Όσο δεν στηρίζουμε τα δημόσια Πανεπιστήμια, απλώς πυροβολούμε τα πόδια μας.
Του Λευτέρη Θ. Χαραλαμπόπουλου
Όποιος παρακολούθησε τη συνέντευξη του Πρύτανη του ΕΚΠΑ Γεράσιμου Σιάσου στη «Μεγάλη Εικόνα του MEGA και τη Νίκη Λυμπεράκη, από τη μια δεν μπορεί παρά να εντυπωσιάστηκε από την ιστορία και την προσφορά του αρχαιότερου και μεγαλύτερου πανεπιστημίου της χώρας, και από την άλλη δεν μπορεί παρά να εξοργίστηκε από τον τρόπο με τον οποίο η Πολιτεία αντιμετωπίζει ιδρύματα όπως το ΕΚΠΑ.
Γιατί τι άλλο παρά οργή μπορεί να νιώσει κάποιος όταν ακούει ότι η χώρα μας έχει τη χαμηλότερη χρηματοδότηση ανά φοιτητή στην Ευρώπη, ότι ένα ίδρυμα όπως το ΕΚΠΑ δεν παίρνει αρκετή κρατική χρηματοδότηση για να μπορέσει να συντηρήσει τις υποδομές του, ότι ενώ τα δημόσια πανεπιστήμια παράγουν το 80% της έρευνας στη χώρα, παίρνουν το 20% της χρηματοδότησης για την έρευνα, ότι εάν δεν υπήρχαν τα ευρωπαϊκά προγράμματα θα είχαν καταρρεύσει και ότι το βασικό τους αίτημα για την αντιμετώπιση της υποστελέχωσης είναι να αυξηθεί το διδακτικό τους προσωπικό κατά 30% για να μπορέσει να φτάσει το επίπεδο που είχε 20 χρόνια πριν.
Όλα αυτά την ώρα που η κυβέρνηση επιμένει να παίζει τον ρόλο του διαφημιστή αμφίβολης ποιότητας ιδιωτικών σουπερμάρκετ πτυχίων και να έχει καταβάλλει πολύ μεγαλύτερη νομοθετική προσπάθεια επενδύοντας σε αυτό, παρά για να διευκολύνει τα δημόσια πανεπιστήμια να παράγουν το έργο που μπορούν.
Και αυτό παρά το γεγονός ότι τα δημόσια πανεπιστήμια, ακόμη και σήμερα σε μια εποχή που υπάρχει μια συνολικότερη κρίση των θεσμών, χαίρουν μεγάλης εκτίμησης από την κοινωνία, που επιμένει να τα εμπιστεύεται.
Κάτι φυσικά που δεν είναι τυχαίο. Τα δημόσια πανεπιστήμια δεν είναι απλά εκπαιδευτήρια. Είναι τα πραγματικά εργαστήρια σκέψης. Εκεί διαμορφώνεται το επιστημονικό δυναμικό της χώρας αλλά και εκεί σε κάθε κρίσιμη περίσταση, από την πανδημία έως τους σεισμούς, θα αναζητήσουμε τους ειδικούς, αυτούς που μπορούν να μας μιλήσουν με αξιοπιστία και εγκυρότητα. Αυτό εξηγεί σε μεγάλο βαθμό γιατί διατηρούν τόσο κύρος.
Παρ’ όλα αυτά ούτε το ΕΚΠΑ ούτε τα άλλα δημόσια πανεπιστήμια αντιμετωπίζονται με τον σεβασμό που αξίζουν. Ακόμη χειρότερα συκοφαντούνται: παρουσιάζονται συχνά ως άντρα ανομίας και παραβατικότητας. Τα κινήματα των φοιτητών – που είναι τμήμα της ιστορίας της χώρας – αντιμετωπίζονται περίπου ως «ασύμμετρες απειλές». Απαξιώνονται ως ταυτισμένα με ένα «δυσλειτουργικό» κράτος, ενώ στην πραγματικότητα είναι από τα πιο πρωτοποριακά τμήματα του δημοσίου.
Και όλα αυτά για να «σπρωχτούν» με κάθε τρόπο ιδιωτικά ιδρύματα που ούτε το κύρος θα έχουν, ούτε την ποιότητα των δημοσίων και που στην πραγματικότητα αποτελούν απλώς προσωρινές επενδύσεις διαφόρων fund που μεθαύριο μπορεί να βρουν έναν άλλο τομέα να επενδύσουν.
Όμως, κάποια στιγμή θα πρέπει να σοβαρευτούμε. Δεν υπάρχει χώρα που να σκέφτεται σοβαρά για το μέλλον της και να μην επενδύει στην έρευνα και την εκπαίδευση ξεκινώντας από τα δημόσια πανεπιστήμια. Γιατί μόνο έτσι θα υπάρχει κράτος αποτελεσματικό, δημόσιο σύστημα υγείας και επιστημονικό δυναμικό που θα καθιστά εφικτή την βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη και μεγέθυνση με σημαντικές επενδύσεις. Τα δημόσια πανεπιστήμια προετοιμάζουν το μέλλον της χώρας και η ενίσχυσή τους δεν είναι σπατάλη. Επένδυση σε αυτό ακριβώς το μέλλον είναι.
Διαφορετικά μπορούμε απλώς να συνεχίσουμε να πυροβολούμε τα πόδια μας.