Του Μανώλη Κοττάκη
Το Συμβούλιο της Επικρατείας σε συνεδρίαση η οποία έγινε κεκλεισμένων των θυρών, καταργώντας την αρχή της δημοσιότητας, ακύρωσε κοινή υπουργική απόφαση των υπουργών Εξωτερικών και Μετανάστευσης Γεραπετρίτη και Καιρίδη της 12ης Δεκεμβρίου 2023, με βάση την οποία η Τουρκία χαρακτηριζόταν «ασφαλής χώρα». Και χάρη σε αυτή διευκολυνόταν η μεταναστευτική πολιτική της χώρας ώστε να «επιστρέφει» στη γείτονα με βάση διμερείς συμφωνίες πρόσφυγες και μετανάστες που είχαν παραβιάσει τα ελληνικά σύνορα και είχαν εισβάλει παρανόμως στην επικράτειά μας. Η κυβέρνηση δεν αντέδρασε όταν ενημερώθηκε το Σάββατο για την απόφαση αυτή του Συμβουλίου της Επικρατείας, το οποίο στην πραγματικότητα, άγνωστο με ποια κριτήρια και με ποιες γνώσεις, έλαβε απόφαση για ευρύτερα ζητήματα που εκφεύγουν από τη σφαίρα των αρμοδιοτήτων του.
Είναι μια απλή διοικητική πράξη, μια υπουργική απόφαση από την οποία εξαρτώνται η κοινωνική συνοχή και ο σεβασμός των συνόρων μας; Μπορεί άραγε ένα δικαστήριο να κρίνει αν είναι ασφαλής ή δεν είναι ασφαλής μια ξένη χώρα για να δέχεται μετανάστες που έχουν παραβιάσει τα σύνορα; Με ποια δεδομένα; Μπορεί ένα δικαστήριο να αποφασίζει για θέματα εθνικής ασφάλειας και κατ’ επέκταση εξωτερικής πολιτικής; Λογικά, όχι. Εάν βεβαίως έχει την κάλυψη της κυβέρνησης, η οποία θέλει να αποδράσει από τις ευθύνες της για το Μεταναστευτικό και σιωπά, προφανώς, από ό,τι φαίνεται, και μπορεί. Αυτό δεν σημαίνει όμως πως κάνει και το σωστό. Ετσι πάντως εξηγείται η απότομη άνοδος των τόνων του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη και του υπουργού Μετανάστευσης Μάκη Βορίδη στο μέσο της περασμένης εβδομάδας, οι οποίοι με δηλώσεις τους έδωσαν την εντύπωση ότι η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας θα ακολουθήσει περίπου τη στρατηγική των απελάσεων του προέδρου Τραμπ.
Ουδέν αναληθέστερον. Ρητορεία εκ του ασφαλούς, στάχτη στα μάτια. Απλώς η κυβέρνηση δεν είχε την τόλμη να ομολογήσει στους Ελληνες ότι θα αποδεχθεί στο εγγύς μέλλον την επιστροφή 40.000 προσφύγων και μεταναστών στο έδαφός της από τη Γερμανία, κάτι που είναι απαίτηση και της νέας ηγεσίας της, και έτσι φρόντισε να οχυρωθεί πίσω από την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, την οποία, αν δεν προκάλεσε η ίδια τεχνηέντως, προφανώς και γνώριζε νωρίτερα από τη δημοσιοποίησή της. Στην Ελλάδα για αυτές τις περιπτώσεις έχουμε μία λέξη για να περιγράψουμε αυτό που συμβαίνει: «Δούλεμα». Ο πρωθυπουργός και ο υπουργός Μετανάστευσης, δεδομένου ότι η διάσκεψη για την απόφαση είχε προηγηθεί, γνώριζαν ότι θα έρθει το Συμβούλιο Επικρατείας α) να καλύψει τις ευθύνες τους για την απεριόριστη χορήγηση πολιτικού ασύλου σε παράνομους μετανάστες τα προηγούμενα χρόνια και β) να απαιτήσει εκείνο την παραμονή τους στην πατρίδα μας τώρα που θα επιστρέψουν από τη Γερμανία με φύλλο πορείας από τον καγκελάριο Μερτς. Γι’ αυτό και επιχείρησε να κάνει… επίδειξη νεοσυντηρητισμού. Ψευδώς.
Στην πραγματικότητα για ό,τι συνέβη ευθύνεται εκείνη και θα το περιγράψουμε ευθύς αμέσως, αφού παραθέσουμε τη δήλωση που έκανε ο κύριος πρωθυπουργός κατά την είσοδό του στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο κορυφής. Δήλωσε ο κύριος Μητσοτάκης: «Εξ ου και αναμένουμε με μεγάλη ανυπομονησία, θα έλεγα, τον νέο κατάλογο των ασφαλών χωρών προέλευσης, έτσι ώστε και η χώρα μας να μπορεί να κινηθεί πιο γρήγορα σε αυτή την κατεύθυνση. Και η σαφής οδηγία που έχω δώσει στην καινούργια ηγεσία του υπουργείου Μετανάστευσης ακριβώς κινείται στη λογική ότι όποιος εισέρχεται στη χώρα μας παράνομα και δεν έχει λάβει άσυλο, δεν τυγχάνει δηλαδή διεθνούς προστασίας, θα πρέπει να επιστρέφεται στη χώρα από την οποία ήρθε. Και είναι πολύ σημαντικό πια να έχουμε και ευρωπαϊκά κανονιστικά εργαλεία, τα οποία θα μας διευκολύνουν να υλοποιήσουμε αυτή την πολιτική».
Από τη δήλωση αυτή τι προκύπτει; Οτι η Ελλάδα αναμένει με «ανυπομονησία» τον νέο κατάλογο των «ασφαλών χωρών». Και τι συνέβη εικοσιτετράωρα μετά τη δήλωση του πρωθυπουργού; Ερχεται το Συμβούλιο της Επικρατείας, προφανώς σε γνώση της κυβέρνησης, γιατί η διάσκεψη για την απόφαση αυτή έχει γίνει πολύ νωρίτερα, και χωρίς να περιμένει τι θα πει η Ευρώπη ορίζει ότι η Τουρκία «δεν είναι ασφαλής χώρα για πρόσφυγες και μετανάστες». Και ότι χιλιάδες πρόσφυγες και μετανάστες που είτε βρίσκονται στο έδαφός μας και έχει απορριφθεί η αίτηση ασύλου τους είτε βρίσκονται στην Ελλάδα με άσυλο ή βρίσκονται στη Γερμανία με άσυλο και θα πάρουν τον δρόμο της επιστροφής για την Ελλάδα ως χώρα πρώτης υποδοχής… δεν μπορούν να επιστραφούν στην Τουρκία! Παρέλκει να μαντέψουμε ότι και η Ευρώπη θα οχυρωθεί πίσω από την απόφαση της ελληνικής Δικαιοσύνης και θα χαρακτηρίσει την Τουρκία «μη ασφαλή χώρα», για να γίνει η Ελλάδα αποθήκη προσφύγων και μεταναστών!
Από την ώρα που εξεδόθη αυτή η απόφαση η κυβέρνηση σιωπά και βεβαίως σέβεται την… ανεξάρτητη Δικαιοσύνη, η οποία λαμβάνει αποφάσεις για θέματα διεθνούς ασφαλείας μεταναστευτικής πολιτικής και εξωτερικής πολιτικής «κεκλεισμένων των θυρών».
Και έπειτα διερωτώνται κάποιοι γιατί καταρρακώνεται η εμπιστοσύνη των θεσμών στο πολιτικό σύστημα αλλά και στη Δικαιοσύνη. Διότι δίδεται στους πολίτες η εντύπωση ότι σε τεράστια θέματα που αφορούν την καθημερινότητά τους, τη ζωή τους και τις ευαισθησίες τους η κυβέρνηση και η Δικαιοσύνη παίζουν ένα «θεσμικό σκετς», στο οποίο ο ένας παριστάνει τον «καλό» και ο άλλος τον «κακό»!
Για την ιστορία πρέπει να αναφέρουμε γιατί φτάσαμε ως εδώ. Φτάσαμε ως εδώ γιατί προηγούμενη ηγεσία του υπουργείου Μετανάστευσης της περιόδου 2019-2023, προκειμένου να απαλλαγεί από τις κατά τόπους διαμαρτυρίες κατοίκων για τη δημιουργία νέων δομών, έλαβε την απόφαση να δίδει αφειδώς πολιτικό άσυλο σε χιλιάδες παράνομους οικονομικούς μετανάστες, οι οποίοι δασκαλεμένοι από τη Διεθνή Αμνηστία και τις ΜΚΟ έλεγαν στις αρμόδιες επιτροπές χορήγησης ασύλου απίθανες δικαιολογίες για δήθεν δίωξή τους. Ακόμη και ότι διώκονται στις χώρες τους για τον… ΛΟΑΤΚΙ σεξουαλικό τους προσανατολισμό.
Φτάσαμε ως εδώ επίσης γιατί όλοι αυτοί μόλις ελάμβαναν το ελληνικό διαβατήριο που συνεπάγεται η χορήγηση πολιτικού ασύλου αναχωρούσαν αμέσως κύριοι για τη Γερμανία. Οταν οι Γερμανοί το πήραν είδηση, άρχισαν ξανά να θέτουν ζήτημα επιστροφής τους στην πρώτη χώρα υποδοχής. Για αυτούς ήταν «δευτερογενείς ροές». Φτάσαμε επίσης ως εδώ γιατί η τότε ηγεσία του υπουργείου Μετανάστευσης έδινε χαρτιά σε παράνομους μετανάστες και τους επέτρεπε να μένουν μέσα στον αστικό ιστό ως ιδιώτες, επιδοτώντας το ενοίκιό τους, και όχι σε δομές, ώστε να περιοριστούν οι τοπικές αντιδράσεις.
Το πρόβλημα για ένα διάστημα εξαφανίστηκε, γι’ αυτό η κυβέρνηση κομπορρημονούσε ότι έλυσε το Μεταναστευτικό, όμως οι λύσεις που δεν πατούν πάνω σε στέρεες βάσεις καταρρέουν πάρα πολύ εύκολα. Ετσι σήμερα έρχεται το Συμβούλιο της Επικρατείας να κάνει μεταναστευτική πολιτική για λογαριασμό της κυβέρνησης, η οποία δεν μπορεί να εξηγήσει τα ανεξήγητα στους πολίτες. Αυτή είναι η αλήθεια. Αν δεν είχαν να κρύψουν τίποτα, η συνεδρίαση που ακύρωσε την υπουργική απόφαση περί Τουρκίας ως ασφαλούς χώρας επιστροφής μεταναστών θα γινόταν δημοσίως. Ετσι ξεχωρίζουν οι δημοκρατίες και οι προηγμένες δυτικές χώρες από τις ανατολικές χώρες που φυλακίζουν πολιτικούς ηγέτες. Αλλά, από ό,τι φαίνεται, δεν θέλουμε να ξεχωρίσουμε. Οσο περνάει ο καιρός δείχνει ότι θέλουμε να μοιάσουμε.