημερών την προκήρυξη διεθνούς διαγωνισμού εκμετάλλευσης 22 χερσαίων και θαλάσσιων οικοπέδων υδρογονανθράκων. Από τα θαλάσσια οικόπεδα, που βρίσκονται κοντά στην Κρήτη, οι συντεταγμένες τριών δεν επηρεάζουν τις θαλάσσιες ζώνες της Ελλάδας υπό το σημερινό νομικό πλαίσιο της μη οριοθετημένης ΑΟΖ. Ωστόσο, τα όρια δύο άλλων οικοπέδων του διαγωνισμού εφάπτονται στην ελληνική υφαλοκρηπίδα, όπως έχει καθοριστεί με τον νόμο 4001/2011.

Ο λεγόμενος «νόμος Μανιάτη», του Αυγούστου 2011, ορίζει στο άρθρο 156: «Ελλείψει συμφωνίας οριοθέτησης με γειτονικά κράτη των οποίων οι ακτές είναι παρακείμενες ή αντικείμενες με τις ελληνικές ακτές, το εξωτερικό όριο της υφαλοκρηπίδας και της αποκλειστικής οικονομικής ζώνης (αφ’ ης κηρυχθεί) είναι η μέση γραμμή, κάθε σημείο της οποίας απέχει ίση απόσταση από τα εγγύτερα σημεία των γραμμών βάσης (τόσο ηπειρωτικών όσο και νησιωτικών) από τις οποίες μετράται το εύρος της αιγιαλίτιδας ζώνης».

Αν και εκ πρώτης όψεως δίδεται η εντύπωση ότι η πρόκληση θα μπορούσε να ήταν μεγαλύτερη, με την εν ψυχρώ επικάλυψη τμημάτων της ελληνικής υφαλοκρηπίδας, το γεγονός ότι τα δύο λιβυκά οικόπεδα «απλώς» ακουμπούν στα εξωτερικά όριά της ίσως αποδειχθεί χειρότερο και σημαντικότερο μεσοπρόθεσμα. Γιατί τα δύο θαλάσσια οικόπεδα του λιβυκού διαγωνισμού εφάπτονται στα παρακείμενα ελληνικά με τις ονομασίες «Νοτιοδυτικά Κρήτης» και «Δυτικά Κρήτης» που έχουν εκμισθωθεί στην κοινοπραξία της αμερικανικής ExxonMobil με την ελληνική Helleniq Energy. Η πρώτη φάση ερευνών της κοινοπραξίας πραγματοποιήθηκε από την άνοιξη του 2023 ως το καλοκαίρι του 2024, ενώ η δεύτερη άρχισε πέρυσι το φθινόπωρο και εκτιμάται ότι θα διαρκέσει περίπου τρία χρόνια.

Τρίπτυχο πρόβλημα

Η ελληνική πλευρά θα αντιμετωπίσει μείζον πρόβλημα με τρεις, τουλάχιστον, πτυχές:

• Πρώτον, ο διαγωνισμός της Λιβύης προκαλεί το ενδιαφέρον πολλών και ισχυρών εταιριών από ολόκληρο τον κόσμο, καθώς είναι ο πρώτος έπειτα από 17 χρόνια. Η εμπειρία δείχνει ότι, σε ανάλογες περιπτώσεις εφαπτόμενων θαλάσσιων οικοπέδων, συχνότατα υπάρχουν κοινά κοιτάσματα που η εκμετάλλευσή τους απαιτεί διακρατικές ή διεταιρικές συνεννοήσεις. Στην Ανατολική Μεσόγειο είναι πρόσφατα τα παραδείγματα των σχετικών συμφωνιών Ισραήλ – Κύπρου και Ισραήλ – Λιβάνου και των επαφών Ισραήλ – Αιγύπτου. Επομένως, στις περιπτώσεις των οικοπέδων «Νοτιοδυτικά Κρήτης» και «Δυτικά Κρήτης», προκύπτει ο κίνδυνος η κοινοπραξία ExxonMobil – Helleniq Energy να βρεθεί υπό την πολιτική και επιχειρηματική πίεση (ή και την τεχνική ανάγκη) να διαπραγματευθεί με όποια εταιρία θα εκμεταλλεύεται τα γειτονικά λιβυκά οικόπεδα.

• Δεύτερον, το δυσμενέστερο σενάριο θα είναι να πλειοδοτήσει στον διαγωνισμό η κρατική ενεργειακή εταιρία της Τουρκίας, η TPAO. Το πιθανότατο προβάδισμα της TPAO βασίζεται στο πρόσθετο τουρκολιβυκό μνημόνιο του Οκτωβρίου 2022 για τη συνεκμετάλλευση υδρογονανθράκων από τις κρατικές εταιρίες των δύο χωρών. Σε μία τέτοια περίπτωση, η πίεση θα μεταφερθεί πλέον από την κοινοπραξία ExxonMobil – Helleniq Energy στο επίσημο ελληνικό κράτος. Πρακτικά, η Αθήνα θα καλείται να βρει λύση σε μια δύσκολη κατάσταση υπό το βάρος της τουρκικής διπλωματικής ή και στρατιωτικής πίεσης. Άλλωστε, είναι ενδεικτικά τα όσα συνέβησαν ακόμα και με τις προκαταρκτικές βυθομετρικές έρευνες για το έργο ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας – Κύπρου – Ισραήλ (Great Sea Interconnector). Η παρέμβαση, τον Ιούλιο του 2024, του Τουρκικού Ναυτικού εντός ελληνικών χωρικών υδάτων στην Κάσο αλλά και σε διεθνή ύδατα (όπου οποιαδήποτε χώρα έχει δικαίωμα πόντισης καλωδίων) οδήγησε στην έκτοτε άτακτη υποχώρηση της κυβέρνησης Μητσοτάκη και στο πάγωμα του έργου από τις αρχές Μαρτίου φέτος.

• Τρίτον, αν η ελληνική πλευρά δεν αντιδράσει έγκαιρα και αποτελεσματικά, θα έχει πια συμβεί ό,τι φαινόταν αδύνατο λίγους μήνες μετά την κρίση των Ιμίων και την αρχική διατύπωση της θεωρίας των «γκρίζων ζωνών», τον Απρίλιο του 1996. Εκείνη την εποχή, Τούρκος επιτελής στο ΝΑΤΟ είχε συντάξει έκθεση για υποτιθέμενα δικαιώματα της χώρας του νότια της Κρήτης με -αντίστοιχη- μη αναγνώριση ελληνικών δικαιωμάτων. Η έκθεση ήταν τόσο αβάσιμη και προκλητική, ώστε το τουρκικό ΓΕΕΘΑ, κατόπιν συστάσεων του γ.γ. του ΝΑΤΟ Χ. Σολάνα και του βοηθού υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ Τζ. Κόρνμπλουμ, αναγκάστηκε να την αποσύρει ως εκφράζουσα «προσωπικές απόψεις». Σχεδόν 30 χρόνια μετά, οι τότε αδιανόητοι ισχυρισμοί της Τουρκίας μπορεί να υλοποιηθούν μέσω της κοινής δράσης με τη Λιβύη.

Αλυσίδα λαθών

Η νέα κατάσταση, νότια και νοτιοδυτικά της Κρήτης, αποτελεί άλλον έναν κρίκο στην αλυσίδα λαθών και παραλείψεων της κυβέρνησης. Στα τέλη του Ιουλίου 2019 ο τότε υπουργός Εξωτερικών και νυν Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκος Χριστοδουλίδης ήταν ο πρώτος που προειδοποίησε τον Έλληνα νεοεκλεγέντα πρωθυπουργό για την επικείμενη υπογραφή του πρώτου τουρκολιβυκού μνημονίου και την ανάγκη άμεσης διπλωματικής δράσης. Με την εξαίρεση μίας λακωνικής, παρεμπίπτουσας αναφοράς στον Γάλλο πρόεδρο Εμ. Μακρόν, 20 ημέρες αργότερα στο Παρίσι, ο κ. Μητσοτάκης δεν ανέλαβε κάποια αποτρεπτική πρωτοβουλία. Ακολούθησε, στα μέσα Νοεμβρίου 2019, η ενημέρωση από τον Αιγύπτιο υπουργό Άμυνας, σε ταξίδι του στην Αθήνα, ότι η υπογραφή του μνημονίου αποτελούσε πλέον θέμα ελάχιστων ημερών. Και πάλι, αντί ο κ. Μητσοτάκης να κινητοποιηθεί με επείγουσες περιοδείες σε διεθνείς οργανισμούς και σημαντικές πρωτεύουσες, αφού ήταν πασιφανές ότι η κίνηση της Άγκυρας θα έχει (και όντως έχει) ιστορικές συνέπειες, πραγματοποίησε τριήμερο ιδιωτικό ταξίδι αναψυχής στο Λονδίνο.

Τον Απρίλιο του 2021 ο πρωθυπουργός επισκέφθηκε την Τρίπολη και, μετά τις συνομιλίες με τον κ. Ντμπέιμπα, το Μέγαρο Μαξίμου διοχέτευε πληροφορίες περί ταχείας αναβίωσης των παλαιότερων τεχνικών διαβουλεύσεων για την οριοθέτηση της ΑΟΖ Ελλάδας – Λιβύης. Κάτι τέτοιο, βέβαια, δεν ίσχυε. Δεν έχει αποσαφηνιστεί αν επρόκειτο για λανθασμένο συμπέρασμα του κ. Μητσοτάκη ή για παραπλανητική διαχείριση της ελληνικής κοινής γνώμης. Τον Οκτώβριο του 2022 η κυβέρνηση δεν μπόρεσε να αντιδράσει ούτε στο, προαναφερθέν, πρόσθετο τουρκολιβυκό μνημόνιο για τη συνεκμετάλλευση υδρογονανθράκων. Ο πρόεδρος Ρ. Τ. Ερντογάν επέλεξε να το καταθέσει προς επικύρωση στην Εθνοσυνέλευση έναν χρόνο αργότερα, τον Οκτώβριο του 2023. Δηλαδή, όσο εξελίσσονταν οι ελληνοτουρκικές διαβουλεύσεις για την υπογραφή της Διακήρυξης των Αθηνών, τον Δεκέμβριο της ίδιας χρονιάς.

Σε αυτές τις διαβουλεύσεις η κυβέρνηση δεν αξίωσε (ούτε προς καταγραφή στα πρακτικά) την αποχή της Άγκυρας από παράνομες ενέργειες στη Μεσόγειο. Αντίθετα, ο κ. Ντμπέιμπα, σε προφανή συνεννόηση με τον κ. Ερντογάν, μόλις 20 ημέρες μετά την υπογραφή της Διακήρυξης των Αθηνών, έκανε το επόμενο βήμα των κοινών χειρισμών Άγκυρας – Τρίπολης. Κοινοποίησε στον ΟΗΕ, στις 27 Δεκεμβρίου 2023, την απόφαση επέκτασης των λιβυκών χωρικών υδάτων στα 12 ναυτικά μίλια και ανακήρυξης συνορεύουσας ζώνης 24 ν.μ. Η λιβυκή κίνηση στρεφόταν και κατά της Ελλάδας και κατά της Αιγύπτου.

Προειδοποιήσεις

Υπηρεσιακοί παράγοντες του υπουργείου Εξωτερικών είχαν επισημάνει, κυρίως μετά τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ τον Σεπτέμβριο του 2024, ότι η προκήρυξη του διεθνούς διαγωνισμού της λιβυκής NOC θα γινόταν σύντομα. Είχαν προηγηθεί, από τον Δεκέμβριο του 2023, ξένα δημοσιεύματα ότι η NOC θα προκήρυσσε, εντός του 2024, τις διαδικασίες για σεισμικές έρευνες στον Κόλπο της Σύρτης και βορειοανατολικά του, ως την Κρήτη. Επιπλέον, το θέμα συζητείτο ευρέως, μεταξύ στελεχών διεθνών ενεργειακών ομίλων, σε διεθνείς εμπορικές εκθέσεις (Global Energy στο Κάλγκαρι, ICIF στη Σανγκάη, GasTech στο Χιούστον, GNL στην Μπολόνια κ.α.).

Οι αρμόδιοι διπλωμάτες φέρεται ότι ενημέρωσαν, εγκαίρως, το Μέγαρο Μαξίμου και την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εξωτερικών για τις κινήσεις της NOC και τη βούλησή της για συζητήσεις με την TPAO, την ιταλική ENI, τη γαλλική Total και τις αμερικανικές ExxonMobil και ConocoPhillips. Οι διπλωμάτες υπογράμμιζαν ότι η Λιβύη μάλλον δεν ήταν σε θέση να προκηρύξει τον διαγωνισμό πριν από τα τέλη του 2024, όπως ο κ. Ντμπέιμπα ήλπιζε, αλλά αυτό θα γινόταν σίγουρα εφικτό στο πρώτο εξάμηνο ή και πρώτο τρίμηνο του 2025. Όπως συνέβη τελικά, χωρίς -πάλι- η ελληνική κυβέρνηση να προβεί σε οποιαδήποτε κίνηση.

πηγή